Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κρήτη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κρήτη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 18 Απριλίου 2023

Τζον Κράξτον (John Craxton)


John Craxton, An Acrobatic Cretan Butcher. Λάδι σε καμβά, 1947. 

 Ο παραπάνω πίνακας με μια πρώτη ματιά, δείχνει κάποιον, που κάνει κάποια περίπλοκα ακροβατικά. Αν παρατηρήσουμε τι γράφει στο φόντο, διαβάζουμε " ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΧΟΡΕΥΤΗΣ ΧΑΣΑΠΗΣ". Άρα πρόκειται για κάποιον χασάπη, Κρητικό, ο οποίο "συλλαμβάνεται ζωγραφικά" σε κάποια χορευτική φιγούρα. Αν τώρα συγκρίνουμε τον πίνακα με την παρακάτω εικόνα - αναπαράσταση από τα Μινωίτικα Ταυροκαθάρψια, βλέπουμε αμέσως την ομοιότητα ανάμεσα στα δύο κεντρικά πρόσωπα των δύο εικόνων. 

 Ακόμα πιο ενδιαφέρουσα είναι η ιστορία που κρύβεται πίσω από τον πίνακα αυτόν. Ο Άγγλος ζωγράφος, Τζον Κράξτον, κάποιο βράδυ του 1947 ενώ διασκέδαζε σε κάποιο κατάστημα δίπλα στην Κνωσσό, σηκώθηκε ένας νέος, χασάπης πλέον στο επάγγελμα, για να χορέψει ζεμπέκικο. Δεν του ήταν άγνωστος. Ήταν ένας νέος, τον οποίο είχε γνωρίσει ως ναύτη στον Πόρο και τον αναζήτησε στην Κρήτη απ' όπου καταγόταν. Αυτός έριξε κάτω μια καρέκλα και άρχισε να χορεύει γύρω από αυτήν. Κάποια στιγμή, πιάνει τα δύο πάνω πόδια της καρέκλας και υποβασταζόμενος σε αυτά, κάνει μια ανάποδη τούμπα στον αέρα και προσγειώνεται με τα χέρια στο δάπεδο και συνεχίζει τον χορό του. Οι κινήσεις του ήταν τόσο αέρινες και σβέλτες, που ενθουσίασαν τον ζωγράφο, ώστε να αποθανατίσει τη σκηνή. Κάποια χρόνια μετά, ο Κράξτον βρίσκεται στον Αρχαιολογικό Μουσείο Ashmolean της Οξφόρδης παρατηρώντας ευρήματα από την Κνωσσό. Το μάτι του πέφτει σε μία σφραγίδα (δαχτυλίδι), όπου τότε για πρώτη φορά, παρατηρεί στην διακόσμησή του, τα Ταυροκαθάρψια.  Η έκπληξη του ήταν μεγάλη, διότι τότε μόνο συνδύασε αυτό που είχε δει και ζωγραφίσει μερικά χρόνια πριν, με την αρχαία τελετή και πόσο έμοιαζαν οι δύο εικόνες. Μια μεγαλοπρεπής, χορευτική  φιγούρα η οποία ερχόταν από τα  βάθη των αιώνων. 
John Craxton
John Craxton ( 1922-2009) στο εργαστήριο του στην Κρήτη

 
Ποιος όμως ήταν αυτός ο Άγγλος ζωγράφος;

   Θα μπορούσες να πεις πολλά για το Τζον Κράξτον. Εγώ μόνο θα αναφέρω το γεγονός ότι ερωτεύτηκε την Κρήτη, όπου όπως φαίνεται ήταν το μόνο μέρος πάνω στη Γη, όπου μπορούσε να ζει πραγματικά ελεύθερος. Να αψηφά τις όποιες νόρμες υποχρεούσαι να κρατάς σε μια "κανονική ζωή". Δεν τον ενδιέφερε μια κανονική ζωή. 

  Αγόρασε ένα σπίτι στα Χανιά, όπου το χρησιμοποιούσε ως ατελιέ, για ύπνο και για τις εξορμήσεις του. Του άρεσε να γυρνά στα βουνά της Κρήτης πάνω στην μηχανή του και να παρατηρεί τους ανθρώπους που ζούσαν σε αυτά όπως και να επισκέπτεται τα πολυάριθμα εξωκλήσια. Κι εκείνοι οι ορεσίβιοι Κρητικοί, που είχαν μάθει πια τον "κουζουλό" Άγγλο και τα χούγια του, τον δέχτηκαν σαν έναν από αυτούς. Απ' όπου περνούσε, άνοιγαν τα σπίτια για να τον υποδεχτούν και να τον φιλέψουν. Κι αυτός άλλο που δεν ήθελε, μιας και τα λεφτά που είχε συνήθως ήταν λίγα. Ρέμπελο τον χαρακτήρισε ο Άγγλος βιογράφος του, Ίαν Κόλινς. Αρνούνταν να πληρώνει φόρους, το σπίτι του ήταν μονίμως ασυντήρητο, πολλές φορές βαριόταν ακόμη και να τελειώσει τους πίνακες που με τόσο ενθουσιασμό ξεκινούσε.
John Craxton
Βοσκός 1984

