Πέμπτη 10 Μαρτίου 2022

Αρθούρος Ρεμπώ, εμπνέεται κ εμπνέει.


Arthur Rimbaud 1854 - 1891
  Έχω την εντύπωση, ότι οι περισσότεροι τον Αρθούρο Ρεμπώ τον ανακαλύψαμε μέσα από το ομότιτλο τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι, σε στίχους του Νίκου Γκάτσου. Εγώ πάντως, σίγουρα. Κι όταν θέλησα να μάθω περισσότερα γι΄ αυτόν, τότε ανακάλυψα έναν άνθρωπο με σύντομη μα  μυθιστορηματική ζωή, που έγραψε ποίηση από τα δεκατέσσερα ως τα δεκαοχτώ του μόνο, ποίηση όμως που ξεχωρίζει και εμπνέει ακόμη και σήμερα, 131 χρόνια από τον θάνατο του. Έναν νέο άνθρωπο που αμφισβήτησε τα πάντα, ομοφυλόφιλο αλλά και τυχοδιώκτη, που όταν γκρεμίζεται το όνειρό του να καθιερωθεί στο Γαλλικό λογοτεχνικό στερέωμα, σταματά να γράφει δια παντός και ζει μια ταραχώδη ζωή ως δραπέτης μισθοφόρος, εξερευνητής στα βάθη της Αφρικής και έμπορος όπλων.  Είναι εκπληκτικό το γεγονός ότι η περίοδος που γράφει ήταν στην εξίσου πολυτάραχη εφηβεία του (από τον έρωτα του με τον ποιητή Πολ Βερλαιν ως την συμμετοχή του στην Κομμούνα του Παρισιού), για τέσσερα χρόνια μόνο, όταν στην ίδια ηλικία, άλλοι ποιητές, μεγάλοι ποιητές, δεν είχαν κατορθώσει να κάνουν ακόμη τίποτε σημαντικό. Γράφει ποιήματα, που ξεφεύγουν εντελώς από τις καθιερωμένες φόρμες της εποχής του, ώστε να θεωρείται ο πατέρας του μοντερνισμού και μέχρι τις ημέρες μας να επηρεάζει πλήθος γνωστών και αγνώστων καλλιτεχνών σε όλο τον κόσμο.

  Όποιος θέλει να μάθει περισσότερα για τον Αρθούρο Ρεμπώ, μπορεί να ανατρέξει στο σχετικό λήμμα της wikipedia.

  Μπορεί ακόμα να διαβάσει μια σειρά εγγραφών του περιοδικού lifo 

  Σκοπός αυτής της εγγραφής είναι να δούμε πως καταφέρνει ο Αρθούρος Ρεμπώ, αυτός ο καταραμένος ποιητής κατά την προσφιλή έκφραση, να εμπνεύσει σημαντικούς  δημιουργούς για να δημιουργήσουν νέα έργα στο όνομα του. Ποια είναι αυτή η μαγική δύναμη, ενός νεκρού εδώ και τόσα χρόνια, που μπορεί να το κάνει αυτό; Τα έργα του; Η ζωή του; Ο χαρακτήρας και το είναι του; Δύσκολο να απαντήσεις και μάλλον διαφορετικό το κίνητρο κάθε καλλιτέχνη. Συγχρόνως όμως θα δούμε και κάποια δείγματα της δικής του δουλειάς κι έτσι ίσως, υποψιαστούμε τις δικές του, πιθανές πηγές έμπνευσης.

  Ας ξεκινήσουμε αυτή τη διερεύνηση των παραπάνω ερωτημάτων με τους στίχους του Νίκου Γκάτσου, που έγιναν τραγούδι σε μουσική του Μάνου Χατζιδάκι 

 Αρθούρε Ρεμπώ 

απόψε θα μπω
στο μαύρο
μεθυσμένο σου καράβι
μακριά ν’ ανοιχτώ
σε κύκλο φριχτό
που ο κόσμος
δεν μπορεί να καταλάβει

Αγγέλου γιασεμιά
σκόρπισες μέσα στην βρομιά
κληρονομιά
για μας
κι εσύ παντοτινά
σε σταυροδρόμια σκοτεινά
το σατανά πολεμάς

Αρθούρε Ρεμπώ
το βράδυ θαμπό
και η πόρτα
του παράδεισου κλεισμένη
κατάρα κι οργή
μοιράζουν την γη
και χέρι χέρι παν οι κολασμένοι

