Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πόλεμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πόλεμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2024

Γυναίκες για την Ειρήνη, μια υπόθεση πολύ παλιά!

   Η παλαιότερη γυναικεία φιλειρηνική οργάνωση είναι η WILPF (Women's  International League for Peace and Freedom). Ιδρύθηκε το 2015, κατά τη διάρκεια του Α' Παγκόσμιου Πολέμου με πρώτη έδρα της τη Γενεύη της Ελβετίας, από μαχόμενες πρωτοπόρες φεμινίστριες  (σουφραζέτες) της εποχής, από 12 χώρες. 

  Το 1921 είχε επεκταθεί σε 21 χώρες. Η οργάνωση το 2005 βραβεύτηκε με το Νόμπελ Ειρήνης για τη διαρκή και αποφασιστική δράση της για την Ειρήνη και τα δικαιώματα των γυναικών.

WILPF
Πορεία της οργάνωσης ενάντια
στον πόλεμο του Βιετνάμ ( 1698)
  Κάποια από τα ζητήματα με τα οποία καταπιάνεται σήμερα είναι ο Πόλεμος στη Γάζα, ο εμφύλιος στο Σουδάν, ο παγκόσμιος αφοπλισμός, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η κλιματική αλλαγή και οι συνέπειες της. Σε κάθε πρωτοβουλία της, προτάσσει τη δεινή θέση της γυναίκας σε κάθε στρατιωτική σύγκρουση στον πλανήτη μας.

Είναι γνωστό ότι μεγάλο μέρος των θυμάτων κάθε σύγκρουσης είναι γυναίκες, οι οποίες μην έχοντας ούτε την εξουσία, ούτε ανάλογη πολιτική δύναμη, υποβιβάζονται στον άμαχο πληθυσμό, ο οποίος απλώς πλήττεται αδιάκριτα πλέον. Υπομένουν τον χαμό ή την αναπηρία των συζύγων τους, των παιδιών τους αλλά και τον στρατεύσιμων (παιδιά τους κι αυτοί), πολλές φορές αδυνατώντας να ξανασηκώσουν κεφάλι στην κοινωνία τους. Διαχρονικά μάχονται για την Ειρήνη, από την ίδρυση της οργάνωσης ως τα σήμερα, με παραρτήματα σε πολλές περιοχές του κόσμου, όχι μόνο της Δύσης αλλά και των εμπόλεμων περιοχών, όπως στην Παλαιστίνη.

  Όποιος θέλεις να δει περισσότερα για την οργάνωση, μπορεί να επισκεφτεί την ιστοσελίδα της οργάνωσης εδώ

  Το ερώτημα που τίθεται, είναι αν οι γυναίκες έχουν κάποιον παραπάνω λόγο, να μάχονται για την Ειρήνη, πέρα απ΄ ότι είναι μάνες και σύζυγοι; Και η απάντηση είναι σίγουρα ναι, για τους παρακάτω λόγους:

1ον Ουσιαστικά είναι απών από τα πολιτικά και στρατιωτικά κέντρα αποφάσεων, δεν συμμετέχουν ούτε καν στις ειρηνευτικές διαδικασίες, τα αόρατα νήματα κάθε πολέμου τα κινούν άντρες.

2ον Σε μια εμπόλεμη περιοχή γίνονται θύματα κάθε είδους βίας. Κακοποιήσεις, εν ψυχρώ δολοφονιών, βιασμών που πολλές φορές είναι εσκεμμένοι, απόρροια μιας πατριαρχικής λογικής που θέλει να επιδείξει υπεροχή έναντι του αντιπάλου. Τα παραπάνω αποτελούν εγκλήματα πολέμου, μόνο όταν γίνονται μαζικά και συστηματικά, έτσι ουσιαστικά οι θύτες μένουν σχεδόν πάντα ατιμώρητοι.

   Η διεκδίκηση της Ειρήνης από τις γυναίκες είναι μια παλιά ιστορία, την οποία ανέδειξαν οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι. 

SAVINES - J.L. David (1748-1799)
Η επέμβαση των Σαβίνων γυναικών -
J.L. David (1748-1799) Μουσείο Λούβρου
   Οι Ρωμαίοι με τον μύθο της αρπαγής των Σαβίνων γυναικών, ο οποίος ανάγεται στην πρώιμη Ρωμαϊκή ιστορία (753 π.Χ.). Σύμφωνα με αυτόν, ο βασιλιάς Ρωμύλος αποφάσισε να ενισχύσει τον αναλογικά μικρότερο πληθυσμό των γυναικών της Ρώμης, εφαρμόζοντας ένα δόλιο σχέδιο. Διοργάνωσε μεγάλη γιορτή για τον Ποσειδώνα και κάλεσε τους κατοίκους των γειτονικών πόλεων, να συμμετάσχουν. Όλοι αποδέχτηκαν την πρόσκληση, μεταξύ αυτών και οι Σαβίνοι, οι οποίοι έφεραν και τις οικογένειες τους μαζί. Με το που ξεκίνησαν οι εορτασμοί, οι νεαροί άγαμοι Ρωμαίοι, όρμησαν εκεί που κάθονταν οι νεοφερμένες κόρες και τις άρπαξαν, μεταφέροντάς τες στα σπίτια τους για να τις κάνουν συζύγους τους. Οι Σαβίνοι έφυγαν ντροπιασμένοι, μετά από λίγα χρόνια μάζεψαν στρατό και με επικεφαλής τους αδικημένους πατέρες, ξεκίνησαν εναντίον της Ρώμης. Εκεί τους περίμεναν οι Ρωμαίοι. Οι δύο στρατοί παρατάχθηκαν ο ένας απέναντι στον άλλο αλλά τη στιγμή, που ο ένας ορμούσε πάνω στον άλλο, χύθηκαν ανάμεσα τους οι Σαβίνες γυναίκες, ζητώντάς τους να σταματήσουν διότι, όπως και να γινόταν, θα χυνόταν συγγενικό τους αίμα. Ή των πατεράδων τους ή των αντρών τους ή των παιδιών τους. Η αποφασιστικότητά τους συγκίνησε και τις δύο πλευρές και έτσι αποφεύχθηκε η αιματοχυσία.   

