Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεώργος Παπαδάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεώργος Παπαδάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2021

Ο ταχυδρόμος του ΓιώργουΠαπαδάκη

  Ο Ταχυδρόμος του Γιώργου Παπαδάκη κέρδισε το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος για το 2019.
Είναι αλήθεια ότι αν και εκδόθηκε από την ΕΣΤΙΑ το 2018,  λίγοι ασχολήθηκαν τότε μαζί του. Η βράβευσή του όμως, όπως ήταν αναμενόμενο, αύξησε τις πωλήσεις και το έκανε γνωστό στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Ως γραφή αλλά και ως ιστορία μου άρεσε. 

    Ολιγοσέλιδο για μυθιστόρημα, με μόλις 232 σελίδες στις οποίες ο συγγραφέας αναπτύσσει την ιστορία του, η οποία διαδραματίζεται στην ορεινή Κρήτη της δεκαετίας του 50' με κεντρικό ήρωα τον ταχυδρόμο της περιοχής, τον Αλέξη Δαφέρμο. Είναι δύσκολο όταν γράφεις για ένα τόσο μικρό σε όγκο μυθιστόρημα να μην προδώσεις την πλοκή. Θα προσπαθήσω όμως να σεβαστώ τον αναγνώστη, που δεν το έχει διαβάσει ακόμα και πιθανόν θα θελήσει να το κάνει.

  Ο συγγραφέας αν και χρησιμοποιεί μια απλή γλώσσα για να αποδώσει  την ιστορία του, εκφράζει με μαεστρία όλα όσα θέλει να πει και μας δείχνει τη δύναμη που αποκτούν οι λέξεις όταν αυτές τοποθετούνται κάθε φορά, κατάλληλα μέσα στο κείμενο.  Επίσης η γλώσσα που χρησιμοποιεί, ταιριάζει απόλυτα στον ήρωα του, ο ίδιος αφηγείται την ιστορία του- το μυθιστόρημα είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο. Αποφεύγει τον πειρασμό να γράψει τους ελάχιστους διαλόγους στην βαριά κρητική διάλεκτο, που μιλούσαν και μιλούν οι άνθρωποι στα μεσόγεια του νησιού, βοηθώντας τον αναγνώστη στην ευκολότερη ανάγνωση του βιβλίου. Τοποθετεί μόνο κάποιες πολύ χαρακτηριστικές λέξεις, όπως το "ίντα" (το ερωτηματικό τι), για να προσδιορίσει με σαφήνεια τον τόπο.

Ταχυδρόμος της εποχής
  Αξιοσημείωτες ακόμα είναι και οι αναφορές του στα έθιμα της περιοχής, σχετικά με τον γάμο. Την υποχρέωση του γαμπρού να φτιάξει το σπίτι που θα στεγάσει την οικογένειά του και την υποχρέωση της νύφης να το γεμίσει με την προίκα της. Από τα έπιπλα ως και τις κουρτίνες ήταν της νύφης.  Αυτά τα κουβάλησαν από την προηγούμενη στο σπίτι του γαμπρού. Της πομπής προηγούταν ο λυράρης που έπαιζε χαρούμενους σκοπούς σε όλη τη διαδρομή, ακολουθούσαν οι συγγενείς της νύφης και από πίσω τα φορτωμένα μουλάρια όμορφα στολισμένα με όμορφα κεντήματα  ή υφαντά, που κρέμονταν κι από τις δύο πλευρές του ζώου.  Στη συνέχεια ακολουθούσε το στρώσιμο του νυφικού κρεβατιού, από δύο όμορφες κοπέλες, που είχαν και τους δύο τους γονείς στη ζωή, καλότυχες. Το γέμισμα του με χαρτονομίσματα και κέρματα και τέλος το πέταγμα πάνω του ενός μικρού αγοριού με την εντολή να κυλιστεί. Όλα αυτά ως συμβολισμοί μιας οικογένειας που θα ευλογούνταν με πολλά παιδιά, το πρώτο καλό θα ήταν να είναι αγόρι, και οικογενειακής ευτυχίας. Η επίδειξη του ματωμένου σεντονιού, την επομένη του γάμου, με όλα τα σημαινόμενα περί της τιμιότητας της κοπέλας.

  Υπάρχει όμως και μια πλούσια αναφορά στα ήθη της εποχής, όπως ότι ένας καλός γάμος ήταν αυτός που γινόταν από προξενιό: "Με προξενιό έπρεπε να παντρεύονται οι τίμιες θυγατέρες, όχι με άλλον τρόπο." Ο προγαμιαίος "λόγος", που ήταν ισχυρός και μόνο με αίμα διαλυόταν. Οι αυστηροί αδελφοί της νύφης, οι κέρβεροι-θεματοφύλακες της τιμής της αδελφής τους, σε όλη της τη ζωή. Το αξεπέραστο εμπόδιο των ιδιότυπων κοινωνικών τάξεων, όπως με την Αθηνά, τη δασκάλα, φίλη του πρωταγωνιστή, που από νωρίς της ξέκοψαν ότι οι κόρη δύο δασκάλων, ποτέ δεν θα παντρευόταν τον γιο του σιδηρουργού και μάλιστα από γενιά ξεπεσμένη. Η υπακοή και των δυο νέων στη θέληση των γονιών τους, παρά τις δεδομένες αρνητικές συνέπειες και για τους δυο τους.  

