Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ξενοφοβία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ξενοφοβία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 13 Απριλίου 2019

"Και τώρα ανθρωπάκο" Hans Fallada # "Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια" Lee Harper

  Δύο βιβλία που διάβασα πρόσφατα. Και τα δύο αναφέρονται στη δεκαετία του 30, του προηγούμενου αιώνα. 

Το βιβλία του Fallada, στο Βερολίνο, μια μεγαλούπολη της προπολεμικής Γερμανίας γεμάτη αντιθέσεις και το βιβλίο της Harper, στο Μέικομπ της Αλαμπάμα, μια φαινομενικά φιλήσυχη, μικρή πόλη, του Αμερικανικού Νότου. Στο βιβλίο του Fallada, βλέπουμε τους πρωταγωνιστές του, τον
Hans Fallada
Μικρό και το Μανάρι του (έτσι προσφωνούσε ο ένας τον άλλο) να βιώνουν την οικονομική κρίση στις παραμονές της ανόδου του Χίτλερ στην εξουσία ( 1933 ) προσπαθώντας να την ξεπεράσουν στηριζόμενοι στην μεταξύ τους αγάπη. Χαρακτηριστική είναι η τελευταία κουβέντα, που λέει, το Μανάρι στον τσακισμένο από την ανεργία Μικρό της: "Εμένα μπορείς να με κοιτάς όμως! Πάντα! Πάντα! Είσαι μαζί μου, έχουμε ο ένας τον άλλον. Είμαστε δύο!" Σε όλη την ιστορία του βιβλίου, στο παρασκήνιο της, διακρίνεις τις συνέπειες -θετικές και αρνητικές - της περίφημης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης που ψυχορραγεί πλέον. Όλοι μας ξέρουμε ότι αυτή δημιουργήθηκε ως συνέπεια της ήττας της Πρωσο-γερμανικής αυτοκρατορίας του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Η οποία έδωσε πρωτόγνωρες πολιτικές ελευθερίες στον γερμανικό λαό, αλλά δεν άντεξε λόγω των δικών της αδυναμιών αλλά και λόγω των εξευτελιστικών όρων παράδοσης που έθεσαν οι νικητές στην ηττημένη Γερμανία. Όροι που πλήγωσαν την ψυχή του γερμανικού λαού και που εντέχνως εκμεταλλεύτηκαν οι εθνικοσοσιαλιστές για να καταλάβουν την εξουσία. Και εδώ αρχίζουν οι ομοιότητες με το σήμερα. Μια επανάληψη της ιστορίας, αυτή συνήθως η επανάληψη μοιάζει με φάρσα, ας ελπίσουμε δίχως τις τραγικές συνέπειες εκείνων των χρόνων, που οδήγησαν από τις ακραίες φασιστικές ιδεολογίες στα τραγικά αποτελέσματα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Και σήμερα οι λαοί της Ευρώπης, νιώθουν ηττημένοι, πολλές φορές και ταπεινωμένοι από τις πολιτικές ενός ευρωπαϊκού διευθυντηρίου, που δίχως καμία δημοκρατική νομιμοποίηση διοικεί την Ευρώπη. Πολλοί, μπορούν να αναφέρουν διάφορες δικαιολογίες, κάποιες μπορεί να στηρίζονται σε πραγματικές θεωρήσεις των γεγονότων για να αντικρούσουν αυτήν την απουσία δημοκρατικής νομιμοποίησης.  Σημασία έχει όμως, η γενική αίσθηση των ευρωπαϊκών λαών, ότι το οικοδόμημα της Ε.Ε., στο οποίο οι περισσότεροι επένδυσαν την ελπίδα τους για ευημερία και ειρήνη, σήμερα στα μάτια τους καταρρέει. Αυτοί που βαυκαλίζονται από τις φωνές του λαϊκισμού, της ξενοφοβίας, του ρατσισμού, της ανωτερότητας της φυλής καθημερινά πολλαπλασιάζονται.
Σε μια τέτοια ουρά, στεκόταν ο Μικρός είτε αναζητώντας
 εργασία, είτε για να πάρει το ισχνό επίδομα ανεργίας.
  Το βλέπουμε σε όλα τα κράτη της Ευρώπης, όπου τα ακραία δεξιά κόμματα, συνεχώς αυξάνουν τις δυνάμεις τους. Αλλά και οι υπόλοιποι στέκονται πλέον με πολύ σκεπτικισμό απέναντι στο όραμα της ενωμένης Ευρώπης, που κάποτε μας είχε συνεπάρει όλους. Η αλληλεγγύη δεν είναι ορατή, οι διαφορές μεταξύ βορά και νότου διευρύνονται αντί να συγκλίνουν, από τη μνήμη μας δύσκολα σβήνει ο χαρακτηρισμός P.I.G.S.(1)(=γουρούνια) που με μεγάλη ευκολία απέδωσαν οι πλούσιες χώρες του βορά στον Ευρωπαϊκό Νότο, στην αρχή της τελευταίας οικονομικής κρίσης. Στις επερχόμενες ευρωεκλογές θεωρώ αναπόφευκτη την πολύ μεγάλη άνοδο των ακραίων λαϊκίστικων φωνών και ιδεολογιών και σίγουρα η πορεία ενοποίησης της Ευρώπης θα κάνει μια στάση. Το ερώτημα είναι αν τα επόμενα βήματα που θα αποφασιστούν, θα οδηγούν στην εμβάθυνση της Δημοκρατίας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς ή θα επιστρέψουμε στις λογικές περιχαράκωσης στα στενά όρια των εθνικών κρατών. Μήπως υποτιμήσαμε την έννοια του εθνικού κράτους, βιαστήκαμε να την εξοβελίσουμε από την πολιτική ατζέντα; Θα μπορέσουν οι δυνάμεις που υποστηρίζουν το ευρωπαϊκό όραμα, να το αναστήσουν στα μάτια των λαών τους ή θα πάρουν το πάνω χέρι άνθρωποι της λογικής Όρμπαν, Σαλβίνι και Λεπέν;

