Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κάσος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κάσος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2025

Η Κάσος και η Κάρπαθος κατά τον 19ο αιώνα.

   Το παρακάτω κείμενο έχει μόνο ιστορικό ενδιαφέρον (με κάποιες επιφυλάξεις) και αφορά την οικονομία και την ευημερία των δύο νησιών στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, με κάποιες δικές μου παρατηρήσεις. 

  Τα στοιχεία της εγγραφής αυτής τα άντλησα από το Βρετανικό περιοδικό  JOURNAL OF THE SOCIETY OF ARTS του τεύχους του 1872, και το Βρετανικό, Εικονογραφημένο, Παγκόσμιο Γεωγραφικό Λεξικό The illustrated Universal Gazetteer του 1863, τα οποία βρήκα στην βιβλιοθήκη της Google. 
  Το περιοδικό ήταν ετήσιο και είχε θέματα σχετικά με την οικονομία και τις επιχειρήσεις, την εκπαίδευση, την ιστορία των επιστημών και της τεχνολογίας, την ιστορία των κοινωνικών επιστημών, την τέχνη και την ιστορία της. Εκεί λοιπόν ανακάλυψα μία αναφορά του Βρετανού υποπρόξενου στη Ρόδο, του κ. Biliotti που γράφτηκε το 1869 για τις Σποράδες. Κυρίως τον ενδιαφέρει η οικονομική κατάσταση των νησιών, αλλά παραθέτει κι άλλα στοιχεία. Στα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ως Σποράδες νοούνται τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, από την Ικαρία ως την Κάσο και το Καστελόριζο. Εξαιρουμένης της Ρόδου, ως πιο ενδιαφέρον οικονομικά νησί, θεωρεί την Κάλυμνο, εξαιτίας της μοναδικής ασχολίας των κατοίκων της με την σπογγαλιεία και τα μεγάλα έσοδα που της απέφεραν. 
  Το Παγκόσμιο Γεωγραφικό Λεξικό πάλι υποστηρίζει, ότι οι πληροφορίες που περιέχει είναι πρόσφατες και έγκυρες, κι έχουν συλλεχθεί από ταξιδευτές που επισκέφτηκαν τα καταγραφόμενα σημεία του πλανήτη. Η έκδοση ολοκληρώθηκε σε 50 εβδομαδιαία τεύχη, από τον W. F. AINSWORTH
  Ως πιο έγκυρη, θα θεωρούσα την αναφορά του κ. Biliotti, με την απλή σκέψη ότι ως υποπρόξενος που ζούσε στη Ρόδο και συνέλεγε πληροφορίες για εμπορικούς λόγους, θα πρέπει να είχε μια άποψη αυτών που έγραψε από πρώτο χέρι.

Θα ξεκινήσω με την Κάσο και την αναφορά του Λεξικού:

  CASSOS, CAXOS ή KASSUS είναι νησί του Οθωμανικού Αρχιπελάγους, που βρίσκεται νότια της νήσου Καρπάθου. Ένας πορθμός πλάτους 6 μιλίων χωρίζει τις δύο νησίδες. Υπάρχει επαρκές βάθος νερού στο κανάλι για τα μεγαλύτερα σκάφη. Το νησάκι της Κάσου έχει περιφέρεια 36 μιλίων, είναι τραχύ και ορεινό σε όλη του την έκταση. Περίπου 100 χρόνια πριν η Κάσος είχε δύο κοιλάδες, μία στα Βόρια και μία στα Ανατολικά, ήταν δασωμένη σε πολλά σημεία και καλά αρδευόμενη. Πριν από την Ελληνική Επανάσταση υπήρχε αφθονία οπωροφόρων δέντρων, με καλούς αμπελώνες και προσεκτικά καλλιεργημένα χωράφια. Αλλά τώρα, ως συνέπεια της καταστροφής των δασών, το νησί είναι άγονο, χωρίς γλυκό νερό, το οποίο μεταφέρεται εκεί από την Κάρπαθο, με μεγάλα έξοδα. Δεκαπέντε πλοία χρησιμοποιούνται συνεχώς για το σκοπό αυτό. Ο πληθυσμός αποτελείται από περίπου 5000 ψυχές, όλοι Έλληνες και κατοικούν σε πέντε χωριά, την (Παν)αγιά, το Αρβανιτοχώρι, το Φρυ, την (Αγία) Μαρίνα και την Πόλι. Όλες οι εμπορικές υποθέσεις διεκπεραιώνονται και όλα τα πλοία κατασκευάζονται στο Φρυ, το οποίο βρίσκεται στο Β. τμήμα του νησιού στην ακτή. Το κλίμα είναι εξαιρετικά ευχάριστο και υγιεινό. Η παραγωγή του αποτελείται από ασήμαντη ποσότητα κριθαριού. Οι κάτοικοι κατέχουν περίπου 4000 αιγοπρόβατα, τα οποία τρέφονται στα γειτονικά νησιά. Έχει βρεθεί γύψος. Η σπογγαλιεία απασχολεί δύο βάρκες και δεκατέσσερις άνδρες. Η ναυπήγηση πλοίων συνεχίζεται σε κάποιο βαθμό, το μεγαλύτερο μέρος της ξυλείας εισάγεται λαθραία από την Ανατολία, καθώς η εξαγωγή της από εκεί απαγορεύεται από την Υψηλή Πύλη. Το νησί υπάγεται στη δικαιοδοσία του Αρχιεπισκόπου Καρπάθου, ο οποίος κατοικεί εκεί.