   Εκτός των άλλων, o Τζον Κράξτον, χαρακτηρίζεται κι ως ριψοκίνδυνος, που έκθετε πολλές φορές τον εαυτό του σε αχρείαστους κινδύνους. Όπως όταν έκανε παρέα με ναύτες από τον Ναύσταθμο της Σούδας και χαρακτηρίστηκε ως κατάσκοπος κι άλλες φορές που του άρεσε να περιπλανιέται ανάμεσα στα αρχαία, και χαρακτηρίστηκε ως αρχαιοκάπηλος. Όταν μπήκε θέμα, να αλλάξει η μορφή του παραλιακού των Χανιών, ήταν από αυτούς που πρωτοστάτησαν στο να διατηρηθεί η μορφή του, όπως είχε. Για την "δράση"  του αυτή, με που ανέλαβε την εξουσία στη χώρα μας η Δικτατορία των Συνταγματαρχών, απελάθηκε ως ανεπιθύμητο πρόσωπο. Μάλλον υπήρχαν και πολλοί, που δεν έβλεπαν με καλό μάτι αυτόν τον ιδιόρρυθμο Άγγλο, που χαλούσε την εικόνα που αυτοί φαντασιώνονταν για το νησί τους.
John_Craxton
 Τζον Κράξτον 1984 Πάνω στη μηχανή του

  Είναι αδύνατον να δώσω μια πλήρη περιγραφή αυτού του σπουδαίου, φιλέλληνα καλλιτέχνη. Θα συμπληρώσω μόνο ότι η Κρήτη ήταν το πεπρωμένο του. Όπως ο ίδιος έχει γράψει, υπήρχαν τρεις διαφορετικοί λόγοι για να επισκεφτεί, για πρώτη φορά, την Κρήτη 1947. Η περιέργειά του να δει από κοντά το Μινωικό ανάκτορο της Κνωσσού, να επισκεφτεί το Φόδελε, το χωριό που λέγεται ότι ήταν η γενέτειρα του αγαπημένου του ζωγράφου, του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου και η θέλησή του να βρει τον Κώστα, τον Κρητικό ναύτη, που είχε συναντήσει στον Πόρο και τον ξαναβρίσκει ως χασάπη πλέον στο Ηράκλειο. Κι από τότε, δένεται οριστικά με το νησί αυτό, εκτός της περιόδου της Χούντας, που του απαγορεύτηκε η είσοδο στην Ελλάδα.
  Όποιος επιθυμεί να μάθει περισσότερες λεπτομέρειες για τον Τζον Κράξτον,  μπορεί να ανατρέξει σε δύο πολύ ενδιαφέροντα διαδικτυακά άρθρα, από τα πολλά που υπάρχουν, στους παρακάτω συνδέσμους. Εγώ μόνο μια μικρή παρουσίαση έκανα, σε έναν άνθρωπο της Τέχνης, που αγάπησε την Πατρίδα μας και εμπνεύστηκε από αυτήν:




Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2021

Ο ταχυδρόμος του ΓιώργουΠαπαδάκη

  Ο Ταχυδρόμος του Γιώργου Παπαδάκη κέρδισε το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος για το 2019.
Είναι αλήθεια ότι αν και εκδόθηκε από την ΕΣΤΙΑ το 2018,  λίγοι ασχολήθηκαν τότε μαζί του. Η βράβευσή του όμως, όπως ήταν αναμενόμενο, αύξησε τις πωλήσεις και το έκανε γνωστό στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Ως γραφή αλλά και ως ιστορία μου άρεσε. 

    Ολιγοσέλιδο για μυθιστόρημα, με μόλις 232 σελίδες στις οποίες ο συγγραφέας αναπτύσσει την ιστορία του, η οποία διαδραματίζεται στην ορεινή Κρήτη της δεκαετίας του 50' με κεντρικό ήρωα τον ταχυδρόμο της περιοχής, τον Αλέξη Δαφέρμο. Είναι δύσκολο όταν γράφεις για ένα τόσο μικρό σε όγκο μυθιστόρημα να μην προδώσεις την πλοκή. Θα προσπαθήσω όμως να σεβαστώ τον αναγνώστη, που δεν το έχει διαβάσει ακόμα και πιθανόν θα θελήσει να το κάνει.