   Από τη μια απόλαυσα, λοιπόν την κοινή πορεία του Μικρού και του Μαναριού του, έζησα (αναγνωστικά βέβαια) μαζί τους τον σκληρό τους αγώνα για επιβίωση, γεύτηκα λίγο από τον κοσμοπολιτισμό του προπολεμικού Βερολίνου, ανατρίχιασα από τις ομοιότητες της τότε πολιτικής κατάστασης με τη σημερινή, αλλά από την άλλη μου παρουσιάστηκαν και πάλι μπροστά μου τα ισχυρά διλήμματα της σημερινής ευρωπαϊκής πραγματικότητας.

 Και για να πω την αλήθεια, αν και φοβάμαι για το μέλλον θέλω να πιστεύω ότι οι δυνάμεις εκείνες που οραματίστηκαν μια ισχυρή , δημοκρατική Ευρώπη θα μπορέσουν να πάρουν και πάλι το πάνω χέρι. Ίσως πάλι να είμαι υπερβολικά αισιόδοξος.

   Στο βιβλίο της Lee Harper, νοερά μεταφερόμαστε σε μια μικρή πόλη του Αμερικανικού νότου, όπου με τα μάτια της μικρής Σκάουτ, μας παρουσιάζεται με απόλυτο ρεαλιστικό τρόπο, μια από τις "συνηθισμένες" ιστορίες της περιοχής και της εποχής. Όπου ένας νέγρος κατηγορείται  άδικα για τον βιασμό μιας λευκής γυναίκας. Την υπεράσπιση του αναλαμβάνει ο αξιοσέβαστος δικηγόρος της πόλης, Άτικους, πατέρας της Σκάουτ, αν και γνωρίζει ότι τον πελάτη του η κοινωνία τον έχει ήδη προδικάσει, τον έχει βρει ένοχο και αυτή θα είναι και η τελική απόφαση του δικαστηρίου. Κάνει ότι είναι δυνατόν στο δικαστήριο για να φανερώσει την αθωότητα του πελάτη του, τα στοιχεία που παρουσιάζει είναι συντριπτικά υπέρ του πελάτη του αλλά δεν κατορθώνει να ανατρέψει την καταδικαστική απόφαση. Επειδή κάποιοι φοβούνται ότι έστω κι αν δεν πέτυχε την αθώωση του πελάτη του τα πράγματα θα αλλάξουν γρήγορα, στρέφονται εκδικητικά εναντίον των παιδιών του Άτικους.
Το σημαντικό είναι ότι αυτός γνωρίζει από την αρχή ότι θα την χάσει την δίκη. Κι όλοι αναρωτιούνται γιατί επιμένει σε μια υπόθεση, δίχως μέλλον για τον ίδιο και τον αθώο πελάτη του. Οι φυλετικοί και κοινωνικοί διαχωρισμοί είναι έντονοι, η ρατσιστική Κου Κλουξ Κλαν παραμονεύει, βάζει σε κίνδυνο τα ίδια τα παιδιά του, αλλά πιστός στις αρχές του δικαίου, γνωρίζει ότι σε αυτόν έλαχε ο κλήρος να φυτέψει έναν μικρό σπόρο δικαιοσύνης μέχρι να έλθει η εποχή, όπου θα έχει αλλάξει ο κόσμος και δεν θα χρειάζεται κάποιος να παλεύει για τα αυτονόητα. Για τις έννοιες της ισότητας και της δικαιοσύνης.

Το " 'Οταν σκοτώνουν τα κοτσύφια" είναι και αυτό επίκαιρο, διαπιστώνοντας πόσο κοντά μας είναι πλέον η ρατσιστική βία. Οι εκφράσεις μίσους, που εύκολα εκστομίζονται, οι επιθέσεις εναντίον οικονομικών μεταναστών, ακόμα και φόνοι, δείχνουν ότι και η χώρα μας έχει μολυνθεί από τις πιο ακραίες ρατσιστικές αντιλήψεις. Αλλά και στην Ευρώπη, οι ακροδεξιές οργανώσεις, κάνουν την εμφάνιση τους όλο και πιο ορατή.

