Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2018

Αργύρης Χιόνης ( απόπειρα γνωριμίας )

28 Δεκ 2016

                         
Argiris_Hionis

  Τον ποιητή Αργύρη Χιόνη, τον ανακάλυψα μέσα από το βιβλίο του, "Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες ", μια συλλογή διηγημάτων*. Διηγήματα, γραμμένα θα έλεγα με σαρκαστική διάθεση, που κατακρίνουν όλα αυτά που κτίζουν γύρω μας έναν κόσμο φυλακή. Γραμμένα επίσης, με διδακτική διάθεση αλλά όχι με τον τρόπο που είμαστε συνηθισμένοι. Διηγήματα απλών πραγμάτων, με τέλος πολλές φορές απρόσμενο, τα οποία βρίσκονται πολύ κοντά στη φύση. Τη φύση, κοντά στην οποία έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, απομονωμένος σχεδόν, σε ένα μικρό χωριό 30 κατοίκων στην ορεινή Κορινθία, αφότου επέστρεψε από την Ευρώπη. 

  Ζούσε και χαιρόταν τη φύση, μέσα στην οποία επέλεξε να ζει. Εμπνεόταν και έπαιρνε ζωή, διδασκόταν και "δίδασκε" μέσα από αυτήν. Είχε πει ο ίδιος: "... η φύση, που είναι η μάνα που μας γεννάει και αυτή που  μας τρώει. "     
 Δεν υπάρχει μεγαλύτερη δασκάλα από τη φύση "

  Ποιήματα γράφει από πολύ μικρός, από τα 14 του.   Από   λαϊκή γειτονιά και φτωχή οικογένεια, τα   πρώτα   ποιητικά του ακούσματα είναι οι   μαντινάδες  και τα   αποσπάσματα του Ερωτόκριτου,   που τραγουδούσε η   Κρητικιά μητέρα του στο σπίτι.   Πολύ νέος ξενιτεύεται, πρώτα στη Γαλλία, μετά στην Ολλανδία. Εκεί παίρνει και το πτυχίο του στην ιταλική φιλολογία. "..σπούδασα ιταλικά για να μπορέσω να διαβάσω τον Δάντη από το πρωτότυπο..." μας λέει. Για ένα διάστημα εργάζεται στο Συμβούλιο της Ευρώπης, μέχρι, που παίρνει την απόφαση να τα αφήσει όλα και να επιστρέψει στην Ελλάδα.

Ποια η άποψη του για την ποίηση; 

Ο ίδιος, λέει: Ο ποιητής μπορεί να μιλάει για την εποχή του με έναν τρόπο, που να μην χαϊδεύει τα αυτιά των ανθρώπων αλλά να τους απαλαίνει, να τους γλυκαίνει τον πόνο " 
Η ποίηση είναι ένα είδος παραμυθίας. Οι άνθρωποι προσφεύγουν στην ποίηση -όσοι την αγαπούν- για να έχουν αυτή την παραμυθία, την παρηγοριά, δηλαδή είναι ένας τρόπος να παρηγορηθούμε για τα πράγματα τα αποτρόπαια που συμβαίνουν γύρω μας ".
ΚΟΥΦΟΝ ΓΑΡ ΧΡΗΜΑ ΠΟΙΗΤΗΣ.
.
Σου 'δωσα δυο πόδια ποίησή μου

Για να πορευτείς προς τους ανθρώπους

Σου 'δωσα δυο χέρια να τους αγκαλιάσεις

Σου 'δωσα κι ένα γυμνό διάφανο κορμί

( διάφανο δέρμα για να φαίνεται η σάρκα,

διάφανη σάρκα για να φαίνονται τα κόκαλα,

διάφανα κόκαλα για να μην κρύβουν το μεδούλι)

Για να μπορούν να βλέπουν οι άνθρωποι

Όλο το μέσα κόσμο σου κι ακόμα

Τον κόσμο που 'ναι πίσω σου και πέρα

Και μοναχά το πρόσωπό σου ποίησή μου

Σκέπασα μ' ένα πέπλο μισοδιάφανο

Να φαίνεται και να μη φαίνεται

Στα μάτια σου ο πόνος

Να φαίνονται και να μην φαίνονται

Τα χείλια σου όταν τραγουδάς    
               
Τα ποιήματά μου θα επιζήσουν

Του χεριού μου που τα γράφει

Είναι πιο δυνατά απ' το χέρι μου που τρέμει

Κάθε φορά που εκτελεί τις εντολές τους

Τα ποιήματά μου με ποιούν δεν τα ποιώ

Το πρόσωπό μου αδιάκοπα αλλάζουν

Λες και είμαι ζύμη και με πλάθουν

Τα μόνα ποιήματα που ποίησα εγώ

Τα μόνα που ήταν πιο αδύναμα από μένα

Είναι όσα τόλμησα να σκίσω ή να μην γράψω...

"Κάθε λέξη είναι μια αχτίδα.
Κάθε ποίημα μια απόπειρα φωτός"       
                                                           " Απόπειρες φωτός "


  Υπηρετούσε μια ποίηση, βάλσαμο στις πληγές των ανθρώπων, η οποία όμως φροντίζει, στην πρώτη ανάγνωση, να ξύσει τις πληγές σου, να σου θυμίσει  τον σκληρό, αληθινό κόσμο, μέσα στον οποίο ζούμε. 

ΕΞΟΔΟΣ

Μέσα στον κόσμο ανάμεσα

Σ' εκατομμύρια άστρα τ' άστρο Γη

Πάνω στη γη τριγυρισμένη

Από στεριές και θάλασσες τριγυρισμένη

Από χιλιάδες χώρες μία χώρα

Μέσα στη χώρα ανάμεσα

Σε πολιτείες και χωριά μια πολιτεία

Μέσα στην πολιτεία κυκλωμένο

Από χιλιάδες σπίτια ένα σπίτι

Μέσα στο σπίτι ανάμεσα

Στα έπιπλα μια γυάλα

Μέσα στη γυάλα ένα χρυσόψαρο

Ένας άνθρωπος κάθεται και το κοιτά

 Κάποτε πρέπει τ' απαραίτητο να βρούμε

Κουράγιο ν' αντιμετωπίσουμε το μπόι μας

Να πάψουμε προέκταση να είμαστε

Όλων αυτών των μπαλκονιών και των βημάτων

Κι όχι μονάχα να κατέβουμε από αυτά

Αλλά και να επιτρέψουμε στα γόνατά μας να λυγίσουν

Να διπλωθούμε και να κάτσουμε κατάχαμα

Κι έτσι με σιγανή φωνή και δίχως χρώμα

Να πούμε ιστορίες για όσους πέρασαν

Κάτω απ' το χώμα αφού πρώτα

Σύρανε τις ξεκοιλιασμένες τους ψυχές

Επάνω σε μπαλκόνια και σε βήματα

Να πούμε ιστορίες για όσους πολεμήσανε

Και χάσανε τη μάχη γιατί ήταν

Πιο ήσυχος ο εχθρός κι ακόμα

Για όσους νικηθήκαν επειδή δεν πολεμήσανε.

Τέτοια κοινά τέτοια καθημερινά διηγώντας

Με σιγανή φωνή και δίχως χρώμα

Ν' αφήσουμε η βροχή των ημερών

Να κάνει τη δουλειά της πάνω μας 
πως δεν τόλμησα να τοΑναριοτόμουν 
   Του άρεσε να ζει μονάχος, απομονωμένος σχεδόν, δίχως τηλεόραση καν στο σπίτι του, (οποία θα τον αποσπούσε από τα διαβάσματα του και τη γραφή). Δεν ήταν όμως ξεκομμένος από τα προβλήματα που κάθε τόσο απασχολούν όλους μας, από τα σημαντικά γεγονότα του κόσμου. Είχε αναπτύξει μια  δική του φιλοσοφία ζωής, την οποία μάλιστα, προσπάθησε να μεταφέρει στη νέα γενιά, σε μια ομιλία αποφοίτων της περιοχής του, ανήμερα της επετείου του 40, το 2011 (δύο μήνες μόλις, προτού πεθάνει ):