Αρθούρε Ρεμπώ
θα μπω στο μεθυσμένο σου καράβι
Αρθούρε Ρεμπώ
να δω ποια σπίθα
σώθηκε κι ανάβει

  Οι παραπάνω στίχοι του Γκάτσου κάνουν σαφή αναφορά στο ποίημα του Ρεμπώ: Μεθυσμένο καράβι. Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα από αυτό:

... Παιδί εγώ κακοτράχαλο, του κεφαλιού μου κάνοντας,
πέρσι το μισοχείμωνο ρίχτηκα μες στο σάλο
τον άγριο των παλιρροιών! Και του έκπλου μου οι Χερσόνησες
δε θα θυμούνται αναβρασμό ποτέ τους πιο μεγάλο.

Η καταιγίδα ευλόγησε τις ναυτικές αγρύπνιες μου.
Δέκα νυχτιές, λαφρή φελλό, χωρίς ν’ αποθυμήσω
το ηλίθιο μάτι των φανών, με χόρεψαν τα κύματα
που μοίρα τους ν’ αργοκυλάν από πνιγμένους πίσω.

Πράσινο αφρόν ερούφηξεν η πλώρη μου η ελάτινη,
σαν το χυμό ξυνόμηλου παιδί όταν το δαγκώνει,
από κρασιά κι απ’ έμετους μ’ εξέπλυνεν η θάλασσα,
σκορπώντας μου στη μάνητα κι αρπάγες και τιμόνι.

Και τότε ήταν που λούστηκα στο γαλατένιο αστρόχυτο
θαλάσσιο ποίημα, τους βυθούς ρουφώντας, που συμβαίνει
κάποτε εκεί, κατάχλωμο κι εκστατικό ναυάγιο,
ένας πνιγμένος σκεφτικός να σιγοκατεβαίνει,

όπου τις κυανότητες αιφνίδια χρωματίζοντας,
ντελίρια κι αργοί ρυθμοί, φωτός χρυσοπλημμύρες,
οι πικραμένες του έρωτος εξάψεις συφλογίζονται,
δριμύτερες κι από τ’ αλκοόλ κι απ’ τις πλατιές σας λύρες! ...
Μετάφραση: Αλέξανδρος Μπάρας

  Ο  Τάσος Λειβαδίτης, στη συλλογή του "Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου"  περιλαμβάνει το ποίημα: Οι ορτανσίες. Απολαύστε το.

Το κουδούνι της εξώπορτας χτυπούσε επίμονα, εγώ 
αργοπορούσα ν' ανοίξω απολαμβάνοντας όπως πάντα 
την αγωνία μου. Όταν άνοιξα ένας νέος στεκόταν έξω.
"Είσαι ο Αρθούρος Ρεμπώ απ' τη Σαρλεβίλ" είπα
-"τι θέλετε;" "Κινδυνεύουμε κ' οι δυο" μου λέει. Όμως 
εγώ δεν έδωσα σημασία. Συνέχισα να σηκώνομαι αργά 
το πρωί, έψηνα τσάι και διόρθωνα λίγο το καπέλο μου
που για να παραπλανώ τους διώκτες μου το φορούσα 
ακόμα στον ύπνο μου. Αλλά το πρόβλημα ήταν μετά.
Πώς θα περνούσαν οι ώρες. Η μικρή κόρη του κηπουρού 
είχε πεθάνει σε ένα νοσοκομείο απόρων, οι φυλακισμένοι
 έκοβαν βόλτες στα γκρίζα προαύλια χωρίς να κοιτάζουν 
τον ουρανό και το καφενείο "Η Ωραία Ελλάς" που μαζευ-
όμαστε νέοι είχε κλείσει. Καθόμουν λοιπόν και χαιρόμουν 
την ησυχία ή ξεφύλλιζα δρομολόγια τρένων ή πλοίων
( η ακτοπλοΐα ήταν ακόμα για τους πολύ τολμηρούς και η 
λήθη πάντα για τους χαμένους ). "Αρθούρε", του λέω, 
"πώς μ' ανακάλυψες; Εμένα κανείς δεν με ξέρει."
Χαμογέλασε. "Πάντα αγαπούσα τις ορτανσίες." είπε.
Και κατεβήκαμε τη σκάλα και πήραμε τους μεγάλους 
δρόμους που δεν βγάζουν πουθενά...