Το ερώτημα είναι γιατί;
Υπάρχει κατ΄ αρχάς μια εύκολη απάντηση. Όσο χειροτερεύουν οι οικονομικοί δείκτες για τους πολίτες, όσο απειλείται η όποια ευμάρεια τους, τόσο τα κελεύσματα των ακραίων φωνών βρίσκουν πρόσφορο έδαφος .
Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Οι λαοί της Ευρώπης αισθάνονται τα παιχνίδια των οικονομικά δυνατών
Προς τη γη της επαγγελίας !!!
της ηπείρου μας και την προσπάθεια τους να διατηρήσουν τη θέση τους στην παγκόσμια οικονομική σκακιέρα. Απειλούνται από το φθηνό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των Ασιατικών χωρών  ( Κίνας Μαλαισίας κλπ ), απειλούνται από τη γήρανση του πληθυσμού, η Ευρωπαίοι δεν οραματίζονται πια το μέλλον τους με την ίδια αισιοδοξία όπως έκαναν στο παρελθόν. Και οι συνταγές που τους πλασάρονται δεν τους βρίσκουν σύμφωνους.
Ένα ακόμα ζήτημα είναι πόσο θετικά είναι τελικά τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης; Πόσο έτοιμοι είμαστε να αποποιηθούμε την έννοια του εθνικού κράτους; Πόσα πρέπει να θυσιάσουμε για να αποδεχθούμε ένα μέλλον μια παγκόσμιας, ανοιχτής οικονομικής αγοράς, που όπως αποδεικνύεται, ως μόνο στόχο της έχει την ανακύκλωση φτηνού εργατικού δυναμικού; Είτε υψηλά καταρτισμένου όπως είναι τα ελληνόπουλα που πιάσαν όλες τις γωνίες του πλανήτη μας είτε ανειδίκευτου εργατικού δυναμικού, όπως αυτό που εισήγαγε η Γερμανία από τις ρημαγμένες περιοχές της Ασίας, λόγω του πολέμου.
Προσωπικά, μου αρέσουν να ανοιχτά σύνορα, ειδικά όταν ταξιδεύω κι έχω τη ευκαιρία να θαυμάζω τα επιτεύγματα των άλλων χωρών. Δεν μου αρέσει όμως, να βλέπω χιλιάδες οικονομικούς μετανάστες να στοιβάζονται στη χώρα μου περιμένοντας τη σειρά τους για να μεταφερθούν στη δική τους γη της επαγγελίας, τη Γερμανία, στην προκείμενη περίπτωση. Όσο για την ενσωμάτωση τους, που μας λένε; Δυστυχώς το παράδειγμα της Γαλλίας, αλλά και της Γερμανίας ( των δυο μεγάλων οικονομικών δυνάμεων της Ε.Ε.) μας δείχνει ότι αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί.
Κι ένα τελικό ερώτημα: 
Απειλούνται οι αξίες της Ευρώπης σήμερα, αυτές που αναδείχθηκαν στα χρόνια του διαφωτισμού και κάνουν την Ευρώπη, τη "γηραιά ήπειρο" να μοιάζει με τον πνευματικό φάρο του πλανήτη μας; Ή μήπως έχει χάσει ήδη αυτό το πλεονέκτημα της;
Δύο διαφορετικά βιβλία λοιπόν, που εμένα αναπόφευκτα με έκαναν να σκεφτώ περισσότερο για τη σημερινή μοίρα της Ευρώπης, πέρα από την αναγνωστική απόλαυση που μου χάρισαν. Που με έκαναν να σκεφτώ ποια Ευρώπη θέλω, ποια Ευρώπη υπάρχει και ποια θα διαμορφωθεί αύριο!!!
ΥΓ. ίσως οι σκέψεις μου να φαίνονται μπερδεμένες, μα ποιος μπορεί να πει ότι η σημερινή κατάσταση και η μελλοντική πορεία της Ε.Ε. δεν μοιάζουν με ένα κουβάρι δίχως αρχή και τέλος....

(1)  Πορτογαλία (Portugal), Ιταλία (Ιtaly), Ελλάδα (Greece) και Ισπανία (Spain)


Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018

Βλέποντας τα δικά μας σήμερα, πριν από 47 χρόνια, σε κάποια άλλη χώρα

26 Ιαν 2018

   Το 1970, είμαι 7 χρόνων, μέλος της ελληνικής κοινότητας της Καμπέρας της Αυστραλίας. Οι γονείς μας τότε καίγονταν να μας μάθουν τα ελληνικά. Κανένα πρόγραμμα συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών τότε, για την εκπαίδευση. Η μόνη λύση, η Ελληνική κοινότητα της Καμπέρας, να φτιάξει το δικό της σχολείο. Κι έτσι έγινε. Ο χώρος, αρχικά, ήταν σε μια αίθουσα ενός σχολείου της πόλης ( της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας ήταν το κτίριο), η οποία παραχωρήθηκε για να κάνουμε μάθημα κάποια απογεύματα την εβδομάδα. Δασκάλα μία κυρία, η οποία είχε βγάλει ένα εξατάξιο γυμνάσιο στην Ελλάδα, χωρίς καμία παιδαγωγική κατάρτιση. Θυμάμαι μεταξύ των άλλων τα θρανία ξύλινα, ατομικά, όπου σηκωνόταν το πάνω τους μέρος τους ως καπάκι και σχηματιζόταν ένα ντουλάπι, όπου οι μαθητές του ρωμαιοκαθολικού σχολείου κρατούσαν εκεί τα βιβλία τους, τα τετράδια τους κλπ. 
   Η δε δασκάλα, προσπαθούσε αλλά δεν ήταν και το πιο εύκολο πράγμα, να μας πείσει, εμάς τους τους μαθητές της, ότι όσο μικροί κι αν ήμαστε, θα έπρεπε στην ίδια ημέρα να καθίσουμε για δεύτερη φορά στα θρανία, σε κάποιο άλλο σχολείο, για να μάθουμε μια γλώσσα την οποία μιλούσαμε στα σπίτια μας βέβαια, αλλά μόνο εκεί. Τέλος θυμάμαι ότι, τα αγγλικά που έμαθα (όσα πρόλαβα), αυτό έγινε στο σχολείο, δίχως καμία μα καμία εργασία στο σπίτι. Αντίθετα, για να πετύχω την αντιγραφή των γραμμάτων, την ορθογραφία και την ανάγνωση, για ελάχιστες ώρες ελληνικού σχολείου την εβδομάδα, ξοδεύαμε στο σπίτι ώρες και ώρες και αρκετή προσπάθεια.
  Ας βγάλουμε λοιπόν, απ' τα παραπάνω κάποια συμπεράσματα:
1) Από το 1970, οι μαθητές στην Αυστραλία, άφηναν σε καθημερινή βάση τα βιβλία τους στο σχολείο και το διάβασμα που χρειάζονταν για το σπίτι ήταν ελάχιστο ή μηδενικό.
2) Η δασκάλα, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της, δεν κατάφερνε πολλά στο ελληνικό σχολείο, ποτέ όμως οι γονείς μας δεν την απαξίωσαν μπροστά μας. Ήταν δασκάλα μας κι ο λόγος της ήταν νόμος.