  Το λήμμα για την Κάσο δίνει αρκετές πληροφορίες, για το πως ήταν το νησί πριν την Καταστροφή, δεν ξέρω όμως κατά πόσο ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Για παράδειγμα το να καούν τα δάση και οι καλλιέργειες όταν το κατέλαβαν οι Τούρκοι το καταλαβαίνω, αλλά να πάψει να έχει νερό, αφού κάποτε ήταν καλά αρδευόμενο, δεν έχει λογική. Γενικά δίνει την εντύπωση ότι η Κάσος είναι ένα εξαθλιωμένο νησί, το οποίο ίσως και να είναι αλήθεια, καθότι βρισκόμαστε μόλις 39 χρόνια από την Καταστροφή του νησιού, κατά την Ελληνική Επανάσταση. 

  Η αναφορά  του υποπρόξενου, μόλις εννέα χρόνια αργότερα, παρουσιάζει μια εντελώς διαφορετική εικόνα για την Κάσο (Cassos): 

  Οι Κασιώτες είναι οι πιο δραστήριοι και τολμηροί από όλους τους κατοίκους των Σποράδων. Κατά τη διάρκεια της ελληνικής εξέγερσης ήταν αρκετά ανταγωνιστικοί με το οθωμανικό ναυτικό. Η Κάσος, η οποία τότε υπέφερε πολύ, διαθέτει τώρα έναν ακμάζοντα πληθυσμό τουλάχιστον 7.000 ψυχών, που οφείλει την ευημερία τους στη ναυτιλία, την οποία υπηρετούν πιστά ανά πάσα στιγμή. Όλοι οι Κασιώτες είναι ναυτικοί και οι καλύτεροι στο οθωμανικό αρχιπέλαγος, γεγονός που μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι αναγκάστηκαν, λόγω της έλλειψης λιμανιών στο νησί τους, να βρίσκονται στη θάλασσα όλο το χρόνο, αντί να αφοπλίζουν τα πλοία τους κατά τη χειμερινή περίοδο, όπως κάνουν οι άλλοι νησιώτες. Λίγα ξένα πλοία καταπλέουν στην Κάσο. Το μόνο είδος εξαγωγής είναι ο γυψόλιθος, ο οποίος βρίσκεται στο γειτονικό νησί Αρμάθια. Περίπου 20.000 cwt*. αποστέλλονται ετησίως στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, την Οδησσό και την Αθήνα. Τα σπίτια των Κασιωτών είναι καλύτερα επιπλωμένα και ζουν σε πιο άνετο στυλ από τους κατοίκους των άλλων νησιών των Σποράδων. Στο νησί καλλιεργούνται περίπου 2.000 δεμάτια σιτάρι και 4.000 δεμάτια κριθάρι. Διαθέτουν 6.000 αιγοπρόβατα, τα οποία παρακολουθούν σχεδόν 100 βοσκοί, οι οποίοι κερδίζουν 4.000 λίβρες βουτύρου και 8.000 λίβρες τυρί. Υπάρχουν στην Κάσο λίγες συκιές, ελιές και αμυγδαλιές, καθώς και λίγα στρέμματα αμπελιών. Κάθε σπίτι διαθέτει δύο ή τρεις δεξαμενές νερού, καθώς η μόνη πηγή στο νησί βρίσκεται σε κάποια απόσταση από την πόλη, και δίνει μόνο μια ασήμαντη ποσότητα νερού. Δεν υπάρχουν κοινοτικά σχολεία, όπως συμβαίνει στα άλλα νησιά αλλά υπάρχουν τρία ιδιωτικά σχολεία, στα οποία βρίσκονται οι μαθητές που μπορούν να πληρώσουν το αναγκαίο ποσό. Ωστόσο, οι Κασιώτες, κατά συνέπεια, των συνεχών ταξιδιών και των συναναστροφών τους με ξένους, έχουν περισσότερες γενικές γνώσεις από τους άλλους κατοίκους των Σποράδων.