"... ΟΧΙ λοιπόν στην υπερκατανάλωση αγαθών και τις επίκτητες ανάγκες που μας δημιούργησαν οι έμποροι των εθνών.
ΟΧΙ στις πιστωτικές κάρτες και τις τοκογλυφίες των τραπεζών.
ΟΧΙ στα δάνεια που δεν μπορούμε να ξεπληρώσουμε.
ΟΧΙ στον παλαιοκομματισμό και τους κομματάρχες.
ΟΧΙ στη δαγκωτή ψήφο.
ΟΧΙ στο μέσο και στο κωλογλείψιμο. ΝΑΙ στην αξιοκρατία.
ΟΧΙ στον κομματικό οπαδισμό, γιατί διόλου δεν διαφέρει από τον χουλιγκανισμό των γηπέδων.
ΟΧΙ στην προσωπολατρία και οικογενειολατρία.
ΟΧΙ στην ψευδαίσθηση ότι ψηφίζοντας κάθε τέσσερα χρόνια τους εκλεκτούς ηγέτες μας εκτελούμε το δημοκρατικό καθήκον μας, και από 'κεί και πέρα δεν έχουμε άλλο ρόλο από το να τους χειροκροτούμε ή να τους βρίζουμε ανάλογα με το αν υπηρετούν ή όχι τα προσωπικά μας συμφέροντα.
ΟΧΙ στα κομματικοποιημένα και ενίοτε κρατικοδίαιτα συνδικάτα που λειτουργούν συντεχνιακά, φροντίζοντας μόνο για τα μέλη τους και γράφοντας στα παλιά τους τα παπούτσια την υπόλοιπη κοινωνία.
ΟΧΙ στην παιδεία που δημιουργεί εξειδικευμένα ανδρείκελα, αναίσθητους τεχνοκράτες, αυταρχικούς χαρτογιακάδες, γελοίους γιάπηδες και αρπακτικά golden boys. ΝΑΙ στην παιδεία που παράγει την απαραίτητη εξειδίκευση, διευρύνει γενικότερα το πνεύμα και δίνει νόημα ουσιαστικό στη ζωή.
ΟΧΙ στην πατριδοκαπηλία και τον στείρο εθνικισμό.
ΟΧΙ στο ρατσισμό και την ξενοφοβία.
ΟΧΙ στην καταστροφή του περιβάλλοντος. Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι ο κόσμος αυτός δεν πλάστηκε για μας, και μας ανήκει όσο ανήκει και στο πιο ελάχιστο μυρμήγκι. Δεν είναι παιχνίδι που μας χάρισε ο μπαμπάς μας και μπορούμε να το σπάσουμε για να δούμε τι έχει μέσα.
ΟΧΙ στην εκδρομική ή τουριστική φυσιολατρία. ΝΑΙ στην απόλυτη ταύτισή μας με τη φύση.
ΟΧΙ στην τεμπελιά. ΝΑΙ στην εργασία, ακόμα και σ' αυτήν που δεν έχει σχέση με τις σπουδές που κάνουμε. Σε εποχές σαν αυτή που διανύουμε και που τίθεται ζήτημα επιβίωσης καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή. Καμιά δουλειά δεν είναι μόνο για τους περιφρονητέους μετανάστες.
ΟΧΙ στην τηλεόραση, όπου στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων μαθαίνουμε ποια glamorous ανύπαρκτη παντρεύτηκε με τον αντίστοιχό της  glamorous ανύπαρκτο. ΝΑΙ στον πολιτισμό. ΝΑΙ στη μουσική. ΝΑΙ στο θέατρο. ΝΑΙ στον κινηματογράφο. ΝΑΙ και πάλι ΝΑΙ στο βιβλίο.
ΟΧΙ στον αθέμιτο ανταγωνισμό, στο διαγκωνισμό και στον ψευτοπαλικαρισμό, στην τζάμπα μαγκιά, στο «ξέρεις ποιος είμαι εγώ μωρέ;». ΝΑΙ στο συναγωνισμό, στην ευγενή άμιλλα, τη συντροφικότητα, την αλληλεγγύη ...»

  Αυτά τα ΟΧΙ μαζί με τα ΝΑΙ, θα έλεγα ότι θα μπορούσαν να είναι η ΒΙΒΛΟΣ, ενός οποιουδήποτε ανθρώπου, με απόλυτη συνείδηση της πραγματικότητας μέσα στην οποία ζούμε. Ένας οδηγός ζωής, που δεν αρκείται στα εύκολα που μας προσφέρει -εκ του πονηρού- ο σύγχρονος πολιτισμός. Ο μπούσουλας εκείνος, που θα χαρίσει στη ψυχή μας, την απαραίτητη ηρεμία, απλά και μόνο για να χαρούμε... την ύπαρξη μας στον κόσμο αυτό.
Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη η ομιλία, εδώ:  https://www.thepressproject.gr/article/49619

  Ζούσε την μοναχικότητα του με τον δικό του τρόπο. Στο χωριό είχε σχέσεις με τους λιγοστούς κατοίκους του, συμμετείχε στα κοινά της περιοχής του, ήταν ευχάριστος στις κοινωνικές συναναστροφές του... δεν του άρεσε όμως η συναναστροφή με το συνάφι του: " Δεν μπορώ να έχω σχέσεις με το συνάφι, αγαπώ τους συναδέλφους μου κι έχω πολύ καλές σχέσεις αλλά εξ αποστάσεως..."  Δεν έβρισκε ενδιαφέρον στις παρέες αυτές... ασχολούνται με τα μικρά, με κουτσομπολιά, ο ένας προσπαθεί να διαβάλλει τον άλλο...  
Έχει ενδιαφέρον να δούμε τους ποιητές και τους συγγραφείς που τον επηρέασαν:
"...Ο Καβάφης για την ειρωνεία του και τη λιτότητα του ύφους του, για την τόλμη του στη γλώσσα ... ο Καριωτάκης, μου πηγαίνει έτσι στην ψυχοσύνθεση ... ο Σεφέρης, μου αρέσει πάρα πολύ ... ο Σαχτούρης, ο Μπέκετ, τον θεωρώ μεγάλο ποιητή ( αν και είναι γνωστός ως θεατρικός συγγραφέας ) ... ο Καμύ ... ο Καζαντζάκης..." 
Μεγάλο μέρος της δουλειάς μου αναφέρεται στο θάνατο, και οι παραπάνω αντιμετωπίζουν το θέμα ηρωικά, κάτι που μου αρέσει. " 
Παραθέτω, παρακάτω, ένα σχετικό με τον θάνατο ποίημά του:

Όταν πεθαίνει ο νεκροθάφτης, άλλοι νεκροθάφτες τον κηδεύουνε.
 
Εμένα ωστόσο μου αρέσει να φαντάζομαι ότι στην τελευταία του κατοικία

 τον οδηγούνε οι νεκροί που ο ίδιος έθαψε όσο ζούσε,

 εις ένδειξιν ευγνωμοσύνης για τις υπηρεσίες που τους πρόσφερε,

 ή ακόμα ότι μόνος του, με το αργό, επίσημό του βήμα,
 
μεταφέρει τον εαυτό του ως το μνήμα όπου χώνεται
 
και από πάνω του τραβά το χώμα σαν κουβέρτα. 
                                                                                                  " Εσωτοπικά τοπία 

  Πολλές φορές είναι ειρωνικός, σκληρός, παρατηρητής καθημερινών καταστάσεων τις οποίες επεκτείνει στο χρόνο, στις οποίες ανακαλύπτει κρυμμένες, άλλες καταστάσεις. Στο παρακάτω ποίημα του, μια αθώα, ευχάριστη καλοκαιρινή ημέρα, σε κάποια παραλία, ο παππούς που κάνει αμμόλουτρα, η βορειοευρωπαία τουρίστρια, ένα παιδί δαρμένο απ΄ τους γονείς του, ένα από τα αδέσποτα σκυλιά που βρίσκουν παρηγοριά κοντά στους λουόμενους, γίνονται αφορμή για παραπέρα σκέψεις... δεν μπαίνω στον πειρασμό να αναφέρω τις δικές μου, οι ποιητικές αναγνώσεις είναι καθαρά προσωπικές υποθέσεις. Αυτό πιστεύω, κατά βάθος θέλει και κάθε δημιουργός. Τα έργα του να μιλούν στον καθένα ξεχωριστά, βαθιά μέσα του, με τρόπο που μόνο εκείνος μπορεί.

ΤΟ ΩΡΑΙΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Ήταν ωραίο αυτό το καλοκαίρι
Ωραίο αλλά και επικίνδυνο
Ένας παππούς που έκανε αμμόλουτρα
Ξεχάστηκε θαμμένος μες στην άμμο
Όταν τον θυμηθήκανε ύστερ' από μέρες
Σηκώσαν το καπέλο του
Δεν ήταν από κάτω
Μια πάλλευκη τουρίστρια από το βορρά
Τα έφτιαξε με τον ήλιο
Κοιμήθηκε μαζί του μέρες μήνες
Σκούρυνε, αφομοιώθηκε από το τοπίο
Οι δικοί της τώρα την αναζητούν
Μέσω του Ερυθρού Σταυρού
Ένα παιδί δαρμένο έγινε αχινός
Αν τους βαστάει τώρα
Ας με ξαναδείρουν, είπε
Πήρανε ο μπαμπάς κι η μαμά
Μαχαίρι και πιρούνι
Και χωρίς να τρυπηθούν
Του φάγαν την καρδιά
Ένα σκυλί κυνηγημένο
Δάγκωσε την ουρά του και την έφαγε
Ύστερα έφαγε όλο το κορμί του
Έμεινε μόνο το κεφάλι του στα βότσαλα
Να ασπρίζει από τα κύματα γλειμμένο
Βαθιά ένα καράβι έμενε ακίνητο
Ακίνητο ένα καλοκαίρι
Φυσούσαν άνεμοι φουσκώναν τα πανιά
Δεν έλεγε να φύγει. Τι περίμενε;
Κανείς δεν ξέρει.

Και από τους Χάρη και Πάνο Κατσιμίχα, ενορχήστρωση Γιώργου Ανδρέου:

   Στο έργο του, πολλές φορές διακρίνεται μια νοσταλγία για τα χρόνια που έχουν περάσει, που πολύ καλά γνωρίζει ότι επιστροφή σε αυτά δεν υπάρχει, μια προσπάθεια συμβιβασμού με την ιδέα της ζωής που μόνο προχωρά προς τα εμπρός, κοιτάζει πίσω αλλά εξακολουθεί να του φεύγει.

Τρώω καρπό

 φτύνω κουκούτσι

φυτρώνει δέντρο.