   Ερχόμαστε λοιπόν στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα. Οι δάσκαλοι-ες του δημοτικού είναι απόφοιτοι διετών παιδαγωγικών σχολών με επιπλέον διετείς πανεπιστημιακές σπουδές εξομοίωσης των πτυχίων τους ή απόφοιτοι Πανεπιστημιακών σχολών. Δηλαδή είναι επαγγελματίες, εξειδικευμένοι στη δουλειά τους. ( δεν μιλώ για τυχόν επιμορφώσεις που όλοι έχουν και πολλές ). Κι όμως σήμερα η ελληνική κοινωνία τους απαξιώνει καθημερινά και κυρίως κάνει το ολέθριο λάθος να το κάνει μπροστά στα παιδιά τους. Όλοι ξέρουν κάτι παραπάνω, όλοι έχουν διαβάσει κάτι περισσότερο στο facebook, όλοι είναι ανώτεροι των δασκάλων.
    Ακόμα και σήμερα, αν ένας μαθητής, δεν ξοδέψει ώρες διαβάσματος στο σπίτι του, δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με τις απαιτήσεις του σχολείου. Διότι ακόμα και σήμερα, η ύλη είναι δύσκολη, μεγάλη σε όγκο και ο χρόνος που είναι διαθέσιμος στο σχολείο περιορισμένος. (Και μιλώ για μαθητές, δίχως ειδικές μαθησιακές  ανάγκες, που σίγουρα χρειάζονται ειδική φροντίδα, μέσα στο σχολείο, αλλά εμείς ακόμα ψάχνουμε το κατάλληλο εκπαιδευτικό μοντέλο.)
   Η τσάντα στο σχολείο, ως ένα πρόγραμμα, που ουσιαστικά επέβαλε το Υπ. Παιδείας, στη μέση της σχολικής χρονιάς, όσο θετικό κι αν ακούγεται βρίσκεται έξω από την ελληνική σχολική πραγματικότητα. Καλό είναι να μην υπάρχει διάβασμα στο σπίτι, αν ένα σύστημα μπορεί να το στηρίξει. Το δικό μας, απλά δεν μπορεί! Παρ΄ όλα αυτά, είπαμε, είμαστε επαγγελματίες, γνωρίζουμε και τα θετικά και τα αρνητικά του προγράμματος και σίγουρα θα βρούμε τον τρόπο να αντιμετωπίσουμε τις όποιες δυσκολίες, που θα παρουσιαστούν, για μία φορά που θα εφαρμόζεται κάθε μήνα. Και στο τέλος της χρονιάς θα αποτιμήσουμε το πρόγραμμα. Και στη συνέχεια, θα πράξουμε κατάλληλα.
  Πάμε τώρα στο πιο δύσκολο. Στην Αυστραλία, το 1970, παραχωρήθηκε (από την "αντίπαλη" ρωμαιοκαθολική εκκλησία) αίθουσα σχολικού κτιρίου, στην ελληνική κοινότητα, για να διδάσκονται τα παιδιά των Ελλήνων μεταναστών, τη μητρική τους γλώσσα.  Στα Χανιά, το 2018, η σχολική επιτροπή, ενώ αρχικά συναινεί να παραχωρήσει σχολική αίθουσα στην Αλβανική κοινότητα της πόλης τους, για να κάνουν αλβανικά στα παιδιά τους, στη συνέχεια παίρνει πίσω την απόφαση της μετά από πίεση μερίδας γονιών.....