Lisistrati
Λυσιστράτη (1980) Εθνικό Θέατρο

  Οι αρχαίοι Έλληνες, διαμέσου της πασίγνωστης κωμωδίας που έγραψε ο Αριστοφάνης το 411 π.Χ., τη Λυσιστράτη. Είναι ένα από τα παλιότερα αντιπολεμικά έργα κι αυτό του προσδίδει ιδιαίτερη αξία. Η υπόθεση έχει ως εξής: Βρισκόμαστε στα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου και οι γυναίκες των Αθηναίων πολεμιστών, έχουν απαυδήσει από τον συνεχή πόλεμο των αντρών τους και τη δυστυχία που επιφέρει αυτός σε όλη την κοινωνία. Τότε μια ομάδα γυναικών με πρωτεργάτρια την Λυσιστράτη αποφασίζει να κηρύξει αποχή από τα συζυγικά τους καθήκοντα, η οποία θα σταματούσε μόνο, εάν κατέθεταν τα όπλα και έφερναν την ειρήνη στον τόπο τους. Παράλληλα οι γυναίκες καταλαμβάνουν και την Ακρόπολη, όπου βρισκόταν το θησαυροφυλάκιο των Αθηναίων. Διότι όπως είναι γνωστό, δίχως χρήματα, πόλεμος δεν γίνεται. Πολύ γρήγορα στο κίνημα αυτό προσχωρούν και οι Σπαρτιάτισσες κι έτσι αναγκάζονται οι ηγέτες των δύο πόλεων να αναζητήσουν την ειρήνη, κάνοντας αμοιβαίες υποχωρήσεις. Όταν αυτή επιτυγχάνεται το έργο κλείνει με ένα συμπόσιο που προσφέρουν οι γυναίκες στους άντρες τους, με χορό και τραγούδια.


  Μην μας παραξενεύει λοιπόν η εικόνα των σημερινών αντιπολεμικών εκδηλώσεων, όταν διαπιστώνουμε ότι οι γυναίκες όχι μόνο πρωτοστατούν σε αυτές αλλά πολλές φορές και πλειοψηφούν. Υπάρχει Λόγος!
women_for_peace
Αντιπολεμική διαδήλωση στην Ουκρανία.
women_for_peace
Κοινή εκδήλωση - πορεία Ειρήνης, Ισραηλιτισσών και Παλαιστινίων
στη Νεκρά Θάλασσα.  8-10-2017

women_for_peace
Αντιπολεμική διαδήλωση στο Ισραήλ.



Πέμπτη 12 Οκτωβρίου 2023

Ουδέν νεώτερον από το δυτικόν μέτωπο του ΕΡΙΧ ΜΑΡΙΑ ΡΕΜΑΡΚ

 Τότε που οι πόλεμοι όσο άγριοι κι αν ήταν, γίνονταν ανάμεσα σε στρατούς και όχι έχοντας ενδιάμεσα τους αμάχους, τους οποίους τους καταγράφουμε ως παράπλευρες απώλειες. Και ούτε βέβαια εφορμούσαν μέσα σε χωριά και συνάξεις της νεολαίας, σφάζοντας όποιον έβρισκαν μπροστά τους. 

  Το Ουδέν νεώτερον από το δυτικόν μέτωπον, το πρωτοδιάβασα έφηβος ακόμη. Αν και το θυμόμουν αμυδρά μόνο, πάντα για μένα αποτελούσε σημείο αναφοράς για την αντιπολεμική λογοτεχνία. Είχα την ευκαιρία να το ξαναδιαβάσω και πάλι, μέσα στο 2023, και ως πιο ώριμος επιπλέον, να κατανοήσω πιστεύω πληρέστερα όσα σημαντικά έχει να μας δώσει. Ο Γερμανός συγγραφέας του, Έριχ Μαρία Ρεμάρκ, το έγραψε το 1929 και έχει ιδιαίτερη αξία ως κείμενο για διάφορους λόγους!

 1ον: Ο Ρεμάρκ, έχει συμμετάσχει ως στρατιώτης του Κάιζερ, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, άρα ξέρουμε ότι όσα φοβερά γράφει, τα έχει ζήσει από πρώτο χέρι. Έναν πόλεμο ατελείωτων χαρακωμάτων, τον σκληρότερο που είχε γνωρίσει έως τότε η ανθρωπότητα, με ελεύθερη χρήση χημικών, με νέα όπλα στο πεδίο των μαχών (τανκς, αεροπλάνα, φλογοβόλα). Έζησε δίπλα σε εκατοντάδες συντρόφους του τις αδυσώπητες μάχες, πολλούς τους είδε να σκοτώνονται ή να ακρωτηριάζονται. Είδε διαμελισμένα πτώματα να κρέμονται από τα δέντρα ή να κείτονται μέσα στα λασπόνερα. Το αν θα ζήσεις ή θα πεθάνεις, το αν θα γυρίσεις στο σπίτι σου αρτιμελής ή σακάτης, τις περισσότερες φορές οφειλόταν στη θεά Τύχη. Βίωσε και μας μετέφερε την πραγματική εικόνα του πολέμου δηλαδή.