Αχ, νά' χα κι εγώ κουκούτσι,

να τό' φτυνε ο θάνατος,

 να φύτρωνα ξανά.
                                                                            " Στο Υπόγειο "

" ΤΟ ΠΟΔΗΛΑΤΟ "

Το παιδικό ποδήλατό μου, ο άλλοτε απαστράπτων Πήγασος που απογειωνόταν μόλις τον καβάλαγα, έχει για πάντα υπογειωθεί. Κι ας λέω ψέματα αδιάκοπα, στον εαυτό μου και σε εκείνο, πώς, κάποια μέρα , θα του αλλάξω λάστιχα, από την σκουριά του θα το γδύσω, θα το λαδώσω και θα το γυαλίσω κι μόλο τον κόσμο μαζί του θα γυρίσω. Το παιδικό ποδήλατό μου έχει για πάντα υπογειωθεί, το ξέρω και το ξέρει.

  Ένα ακόμα ποίημά του, τολμηρό(;), που φαντάζομαι ότι το εμπνεύστηκε, κάποιο καλοκαίρι, εκεί στο Θραφαρί, που ζούσε, όταν τα κοριτσόπουλα ερχόμενα από κάθε γωνιά του ελληνισμού για το πανηγύρι του χωριού, στολίζονταν γεμάτα υποσχέσεις, παίζοντας με τον ήλιο, το μελτέμι και τις καρδιές των αγοριών. 

ΑΝΕΜΟΣ ΑΝΑΙΣΧΥΝΤΟΣ 

τρυπώνει κάτω 

απ τα φορέματα ωραίων κοριτσιών,

τρίβεται πάνω σε γυμνούς μηρούς,

κάνει εφήβαια να θροΐζουν, 

λαγόνια να λαγγεύουν στήθη να αναριγούν,

 να ορθώνονται και,

 σαν τρυγόνια αιχμάλωτα,

 με ρώγες αιχμηρές 

τη φυλακή τους να ραμφίζουν για να βγουν στο φως.

Άνεμος ίμερος ανήμερος, 

των κοριτσιών γλυκός εχθρός.

  Κλείνω με μία ενδιαφέρουσα, τηλεοπτική συνέντευξη του Αργύρη Χιόνη. Μου αρέσει η απλότητα του λόγου του, η ίδια απλότητα στα γραπτά του -πεζά και ποιήματα- που εμένα με παρακίνησαν να τα δω με περισσότερη προσοχή, με μια σοφία άξια προσοχής, που σε διδάσκει δίχως να σε ενοχλεί.  

   * Ας είναι καλά η Λέσχη Ανάγνωσης Δράμας  


Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2018

"Πούρα γεμιστά" του Βασίλη Τσιαμπούση

11 Φεβ 2018

  " Συχνάζω " στη Δράμα, την πόλη της Βόρειας Ελλάδας, της Μακεδονίας, τα τελευταία 25 χρόνια περίπου. Τη θυμάμαι, όταν την επισκεπτόμουν στα πρώτα χρόνια προτού μετοικήσω στη διπλανή κωμόπολη της Αλιστράτης, ως τον πιο κοντινό αστικό προορισμό. Οι παλαιότεροι, καλά να είναι εκεί που βρίσκονται, μου έλεγαν ότι η Αλιστράτη, ιστορικά ανήκει στη Δράμα και όχι στις Σέρρες. Κεφαλοχώρι της περιοχής, είχε στενές σχέσεις πάντα με τη Δράμα αλλά και με τα χωριά της που βρίσκονται προς την πλευρά της. Η Αλιστράτη έβλεπε τη Δράμα και η Δράμα την Αλιστράτη. Δεν είναι τυχαίο, που τρεις διαδοχικοί Μητροπολίτες της Δράμας, όρισαν ως προσωρινή έδρα τους, την Αλιστράτη, από το 1825, στα δύσκολα μεταεπαναστατικά χρόνια. Με την απελευθέρωση όμως και τον καθορισμό των συνόρων, ο ποταμός Αγγίτης αποτελεί πια το σύνορο μεταξύ των δύο νομών. Έτσι η Αλιστράτη μοιράζεται ανάμεσα στους δυο νομούς. Πολύ μακριά από την πρωτεύουσα του νομού της, πολύ ξένη για τη Δράμα αλλά πάντα μέσα στην καρδιά μας.
Τα χρόνια που βρίσκομαι εδώ πάνω ( "εκεί πάνω", έτσι λεν οι φίλοι μου απ΄τα νότια ), η Δράμα είναι το σημείο αναφοράς μας. Κι όσο κι αν η πόλη έχει αλλάξει, όσο κι αν η ανεργία και η κρίση την έχει κτυπήσει, πάντα υπάρχει κάτι που να σε κάνει αισιόδοξο. Δεν μιλώ για τον αξιοθαύμαστες φυσικές ομορφιές της αλλά για τους ανθρώπους της και για τον συνεχή αγώνα τους, όχι μόνο να μένουν στην μικρή αυτή πόλη αλλά και να "φτιάχνουν πράγματα" για την πόλη τους, να δημιουργούν στην πόλη τους. Θα μου πείτε, ότι το ίδιο γίνεται σε όλες τις επαρχιακές πόλεις της Ελλάδας. Έχετε δίκιο! Εγώ μιλώ όμως για τη Δράμα, που ζω! Και έχω την τύχη, να γνωρίσω κάποιους απ΄αυτούς, που επιμένουν να ζουν στην επαρχιακή πόλη τους, να ζωγραφίζουν, να φτιάχνουν θεατρικές ομάδες με καταπληκτικές παραστάσεις, να λειτουργούν διάφορες "πνευματικές" λέσχες, να παλεύουν σε άθλιες συνθήκες για να κρατήσουν όρθιο το αθλητικό πνεύμα της περιοχής τους, να γράφουν λογοτεχνία, ποίηση... Κι όλοι μας λέμε: "Γίνονται πράγματα στη Δράμα" και να χαιρόμαστε γι΄ αυτό.

  Αφορμή για τις πάνω σκέψεις, που έδωσε το τελευταίο βιβλίο, του Δραμινού συγγραφέα, Βασίλη Τσιαμπούση, "Πούρα Γεμιστά". 

Μια σειρά διηγημάτων, που τα περισσότερα, με τον ένα ή άλλο τρόπο αναφέρονται στην πόλη του, την Δράμα, φανερώνοντας μικρές ψηφίδες της τοπικής ιστορίας, απαραίτητων όμως, για να μην ξεχνάς ότι οι τόποι πάντα μεταβάλλονται αλλά η μνήμη χρειάζεται αυτά τα πετραδάκια, για να μπορεί να φτιάχνει τον καμβά, πάνω στον οποίο θα κτίζουμε οι επόμενοι τις ζωές μας.

  Όπως για παράδειγμα στο ομότιτλο με το βιβλίο διήγημα, που γίνεται ευθεία αναφορά στην μεγάλη καπνική παράδοση της πόλης, η οποία σήμερα, μπορεί ουσιαστικά να έχει χαθεί αλλά στο παρελθόν αποτελούσε το βασικό πυλώνα πλούτου, όλης της περιοχής. Πέρα απ΄ αυτήν, καθαυτή τη διήγηση, που παρουσιάζει μια θα έλεγες αφελή ιστορία, αλλά αποκτά άλλο ενδιαφέρον όταν στο τέλος της εμπλέκεται ένας διάλογος μεταξύ του συγγραφέα της και κάποιου, φανατικού "λεπτομερολόγου", ιστορικού ερευνητή, ο οποίος προσπαθεί να καταρρίψει την όλη ιστορία. Και αναρωτιέσαι: Πόση σημασία έχει τελικά, στη λογοτεχνία αυτός , ο ίδιος ο μύθος, όταν η ιστορία σου μπορεί να σταθεί, έστω κι αν υπομειδιάς  ελαφριά μέσα σου; Οφείλει η λογοτεχνία να είναι ιστορικό σύγγραμμα; Ασφαλώς όχι, κατά τη γνώμη μου, άσχετα αν στην ανάγνωση σου, εσύ αναζητάς εκείνα τα πραγματικά ή όχι ιστορικά γεγονότα.
  Στο διήγημα "Πέντε πόντους περισσότερους", πάλι έχουμε αναφορά στην οικονομία του καπνού της περιοχής, με μια ιστορία μιας φτωχής νεαρής εργάτριας, με περίσσιο θράσος όμως, η οποία δουλεύει σ΄ ένα καπνομάγαζο της πόλης, γίνεται δέκτης σεξουαλικής παρενόχλησης ( έτσι το λέμε σήμερα ), τα φτιάχνει με τον κομμουνιστή συνδικαλιστή, στην πρώτη ευκαιρία απολύεται. Και τότε ακολουθεί ο άλλος δρόμος, η μοναδική διέξοδος για εκείνους που η Ελλάδα θεωρεί βάρος, ο δρόμος της ξενιτιάς. Η μεγάλη πληγή της περιοχής, ο ξεριζωμός χιλιάδων ανθρώπων στη Γερμανία. Εξαγωγή εργατών το έλεγαν τότε, σήμερα το λέμε εξαγωγή μορφωμένου εργατικού δυναμικού, του καλύτερου δυναμικού της Πατρίδας μας.
 