  Μετανάστες ήταν οι γονείς μας τότε στην Αυστραλία, σκοπός της Αυστραλιανής κυβέρνησης ήταν να μας ενσωματώσει στην πολιτεία της, αλλά ποτέ κανείς, δεν διανοήθηκε να βάλει προσκόμματα, στο αυτονόητο δικαίωμα μας να μάθουμε τη μητρική μας γλώσσα. 

Σήμερα, στη χώρα μας, μερίδα των κατοίκων της, ακόμα διακατέχεται από ξενοφοβικές ιδεοληψίες, ξένες με την πραγματικότητα, που βιώνουμε ως  λαοί. Το πιο λυπηρό είναι ότι, ένα όργανο λαϊκής εκπροσώπησης, όπως είναι οι σχολικές επιτροπές, αντί να στηρίξει το νόμιμο δικαίωμα των Αλβανών συγκάτοικων τους, να μάθουν τη μητρική τους γλώσσα,  τους βάζει τρικλοποδιές. Πόσο εγκληματικό μπορεί να είναι, να θέλει κάποιος να μάθει τη γλώσσα των προγόνων του;
   Και δύο παρατηρήσεις ακόμα:
α) δεν τολμώ να σας περιγράψω τις κτιριακές εγκαταστάσεις του σχολείου της γειτονιάς μου, στην Αυστραλία, διότι θα μελαγχολήσετε, όπως κι εγώ μελαγχολώ σήμερα, 47 χρόνια μετά, βιώνοντας τη διδακτηριακή κατάσταση των σχολείων της πατρίδας μας.
β) αν οι Έλληνες εκπαιδευτικοί αξίζουν, αυτή την αντιμετώπιση από την ελληνική κοινωνία, τότε πως αιτιολογείται η άριστη αντιμετώπιση που τυγχάνουν, οι χιλιάδες νέοι συμπατριώτες μας, που μετανάστευσαν στις ευρωπαϊκές χώρες του βορά, με τις δύσκολες, ανταγωνιστικές, εργασιακές συνθήκες. Οι οποίοι καθημερινά, προοδεύουν, σε περιβάλλοντα οργανωμένα βέβαια, αλλά όχι μόνο επιβιώνουν αλλά ξεχωρίζουν θετικά;

  Ε! κάποιο ρόλο έπαιξε κι ο Έλληνας εκπαιδευτικός, που τους έμαθε τα όποια γράμματα, μέσα σε ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον, τόσο μα τόσο εχθρικό!!! 

Το ζητούμενο είναι η ευτυχία!

  Μετά από πολλά χρόνια, ο Αλέξανδρος επέστρεφε στο πατρικό του, σε ένα ορεινό χωριό της Δράμας. Για χρόνια ζούσε στην Αθήνα, κάνοντας σπο...