 2ον. Είναι ένα μυθιστόρημα, το οποίο δεν ηρωοποιεί τον πόλεμο, αντιθέτως τον παρουσιάζει τόσο τρομακτικό, όσο μπορεί να είναι στην πραγματικότητα. Δεν μένει μόνο σε αυτά που αισθάνεται ο πρωταγωνιστής με τις πέντε αισθήσεις του, αλλά αποκαλύπτει με απόλυτη σαφήνεια, όσα νιώθει και σκέπτεται ένας στρατιώτης από τη στιγμή, που παύει να λειτουργεί ως ένας κοινός άνθρωπος. Επικρατούν τα κατώτερα ένστικτα, όπως της επιβίωσης (εύρεση τροφής, εύρεση χρόνου και τρόπου για ύπνο, τη μηχανική κάλυψη από τα διάφορα είδη κτυπημάτων του εχθρού, της αναισθησίας έναντι του θανάτου ή καλύτερα της εξίσωσης του θανάτου από εχθρικό όπλο με εκείνον κάποιου που πεθαίνει από ατύχημα ή κάποια θανατηφόρα ασθένεια). Κάθε σχέση με οτιδήποτε σε κάνει να ξεχωρίζεις ως άνθρωπος, χάνεται ολοένα και περισσότερο, κάθε μέρα που περνά στα χαρακώματα. Κι όποιος δεν μπορεί να λειτουργήσει με αυτόν τον τρόπο, ελαχιστοποιεί όλο και περισσότερο τις πιθανότητες επιβίωσής του.

 3ον. Παρουσιάζει τις σχέσεις εξουσίας μεταξύ ανωτέρων βαθμοφόρων
Α΄.W.W
και κατωτέρων οπλιτών, οι οποίες είναι παρά την όποια αντιξοότητα ή την επικείμενη ήττα, οφείλουν και παραμένουν ακλόνητες ως το τέλος. Διότι μόνο έτσι διατηρείς έναν στρατό έτοιμο για δράση, του αφαιρείς κάθε κριτική σκέψη, του αποκλείεις την ομαδική απόδραση από την κόλαση που ζει σχεδόν καθημερινά, με μικρές μόνο ανάπαυλες ξεκούρασης στα μετόπισθεν.

 4ον. Αναφέρεται σε αυτούς, που βρίσκονται στα κέντρα αποφάσεων (στην περίπτωσή μας τον Κάιζερ), μακριά από τα πεδία των μαχών, και αδιατάρακτα παίρνουν τις αποφάσεις, παίζοντας με τη ζωή των νέων ανθρώπων αλλά και του άμαχου πληθυσμού. Δεν έχει όμως την ωριμότητα να δει πιο πίσω και να αναφέρει, πού “παίζονται” τα μεγάλα οικονομικά κέρδη, πού κάποιοι αποκομίζουν από τη “βιομηχανία” του πολέμου. Για παράδειγμα γράφει:

“Γιατί λοιπόν να υπάρχει πόλεμος” ρωτάει ο Τιάντεν.

Ο Κατ σηκώνει τους ώμους.

“Θα πρέπει να υπάρχουν άνθρωποι που έχουν κέρδος από τον πόλεμο”.

“Ε, λοιπόν, εγώ δεν είμαι από δαύτους” σαρκάζει ο Τιάντεν.

“Ούτε εσύ ούτε κανένας απ' όσους βρίσκονται εδώ”.

“Και ποιοι λοιπόν έχουνε κέρδος;” επιμένει ο Τιάντεν. “Ούτε και ο ίδιος ο Κάιζερ δεν έχει κέρδος απ' τον πόλεμο. Αυτός μάλιστα έχει ό,τι του χρειάζεται”.

“Μην το λες αυτό” αποκρίνεται ο Κατ. “Ίσαμε τώρα δεν είχε κάνει πόλεμο. Και κάθε μεγάλος αυτοκράτορας έχει ανάγκη το λιγότερο από έναν πόλεμο. Διαφορετικά δεν γίνεται διάσημος. Ρίξε λοιπόν μια ματιά στα σχολικά σου βιβλία”.



 5ον. Παρουσιάζει όλους εκείνους, που υπηρετούν ένα σύστημα εξουσίας, ή ένα σύστημα μεγαλοϊδεατισμού (στην προκείμενη περίπτωση της αυτοκρατορικής Γερμανίας του Κάιζερ). Δάσκαλοι, Δήμαρχοι, απόμαχοι, κλπ, οι οποίοι προπαγανδίζουν στους νέους, την “υπέρτατη" υποχρέωσή τους, να πολεμήσουν για κάποιο αόριστο μεγαλείο. Μικρά γρανάζια στη μεγάλη κρεατομηχανή του πολέμου, ικανά όμως να επηρεάσουν τους νέους ανθρώπους. Κι εκείνοι πείθονται, μα όταν ο πρωταγωνιστής μας, ο νεαρός στρατιώτης Πάουλ, ανακαλύπτει ότι απ' όλη την τάξη του, μόνο εκείνος έχει μείνει ζωντανός, καταλαβαίνει, αργά όμως, τη ματαιότητα της όλης υπόθεσης.  Το εξοργιστικό είναι, ότι παρά τις στρατιές νεκρών και αναπήρων, αυτοί φαίνονται αμετανόητοι και το μόνο, που έχουν να προσφέρουν, είναι λόγια παρηγοριάς. Την ήττα και τις συνέπειες της δεν την σκέπτονται. Και το χειρότερο, οι νέοι δεν έχουν δικαίωμα να αντιδράσουν, διότι φοβούνται τον χλευασμό των μεγαλύτερων τους (πέρα από τους κρατικούς μηχανισμούς εξουσίας). Το παρουσιάζει πολύ εύγλωττα:

“...Γιατί εκείνην την εποχή, ακόμα κι ο πατέρας σου και η μάνα σου εύκολα σου πετούσαν κατάμουτρα τη λέξη «δειλός». Και τούτο γιατί τότε οι άνθρωποι δεν είχαν ιδέα για ό,τι θα γινόταν. Για να πούμε την αλήθεια, οι πιο λογικοί απ' όλους ήταν οι απλοί και φτωχοί άνθρωποι. Από την πρώτη κιόλας στιγμή λογιάσανε τον πόλεμο δυστυχία, ενώ η καλή αστική κοινωνία δεν βαστιόταν από τη χαρά της. Κι όμως, αυτή ίσα ίσα αυτή μπορούσε καλύτερα να λογαριάσει τις συνέπειες.”

Erich_Maria_Remarque
Έριχ Μαρία Ρεμάρκ ( 1898-1970)      
  Έχει ενδιαφέρον να πούμε και δύο λόγια για το τι απέγινε ο Έριχ Μαρία Ρεμάρκ μετά την έκδοση του μυθιστορήματός του. Το λέω αυτό διότι βρισκόμαστε σε μια Γερμανία, όπου γίνονται φοβερές κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις εξαιτίας των δυσβάσταχτων και ταπεινωτικών όρων παράδοσης, που επέβαλαν οι δυνάμεις της Αντάτ στην ηττημένη Γερμανία. Η κυριότερη από αυτές είναι, η εμφάνιση του Ναζιστικού κόμματος και των αντίστοιχων του ταγμάτων εφόδου.


 Το Ουδέν νεώτερον από το δυτικόν μέτωπο, το 1930 έγινε ταινία, σε σκηνοθεσία του Λούις Μάιλστοουν, όπου τιμήθηκε και με το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Όταν αυτή προβλήθηκε για πρώτη φορά στο Βερολίνο, ο συγγραφέας αντιμετωπίστηκε ως εχθρός της Πατρίδας και οι εξοργισμένοι χιτλερικοί νεολαίοι, εφόρμησαν στο σινεμά φωνάζοντας "Γερμανία Ξύπνα!" Η ταινία απαγορεύτηκε και ο Ρεμάρκ εγκατέλειψε την χώρα του, το 1931.

  Μαζί με το μυθιστόρημα, είδα και την πολύ καλή ταινία του Νέτφλιξ, σε σκηνοθεσία του Έντουαρντ Μπέργκερ, με τον ίδιο τίτλο, στηριγμένη στο βιβλίο του Ρεμάρκ. Μάλιστα είναι η πρώτη φορά, που αυτό γίνεται από γερμανική εταιρία παραγωγής. Σε πολλά μοιάζει στο βιβλίο, δείχνει την σκληρότητα του πολέμου και όσα είπαμε παραπάνω, αλλά δεν μπόρεσε να αποφύγει τον πειρασμό να την κάνει κάπως πιο ηρωική, κάτι που ο συγγραφέας, έχω την εντύπωση, αν ζούσε, θα ήθελε να αποφύγει.





Πέμπτη 14 Απριλίου 2022

Ο πόλεμος μέσα από την Τέχνη

  "Ο πόλεμος κτύπησε την πόρτα της Ευρώπης για πρώτη φορά..." stop

  Κάθε άλλο από αληθινή η πρόταση, που ακούσαμε κατά κόρον τον τελευταίο καιρό. Μπορεί στην ήπειρο μας μετά τον Β.Π.Π. να απολαμβάναμε μια μακροημερεύουσα Ειρήνη, να μην είχαμε μεγάλους και μακροχρόνιους πολέμους, αλλά είχαμε την Κύπρο το 74. Παιδί ήμουν, θυμάμαι έντονα ακόμη την επιστράτευση και το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου με τα έκτακτα πολεμικά ανακοινωθέντα, όπως θυμάμαι και αργότερα, τους βομβαρδισμούς της Σερβίας - προς συνέτισή της αυτοί. Στην Ευρώπη βρίσκεται και η Κύπρος, στην Ευρώπη ανήκει και η Σερβία. 

  Βέβαια στην Ουκρανία (μια χώρα 44 εκατομμυρίων ανθρώπων) τα γεγονότα ταρακούνησαν όλον τον κόσμο. Δικαίως, μια εισβολή της υπερδύναμης Ρωσίας στη γειτονική ομόθρησκη και γενεαλογικά συγγενή χώρα, με αρχικό αίτημα την αλλαγή της κυβέρνησης, που στη συνέχεια έγινε εντολή διαμελισμού της χώρας, δεν είναι κάτι που μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Αν λάβουμε υπόψιν και το ενεργειακό και επισιτιστικό παιχνίδι που παίζεται, όλοι μας καταλαβαίνουμε την σημασία του πολέμου αυτού. Υπάρχουν πολλές αναλογίες με την εισβολή στην Κύπρο το 1974. Και τότε έγινε σχετικός ντόρος, όχι βέβαια όπως με την Ουκρανία αλλά με τον χρόνο όλα ξεχάστηκαν. Κάτι τέτοιο φοβάμαι ότι θα γίνει και πάλι στην Ουκρανία, μόλις επέλθει η αναγκαία ισορροπία στα πεδία των μαχών, μην απατόμαστε, αλίμονο στον Ουκρανικό Λαό, που μετρά χιλιάδες θύματα και βλέπει τη χώρα του να καταστρέφεται.