  Μα και ο μεγάλος Χιλιανός ποιητής Πάμπλο Νερούδα, γράφει την παρακάτω ωδή, όπως ο ίδιος την ονομάζει προς τον Αρθούρο Ρεμπώ.  (απόσπασμα)

Τώρα,
αυτόν τον Οχτώβρη
θα’ κλεινες
τα εκατό χρόνια,
σπαραχτικέ μου φίλε.
Μπορώ
να σου μιλήσω;
Είμαι μόνος,
στο παράθυρό μου
ο Ειρηνικός σπάει
την αιώνια σκοτεινή βροντή του.

Είναι νύχτα.

Τα ξύλα που καίνε ρίχνουν
πάνω στο οβάλ
του παλιού πορτραίτου σου
μια φευγαλέα αχτίδα.
Ήσουν ένα παιδί,
με ξανθούς βοστρύχους,
μισοκλεισμένα μάτια,
στόμα πικρό.
Με συγχωρείς
που σου μιλώ
όπως είμαι, καθώς πιστεύω
πώς θα ’σουν τώρα,
που σου μιλώ για θαλασσινό νερό
και ξύλα που καίνε,
για πράγματα απλά κι απλές υπάρξεις.

Σε βασανίσανε και κάψαν την ψυχή σου,
σε κλείσανε στα τείχη της Ευρώπης
και χτύπαγες
δαιμονισμένος
τις πόρτες.
Κι όταν
μπόρεσες
να λευτερωθείς
έφυγες πληγωμένος,
σιωπηλός και πληγωμένος,
νεκρός.

Πολύ καλά· άλλοι ποιητές
άφησαν ένα κοράκι, ένα κύκνο,
μιαν ιτιά
ένα πέταλο στη λύρα,
εσύ άφησες ένα
σπαραχτικό
φάντασμα
που καταριέται
και φτύνει
και πηγαίνεις
ακόμη
δίχως προορισμό,
χωρίς κατοικία,
χωρίς αριθμό,
στους δρόμους της Ευρώπης,
γυρίζοντας στη Μασσαλία
με αφρικάνικη άμμο
στα παπούτσια σου,
βίαιος
σαν ένα ρίγος,
διψασμένος,
ματωμένος,
με τσέπες αδειανές,
χαμένος,
προκλητικός,
δυστυχισμένος.

Δεν είν'  αλήθεια
πως σ’ έκλεψε η φωτιά,
πως έτρεχες
με την ουράνια ορμή
και τους υπεριώδεις λίθους
της κόλασης,
δεν είν’ έτσι,
δεν το πιστεύω,
σου αρνιόνταν
την ειλικρίνεια, το σπίτι,
τα ξύλα,
σ’ απόδιωχναν,
σου κλείνανε τις πόρτες,
και τότες έκλεβες
οργισμένε αρχάγγελε
στους τοίχους
της απόστασης,
και δεκάρα - δεκάρα,
ιδρώνοντας και ματώνοντας
το κορμί σου
ήθελες
να μαζέψεις
το αναγκαίο χρυσάφι
για την απλότητα, για το κλειδί,
για την ήσυχη σύζυγο, για το παιδί,
για τη δική σου καρέκλα,
για τη μπύρα και το ψωμί.
Μετάφραση  ΡΗΓΑ ΚΑΠΠΑΤΟΥ

  Και ποια είναι αυτή η Κόλαση που μας άφησε ως κληρονομιά ο Αρθούρος Ρεμπώ; Παρακάτω ένα απόσπασμα από το σχετικό του ποίημα:

Μια εποχή στην κόλαση

Κάποτε, αν θυμάμαι καλά, η ζωή μου ήταν ένα γλεντοκόπι όπου ανοίγαν όλες οι καρδιές και τα κρασιά κυλούσαν.

Ένα βράδυ πήρα την Ομορφιά στα γόνατά μου. Και τη βρήκα πικρή. Και τη βλαστήμησα.

Οπλίστηκα εναντίον της δικαιοσύνης.

Το έβαλα στα πόδια. Μάγισσες, μιζέρια, μίσος σε σας εμπιστεύτηκα τον θησαυρό μου!

Έπνιξα μες στην καρδιά μου κάθε ανθρώπινη ελπίδα. Και σάλταρα σαν το αγρίμι στη χαρά για να τη στραγγαλίσω.