  Στο διήγημα πάλι, "Πρωινό στο σταθμό", όση μιζέρια κι αν
Σ.Σ. Δράμας
αποπνέει σήμερα, ο χώρος του σιδηροδρομικού σταθμού της Δράμας, την οποία ο Τσιαμπούσης, την αναπαριστά με απόλυτη πιστότητα, δεν παύει να είναι το λιμάνι της πόλης, όπου εκεί γονείς αποχαιρετούν και υποδέχονται  τα παιδιά τους, είτε ως φαντάρους είτε ως φοιτητές. Γλυκιά η προσμονή αλλά και με αγωνιώδεις, πολλές φορές αμήχανους αποχαιρετισμούς.

  Τέλος, Θα αφήσω το διήγημα: "Ο καθείς με το ταλέντο του", το οποίο είναι αφιερωμένο στον Νίκο Κωνσταντινίδη, μια ιδιόμορφη, γλυκιά προσωπικότητα της Δράμας, τον οποίο ποτέ δεν γνώρισα προσωπικά, τον οποίο όμως πολλές φορές είχα δει να περπατά στο κέντρο της Δράμας, τον οποίο γνώρισα, μόνο μέσα από τα μικρού σχήματος βιβλιαράκια που κυκλοφορούσε μόνος του και δώριζε αδιακρίτως. Σίγουρα αγαπούσε την πόλη του, με έναν τρόπο βαθύ και ανιδιοτελή, που δεν ξέρω αν πολλοί από εμάς μπορούν να καταλάβουν.
  "Πούρα γεμιστά", ένα βιβλίο γεμάτο διηγήματα,τα οποία μπορεί εμένα στην πρώτη ανάγνωση τους, να με οδήγησαν στη γειτονική μου περιοχή αλλά με μια δεύτερη, πιο ανοιχτή ανάγνωση, αποτελούν μικρογραφία της ελληνικής πραγματικότητας, της σημερινής, της χτεσινής, δεν έχει σημασία,  το ένα συμπληρώνει το άλλο. Κι αυτή είναι η επιτυχία αυτού του βιβλίου, του Βασίλη Τσιαμπούση, ο οποίος έχει μια πολυετή παρουσία στα "γράμματα" της πόλης του.      
Φυσικά κλείνοντας οφείλω να κάνω αναφορά, στο περιοδικό ΔΙΟΔΟΣ 66100, ένα περιοδικό τέχνης, το οποίο διευθύνει ο συγγραφέας, επικεντρωμένο στη Δράμα φυσικά, με ποιότητα που καταπλήσσει, όχι εμάς, αλλά εκείνους που εξακολουθούν να βλέπουν την ελληνική επαρχία με μια εξωτική ματιά. 

Τελικά    "Γίνονται πράγματα στη Δράμα"


Μάνια Σ:Κυριακή, 11 Φεβρουαρίου 2018 8:04 πμ

"στην ανάγνωση σου, εσύ αναζητάς εκείνα τα πραγματικά"
Η βιβλιοπαρουσίαση σου μου έκανε εντύπωση γιατί είναι πραγματική
Καλή εβδομάδα
Φιλί Smile
devasil

Bas. Devasil:Κυριακή, 11 Φεβρουαρίου 2018 8:59 πμ

Ευχαριστώ Μάνια.
Διαβάζω αρκετά βιβλία, για λίγα γράφω όμως. Κυρίως για εκείνα που μου αφήνουν κάτι, που με ταξιδεύουν, που μου δίνουν απαντήσεις.
Την καλημέρα μου!
avatar

Χρήστος Μηλώσης:Κυριακή, 11 Φεβρουαρίου 2018 9:18 πμ

Ευχαριστούμε για το μοίρασμα της γνώμης σου. Υπογραφή: Κάποιος μέτοικος στη Δράμα.
johnpit

ΓΙΑΝΝΗΣ JOHNPIT:Κυριακή, 11 Φεβρουαρίου 2018 6:21 μμ

Καλησπέρα σου Βασίλη μου.
Δράμα λοιπόν.
Και όπως λες στο τέλος, "γίνονται πράματα στη Δράμα", πέραν των όσων αναφέρεις, η Πόλη έχει και ένα εξαιρετικό, καταξιωμένο, διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου σε ταινίες μικρού μήκους και ένα λαμπερό χωριό του Άη Βασίλη στη διάρκεια των γιορτών.
Δεν την έχω επισκεφθεί. Στενοχωριέμαι που ο σιδηροδρομικός σταθμός λες ότι είναι μέσα στη μιζέρια. Τον ήθελα γραφικό, μικρό, όμορφο και ζεστό.
Όμως ζεστοί είναι οι άνθρωποι.
Έξοχη η αναφορά σου στα βιβλία και στην καπνική παράδοση της πόλης.
Καλή Κυριακή φίλε.
devasil

Bas. Devasil:Δευτέρα, 12 Φεβρουαρίου 2018 6:05 πμ

Χρήστος Μηλώσης:
Μέτοικοι τελικά και οι δύο...
Σε πρώτη ευκαιρία θα τα πούμε από κοντά, έχει ενδιαφέρον το θέμα.
devasil

Bas. Devasil:Δευτέρα, 12 Φεβρουαρίου 2018 6:10 πμ

ΓΙΑΝΝΗ
Φυσικά και γίνονται πράγματα στη Δράμα, και αυτά που αναφέρεις εσύ επιπλέον (το Φεστιβάλ είναι το κορυφαίο) και άλλα που δεν ανέφερα. Σημασία έχει ότι οι άνθρωποι το παλεύουν! Και αυτό έχει θετικό αποτέλεσμα, τουλάχιστον ως προς την ποιότητα της ζωής τους.
Καλή βδομάδα!!!

Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

Αργία η θρησκευτική εορτή των Τριών Ιεραρχών, δίχως λογική!

30 Ιαν 2018

   Όπως και να το δεις δεν έχει λογική, πέρα από εκείνη την 
 κακόβουλη εν πολλοίς, την οποία κάποιοι θα εκμεταλλευτούν για να κατηγορήσουν τους εκπαιδευτικούς, ότι κέρδισαν ακόμα μια αργία υπέρ τους. Δεν είναι το θέμα μου αυτοί, σήμερα! Γιατί παίρνει το Υπ. Παιδείας μια τέτοια απόφαση;
Σήμερα θα προσπαθήσω να διερευνήσω τη λογική μιας τέτοιας απόφασης:
Δύο περιπτώσεις υπάρχουν: 
1) Ας πούμε λοιπόν, ότι είσαι υπέρ ενός κράτους που θα είναι στενά συνδεδεμένο με την εκκλησία. Τότε σίγουρα δεν καταργείς την παρουσία των εκπαιδευτικών και των μαθητών τους την ημέρα της θρησκευτικής εορτής των Γραμμάτων και των Προστατών της, κάνοντας την αργία.
2) Ας πούμε ότι είσαι υπέρ του διαχωρισμού κράτους - εκκλησίας. Τότε, πάλι δεν κάνεις αργία, μια καθαρά θρησκευτική εορτή.
 Τρίτη περίπτωση δεν μπορώ να σκεφτώ..
Ποια λογική λοιπόν εξυπηρετεί, η αργία της θρησκευτικής εορτής των Τριών Ιεραρχών, η οποία από πέρσι ισχύει για τα Γυμνάσια-Λύκεια και από του χρόνου θα ισχύει και για τα Δημοτικά- Νηπιαγωγεία; 
  Δεν μπορώ όμως, να μην κάνω κάποιες επισημάνσεις σχετικά με την κυβέρνηση αυτή, η οποία συστηματικά μειώνει τον χρόνο παραμονής των μαθητών στο σχολείο. Εκεί που συζητούσαμε για σχολεία διευρυμένου ωραρίου ως τις 2μμ ( ήδη λειτουργούσαν περίπου 1200 τέτοια δημοτικά σχολεία) με σκοπό να επεκταθεί το πρόγραμμα σε όλα τα σχολεία, συρρικνώθηκε το ωράριο, ως τις 1,15μμ για όλα τα παιδιά. Εκεί που αναζητούσαμε τρόπους ενίσχυσης του ολοήμερου σχολείου, η ίδια πολιτική συρρίκνωσης και εκεί, με ένα απόλυτα αδύναμο πρόγραμμα και επιπλέον με ενίσχυση του εξωσχολικού προγράμματος των ΚΔΑΠ ( Κέντρων Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών) με ευθύνη των Δήμων. Από φέτος αντί για είσοδο στις τάξεις στις 8,10πμ έγινε 8,15π.μ. Και προσθέτεις και μία αργία, αχρείαστη κατ΄ εμέ, επιπλέον.
  Κι έρχεται μετά ο ΟΟΣΑ και σου λέει ότι οι Έλληνες εκπαιδευτικοί δουλεύουν λίγο. Κι εσύ για να τους ικανοποιήσεις, δεν προσμετράς επιπλέον στο ωράριο των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας, την ώρα σίτισης των μαθητών, σαν να μην είναι παρόντες, εκεί με όλες τις ευθύνες που αυτό συνεπάγεται.
Ποιον λοιπόν εξυπηρετεί αυτή η αργία; Κανέναν! Απλώς είναι συνέχεια μιας πολιτικής, η οποία ως συνήθως χαράσσεται απ΄το υπουργείο Παιδείας δίχως διάλογο και με καθαρά μικροκομματικούς σχεδιασμούς. 