  Με τις παραπάνω σκέψεις ξεκινώ το σημερινό μου αφιέρωμα. Ο πόλεμος μέσα από την Τέχνη. Ο οποίος άλλοτε λαμβάνει χαρακτήρα ηρωικό, φροντίζοντας η τέχνη να τον προπαγανδίζει και άλλοτε, ειδικά από τον 20ο αιώνα κι εδώ, μας υπενθυμίζει τα δεινά του.

Ας δούμε λοιπόν κάποια σχετικά έργα από την αρχαιότητα ως το σήμερα:

  1) Από αμφορέα με θέμα από τον Τρωικό Πόλεμο. Ο Αχιλλέας σκοτώνει την Βασίλισσα των Αμαζόνων, την Πενθεσίλεια. Όπως μας είναι γνωστό, ο βασιλιάς των Μυρμιδόνων ήταν ο γενναιότερος των Ελλήνων  και άτρωτος καθότι η μητέρα του, όταν ήταν αυτός μωρό τον βούτηξε στα ύδατα της Στυγός. Σύμφωνα με τον μύθο, την ώρα που μπήγει το δόρυ του στην Πενθεσίλεια και αντικρύζοντας το βλέμμα της, την ερωτεύεται σφόδρα, ώστε στη συνέχεια, όταν ο συμπολεμιστής του, ο Θερσίτης την ειρωνεύεται, ο Αχιλλέας τον σκοτώνει επιτόπου. Ο αμφορέας είναι έργο του ζωγράφου Εξεκία (530 π.Χ.) και βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο.

  2) Η μάχη της Ισσού (333 π.Χ.), ψηφιδωτή αναπαράσταση. Εθνικό αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης.   Στα αριστερά του πίνακα διακρίνουμε τον μέγα στρατηλάτη, τον Αλέξανδρο, μαχόμενο πάνω στον Βουκεφάλα και δεξιά τον Βασιλιά των Περσών, τον Δαρείο το Γ', ο οποίος έχει στρέψει τα νώτα για να δραπετεύσει από την φονική μάχη, αφήνοντας το στράτευμα του, αφήνοντας πίσω την οικογένεια του, η οποία και αιχμαλωτίστηκε. Αν αφήσεις την φαντασία σου ελεύθερη θα ακούσεις τις κλαγγές των όπλων, τις φωνές και τα βογγητά, τον ξέφρενο καλπασμό των αλόγων, θα ζήσεις όλη την βαρβαρότητα της μάχης.

  3) Ανάγλυφη αναπαράσταση της ρωμαϊκής τακτικής πολέμου "η χελώνα". Σε όλους μας είναι γνωστές οι ρωμαϊκές λεγεώνες, οι προηγμένες για την εποχή πολεμικές τακτικές που εφάρμοσαν, η συνεχόμενη στρατιωτική εκπαίδευση, οι τιμές που απολάμβαναν οι βετεράνοι μαχητές σε γη και επιτίμια. Ένας στρατός ανίκητος για μία χιλιετία περίπου, αν υπολογίσουμε και το Βυζάντιο ως συνεχιστή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

  4) Μινιατούρα από χειρόγραφο των αρχών του 15ου αιώνα. (Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας) Απεικονίζεται η αρχική διάταξη της μάχης του Angicort (1415). Οι Άγγλοι σε αυτή τη μάχη κατατρόπωσαν τους πολυπληθέστερους Γάλλους στο Angicort της Γαλλίας κατά τη διάρκεια του Εκατονταετούς Πολέμου. Διακρίνουμε τους δύο στρατούς, απέναντι ο ένας από τον άλλο όπως επέτασσαν οι τότε κώδικες μάχης. Οι τοξοβόλοι καταφέρνουν τα πρώτα κτυπήματα για να ακολουθήσει το σιδερόφρακτο ιππικό. 

  5) Η ναυμαχία του Τσεσμέ (1770), όπου απεικονίζεται νυχτερινή ναυμαχία ανάμεσα στον Ρωσικό και Τουρκικό στόλο. Μεγάλοι νικητές οι Ρώσοι, οι οποίοι στη συνέχεια με τη συνθήκη του Κιουτσούκ-Καναϊρτζή επιβεβαίωσαν τη ναυτική υπεροχή τους σε όλη την περιοχή. Ο πίνακας είναι του Ρώσου  Ιβάν Αϊβαζόφσκι, φιλοτεχνημένος το 1848. Η επιλογή του καλλιτέχνη να απεικονίσει την ιστορική στιγμή στη νύχτα, τον βοηθάει να δώσει πρόσθετο δραματικό τόνο στην όλη εικόνα.