Πεθαίνοντας, φώναξα στους δήμιους να καταπιούν τις λαβές των τουφεκιών τους. Κάλεσα τις κατάρες να με πνίξουνε στην άμμο, το αίμα. Η δυστυχία ήταν ο θεός μου. Κυλίστηκα στη λάσπη. Στέγνωσα στον αέρα του εγκλήματος. Κι έπαιξα ξύλο με την τρέλα.

Κι η άνοιξη μου έφερε το φρικαλέο χάχανο του ηλίθιου.

Και τώρα τελευταία, πριν τα τινάξω οριστικά, μου ‘ρθε να ψάξω το κλειδί για το παλιό εκείνο γλεντοκόπι, μπας και μ’ ανοίξει η όρεξη ξανά.

Η αγάπη ήτανε, λέει, το κλειδί. Και μόνο αυτό δείχνει το πόσο ονειρευόμουν!

«Θα παραμείνεις ύαινα, κτλ. …» κάγχασε ο δαίμονας ποτίζοντάς με νηπενθή ναρκωτικά της Λήθης. «Αξίωσε το θάνατο μ’ όλα τα θέλγητρά του, και τον εγωισμό σου και όλα τα θανάσιμα αμαρτήματα μαζί.»

μετάφραση Ζ. Δ. Αϊναλής

   Και θα κλείσω την εγγραφή μου αυτή, με το τραγούδι του Μίλτου Πασχαλίδη σε στίχους Άλκη Αλκαίου, Το σαράκι του Ρεμπώ το οποίο μπορείτε και να το ακούσετε στη συνέχεια.

Σαν νεοσύλλεκτος στην πύλη του στρατώνα
Σαν ένας δύτης μεθυσμένος στο βυθό
Γυρεύω μάταια την κρυμμένη σου εικόνα
Σε ποιο καινούργιο παραμύθι να δοθώ

Δρόμοι και σπίτια και μορφές μιας άλλης μέρας
Χρώματα, αρώματα, φωνές και μουσικές
Ξυπνούν ξανά της νοσταλγίας μου το τέρας
Κι εσύ διπλά απ’ τον πυρετό μου να με καις

Χτυπάει νούμερα η φρίκη στην οθόνη
Κι έξω η ζωή μελισσολόι ζωντανό
Πες μου ποιος φόβος σε μεθά και σε καρφώνει
Πώς να φιλτράρω των ματιών σου τον καπνό

Μας κλέψαν τ’ αύριο, μας κλέβουν και το βλέμμα
Κι εσύ φρικάρεις που σου λέω
σ’ αγαπώ
Πες το ανόρεχτα το ναι κι ας είναι ψέμα
Ότι μας έδεσε για πάντα είναι εδώ

Ο ήλιος άρχισε να γέρνει προς τη δύση
Φυσούν αέρηδες και κόβουν τα στενά
Για το σαράκι του Ρεμπώ μ’ είχες ρωτήσει
Κάποια βραδιά στου σινεμά τα σκοτεινά

Στήνει καζούρα στην πλατεία η γαλαρία
Σε τρίτη σύνοδο Αφροδίτη κι Ουρανός
Τέσσερις τοίχοι η καινούρια μου εξορία
Δε φταις εσύ, δε λέει συγγνώμη ο κεραυνός


   Σίγουρα ο κατάλογος δεν εξαντλείται εδώ, απεναντίας θα έλεγα ότι τα παραπάνω είναι ένα ελάχιστο δείγμα έργων, είτε του ίδιου του Αρθούρου Ρεμπώ είτε άλλων σημαντικών καλλιτεχνών, δικών μας και ξένων, καταξιωμένων στον χώρο τους, που τους έχει γαργαλήσει το φαινόμενο Ρεμπώ.  Δυστυχώς μία μόνο εγγραφή δεν αρκεί, αλλά νομίζω ότι όλοι μας πήραμε μια μικρή γεύση από την αύρα που εκπέμπει ο ποιητής αυτός.  

Τρίτη 1 Μαρτίου 2022

Ελληνική rap. Υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος.