*cwt: μονάδα ογκομέτρησης στην ναυτιλία

  Η αναφορά αυτή μας δίνει μια εντελώς διαφορετική εικόνα του νησιού. Από την πρώτη πρόταση μας εκπλήσσει θετικά η αναφορά του Βρετανού υποπρόξενου, ο οποίος χαρακτηρίζει τους Κασιώτες ως τους πιο δραστήριους και τολμηρούς ανάμεσα σε όλους τους νησιώτες των Σποράδων. Μας εντυπωσιάζει επίσης ότι μετά από μόλις 45 χρόνια από την Καταστροφή του νησιού από τον Τουρκοαιγυπτιακό στόλο, το νησί ακμάζει και πάλι, έχει ισχυρή ναυτιλία και πληθυσμό 7000 κατοίκων. Ο πλούτος από τη ναυτιλία είναι εμφανής, καθώς αυτός φαίνεται στα σπίτια των Κασιωτών και τις ανέσεις που προσφέρουν. Παρά το άγονο του νησιού καλλιεργούν ικανές ποσότητες σιτηρών και έχουν αξιόλογη παραγωγή κτηνοτροφικών προϊόντων. Από τα γειτονικά Αρμάθια εξάγονται σημαντικές ποσότητες γύψου, βασικού υλικού για την οικοδομή τα χρόνια εκείνα. Η εκπαίδευση παρέχεται από τρία ιδιωτικά σχολεία δίχως παραπέρα επεξηγήσεις. Τέλος άνετα θα μπορούσαμε να τους χαρακτηρίσουμε ως τους πλέον κοσμοπολίτες νησιώτες της εποχής εκείνης.

Λεπτομέρεια από το Κασιώτικο σπίτι της κυρίας Ιουλίας Δασκαλάκη
 
  Ας διαβάσουμε τώρα το σχετικό λήμμα για την Κάρπαθο, από το Γεωγραφικό λεξικό του AINSWORTH:
  CARPATHOS ή SCARPANTOS είναι ένα νησί, που βρίσκεται σχεδόν στη μέση του καναλιού, μεταξύ του Ανατολικού άκρου της Κρήτης και της Νότιας Ρόδου. .... Μια σειρά από βουνά εκτείνονται από το ένα άκρο στο άλλο, με το υψηλότερο σημείο να είναι περίπου 4000 πόδια. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Είναι εύφορη, καλά δασωμένη και καλά αρδευόμενη. Στο νησί υπάρχουν 120 μεγάλες πηγές που αναβλύζουν, οι οποίες κινούν 42 υδρόμυλους. Μια από αυτές τις πηγές, ονομάζεται Snow Spring (Χιονισμένη πηγή;), από την υπερβολική ψυχρότητα του νερού, ... Το κλίμα είναι αρκετά υγιεινό. Στο Βόριο άκρο του νησιού είναι ένα εξαιρετικό ευρύχωρο λιμάνι, που ονομάζεται Τρίστομο, που σχηματίζεται από το μικρό νησάκι της Σαρίας προς τα Βόρια. Το λιμάνι είναι προστατευμένο από όλους τους ανέμους και είναι ικανό να κρατήσει οποιονδήποτε αριθμό σκαφών μεγαλύτερου μεγέθους. ... Υπάρχουν δύο άλλα λιμάνια προς τα Νοτιοανατολικά, που ονομάζονται Μακρύς Γιαλός και Pigtradia (εννοεί: Πηγάδια). Το αγκυροβόλιο είναι καλό και στα δύο, αλλά ανοιχτό σε Ανατολικούς. ανέμους. Υπάρχουν 7 χωριά στο νησί και συγκεκριμένα, Appolia (εννοεί το Απέρι) όπου βρίσκεται το Δημαρχείο, Vola (Βωλάδα), Othos, Menaihes (Μενετές), Pilais, Olymbos και Misohori (Μεσοχώρι). Ο πληθυσμός της είναι περίπου 7000 ψυχές, όλοι Έλληνες. Όλοι οι κάτοικοι έχουν γη, την οποία βρίσκουν χρόνο να καλλιεργήσουν, αν και το μεγαλύτερο μέρος τους είναι κτίστες, ξυλουργοί, ξυλοκόποι και βοσκοί. Βρίσκονται στην πιο άθλια κατάσταση από όλους τους κατοίκους του αρχιπελάγους. Πολλοί μεταναστεύουν ετησίως στην Ανατολία ή την Κάσο, έτσι ώστε ο πληθυσμός μειώνεται. Το νησί υπέφερε σοβαρά από το σεισμό του 1856, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος των σπιτιών των χωριών να έχει καταστραφεί από αυτόν, επιπλέον οι ιθαγενείς δεν έχουν λάβει καμία αποζημίωση. Υπάρχουν αρκετοί αρχαιοελληνικοί τάφοι, στους οποίους έχουν βρεθεί χρυσά και ασημένια στολίδια. Η αγροτική παραγωγή του νησιού είναι ανεπαρκής για την κατανάλωση του πληθυσμού. Το μόνο είδος που εξάγεται είναι ξυλεία, για ναυπηγική, ετήσιας αξίας £700