  Ο συγγραφέας αν και χρησιμοποιεί μια απλή γλώσσα για να αποδώσει  την ιστορία του, εκφράζει με μαεστρία όλα όσα θέλει να πει και μας δείχνει τη δύναμη που αποκτούν οι λέξεις όταν αυτές τοποθετούνται κάθε φορά, κατάλληλα μέσα στο κείμενο.  Επίσης η γλώσσα που χρησιμοποιεί, ταιριάζει απόλυτα στον ήρωα του, ο ίδιος αφηγείται την ιστορία του- το μυθιστόρημα είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο. Αποφεύγει τον πειρασμό να γράψει τους ελάχιστους διαλόγους στην βαριά κρητική διάλεκτο, που μιλούσαν και μιλούν οι άνθρωποι στα μεσόγεια του νησιού, βοηθώντας τον αναγνώστη στην ευκολότερη ανάγνωση του βιβλίου. Τοποθετεί μόνο κάποιες πολύ χαρακτηριστικές λέξεις, όπως το "ίντα" (το ερωτηματικό τι), για να προσδιορίσει με σαφήνεια τον τόπο.

Ταχυδρόμος της εποχής
  Αξιοσημείωτες ακόμα είναι και οι αναφορές του στα έθιμα της περιοχής, σχετικά με τον γάμο. Την υποχρέωση του γαμπρού να φτιάξει το σπίτι που θα στεγάσει την οικογένειά του και την υποχρέωση της νύφης να το γεμίσει με την προίκα της. Από τα έπιπλα ως και τις κουρτίνες ήταν της νύφης.  Αυτά τα κουβάλησαν από την προηγούμενη στο σπίτι του γαμπρού. Της πομπής προηγούταν ο λυράρης που έπαιζε χαρούμενους σκοπούς σε όλη τη διαδρομή, ακολουθούσαν οι συγγενείς της νύφης και από πίσω τα φορτωμένα μουλάρια όμορφα στολισμένα με όμορφα κεντήματα  ή υφαντά, που κρέμονταν κι από τις δύο πλευρές του ζώου.  Στη συνέχεια ακολουθούσε το στρώσιμο του νυφικού κρεβατιού, από δύο όμορφες κοπέλες, που είχαν και τους δύο τους γονείς στη ζωή, καλότυχες. Το γέμισμα του με χαρτονομίσματα και κέρματα και τέλος το πέταγμα πάνω του ενός μικρού αγοριού με την εντολή να κυλιστεί. Όλα αυτά ως συμβολισμοί μιας οικογένειας που θα ευλογούνταν με πολλά παιδιά, το πρώτο καλό θα ήταν να είναι αγόρι, και οικογενειακής ευτυχίας. Η επίδειξη του ματωμένου σεντονιού, την επομένη του γάμου, με όλα τα σημαινόμενα περί της τιμιότητας της κοπέλας.

  Υπάρχει όμως και μια πλούσια αναφορά στα ήθη της εποχής, όπως ότι ένας καλός γάμος ήταν αυτός που γινόταν από προξενιό: "Με προξενιό έπρεπε να παντρεύονται οι τίμιες θυγατέρες, όχι με άλλον τρόπο." Ο προγαμιαίος "λόγος", που ήταν ισχυρός και μόνο με αίμα διαλυόταν. Οι αυστηροί αδελφοί της νύφης, οι κέρβεροι-θεματοφύλακες της τιμής της αδελφής τους, σε όλη της τη ζωή. Το αξεπέραστο εμπόδιο των ιδιότυπων κοινωνικών τάξεων, όπως με την Αθηνά, τη δασκάλα, φίλη του πρωταγωνιστή, που από νωρίς της ξέκοψαν ότι οι κόρη δύο δασκάλων, ποτέ δεν θα παντρευόταν τον γιο του σιδηρουργού και μάλιστα από γενιά ξεπεσμένη. Η υπακοή και των δυο νέων στη θέληση των γονιών τους, παρά τις δεδομένες αρνητικές συνέπειες και για τους δυο τους.  