   Είναι γεγονός ότι η προηγούμενη εγγραφή μου σχετικά με την trap ταρακούνησε, δικαίως, πολλούς φίλους μου. Μάλιστα, κάποιος αναρωτήθηκε κατά πόσο υπάρχουν ποινικά κολάσιμα αδικήματα στους στίχους αυτούς. Ευτυχώς, ο λόγος στην Πατρίδα μας είναι ελεύθερος και ούτε συλλήψεις προθέσεων μπορούν να γίνουν αλλά απ'  ότι ξέρω, πολλοί απ' αυτούς τους τραγουδιστές ήδη ελέγχονται νομικά για συμπεριφορές τους. Θα ήταν αδύνατον ο λόγος τους να είναι διάφορος από τις πράξεις τους. 

greek_rap
Φωτογραφία από TheSunsetHunter από το Pixabay

  Από την άλλη ένας γονέας και μια μαθήτρια Μουσικού Σχολείου, μου επεσήμαναν ότι δεν υπάρχει μόνο η trap με το Chinchilla του Snik ή άλλα, παρόμοια σε λόγο κομμάτια. Κι έχουν δίκιο, διότι υπάρχει και η καλή ελληνική rap.  Από την άλλη, δυστυχώς, αυτοί οι άλλοι εξακολουθούν να βρίσκονται στο περιθώριο, όχι της νεολαίας αλλά απ' ότι καταλαβαίνω των συστημικών ΜΜΕ, που αρέσκονται στον εύκολο εντυπωσιασμό και φοβούνται το καινούριο και την αμφισβήτηση. Εξάλλου από τους στίχους που παραθέτω παρακάτω, θα καταλάβετε το γιατί.

  Το πολιτισμικό κίνημα που σήμερα κατακτά τη Νεολαία είναι το hip hop με την μουσική rap (και το υποπροϊόν της την trap). Ένα κίνημα αμφισβήτησης, λογικό όταν μιλάμε για νεολαία.  Σήμερα θέλω να σας παρουσιάσω μερικούς στίχους της ελληνικής rap, της οποίας μάλιστα οι στίχοι είναι σε μέτρο ιαμβικό. Κι αυτό θα το κάνω, διότι δεν θέλω να δώσω την ψευδή εικόνα ότι η νεολαία μας επικροτεί στο σύνολο της ακούσματα όπως αυτό που σας παρουσίασα στην προηγούμενη εγγραφή μου.

  Εδώ θέλω να κάνω μια αναγκαία υποσημείωση. Δεν σημαίνει ότι συμφωνώ απόλυτα με όλους τους παρακάτω στίχους. Τα χρόνια που έχω φορτωμένα στην πλάτη, με κάνουν να αναλύω πολύ περισσότερο ότι ακούω. Αν ήμουν όμως εικασάρης, ναι, κάπου εκεί θα ήμουν κι εγώ.

  Πρώτα πρώτα όμως θέλω να ακούσετε το παρακάτω τραγούδι του Εισβολέα - στην κουλτούρα της hip hop είναι να μην χρησιμοποιούνται τα πραγματικά ονόματα των δημιουργών - όπου στην αρχή και το τέλος του ακούγεται ο Χρόνης Μίσσιος. Ο τίτλος του: Το αφήσαμε για αύριο. 


Στίχοι:

 N.O.E.  Από το τραγούδι Όλα είναι στο μυαλό (απόσπασμα)

Αξιοπρεπής
Ειλικρίνεια και Ευθύτητα, Αξίες ζωής
Συναισθήματα ανεκτίμητα που αξίζεις να ζεις
Μονάχα ο εαυτός σου είναι άξιος κριτής
Σπάω αλυσίδες, μ’ ακούνε ατσίδες
Ελεύθεροι άνθρωποι, όχι χασικλήδες
Εύλογη μάθηση, βγάλ' τις παρωπίδες
Εύστοχοι άτρωτοι, εύστροφοι Άρχοντες
Πάντα του εαυτού με μάτιασες Φτοουυυ
δεν θέλω να 'σαι ανέντιμος σα ζάλη ποτού
Το ραπ μου είναι έτοιμο, στόμα χοντρού
Το ραπ τους ανέκδοτο σαν του Τοτού
Στο ραπ μου ανένδοτος, χρέος σκοπού
Να με φτάσουνε ανέφικτο ούτε καν να με δουν
Το τέλος μου ανέλπιστο απ’ το πως και απ’ το που
Το γέλιο μου ανέγγιχτο στο φως να το δουν
Όλοι μου χαμογελούν