  Εντύπωση κάνει η αναφορά στις 120 μεγάλες πηγές του νησιού, αν κι αυτή που ονομάζει (Snow Spring), μου είναι άγνωστη. Κατά την άποψή μου ο αριθμός αυτός δεν πρέπει να απέχει από την αλήθεια, αν αναλογιστώ πόσες πηγές μόνο στην περιοχή του Όθους που γνωρίζω, έχουν στερέψει εδώ και χρόνια. Αναφέρει μόνο επτά από τα δέκα χωριά κι αυτά με πολλά λάθη. Ορίζει τους Καρπάθιους ως τους πιο άθλιους από τους κατοίκους όλων των νησιών. Πιθανόν διότι μεγάλο μέρος του ανδρικού πληθυσμού μετανάστευε ετησίως, από άνοιξη ως αρχές χειμώνα, για να βιοποριστεί, κάνοντας οικοδομικές εργασίες. Αναφέρει δε ότι οι συνέπειες του μεγάλου σεισμού του 1856, είναι ακόμα ορατές και τονίζει ότι οι κάτοικοι του νησιού δεν έλαβαν καμία σχετική αποζημίωση από την Υψηλή Πύλη. Μιλά για τους αρχαιοελληνικούς τάφους του νησιού, που όπως γνωρίζουμε, κίνησαν το ενδιαφέρον των διαφόρων περιηγητών, οι οποίοι ανέσκαφαν ανενόχλητοι το νησί κατά τον 19ο αιώνα και μετέφεραν τα ευρήματά τους στα Μουσεία των χωρών τους. Τέλος αναφέρει ως μόνο εξαγώγιμο προϊόν την ξυλεία, όπου η ποιότητα αυτής μας είναι γνωστή από αναφορές των παλιότερων.
Η αναφορά του  υποπρόξενου κ. Biliotti τώρα για την Κάρπαθο

  Η Κάρπαθος, αν κι έχει ευεργετηθεί με πλούσιους φυσικούς πόρους, βρίσκεται στην πλέον άθλια κατάσταση απ΄ όλες τις Σποράδες. Είναι γενικά λοφώδης, αλλά αρδεύεται καλά και είναι ευνοϊκή για τη γεωργία. Ωστόσο, οι ιθαγενείς επέτρεψαν για πολλά χρόνια οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις τους να καλυφθούν με δέντρα, τα οποία η κυβέρνηση διεκδικεί τώρα ως αυτοκρατορικά δάση. Οι κάτοικοι προτιμούν να μεταναστεύουν ετησίως, για αρκετούς μήνες, σε διάφορα μέρη της Τουρκίας και της Ελλάδας, όπου εργάζονται ως κτίστες, ξυλουργοί κ.λπ., αντί να ασχολούνται αποκλειστικά με τη γεωργία. Ένα γεγονός το οποίο αξίζει να σημειωθεί είναι, ότι ακόμη και στα πιο φτωχά νησιά εισάγονται βρετανικά υφάσματα αντί για μάλλινα και βαμβακερά είδη που ύφαιναν οι γυναίκες και που ήταν παλαιότερα τα αποκλειστικά ενδύματα τους.