Κύριοι, όσο και αν δεν σας αρέσει,  η εκπαιδευτική πολιτική μιας χώρας  δεν μπορεί να χαράσσεται στο πόδι, δίχως συναινέσεις, δίχως διάλογο, δίχως σαφές σχέδιο και δίχως κοινή, προσυνεννοημένη στόχευση. Είτε σας αρέσει είτε όχι αυτή είναι η ουσία. Και αυτό το τελευταίο και για τους σημερινούς κυβερνώντες και για τους επόμενους. 

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018

Βλέποντας τα δικά μας σήμερα, πριν από 47 χρόνια, σε κάποια άλλη χώρα

26 Ιαν 2018

   Το 1970, είμαι 7 χρόνων, μέλος της ελληνικής κοινότητας της Καμπέρας της Αυστραλίας. Οι γονείς μας τότε καίγονταν να μας μάθουν τα ελληνικά. Κανένα πρόγραμμα συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών τότε, για την εκπαίδευση. Η μόνη λύση, η Ελληνική κοινότητα της Καμπέρας, να φτιάξει το δικό της σχολείο. Κι έτσι έγινε. Ο χώρος, αρχικά, ήταν σε μια αίθουσα ενός σχολείου της πόλης ( της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας ήταν το κτίριο), η οποία παραχωρήθηκε για να κάνουμε μάθημα κάποια απογεύματα την εβδομάδα. Δασκάλα μία κυρία, η οποία είχε βγάλει ένα εξατάξιο γυμνάσιο στην Ελλάδα, χωρίς καμία παιδαγωγική κατάρτιση. Θυμάμαι μεταξύ των άλλων τα θρανία ξύλινα, ατομικά, όπου σηκωνόταν το πάνω τους μέρος τους ως καπάκι και σχηματιζόταν ένα ντουλάπι, όπου οι μαθητές του ρωμαιοκαθολικού σχολείου κρατούσαν εκεί τα βιβλία τους, τα τετράδια τους κλπ. 
   Η δε δασκάλα, προσπαθούσε αλλά δεν ήταν και το πιο εύκολο πράγμα, να μας πείσει, εμάς τους τους μαθητές της, ότι όσο μικροί κι αν ήμαστε, θα έπρεπε στην ίδια ημέρα να καθίσουμε για δεύτερη φορά στα θρανία, σε κάποιο άλλο σχολείο, για να μάθουμε μια γλώσσα την οποία μιλούσαμε στα σπίτια μας βέβαια, αλλά μόνο εκεί. Τέλος θυμάμαι ότι, τα αγγλικά που έμαθα (όσα πρόλαβα), αυτό έγινε στο σχολείο, δίχως καμία μα καμία εργασία στο σπίτι. Αντίθετα, για να πετύχω την αντιγραφή των γραμμάτων, την ορθογραφία και την ανάγνωση, για ελάχιστες ώρες ελληνικού σχολείου την εβδομάδα, ξοδεύαμε στο σπίτι ώρες και ώρες και αρκετή προσπάθεια.
  Ας βγάλουμε λοιπόν, απ' τα παραπάνω κάποια συμπεράσματα:
1) Από το 1970, οι μαθητές στην Αυστραλία, άφηναν σε καθημερινή βάση τα βιβλία τους στο σχολείο και το διάβασμα που χρειάζονταν για το σπίτι ήταν ελάχιστο ή μηδενικό.
2) Η δασκάλα, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της, δεν κατάφερνε πολλά στο ελληνικό σχολείο, ποτέ όμως οι γονείς μας δεν την απαξίωσαν μπροστά μας. Ήταν δασκάλα μας κι ο λόγος της ήταν νόμος.
   Ερχόμαστε λοιπόν στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα. Οι δάσκαλοι-ες του δημοτικού είναι απόφοιτοι διετών παιδαγωγικών σχολών με επιπλέον διετείς πανεπιστημιακές σπουδές εξομοίωσης των πτυχίων τους ή απόφοιτοι Πανεπιστημιακών σχολών. Δηλαδή είναι επαγγελματίες, εξειδικευμένοι στη δουλειά τους. ( δεν μιλώ για τυχόν επιμορφώσεις που όλοι έχουν και πολλές ). Κι όμως σήμερα η ελληνική κοινωνία τους απαξιώνει καθημερινά και κυρίως κάνει το ολέθριο λάθος να το κάνει μπροστά στα παιδιά τους. Όλοι ξέρουν κάτι παραπάνω, όλοι έχουν διαβάσει κάτι περισσότερο στο facebook, όλοι είναι ανώτεροι των δασκάλων.
    Ακόμα και σήμερα, αν ένας μαθητής, δεν ξοδέψει ώρες διαβάσματος στο σπίτι του, δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με τις απαιτήσεις του σχολείου. Διότι ακόμα και σήμερα, η ύλη είναι δύσκολη, μεγάλη σε όγκο και ο χρόνος που είναι διαθέσιμος στο σχολείο περιορισμένος. (Και μιλώ για μαθητές, δίχως ειδικές μαθησιακές  ανάγκες, που σίγουρα χρειάζονται ειδική φροντίδα, μέσα στο σχολείο, αλλά εμείς ακόμα ψάχνουμε το κατάλληλο εκπαιδευτικό μοντέλο.)
   Η τσάντα στο σχολείο, ως ένα πρόγραμμα, που ουσιαστικά επέβαλε το Υπ. Παιδείας, στη μέση της σχολικής χρονιάς, όσο θετικό κι αν ακούγεται βρίσκεται έξω από την ελληνική σχολική πραγματικότητα. Καλό είναι να μην υπάρχει διάβασμα στο σπίτι, αν ένα σύστημα μπορεί να το στηρίξει. Το δικό μας, απλά δεν μπορεί! Παρ΄ όλα αυτά, είπαμε, είμαστε επαγγελματίες, γνωρίζουμε και τα θετικά και τα αρνητικά του προγράμματος και σίγουρα θα βρούμε τον τρόπο να αντιμετωπίσουμε τις όποιες δυσκολίες, που θα παρουσιαστούν, για μία φορά που θα εφαρμόζεται κάθε μήνα. Και στο τέλος της χρονιάς θα αποτιμήσουμε το πρόγραμμα. Και στη συνέχεια, θα πράξουμε κατάλληλα.
  Πάμε τώρα στο πιο δύσκολο. Στην Αυστραλία, το 1970, παραχωρήθηκε (από την "αντίπαλη" ρωμαιοκαθολική εκκλησία) αίθουσα σχολικού κτιρίου, στην ελληνική κοινότητα, για να διδάσκονται τα παιδιά των Ελλήνων μεταναστών, τη μητρική τους γλώσσα.  Στα Χανιά, το 2018, η σχολική επιτροπή, ενώ αρχικά συναινεί να παραχωρήσει σχολική αίθουσα στην Αλβανική κοινότητα της πόλης τους, για να κάνουν αλβανικά στα παιδιά τους, στη συνέχεια παίρνει πίσω την απόφαση της μετά από πίεση μερίδας γονιών.....

  Μετανάστες ήταν οι γονείς μας τότε στην Αυστραλία, σκοπός της Αυστραλιανής κυβέρνησης ήταν να μας ενσωματώσει στην πολιτεία της, αλλά ποτέ κανείς, δεν διανοήθηκε να βάλει προσκόμματα, στο αυτονόητο δικαίωμα μας να μάθουμε τη μητρική μας γλώσσα. 

Σήμερα, στη χώρα μας, μερίδα των κατοίκων της, ακόμα διακατέχεται από ξενοφοβικές ιδεοληψίες, ξένες με την πραγματικότητα, που βιώνουμε ως  λαοί. Το πιο λυπηρό είναι ότι, ένα όργανο λαϊκής εκπροσώπησης, όπως είναι οι σχολικές επιτροπές, αντί να στηρίξει το νόμιμο δικαίωμα των Αλβανών συγκάτοικων τους, να μάθουν τη μητρική τους γλώσσα,  τους βάζει τρικλοποδιές. Πόσο εγκληματικό μπορεί να είναι, να θέλει κάποιος να μάθει τη γλώσσα των προγόνων του;
   Και δύο παρατηρήσεις ακόμα:
α) δεν τολμώ να σας περιγράψω τις κτιριακές εγκαταστάσεις του σχολείου της γειτονιάς μου, στην Αυστραλία, διότι θα μελαγχολήσετε, όπως κι εγώ μελαγχολώ σήμερα, 47 χρόνια μετά, βιώνοντας τη διδακτηριακή κατάσταση των σχολείων της πατρίδας μας.
β) αν οι Έλληνες εκπαιδευτικοί αξίζουν, αυτή την αντιμετώπιση από την ελληνική κοινωνία, τότε πως αιτιολογείται η άριστη αντιμετώπιση που τυγχάνουν, οι χιλιάδες νέοι συμπατριώτες μας, που μετανάστευσαν στις ευρωπαϊκές χώρες του βορά, με τις δύσκολες, ανταγωνιστικές, εργασιακές συνθήκες. Οι οποίοι καθημερινά, προοδεύουν, σε περιβάλλοντα οργανωμένα βέβαια, αλλά όχι μόνο επιβιώνουν αλλά ξεχωρίζουν θετικά;

  Ε! κάποιο ρόλο έπαιξε κι ο Έλληνας εκπαιδευτικός, που τους έμαθε τα όποια γράμματα, μέσα σε ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον, τόσο μα τόσο εχθρικό!!! 

Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2018

Μακεδονία, σκέψεις ατάκτως ερριμένες...

21 Ιαν 2018

  
  Δεν φοβάμαι εμάς, τους ντόπιους, τους Ηπειρώτες, τους Πόντιους, τους Κρητικούς, τους Σαρακατσάνους, τους Ελληνόβλαχους, τους νησιώτες μας, τους Μακεδόνες, τους Θρακιώτες, τους Παλαιολλαδίτες, τους... τους..., διότι, όλους μας ενώνει ένας κοινός παρονομαστής, που είναι η Ελλάδα, και ως χώρα, και ως ιδέα. Κι όλοι μας έχουμε αποδεχθεί, με πίστη βαθιά, ότι πρώτα και πάνω απ΄ όλα είμαστε Έλληνες και αυτό αποτελεί μια ισχυρή ενοποιητική δύναμη για το λαό μας. Μπορεί στο παρελθόν, να μας χώριζαν σε εθνικόφρονες και μιάσματα, συνοδοιπόρους και δεκανίκια, για να διαιωνίζουν το μίσος μεταξύ του λαού μας με σκοπό να παραμένουν στην εξουσία οι μεν και οι άλλοι να δρέπουν τη συμπάθεια του αδικημένου, αλλά κανείς ποτέ δεν σταμάτησε να αυτοπροσδιορίζεται ως Έλληνας.

   Ιδιαίτερα, οι νέες γενεές, παρά  τις πίκρες που τους χαρίζει το κράτος μας, δεν πέφτουν εύκολα στην παγίδα, να αμφισβητούν την ελληνικότητα του διπλανού τους. Κι αυτό είναι ένας τεράστιο θετικό επίτευγμα της σύγχρονης, έστω πληγωμένης Ελλάδας.

  Τώρα, ας φανταστούμε έναν γείτονα μας, του Σκοπιανού κράτους. Έναν Σκοπιανό, που τα τελευταία 60 χρόνια περίπου, τον έχουν διαποτίσει με την πίστη ότι είναι απόγονος του Μέγα Αλέξανδρου, ότι η γλώσσα τους ( μια κατασκευασμένη Σλαβο-βουλγάρικη ), είναι αυτή που τους ενώνει ως Λαό και τους συνδέει με το παρελθόν, που τον έχουν πείσει ότι υπάρχουν αλύτρωτες πατρίδες, για παράδειγμα στη Χαλκιδική.... Όσο αστεία ή και παράδοξα κι αν φαντάζουν αυτά, σε κάθε σοβαρή γνώση της Παγκόσμιας ιστορίας, τόσο αδιέξοδα και δίχως κατάληξη θα αποτελούν για πάντα για τους κατοίκους αυτού του γειτονικού μας κρατιδίου. Κι αν η πλειοψηφία του λαού αυτού, τα έχει αποδεχθεί και τα υπερασπίζεται με φανατισμό, σε κάθε εμφάνιση τους, η ιστορική αλήθεια, η οποία είναι αναμφισβήτητη, θα βρίσκεται απέναντι τους. Ας σκεφτούμε ακόμα και το Αλβανόφωνο τμήμα των Σκοπίων, ( που αποτελούν το 35% του κράτους αυτού ), που προσπάθησαν να το κάνουν να ξεχάσει τις ρίζες τους, αποτυγχάνοντας φυσικά.
  Όλοι μας ξέρουμε τι παίχθηκε επί Τίτο, με την ίδρυση αυτού του ψευδεπίγραφου κράτους, όλοι μας γνωρίζουμε τα λάθη της πολιτικής ηγεσίας μας, από το 1950 και μετά, ως το 1992, που φάνηκε ότι αφυπνιστήκαμε, όλοι μας ξέρουμε ότι τα τελευταία 25 χρόνια το πρόβλημα κρύφτηκε κάτω από το χαλί και όλοι μας καταλαβαίνουμε ότι σήμερα, ο "ισχυρός παράγοντας" ( δες Αμερικανοί ) της περιοχής μας, θέλουν λύση, για να ισχυροποιήσουν τη σταθερότητα στην περιοχή και τα δικά τους συμφέροντα στη συνέχεια. 
 Τι βλέπουμε λοιπόν: 
1) Να διοργανώνεται ένα συλλαλητήριο στη Θεσσαλονίκη, με πρωτοβουλία κάποιων..., για να διατρανώσουν την ελληνικότητα της Μακεδονίας.  
2) Όλους τους πολιτειακούς θεσμούς, κράτος, κόμματα ( στην πλειοψηφία τους ), εκκλησία, εμποροβιομηχανικά επιμελητήρια, συνδικάτα κλπ να κρατούν αποστάσεις, από το σημερινό συλλαλητήριο, χωρίς να ξεχνούν όμως τα απόλυτα δίκαια μας.   Κρατούν αποστάσεις, διότι έμαθαν πλέον από τα συλλαλητήρια του 92, ότι οι κυβερνήσεις και τα εκλεγμένα κόμματα κάνουν την εξωτερική πολιτική και αυτή γίνεται όχι με το θυμικό του λαού αλλά με την πραγματικότητα της κάθε στιγμής, που αυτοί έχουν την ευθύνη να χειριστούν.   
3) Πλήθους λαού να παραβρίσκεται και να διαδηλώνει στη Θεσσαλονίκη. Καλά κάνει! Δικαίωμα του καθενός να διαδηλώνει τα πιστεύω του.
4) Να παρουσιάζεται ως σίγουρη λύση του ονόματος, του γειτονικού μας κρατιδίου, σύνθετη ονομασία με τη λέξη Μακεδονία μέσα.
  Δεν έχω το χάρισμα να μαντεύω το μέλλον, Δεν ξέρω τι θα γίνει τελικά, αν θα υπάρξει συμφωνία, αν μελλοντικά το κράτος αυτό θα υπάρχει ή όχι, ή αν θα συνεχίσει να σφετερίζεται την ελληνικότητα της Μακεδονίας και αν θα συνεχίσει να διεκδικεί τμήμα της Ελλάδας.
 Αυτό που ξέρω όμως σίγουρα είναι ότι το "Σκοπιανό" δεν είναι μόνο το όνομα. Το όνομα είναι η κορυφή του παγόβουνου. Είναι επίσης το πώς πείθεις έναν λαό, νέους ανθρώπους, κατοίκους μιας γειτονικής χώρας, ότι αυτό που τους αυτοπροσδιορίζει ως λαό, αυτό που τους έμαθαν, είναι ένα ψέμα... Πώς αλλάζεις όλες εκείνες τις συνταγματικές ρυθμίσεις τους, τις εκπαιδευτικές διαδικασίες τους, που μιλούν για αλύτρωτες πατρίδες, που φτάνουν ως το Αιγαίο, και φυσικά... να θεωρούν και τη Θεσσαλονίκη δική τους πόλη... ( Ας μην χαμογελάμε απλώς, διότι αυτοί στέκονται στα πόδια τους πιστεύοντας κάτι τέτοια). Πώς τους αλλάζεις αισθητική, όταν έχουν δημιουργήσει μια αλλόκοτη χώρα του Ντίσνεϋ, στο κέντρο της πρωτεύουσας τους, με ήρωες τους δικούς μας, Έλληνες Μακεδόνες προγόνους μας; Με λίγα λόγια, πώς γκρεμίζεις ένα ολόκληρο οικοδόμημα ψέματος από τη μια...  αλλά βαθιά θεμελιωμένο στους γείτονες μας από την άλλη; Αυτό είναι το ζητούμενο!!!
  Ανεξάρτητα λοιπόν της όποιας έκβασης των διαπραγματεύσεων που ξεκίνησαν, χρέος όλων μας είναι να συνεχίσουμε να ισχυροποιούμε την αλήθεια, την απλή ιστορική αλήθεια, ότι η Μακεδονία είναι Ελλάδα, ότι οι Μακεδόνες βασιλείς ήταν Έλληνες, ότι ο πολιτισμός τους ήταν ελληνικός. Χρέος των δασκάλων να τα διδάσκουν στα σχολεία, 
Skopia
Σκόπια
χρέος των πνευματικών ανθρώπων της χώρας να το υπενθυμίζουν με κάθε ευκαιρία στα διεθνή φόρουμ, χρέος του κάθε Έλληνα να προτάσσει στα επιχειρήματά του, την ελληνική γλώσσα που κουβαλάει μέσα του εδώ και αιώνες, χρέος της πολιτείας να διαπραγματευτεί όχι μόνο για το όνομα αλλά και για την κατάρριψη ενός ψέματος, που δυστυχώς για κάποιους είναι η μόνη αλήθεια.
 
  Κι αν ακόμα, τους δοθεί η χρήση της λέξης Μακεδονία, στο όνομα της χώρας τους, για μας δεν θα έχει τελειώσει τίποτα.
   Διότι όσο θα υπάρχουν τα μνημεία των Μακεδόνων προγόνων μας με τις ελληνικές επιγραφές και αναφορές, όλα τα υπόλοιπα είναι κατασκευάσματα. Σαθρά, φαραωνικά ( χωρίς το ελληνικό μέτρο ) κατασκευάσματα, μιας κιτς αισθητικής, όπως αυτής που έφτιαξε ο Γκρουέφσκι στην κεντρική πλατεία των Σκοπίων..... 

Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

"Η τελευταία σελίδα" του Γκαζμέντ Καπλάνι, ο συγγραφέας, το βιβλίο, τα Βαλκάνια

12 Ιαν 2018

  Τελευταία διάβασα το μυθιστόρημα του Γκαζμέντ Καπλάνι, "Η τελευταία σελίδα". Ο πετυχημένος συγγραφέας Αλβανικής καταγωγής, σπούδασε στην πατρίδα μας, είναι πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής των Αθηνών και διδάκτορας Ιστορίας και Πολιτικής Επιστήμης του Παντείου. Εργαζόταν μέχρι πρόσφατα στη χώρα, για πάνω από 25 χρόνια και πέρσι τιμήθηκε ( με συνυποψήφιους τους άλλους τρεις Έλληνες λογοτέχνες , Χρήστο Οικονόμου, Μάρω Δούκα και Πέτρο Μάρκαρη) με το Διεθνές Λογοτεχνικό Βραβείο που απονέμει κάθε χρόνο η Ιταλική πόλη Κασίνο. Τιμώμενη χώρα ήταν η Ελλάδα! Ο Καπλάνι βεβαίως και ανήκει στη γενιά των νέων Ελλήνων συγγραφέων, όλα του τα έργα γράφονται στα ελληνικά, αλλά όπως δηλώνει ο ίδιος, η βράβευση, του αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση, μιας και η ελληνική πολιτεία δεν του έχει δώσει την ελληνική υπηκοότητα, και όπως φαίνεται ούτε πρόκειται να του την δώσει. 
  Τιμά τα ελληνικά γράμματα, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για τους μηχανισμούς της πολιτείας μας, για να τον πολιτογραφήσει Έλληνα. Αν ήταν κανένας Κινέζος ή Ρώσος επενδυτής των 300.000 ευρώ, ήδη θα την είχε την υπηκοότητα στη τσέπη του, έστω κι αν δεν μιλούσε μία λέξη Ελληνικά... Δείγμα κι αυτό, για το πόση αξία δίνουμε στη χώρα μας, στους ανθρώπους που προάγουν την τέχνη, τον πολιτισμό, την επιστήμη. Τους οποίους, τα τελευταία χρόνια φροντίζουμε επιπλέον, να τους διώχνουμε μακριά μας. Ο Καπλάνι, μεταξύ αυτών, για δυο χρόνια στη Βοστόνη, υπότροφος του Χάρβαρντ, σήμερα διδάσκει Emerson College. Ο ίδιος απογοητευμένος από την άρνηση της πολιτείας να του δώσει την ελληνική υπηκοότητα, δεν δείχνει διατεθειμένος να επιστρέψει στη χώρα. Αντίθετα οι ΗΠΑ, τον δέχθηκαν, σε ένα από τα κορυφαία Πανεπιστήμια τους! 
  Θα ήταν παράλειψη μου, να μην αναφέρω και την αντίστοιχη συμπεριφορά της γενέτειρας του Καπλάνι, η οποία μέχρι to 2016, αρνούνταν να μεταφράσει τα έργα του στην Αλβανική γλώσσα. Το 2017, εκδόθηκε το πρώτο βιβλίο με θετική ανταπόκριση. Ο Καπλάνι αυτοπροσδιορίζεται ως Βαλκάνιος. Κι αυτό φαίνεται ότι είναι πέρα από τις λογικές των στεγανών των εθνικών κρατών. Δεν του το συγχωρούν, ούτε οι από εδώ ούτε οι από εκεί.

  Στο μυθιστόρημα του Γκασμέτ Καπλάνι, "Η τελευταία σελίδα", αυτό που βασικά διαπραγματεύεται είναι η σκληρή αίσθηση του να μεγαλώνεις σε λάθος χώρα.

 Η Αλβανία, η χώρα στην οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε ουσιαστικά είναι παρελθόν για τον ίδιο. Σημαντικότατο ρόλο σε αυτό έπαιξε, έτσι καταλαβαίνω από δικές του σκέψεις, η αμείλικτη δικτατορία του Ενβέρ Χότζα και ο απομονωτισμός στον οποίο καταδίκασε για πολλά χρόνια, τη χώρα του. Η Ελλάδα πάλι, της οποίας θαυμάζει τον πολιτισμό, χωρίς να τον ωραιοποιεί, αρνείται να τον δεχθεί σαν δικό της παιδί, αν και έχει δώσει τις εξετάσεις του κι έχει αριστεύσει σε αυτές. Είναι μία αίσθηση στυφή, για όποιον την βιώνει, πολλές φορές ασήκωτη και σίγουρα ο Καπλάνι δεν είναι ο μόνος που αισθάνεται έτσι σήμερα. 
  Οι δικοί μας νέοι, που μετανάστευσαν στις χώρες της βόρειας Ευρώπης και θα πρέπει να ενσωματωθούν στις εκεί κοινωνίες, πιθανόν πολλές φορές να νιώθουν το ίδιο. Να ευλογούν τη νέα χώρα και να αρνούνται τη γενέτειρα ή και αντιστρόφως να αισθάνονται καθημερινά ότι η οικονομική συγκυρία τους "έριξε" σε λάθος χώρα. Το πιο ευτυχές σενάριο είναι αν μπορείς να δεχθείς, με πολλές διαγραφές στη μνήμη σου, την επανεκίνηση της ζωή σου. Πράγμα, που σίγουρα γίνεται, αλλά αφήνει πίσω πολλές πληγές, οι οποίες αν και φαίνονται επουλωμένες, σίγουρα, κάποια στιγμή, θα αρχίσουν να τρέχουν αίμα και πάλι. 
  Στο μυθιστόρημα αυτό, παρακολουθούμε επιπλέον την ιστορία ενός ανδρόγυνου Εβραίων της Θεσσαλονίκης, που μαζί με τον μικρό τους γιο τον Ίσα, καταφεύγουν στην Αλβανία, για να γλιτώσουν από τους διωγμούς των Ναζί. Για να το πετύχουν αυτό, αλλάζουν τα ονόματα τους, κρύβονται πίσω από νέες ταυτότητες τις οποίες δεν μπορούν να αποβάλλουν ούτε όταν καταρρέει ο άξονας και απελευθερώνεται η χώρα μας. Εγκλωβίζονται στη νέα τους πατρίδα, διαγράφουν οριστικά από τη ζωή τους ότι θα τους συνέδεε με την καταγωγή τους, συμπεριφέρονται ως καλοί Αλβανοί, είναι πιστοί στο
καθεστώς. 
Είναι σίγουροι ότι τα ίχνη του παρελθόντος έχουν σβήσει για πάντα. Μέχρι που αρκετά χρόνια μετά, ο Ίσα ο οποίος δουλεύει στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Τιράνων, στο τμήμα των απαγορευμένων βιβλίων, ζει μια στιγμή απαγορευμένου πάθους με μια Κινέζα συναγωνίστρια, η οποία βρίσκεται στα Τίρανα, στα πλαίσια κάποιου προγράμματος μορφωτικών ανταλλαγών. Απαγορευμένου πάθους, όχι μόνο διότι είναι παντρεμένος αλλά και διότι το καθεστώς απαγορεύει τις σχέσεις μεταξύ των συντρόφων που προέρχονται από άλλη χώρα (!). Ο πρώην συμφοιτητής του, συνδιεκδικητής της Μπόρα, της γυναίκας πλέον του Ίσα, πανίσχυρος αρχηγός τώρα των μυστικών υπηρεσιών, βρίσκει την ευκαιρία, να στριμώξει τον Ίσα. Του αποκαλύπτει ότι το καθεστώς γνωρίζει την καταγωγή του, την οποία αν αποκάλυπτε θα τον ενέτασσε αυτόματα στους εχθρούς του καθεστώτος καθότι το Ισραήλ είναι το ισχυρό δεκανίκι του Ιμπεριαλισμού. Τον μεταθέτει σε μια  αγροτική βιβλιοθήκη, τιμωρία ουσιαστικά ανώδυνη, φροντίζοντας όμως παράλληλα, σίγουρα εκβιάζοντας με κάθε τρόπο, να κερδίσει αυτός, αυτή τη φορά τη Μπόρα.  Ο Ίσα πληγώνεται όταν ανακαλύπτει ποιο είναι το τίμημα της δικής του ελάχιστης τιμωρίας από το καθεστώς και αποφασίζει να εκδικηθεί....
  Κλείνοντας αυτή μου την παρουσίαση του συγγραφέα και του τελευταίου βιβλίου του, θα ήθελα να παρουσιάσω ένα απόσπασμα:
 " Συζήτησαν, για τα τελευταία γεγονότα στην Αθήνα. Προχθές στη Νίκαια, του είπε η Αριάδνη, κάηκαν τέσσερις Πακιστανοί ζωντανοί σ΄ένα αυτοσχέδιο τζαμί. Ανάμεσα τους κι ένα πεντάχρονο αγόρι, Βρήκαν τους δράστες σήμερα, δύο εφήβους. " Απίστευτο! " αναφώνησε. " Παιδιά που καίνε άλλα παιδιά! Είδα τις φωτογραφίες τους στην τηλεόραση κι έπαθα σοκ. Αναγνώρισα έναν από αυτούς. Είχε φέρει τον άρρωστο σκύλο του στο ιατρείο μου πέρσι. Ήταν τόσο τρυφερός και αφοσιωμένος στο σκυλί του, σχεδόν έκλαιγε. Πώς μπορεί κάποιος να αγαπάει τόσο πολύ τα ζώα και να μισεί τους ανθρώπους; "  Ήταν ένα ερώτημα που πιο πολύ απηύθυνε στον εαυτό της παρά στον Μέλσι.
" Ο Χίτλερ αγαπούσε πολύ τα ζώα. Είχε τρέλα με τα σκυλιά", είπε ο Μέλσι. Η Αριάδνη σιώπησε. Εκείνος κατάλαβε ότι ήταν το είδος της σιωπής που προδίδει παρεξήγηση. " Μη γίνεσαι χαζή. Ο Χίτλερ αγαπούσε τα ζώα γιατί τα έβρισκε φυλετικά πιο καθαρά από τους ανθρώπους", διευκρίνισε αμέσως μετά. Εκείνη γέλασε. Παρατήρησε ότι ως κτηνίατρος δεν έβρισκε κανένα λόγο γιατί να εμπιστευτεί όσους αγαπούν τα σκυλιά. Αρκεί να εμπιστευτούμε τα ίδια τα σκυλιά, είπε. ...
Σίγουρα ένα βιβλίο, από αυτά που έχεις στη συνέχεια να συζητήσεις πολλά! 

Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2018

Ξαναδιαβάζοντας το "Αναφορά στον Γκρέκο" ή η μοίρα των ελεύθερων ανθρώπων

03 Ιαν 2018

" Όπου  πάω κι όπου σταθώ,  κρατώ, ανάμεσα στα δόντια μου, σαν φύλλο δάφνη, την Ελλάδα! "

 Το να γράψεις για τον Καζαντζάκη, οτιδήποτε, δεν είναι μια πράξη εύκολη!
 Πρώτα πρώτα τι να γράψεις, όταν εκατοντάδες άλλοι ( πολύ πιο ειδικοί ) το έχουν κάνει πριν από σένα;
 Μπορώ απλώς να καταθέσω την προσωπική μου άποψη και μόνο! Με έναυσμα την ταινία του Σμαραγδή, (που κάποιοι απόλαυσαν και κάποιοι άλλοι την λοιδόρησαν στον έσχατο βαθμό), επιβεβαιώθηκε για μια ακόμα φορά ότι οι αληθινά μεγάλοι, είτε έχουν φανατικούς φίλους είτε πραγματικούς εχθρούς. Κι ο Καζαντζάκης έχει πάρει τη θέση του, ανάμεσα στους μεγάλους των ελληνικών γραμμάτων
  Δεν είναι νομπελίστας, κάλλιστα θα μπορούσε να είναι, αλλά όπως όλοι μας ξέρουμε, τα Νόμπελ Λογοτεχνίας ( και τα άλλα ), δεν δίνονται πάντα με καθαρά κριτήρια. Και εκείνα τα χρόνια, η ελληνική κυβέρνηση, η ελλαδική εκκλησία και πιθανότατα και όσοι εμπνέονταν από το κλίμα του Μακαρθισμού, σίγουρα δεν ήθελαν το Νόμπελ Λογοτεχνίας να δοθεί στον Καζαντζάκη. Γιατί; Διότι πολύ απλά δεν προσκύνησε κανέναν! Ούτε τάχθηκε με καμία από τις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις στον εμφύλιο ούτε δήλωνε πιστός όπως θα ήθελαν οι ηγεσίες των Χριστιανικών εκκλησιών, αυτός, που όταν έγραφε για τον Χριστό, το έκανε αισθανόμενος τον αληθινό ανθρώπινο πόνο και όχι με την πομπώδη αλαζονία των Ιεραρχών.  

 Ήταν ο Λογοτέχνης, που το έργο του ξεχειλίζει από Ελλάδα, που υμνεί την Κρήτη, που εξυψώνει τον άνθρωπο και που συνεχώς βάζει ερωτήματα, στα οποία προσπαθεί να δώσει απαντήσεις, κυρίως για τον εαυτό του και στη συνέχεια να προβληματίσει τον αναγνώστη του. Πρώτα έγραφε για εκείνον και μετά για τους πιθανούς αναγνώστες του. 

 Διαβάζοντας και πάλι το βιβλίο του  Αναφορά στον Γκρέκο , μέσα από την εξιστόρηση των προσωπικών του βιωμάτων, μέσα από την προσπάθεια σου να ξεμπλέξεις την αλήθεια από το μύθο, μέσα από τις βαθύτερες σκέψεις του, τις συνεχείς περιπλανήσεις του, τελικά διακρίνεις την αγωνία του ανθρώπου εκείνου που δεν συμβιβάζεται με αυτά που του δίνονται απλόχερα απ, τη ζωή αλλά θέλει να πάει πιο πέρα, να φύγει απ΄τις ευκολοδιάβατες λεωφόρους και να περάσει στα δύσβατα μονοπάτια των αναζητήσεων εκείνων των αληθειών που δεν σου προσφέρονται έτοιμες, ...στο πιάτο. Διακρίνεις την αγωνία του ανθρώπου εκείνου, που δεν αρκείται στις αλήθειες που ικανοποιούν, φανατίζουν, την μάζα του ανθρώπινου είδους. Αυτές είναι πολύ μικρές για τα μέτρα αυτού του μεγάλου Λογοτέχνη μας.
 Αναζητά συνεχώς την προσωπική του ελευθερία, να σπάσει τα δεσμά που του κληροδότησαν οι πρόγονοι του, να ξεφύγει από το "βάρος" του ίδιου του πατέρα του, (απελευθερώνεται με το θάνατο του). Κι αυτό σε αντιδιαστολή με το θαυμασμό του για τον τόπο καταγωγής του, την Κρήτη, που του έδινε δύναμη, τον ενέπνεε, τον γέμιζε με χρώματα, γεύσεις και κυρίως ιστορίες. 

  Στο έργο του, δεν αμφισβητείται η ύπαρξη του Θεού, ίσα ίσα. Αυτό που αμφισβητεί, αυτό που ψάχνει σε όλη του τη ζωή είναι πως η ύπαρξη του Θεού συμβιβάζεται με τις επίσημες ερμηνείες, τις διδασκαλίες ή τις καθοδηγήσεις των Θρησκευτικών ηγετών. Παθιάζεται μα στη συνέχεια αμφισβητεί τις  πολιτικές ιδεολογίες.  Απελευθερώνουν τον άνθρωπο ή τον αιχμαλωτίζουν σε κάθε μικρό και ταπεινό της ύπαρξης μας; 


Στα έργα του, ο Χριστός είναι ένας άνθρωπος επί της γης, ο οποίος αδυνατεί να αποδεσμευτεί από τα δεσμά της Θεϊκής εντολής, την οποία φέρει και αυτό δημιουργεί τεράστιες εντάσεις στη ψυχή του. Αιρετικό θα τον έλεγε κανένας, σίγουρα, μα κανείς δεν σκέφτεται ότι η ίδια η διδασκαλία του Χριστιανισμού αυτό επιτάσσει στους πιστούς της, να φτάσουν στη θέωση μέσα από την πάλη τους ενάντια στην ανθρώπινη φύση τους; Τι άλλο νομίζει κανείς ότι κάνει ο Καζαντζάκης όταν γράφει την "Ασκητική", ή το " Ο Χριστός ξανασταυρώνεται " ή τον "Τελευταίο πειρασμό"; Αναζητά εκείνον τον κρυφό κώδικα που συνδέει αληθινά τον άνθρωπο με το Θεό!
Μα και οι άλλοι ήρωες του, ο Καπετάν Μιχάλης ή ο Ζορμπάς, δεν είναι τα τέλεια παραδείγματα, των ασυμβίβαστων ανθρώπων, με τη πραγματικότητα που τους περιβάλλει; Μέσα από τη δική τους ζωή δεν προβάλλονται σημαντικές, ανθρώπινες, διαχρονικές αξίες; Η αγάπη για την ελευθερία και η αγάπη για τη ζωή;
 Αλλά όλα αυτά λίγο πολύ έχουν απαντηθεί από αυτούς που ξεψάχνισαν τον συγγραφέα και το έργο του. Εμένα το τελικό μου ερώτημα είναι άλλο. Γιατί οι εξουσίες, θρησκευτικές, πολιτικές, κομματικές, ενώ βλέπουν ότι το έργο του Καζαντζάκη αγαπήθηκε όσο λίγων απ' τον Λαό μας, αυτές τον απαρνιούνται ακόμα και σήμερα, αρνούμενες να αναγνωρίσουν ότι τουλάχιστον ήταν ένας απ΄ τους λαμπρότερους μυθιστοριογράφος της πατρίδας μας.
Απάντηση: Τους αληθινά ελεύθερους ανθρώπους κανείς δεν τους θέλει να προβάλλονται ως πρότυπα στην κοινωνία. Διότι η ελεύθεροι άνθρωποι το πρώτο που αμφισβητούν είναι τις ίδιες τις εξουσίες. Τις ανθρώπινες εξουσίες!
"Δεν ελπίζω τίποτα!
Δεν φοβάμαι τίποτα!
Είμαι λεύθερος!"

Δες και: Καζαντζάκης του Σμαραγδή, την είδα και....

Ο φωτεινότερος φακός του κόσμου του Γιώργου Κασαπίδη

    Αν κάποιος θέλει να διαβάσει μια συλλογή διηγημάτων, για μια μικρή επαρχιακή πόλη, τη Δράμα (αλλά και άλλες περιοχές), με την αίσθηση το...