 6)  Πίνακας του Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ με τίτλο Gassed (1919). Απεικονίζει στρατιώτeς του  Αγγλικού στρατού, που έχουν πληγεί από το δηλητηριώδες αέριο μουστάρδας κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, στα χαρακώματα της Γαλλίας. Ο πίνακας είναι σε μέγεθος 2,31μΧ6,11μ και οι βαριά τραυματισμένοι στρατιώτες απεικονίζονται σε φυσικό μέγεθος σχεδόν, ανά τριάδες, στις οποίες ο ένας κρατιέται από τον μπροστινό του, ενώ τους συνοδεύουν νοσηλευτικό προσωπικό και συνάδελφοι τους. Κύριο σύμπτωμα της δηλητηρίασης η τύφλωση. Μπροστά και πίσω, κείτονται άλλοι νεκροί ή τραυματίες. Ο πίνακας βρίσκεται στο Αυτοκρατορικό Πολεμικό Μουσείο του Λονδίνου


  7) Ίσως το πιο γνωστό αντιπολεμικό έργο. Η Γκουέρνικα (ή Γκερνίκα στα ισπανικά) του Πάμπλο Πικάσο (1937).  Το έργο το εμπνεύστηκε από τις πληροφορίες που ελάμβανε για τον Ισπανικό Εμφύλιο. Σε αυτόν τον πίνακα δεν υπάρχουν όπλα και εκρήξεις, αλλά αποδίδονται με την τραγικότητα που αρμόζει οι συνέπειες  του πολέμου, στα ζωντανά όντα. Ένα διαμελισμένο άλογο και ταύρος,  διαμελισμένα κορμιά και τέσσερις γυναίκες που ουρλιάζουν με τα νεκρά μωρά τους. Το έργο είναι ασπρόμαυρο, μετά από απόφαση του ίδιου του καλλιτέχνη, γεγονός που τον δικαίωσε απόλυτα.

  8) Το πρόσωπο του πολέμου, του Σαλβαντόρ Νταλί, έργο του 1940, τότε που είχε τελειώσει ο Ισπανικός Εμφύλιος και άρχιζε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος. Απεικονίζεται ένα πρόσωπο, θα μπορούσε να είναι κάποιου νεκρού στρατιώτη, που θυμίζει νεκροκεφαλή. Από τα μάτια και το στόμα επαναλαμβάνεται το μοτίβο, γεγονός που εντείνει την απεχθή  αίσθηση  του πολέμου.


 9)  Άφησα για το τέλος, έναν πίνακα του Ρώσου Ζωγράφου, Basily Vereshchagin, με θέμα Η αποθέωση του Πολέμου. Φιλοτεχνήθηκε το 1871, και ίσως είναι αυτός, κατά τη γνώμη μου, που συνοψίζει όλη την τραγικότητα του πολέμου. Θάνατος και μόνο θάνατος. Ο ζωγράφος ακολουθούσε τον Ρωσικό στρατό κατά την εκστρατεία του στην περιοχή του σημερινού Τουρκμενιστάν, όπου είχε επιδοθεί σε ένα αγώνα υπόταξης όλων των ντόπιων φυλών. Αν και σήμερα χρησιμοποιείται για να δείξει τα δεινά του πολέμου, τότε είχε ως σκοπό να δείξει σε όλο τον κόσμο την δύναμη του Ρωσικού στρατού. Τελειώνοντας τον πίνακα αυτόν, τον αφιέρωσε: «σε όλους τους μεγάλους κατακτητές,  στο παρελθόν, το παρόν και τον μέλλοντα» Διττή βέβαια η ανάγνωση της παραπάνω ρήσης, εμείς ας μείνουμε σε αυτό, που δείχνει και μόνο. 
ΥΓ Οποιοιδήποτε συνειρμοί με τον σημερινό ρωσικό στρατό, δεκτοί. Όπως και με όποιον άλλον στρατό βρίσκεται στη θέση του επιτιθέμενου, σε οποιαδήποτε στιγμή και οποιοδήποτε χρόνο.










Παρασκευή 23 Απριλίου 2021

Πώς να ξεχάσεις;

   Το μυστήριο είχε τελειώσει πριν από λίγο, οι συγγενείς και οι φίλοι είχαν σκορπίσει σε μικρά ή μεγαλύτερα πηγαδάκια στον χώρο του γνωστού κτήματος που τελέστηκε ο γάμος, ψάχνοντας τη σκιά των πανύψηλων δέντρων για να προφυλαχτούν από τον απογευματινό ήλιο που έκαιγε ακόμα. Ο Γιώργος, ο άντρας της από δω και πέρα, που μέχρι πριν από λίγο της κρατούσε σφιχτά το χέρι ενώ το πρόσωπό του έλαμπε από χαρά, την άφησε για λίγο, οι φίλοι του κάτι ήθελαν να του πουν, κάποια έκπληξη ετοίμαζαν για το γλέντι που θα ακολουθούσε και ήθελαν να συνεννοηθούν μαζί του για τις τελευταίες λεπτομέρειες. Δίπλα της είχε μείνει μόνο η ξαδέλφη της, η Helena, η κουμπάρα της πια. Ήταν η μόνη από τους δικούς της ανθρώπους που μπόρεσε να παραβρεθεί στη χαρά της, έκανε τα πάντα για να τα καταφέρει, δεν μπορούσε να γίνει και διαφορετικά, μαζί μεγάλωσαν, το ίδιο δωμάτιο μοιράζονταν μέχρι τα δεκαοχτώ τους κι αυτό συνεχίστηκε και στο Βελιγράδι, όταν έφυγαν για να σπουδάσουν.