  Απ' ότι καταλαβαίνουμε ο κ. Biliotti, δεν αντιμετωπίζει διόλου θετικά την Κάρπαθο, καθότι κι αυτός την κατατάσσει στην αθλιότερη κατάσταση απ' όλα τα νησιά των Σποράδων. Δεν αναφέρεται διόλου στην εκπαίδευση, αν και σχολεία υπήρχαν σε όλα τα χωριά την εποχή αυτή. Επίσης δεν παραθέτει κανένα στοιχείο για τον πληθυσμό του νησιού, σαν να μην τον ενδιαφέρει καθόλου το βασικό αυτό στοιχείο. Παρατηρεί ότι οι Καρπάθιοι μεταναστεύουν μια φορά τον χρόνο, είτε στην ελεύθερη Ελλάδα είτε στην Τουρκία, και ασχολούνται κυρίως ως οικοδόμοι. Μια παράδοση που ήταν ισχυρή  στο νησί μας, ως τις αρχές περίπου του 20ου αιώνα. Τέλος του κάνει εντύπωση, ότι τα βρετανικά υφάσματα, βρίσκονται ακόμη και στα πιο φτωχά νησιά, σε αυτά κατατάσσει και την Κάρπαθο. Απ' ότι αντιλαμβάνομαι, αυτό που περίμενε να βρει ήταν μια γεωργική κοινωνία, όπου θα άκμαζε η οικοτεχνία, αγνοώντας όμως το γεγονός ότι το ιδιαίτερο κληρονομικό δίκαιο του νησιού, άφηνε πολλά τέκνα του νησιού εκτός κάθε δικαιώματος επί της γης, με αποτέλεσμα ως μόνη διέξοδό τους να βρίσκουν την μετανάστευση. 

    Κλείνοντας θα ήθελα να τονίσω, παρότι οι παραπάνω πληροφορίες σίγουρα είναι ελλιπείς, σε γενικές γραμμές η κατάσταση απ' ότι ξέρουμε, ήταν αυτή  τότε. Η Κάσος συσσώρευε πλούτο από την ανεπτυγμένη της ναυτιλία (αν έχεις την τύχη να επισκεφτείς παλιό Κασιώτικο σπίτι το αντιλαμβάνεσαι μεμιάς αυτό) ενώ η Κάρπαθος προσπαθούσε να επιβιώσει από τα διάσπαρτα κτήματα των κανακαρών και των κανακάρηδων* και τα έσοδα που έφερναν στο νησί οι περίφημοι κτιστάδες της. Και σίγουρα μια εξωστρεφής οικονομική δραστηριότητα όπως είναι η ναυτιλία, κάνει τους κατοίκους πιο ανεξάρτητους από μια κοινωνία, που στηριζόταν στην αγροτική οικονομία, με ένα σύστημα που όχι μόνο απέκλειε τα δευτερότριτα παιδιά της από αυτήν, αλλά και απαιτούσε από αυτά, ειδικά αν ήσουν ανύπανδρη αδελφή, να υπηρετείς την οικογένεια στην υπόλοιπη ζωή σου.

* Κανακαρά: Η πρωτοκόρη η οποία κληρονομεί όλη τη μητρική περιουσία.     Κανακάρης: Ο πρωτογιός, ο οποίος κληρονομεί όλη την πατρική περιουσία.  (Δες σχετικό άρθρο από τα Καρπαθιακά Νέα)

Η καταπράσινη Κάρπαθος των αρχών της δεκαετίας του 80,
από καρτ ποστάλ  του Γ. Παραγιού




Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2023

Τρία «σύγχρονα» παραδοσιακά τραγούδια μας...

  Όταν το 2012 ο εθνομουσικολόγος Λάμπρος Λιάβας, παρουσίασε για πρώτη φορά την εκπομπή του, το Αλάτι της Γης, στην ΕΡΤ, είχα γράψει εδώ στο ιστολόγιο μου: 

  "Το προτέρημα της είναι, ότι δεν αναστυλώνει την παράδοση από το παρελθόν για να μας την προσφέρει ως σωστή πρόταση, αλλά δέχεται ότι η παράδοση είναι ζωντανή, βίωμα αληθινό, ... Μία παράδοση η οποία συνεχίζεται, αφαιρεί τμήματα της, εμπλουτίζεται με νέα, ακολουθεί τον αργό δρόμο της εξέλιξης όπως κάθε ζωντανός οργανισμός. 