Ραμμένος Άσσος  Από το τραγούδι Σε Πόλεμο

Ζω μέσα σε εισαγωγικά αφού τριγύρω βλέπω θάνατο
Πεθαίνουνε παιδιά κυνηγώντας το μεροκάματο
Αν δεν έφτασε το πρόβλημα στο σπίτι σου τότε γάμα το
Μόνη σου απορία που θα πάμε αυτό το Σάββατο
 
Γενιά που ζει μέσα από οθόνες
Αντίδραση εικονική διαλέγοντας απλά ένα κουμπί
Γίνατε πόρνες, ανασφαλείς με ανάγκη επιβεβαίωσης
4.000.000 θύματα της αποξένωσης
 
Κι αυτά είναι μόνο στην Αθήνα
και στη δουλειά σου πας φοβούμενος μη χάσεις το μισθό του μήνα
Μα κρατάς πάντα το στόμα σου κλειστό
γιατί το αφεντικό θα βρει άλλο θύμα και θα σε αφήσει στην πείνα
 
Ξεκίνα, έχεις αργήσει, Το δημόσιο έχει άλλους όρους, 
το μπουρδέλο τους μέχρι τις δύο θα έχει κλείσει
Και ο υπάλληλος που θα σε εξυπηρετήσει 
έχει κάνει πίπες σε βουλευτή για να τον διορίσει
 
Στις πορείες κατεβάζουν ασφαλίτες 
να μας δένουν απ' τον καναπέ σου βαφτίζεις πολίτες, αλήτες
Στην γειτονιά σου κόβουν βόλτες Χίτες 
και στ' όνομα της χώρας σου μαχαιρώνουνε πρόσφυγες τις νύχτες
 
Είσαι περήφανος που βρέθηκες τυχαία σε μια χώρα με ιστορία
 λες και υπόλοιπες δεν έχουν
Όσοι δεν έθεσαν προσωπική πορεία 
είναι καταδικασμένοι μέσα σε μάζες να τρέχουν
 
Πίσω από ένα άτομο, ο ορισμός του φασισμού
Ντυμένος με δημοκρατία, έρμαια του καπιταλισμού
Παρασυρμένοι από στερεότυπα, οπαδοί του ρατσισμού
Η άνοδος του ναζισμού στη ''χώρα του πολιτισμού ''
 
Με θέλουν να υπηρετώ ένα Θεό
Που απ' τα προβλήματα δεν μ΄ έκανε ποτέ ν' απαλλαγώ
Και γάμα εμένα εγώ έχω και υγεία και φαγητό
Πως να πιστέψω στο Θεό όταν βλέπω ένα παιδί νεκρό;
 
Όταν παπάδες βιάζουν μικρά παιδιά
Με τα ίδια χέρια που απλώνουν για να τα φιλήσει μια γιαγιά
Που έχει μεγαλώσει και δεν αλλάζει πλέον μυαλά
Παρ' όλ' αυτά , με τα σημερινά μυαλά, καμία διαφορά
 
Αμαρτία λέει να βρίζω τα θεία
Μα δεν είναι αμαρτία να εκτελούνται άνθρωποι για την θρησκεία
Κι αν σέβομαι μέχρι τώρα λέγεται ήθος
Μα οι μαθητές ακούν ό,τι διδάσκονται από τη χώρα σας και η χώρα σας, διδάσκει μίσος
 
Κι ίσως ξέρουμε στο τέλος τι θα γίνει
Φλόγες , σφαίρες να σφυρίζουνε, τίποτα δεν θα μείνει
Είστε κτήνη, η ανθρωπιά από τον άνθρωπο παρεκκλίνει
Είμαι σε πόλεμο, μη μου ζητάς να μιλήσω για ειρήνη
 
Κι ίσως ξέρουμε στο τέλος τι θα γίνει
Φλόγες , σφαίρες να σφυρίζουνε, τίποτα δεν θα μείνει
Είστε κτήνη, η ανθρωπιά από τον άνθρωπο παρεκκλίνει
Είμαι σε πόλεμο, μη μου ζητάς να μιλήσω για ειρήνη

Ταφ λάθος Από το τραγούδι Έχω (απόσπασμα)