  Η Aneta έφυγε μερικά βήματα μπροστά από την Helena, εκείνη την ακολούθησε κρατώντας κάποια απόσταση, ήξερε, δεν ήταν και το πιο εύκολο πράγμα, στην ομορφότερη μέρα της ζωής της να είναι μόνη, να μην έχει κανέναν από την οικογένειά της δίπλα της. Για όλα φρόντισε μόνη της, η πεθερά της περισσότερο την δυσκόλευε, όχι ότι δεν την ήθελε για νύφη, αλλά απλά δεν μπορούσε να καταλάβει όλα εκείνα που της έλειπαν. Την ώρα αυτή που ετοιμαζόταν να στήσει το δικό της σπιτικό, να φτιάξει τη δική της οικογένεια χρειαζόταν όσο ποτέ άλλοτε, τις συμβουλές της μητέρας της, το γέλιο και την αισιοδοξία του πατέρα της, τα χαμόγελα των αδελφιών της. 
  Έφτασε ως τον ξύλινο φράχτη που οριοθετούσε τον χώρο, τον έπιασε δυνατά με τα χέρια της, πάτησε στην χαμηλότερη τάβλα και σήκωσε το λεπτό κορμί της ψηλά, σαν να ήθελε να αποφύγει κάποιο εμπόδιο που δεν την άφηνε να δει αυτό που περισσότερο απ΄ οτιδήποτε επιθυμούσε εκείνη τη στιγμή. Το νυφικό της, σύρθηκε και αυτό μαζί της, το γείσο του ακουμπούσε ακόμα στο γρασίδι, θα λερωνόταν αλλά δεν την ένοιαζε, μόνη της το είχε διαλέξει, με λεπτή δαντέλα που της θύμιζε όλα εκείνα τα όμορφα κεντήματα, με τα οποία η μητέρα της στόλιζε το σπίτι τους, μόνη της τα έφτιαχνε, της άρεσαν οι δαντέλες, οι λευκές χειροποίητες, τέτοιες διάλεξε κι εκείνη να την στολίζουν την ημέρα του γάμου της.

  Κι από εκεί, λίγο ψηλότερα μόνο, μπόρεσε να δει το σπίτι της. Μοναχικό να στέκει στην πλαγιά του λόφου, με τα λίγα θεόρατα δέντρα να ακουμπούν πάνω του, να ρίχνουν τη σκιά τους στη κεραμιδένια σκεπή του, να το κρατούν δροσερό το καλοκαίρι και να το προστατεύουν τον χειμώνα. Τον φράχτη, ίδιο με αυτόν που κρατούσε τώρα δυνατά με τα δυο της χέρια, να το περιστοιχίζει ολόγυρα, κρατώντας τα ζώα τους, που γύριζαν ελεύθερα, μακριά από τον μπαξέ με τα κηπευτικά τους.

  Την ημέρα εκείνη έλειπε, είχε κοιμηθεί στο σπίτι της αγαπημένης της ξαδέλφης, μετά το μεσημεριανό θα την γύριζαν σπίτι της. Ήταν τυχερή, έτσι της είπε η θεία της, καθώς τα δάκρυα έτρεχαν ασυγκράτητα στο πρόσωπό της, δεν ήταν ανάμεσά τους, γλίτωσε από το κακό που τους βρήκε, έτσι της έλεγε όπως τη έσφιγγε μέσα στην αγκαλιά της, την πονούσε, της το είπε με παράπονο στη φωνή, αλλά εκείνη δεν άκουγε, σώπασε, κατάλαβε, το ένιωσε ότι το κακό που την είχε βρει ήταν μεγαλύτερο. Την κράτησε όλη την ημέρα δίπλα της, όλοι σιγοψιθύριζαν, κάποιοι από αυτούς που μαζεύτηκαν στο μικρό καθιστικό τους ήλθαν κοντά της να την αγκαλιάσουν, μα κανένας δεν της έλεγε τι είχε συμβεί, μόνο έκλαιγαν, βουβά, παραπονεμένα. Έκλαιγε κι εκείνη, δεν ήξερε ακριβώς γιατί, αλλά έκλαιγε.  Καταλάβαινε πολλά περισσότερα δίχως να χρειαστεί να της μιλήσει κανένας. Κάποια στιγμή τόλμησε να ζητήσει τη μάνα της, τα αναφιλητά πύκνωσαν απ΄ όλους εκείνους που είχαν μαζευτεί εκεί μέσα, έγιναν ποτάμι και την έπνιξαν, μέσα από τον θρήνο άκουσε κάποιον να καταριέται του Αμερικάνους που την σκότωσαν, όλους τους σκότωσαν, μια μόνο βόμβα έπεσε από τον ουρανό, κανένας τους δεν γλίτωσε, όλα διαλύθηκαν, να μην φοβάται την παρηγορούσε η θεία της, δεν θα την άφηναν μόνη της, θα έμενε εκεί, μαζί τους, εκείνη θα την μεγάλωνε, ήταν κόρη της αδελφής της, μα εκείνη δεν ήθελε, ήταν μόλις επτά χρονών, ήθελε να πάει στο σπίτι της, στους δικούς της ανθρώπους, στα αδέλφια της, έκλαψε, τα δάκρια και ο πόνος την βασάνιζαν για ώρα, μέχρι αργά το βράδυ, μέχρι που έπεσε σε έναν βαθύ, μακάριο ύπνο, και τότε τους είδε για μια ακόμα φορά, τα μικρότερα αδέλφια της χαρούμενα να παίζουν, τον πατέρα της με την καλοσιδερωμένη στολή του, που πριν λίγους μήνες μόλις φόρεσε και τη μάνα της, με το πιο γλυκό χαμόγελο, να την αφήνει από την αγκαλιά της δίνοντας της ένα τελευταίο φιλί, όπως έκανε κάθε πρωί όταν την τραβούσε από το κρεβάτι για να ξυπνήσει.
  Το άλλο πρωί για μια στιγμή ξεγελάστηκε, νόμισε ότι θα βρισκόταν στην κουζίνα τους και θα τους άκουγε όλους να μιλάνε δυνατά, να κάνουν φασαρία και εκείνη να τους μαλώνει, δεν της άρεσε η φασαρία ούτε και τώρα την αντέχει, αλλά βρισκόταν στο ξένο σπίτι, ησυχία επικρατούσε, όλοι κοιμούνταν, έπνιξε τα αναφιλητά της μέχρι που την πήρε και πάλι ο ύπνος. 