Η παράδοση των Ελλήνων δεν είναι μουσειακό είδος αλλά κατάσταση δρώσα, ζωντανή, καθημερινή!"   δες εδώ

    Τα τελευταία χρόνια πολλοί καλλιτέχνες μας, κυρίως νέοι, όχι μόνο ανακαλύπτουν την παραδοσιακή μας μουσική, αλλά βρίσκουν το θάρρος, να επέμβουν σε αυτήν, με επιτυχία ομολογώ, προσπαθώντας να την φέρουν πιο κοντά στο σήμερα. 


  Κι όσοι γνωρίζουν τα σχετικά με το θέμα, το εγχείρημά τους δεν είναι εύκολο, μιας και ακόμη είναι ισχυρή η άποψη εκείνων που υποστηρίζουν, ότι δεν πρέπει, δεν δικαιούμαστε, να επεμβαίνουμε σε όσα μας παρέδωσαν οι πρόγονοι μας αλλά οφείλουμε να τα διατηρήσουμε και να τα παραδώσουμε, όπως τα παραλάβαμε στους επόμενους από εμάς. 

  Αυτός βέβαια είναι ένας μύθος, διότι όπως είναι γνωστό, ότι δεν εξελίσσεται, μένει στάσιμο και στο τέλος πεθαίνει. Άντε το πολύ πολύ να διατηρηθεί σαν μουσειακό είδος. Και η παραδοσιακή μας μουσική εξελίσσεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η κρητική μουσική, όπου πριν κάμποσες δεκαετίες βασικό όργανο ήταν το βιολί και το μαντολίνο, ενώ σήμερα κυριαρχεί η λύρα και το λαούτο.

 Σήμερα θα σας παρουσιάσω τρία παραδείγματα παραδοσιακών τραγουδιών, επιτυχημένων κατά την άποψη μου, για τα οποία μπορώ να έχω λόγο, μιας και γνωρίζω τους τόπους "καταγωγής" των τραγουδιών. Τρία διασκευασμένα παραδοσιακά τραγούδια της πατρίδας μας, με στίχο που ακόμα μπορεί να συνομιλεί με το σήμερα. 

  Πρώτο είναι, η Μηλιά, παραδοσιακό τραγούδι της Καρπάθου σε διασκευή και εκτέλεση Μάρθας Φριτζήλα. Ένα τραγούδι που φτάνει πίσω στον χρόνο, ως το Ύστερο Βυζάντιο. Παρουσιάζει την αντίθεση ενός νέου που νυχτοπερπατά πιθανόν για κάποια ερωτοδουλειά από την μια μεριά και από την άλλη, ενός άλλου νέου, αρχοντόπουλου και του Ρήγα* εγγόνι, το οποίο βρίσκεται θαμμένο, στον δρόμο του. Ζωή και θάνατος, το αιώνιο φιλοσοφικό ερώτημα, μας βασανίζει στο τραγούδι αυτό:

*Βασιλιά


  Δεύτερο στη σειρά η Καρότσα, παραδοσιακό της Αλιστράτης Σερρών σε διασκευή και εκτέλεση του Δραμινού συγκροτήματος Pagan. Ένα τραγούδι που μας πάει πίσω, σε σκοτεινές εποχές, τότε που απήγαγαν από τα σπίτια τους τις νέες κοπέλες, για να τις πουλήσουν στα σκλαβοπάζαρα. Ένα τραγούδι που με τραγικό τρόπο είναι επίκαιρο ακόμη και σήμερα όπου το εμπόριο της γυναικείας σάρκας ανθεί.


  Και τρίτο στη σειρά ο Αφούσης, παραδοσιακό της Κάσου, σε διασκευή και εκτέλεση του συγκροτήματος Γκιντίκι. Ο Αφούσης πρέπει να ήταν υπαρκτό πρόσωπο, που έζησε στα μέσα του 19ου αιώνα. Σαλεμένος από κάποιο τραγικό γεγονός στην οικογένεια αλλά πληγωμένος κι από έναν ανεκπλήρωτο έρωτα, ζούσε στο νησί χωρίς να πειράζει κανέναν. Ίσα ίσα που ήταν πολύ αγαπητός σε όλον τον κόσμο και στα γλέντια πάντα κάτεχε μια καλή θέση, διότι έλεγε ιστορίες ή μύθους και έφτιαχνε στίχους οι οποίοι προκαλούσαν την ευθυμία σε όλη την παρέα.





Poll# Ολύμπιανς

Ολύμπιανς     Δύο συγκροτήματα τα οποία άκουσα για πρώτη φορά ως μαθητής του Λυκείου (1979, 80, 81), μαζί με όλες τις ξένες ροκ μπάντες της...