Κρήτη - η μεταφορά της προίκας με τα ζώα

  Μη γελιέστε όμως, δεν πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που ξεπέφτει σε μια απλή
καταγραφή εθίμων και ηθών. Η ιστορία ξεκινά από την ημέρα που το σπίτι του Αλέξη επισκέπτεται η προξενήτρα της περιοχής, τον γάμο και τον έγγαμο βίο του και φτάνει ως το αποτρόπαιο έγκλημα που διαπράττει και την τραγική κατάληξή του. Ψυχογραφώντας τον, διαπιστώνουμε από τη μία ότι πρόκειται για έναν χαρακτήρα αφοσιωμένο στη δουλειά του, την οποία υπηρετεί με την μέγιστη ευσυνειδησία, αλλά από την άλλη ως χαρακτήρας είναι απαθής, άβουλος και άτολμος. Χωρίς να αντιδρά κάνει αυτά που οι άλλοι θέλουν γι΄ αυτόν, ακόμα κι όταν του προξενεύουν μία άγνωστη για γυναίκα του, ακόμα κι όταν για έναν χρόνο αρραβωνιασμένοι δεν έπρεπε να την δει, ακόμα κι όταν διαπιστώνει ότι άλλην του έταξαν και σε άλλην τον έβαλαν να σταθεί δίπλα στη γαμήλια τελετή.
 Φανταστείτε, πηγαίνοντας να αγοράσει τις βέρες του γάμου, διαπιστώνει ότι αγνοεί το όνομά της. (Αρτεμίσια την λέγαν)  Σχεδόν ποτέ δεν τον βλέπουμε να εκφράζει προς τα έξω τα συναισθήματά του. Μιλώντας μας τα εξομολογείται, προσπαθεί μάλιστα να τα εξηγήσει, αλλά ποτέ δεν τόλμησε να τα εκφράσει. Χάνει την μοναδική γυναίκα που θα μπορούσε να τον κάνει ευτυχισμένο, κι αυτός ούτε εξεγείρεται, ούτε αντιδρά κατ΄ ελάχιστό, υπομένει απαθής την μοίρα του, την αντιμετωπίζει σαν να μην έκανε ποτές του όνειρα γι΄ αυτήν.  Ελάχιστες φορές στη ζωή του αποφασίζει να πάρει την κατάσταση πάνω του, και μία από αυτές έχει την απόλυτα τραγική κατάληξη και γι΄ αυτόν και για την οικογένειά του. Η όλη μέχρι τότε συμπεριφορά του, με τίποτε δεν σε προϊδεάζει για την αποτρόπαια πράξη στην οποία, σε πλήρη ηρεμία, θα προβεί. Και φυσικά δεν βρίσκεις, ούτε στα λεγόμενά του, την οποιαδήποτε αιτιολόγησή της. Υπομένει την δίκη του και το επικείμενο τέλος του, με μία απίστευτη αδιαφορία που πραγματικά ξενίζει. Οφείλω να πω, ότι μου θύμισε σε πολλά σημεία την απάθεια με την οποία αντιμετώπιζε τη ζωή του ο πρωταγωνιστής του Καμύ, στο έργο του: Ο Ξένος.

  Τέλος θεωρώ το βιβλίο χρήσιμο, διότι μας μεταφέρει στην σκληρή πραγματικότητα της ελληνική επαρχίας του παρελθόντος, με όλα τα καταπιεστικά ήθη που βασάνιζαν τους ανθρώπους, με ένα άγραφο δίκαιο που μπορεί να εξασφάλιζε την "τάξη" αλλά αφαιρούσε την όποια ελευθερία από το άτομο, ιδίως τους νέους που την χρειάζονταν περισσότερο. Κι αυτό είναι χρήσιμο να το θυμούνται όλοι εκείνοι που εξιδανικεύουν το παρελθόν  και αποδοκιμάζουν το παρόν.

  Κλείνω την εγγραφή μου με ένα μικρό απόσπασμα:  'Αβγαλτα παιδιά, δεν ξέραμε τη ζωή. Έπρεπε να το καταλάβουμε πως η σιωπή είναι το πιο γόνιμο έδαφος για να ριζώσουν τα αισθήματα. Κι όταν, ίσως, η αίσθηση κινδύνευε  να πάρει αφή, δεν τολμήσαμε, αυτό είναι το πιο πιθανό, δεν τολμήσαμε. Όσο κι αν έλεγε η Αθηνά πως αψηφούμε τους νόμους της κοινωνίας και πως η γυναίκα όφειλε να κοιτάξει το μέλλον πατώντας στα δικά της πόδια, δεν θέλησε καθόλου να έρθει σε ρήξη με τους γονείς της. Άφησε να γίνει αυτό, να καταπνίξει όποιο αίσθημα ένιωθε για μένα. Κι εγώ από τη μεριά μου, άτολμος, αμέλησα να ακούσω τον εαυτό μου. Δεν τον άκουγα, δεν ήξερα ποτέ να ακούω τις παύσεις, γιατί φοβόμουν τη μοναξιά.


Ο φωτεινότερος φακός του κόσμου του Γιώργου Κασαπίδη

    Αν κάποιος θέλει να διαβάσει μια συλλογή διηγημάτων, για μια μικρή επαρχιακή πόλη, τη Δράμα (αλλά και άλλες περιοχές), με την αίσθηση το...