Έχω έναν ήλιο κρυμμένο πίσω από τα βουνά
ένα παρελθόν που έφυγε σαν σφαίρα
πήρε μαζί τους αράχνες, δράκους, φαντάσματα, μαύρα μάγια, 
ελπίζω να μην πέτυχε καθέναν
έχω έναν σκύλο που με ξυπνάει, 
κάθε χάραμα μου υπενθυμίζει να ξυπνάω νωρίς για μένα,
μια βόλτα, ένας καφές ψηλά στον Υμηττό, 
περπάτημα να κάνω δικό μου, ότι μου χωράει μέσα στα χέρια,
έχω ένα μόνιμο ανακάτεμα τον τελευταίο καιρό, 
κουνάει πολύ μέσα στην ελπίδα έχει αέρα,
τα κύματα δεν φτάνουν ούτε καν όμως κατάστρωμα 
και όπως μ' είπε ο αετός κοντεύουμε ν' βρούμε ξέρα,
έχω έναν φίλο μου τον έρωτα, 
όσα χρόνια και να περάσαν δεν μου έχει πει ποτέ ούτε ένα ψέμα,
με περιμένει κάθε βράδυ στο ίδιο μέρος 
γεμίζοντας με αγάπη για την επόμενη μέρα,
έχω ένα πρόβλημα όταν λείπεις,
της μέρας μίσος δεν καλύπτεις,
γι' αυτό και δίνω κακό στο κακό,
 υπήρξαν στιγμές όπου δεν θα ήθελες μαζί μου να τις ζήσεις,
έχω προβλέψει καταλήξεις,
 έχω ένα άγγιγμα που δεν σε αφήνει αν δεν πω να με αγγίξεις,
έχω σταλθεί για κάποιο λόγο εδώ, 
στα σίγουρα νομίζω είσαι κοντά μαζί μου να τ' ανακαλύψεις



Sosial Waste Από το τραγούδι Σαν πρόκες (οι δύο πρώτοι στίχοι είναι από ποίημα του Μανόλη Αναγνωστάκη - απόσπασμα)

Σα πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις
Να μην τις παίρνει ο άνεμος να μην τις παίρνει
Σαν έρθει η ώρα τη μεριά σου να διαλέξεις
Κάποια απ’ αυτές να σε τραβά και να σε φέρνει
Σαν τα μαχαίρια να χαράζουνε τα λόγια
Μην είναι κάστρα στην άμμο, μπαίγνιο του ανέμου
Ο στόχος είναι στο μυαλό όχι στα πόδια
Στις Πλαταιές τούτου του άνισου πολέμου

Είναι παράξενη τούτη που γράφω η πένα
Κι όσο το σκέφτομαι τόσο μοιάζει με μένα
Στα λόγια είναι φειδωλή δε λέει πολλά
Μα όταν σαλτάρει δεν την κάνω πια καλά
Μου λέει μαλάκα ώρα να κόψουμε την πλάκα
Βρες πια το θάρρος για να τους τα πεις σταράτα
-Κι αν δεν ακούσουνε; -Ν’ ακούσουν δε με νοιάζει
Βάλε μπροστά τις μηχανές και πάτα γκάζι
Μας κουμαντάρουν και μας κάνουνε το μάγκα
Κάτι καριόληδες που έτυχε να ’χουν φράγκα
Έχουν καράβια, εφημερίδες και κανάλια
Κι όλο μου σφίγγει τη θηλιά τούτη τη τανάλια
Κι άκου να δεις τώρα πως παίζουν το παιχνίδι
Που τους κανόνες του ίσως τους ξέρεις ήδη
Με τα κανάλια και τα ράδια ακόμη
Καθοδηγούν αυτό που λέμε «κοινή γνώμη»
Της λένε πως αυτά που νόμιζες καρύδια
Αποφανθήκαμε πως είναι βελανίδια
Κι αν θέλεις φίλε μου στον πόλεμο να αντέξεις
Να τους καρφώνεις μάθε με όπλο σου τις λέξεις

Τέλος αν θέλετε να εντρυφήσετε περισσότερο στο θέμα, σας παραπέμπω στον παρακάτω σύνδεσμο, όπου θα ακούσετε, σύμφωνα με τον συντάκτη του άρθρου την ιερή δεκάδα του ελληνικού hip hop:

Ο φωτεινότερος φακός του κόσμου του Γιώργου Κασαπίδη

    Αν κάποιος θέλει να διαβάσει μια συλλογή διηγημάτων, για μια μικρή επαρχιακή πόλη, τη Δράμα (αλλά και άλλες περιοχές), με την αίσθηση το...