Κρήτη - η μεταφορά της προίκας με τα ζώα

  Μη γελιέστε όμως, δεν πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που ξεπέφτει σε μια απλή
καταγραφή εθίμων και ηθών. Η ιστορία ξεκινά από την ημέρα που το σπίτι του Αλέξη επισκέπτεται η προξενήτρα της περιοχής, τον γάμο και τον έγγαμο βίο του και φτάνει ως το αποτρόπαιο έγκλημα που διαπράττει και την τραγική κατάληξή του. Ψυχογραφώντας τον, διαπιστώνουμε από τη μία ότι πρόκειται για έναν χαρακτήρα αφοσιωμένο στη δουλειά του, την οποία υπηρετεί με την μέγιστη ευσυνειδησία, αλλά από την άλλη ως χαρακτήρας είναι απαθής, άβουλος και άτολμος. Χωρίς να αντιδρά κάνει αυτά που οι άλλοι θέλουν γι΄ αυτόν, ακόμα κι όταν του προξενεύουν μία άγνωστη για γυναίκα του, ακόμα κι όταν για έναν χρόνο αρραβωνιασμένοι δεν έπρεπε να την δει, ακόμα κι όταν διαπιστώνει ότι άλλην του έταξαν και σε άλλην τον έβαλαν να σταθεί δίπλα στη γαμήλια τελετή.
 Φανταστείτε, πηγαίνοντας να αγοράσει τις βέρες του γάμου, διαπιστώνει ότι αγνοεί το όνομά της. (Αρτεμίσια την λέγαν)  Σχεδόν ποτέ δεν τον βλέπουμε να εκφράζει προς τα έξω τα συναισθήματά του. Μιλώντας μας τα εξομολογείται, προσπαθεί μάλιστα να τα εξηγήσει, αλλά ποτέ δεν τόλμησε να τα εκφράσει. Χάνει την μοναδική γυναίκα που θα μπορούσε να τον κάνει ευτυχισμένο, κι αυτός ούτε εξεγείρεται, ούτε αντιδρά κατ΄ ελάχιστό, υπομένει απαθής την μοίρα του, την αντιμετωπίζει σαν να μην έκανε ποτές του όνειρα γι΄ αυτήν.  Ελάχιστες φορές στη ζωή του αποφασίζει να πάρει την κατάσταση πάνω του, και μία από αυτές έχει την απόλυτα τραγική κατάληξη και γι΄ αυτόν και για την οικογένειά του. Η όλη μέχρι τότε συμπεριφορά του, με τίποτε δεν σε προϊδεάζει για την αποτρόπαια πράξη στην οποία, σε πλήρη ηρεμία, θα προβεί. Και φυσικά δεν βρίσκεις, ούτε στα λεγόμενά του, την οποιαδήποτε αιτιολόγησή της. Υπομένει την δίκη του και το επικείμενο τέλος του, με μία απίστευτη αδιαφορία που πραγματικά ξενίζει. Οφείλω να πω, ότι μου θύμισε σε πολλά σημεία την απάθεια με την οποία αντιμετώπιζε τη ζωή του ο πρωταγωνιστής του Καμύ, στο έργο του: Ο Ξένος.

  Τέλος θεωρώ το βιβλίο χρήσιμο, διότι μας μεταφέρει στην σκληρή πραγματικότητα της ελληνική επαρχίας του παρελθόντος, με όλα τα καταπιεστικά ήθη που βασάνιζαν τους ανθρώπους, με ένα άγραφο δίκαιο που μπορεί να εξασφάλιζε την "τάξη" αλλά αφαιρούσε την όποια ελευθερία από το άτομο, ιδίως τους νέους που την χρειάζονταν περισσότερο. Κι αυτό είναι χρήσιμο να το θυμούνται όλοι εκείνοι που εξιδανικεύουν το παρελθόν  και αποδοκιμάζουν το παρόν.

  Κλείνω την εγγραφή μου με ένα μικρό απόσπασμα:  'Αβγαλτα παιδιά, δεν ξέραμε τη ζωή. Έπρεπε να το καταλάβουμε πως η σιωπή είναι το πιο γόνιμο έδαφος για να ριζώσουν τα αισθήματα. Κι όταν, ίσως, η αίσθηση κινδύνευε  να πάρει αφή, δεν τολμήσαμε, αυτό είναι το πιο πιθανό, δεν τολμήσαμε. Όσο κι αν έλεγε η Αθηνά πως αψηφούμε τους νόμους της κοινωνίας και πως η γυναίκα όφειλε να κοιτάξει το μέλλον πατώντας στα δικά της πόδια, δεν θέλησε καθόλου να έρθει σε ρήξη με τους γονείς της. Άφησε να γίνει αυτό, να καταπνίξει όποιο αίσθημα ένιωθε για μένα. Κι εγώ από τη μεριά μου, άτολμος, αμέλησα να ακούσω τον εαυτό μου. Δεν τον άκουγα, δεν ήξερα ποτέ να ακούω τις παύσεις, γιατί φοβόμουν τη μοναξιά.


Ο φωτεινότερος φακός του κόσμου του Γιώργου Κασαπίδη

    Αν κάποιος θέλει να διαβάσει μια συλλογή διηγημάτων, για μια μικρή επαρχιακή πόλη, τη Δράμα (αλλά και άλλες περιοχές), με την αίσθηση το...