  Σε λίγες μέρες την πήγαν να δει σπίτι της, έτσι τους συμβούλεψε η ψυχολόγος που ήλθε, για να αισθανθεί οριστικά ότι όλα είχαν τελειώσει, μα τι σκληρές καρδιές ήταν αυτές που σε καθοδηγούν με αυτόν το τρόπο, δεν υπήρχε τίποτα, όλα είχαν καεί, στη θέση τους το μόνο που μπόρεσε να δει, εκεί που άλλοτε έστεκε το σπιτάκι τους, ήταν μαύρα αποκαΐδια  και τα κλαδιά των δέντρων να έχουν γείρει πάνω του, καμένα και αυτά, να σκεπάζουν τον χώρο, σαν θλιβερό σάβανο της χαμένης της πια ζωής.

  Αργότερα έμαθε ότι την ημέρα εκείνη περνούσε από εκεί κοντά ο πατέρας της με έναν συμπολεμιστή του, ζήτησε να κάνουν μια μικρή στάση, μόνο για λίγο, ήθελε να δει τη γυναίκα του, το καμιόνι στάθηκε έξω από τον φράχτη, προτού προλάβει να μπει στο σπίτι τους, η μάνα της το είδε από το παράθυρο και βγήκε έξω, τον αγκάλιασε εκεί στη είσοδο του σπιτιού τους, ενώ τα μικρά τους μαζεύτηκαν γύρω τους. Τότε το εχθρικό αεροπλάνο, κανένας δεν πρόλαβε να το δει, σημάδεψε το καμιόνι, αυτό ανατινάχτηκε μαζί με τα πολεμοφόδια που κουβαλούσε, η έκρηξη ήταν σφοδρή, τίποτα δεν έμεινε όρθιο, η φωτιά που ακολούθησε αποτελείωσε ότι απέμεινε. Ο άλλοτε αγαπημένος της τόπος, έμεινε έτσι για πολύ καιρό, κανένας δεν τον πλησίασε ξανά από την ώρα που τα συνεργεία του στρατού μάζεψαν ότι είχε απομείνει από τα διαμελισμένα κορμιά της οικογένειας της. Ούτε κι εκείνη τον επισκέφτηκε ποτέ ξανά. Μετά έμαθε ότι όλη η περιοχή είχε μολυνθεί από τις βόμβες εμπλουτισμένες με ουράνιο που έριχναν σε κάθε στόχο που όριζαν οι ξένοι πιλότοι.

  Ήλθε στη Θεσσαλονίκη αμέσως μετά τις σπουδές της, βρήκε δουλειά και νοίκιασε ένα μικρό δυάρι, στο πρώτο όροφο μια πολυκατοικίας σε μια πυκνοκατοικημένη γειτονιά στην Αγίου Δημητρίου κοντά. Την εξοχή την απέφευγε. Ένιωθε πιο ασφαλής στη στενάχωρη γειτονιά της, που γυρίζοντας το κεφάλι της προς τα πάνω δυσκολευόταν να δει τον ουρανό. Τώρα όμως έπρεπε να ξεχάσει όλα εκείνα που πλήγωναν την ψυχή της. Έπρεπε να τα αφήσει πίσω, να προχωρήσει στη ζωή της.

«Αγάπη μου, τι κάνεις εδώ; Σε πείραξε κάτι;»

  Εκείνη γύρισε το πρόσωπό της, τον είδε που την πλησίαζε και του χαμογέλασε, κατέβηκε με προσοχή και έπεσε στην αγκαλιά του.

«Όχι, όλα καλά, αγάπη μου! Μα ακόμα μου λείπουν, ήθελα μόνο να τους έχω εδώ μαζί μου, δίπλα μου και τα δάκρυα που έχυσα γι΄ αυτούς να είναι χαράς, μόνο χαράς. Για μια στιγμή ένιωσα ότι τους είδα, ο φράχτης μου θύμισε το σπίτι μας, ναι, τους ένιωσα! Περίεργο, πολύ λίγα πράγματα θυμάμαι πια, αλλά για μια στιγμή ένιωσα ότι ήταν εδώ, μαζί μου.»

«Έλα πάμε, ο φωτογράφος μας περιμένει. Μην στενοχωριέσαι! Τώρα είμαι εγώ εδώ, δίπλα σου, τίποτα δεν θα μας χωρίσει.»

  Έπιασε το χέρι του, το έσφιξε δυνατά σαν να φοβόταν να μην τον χάσει και τον ακολούθησε. Την αγαπούσε το ήξερε, κι αυτή το ίδιο, μα όσο κι αν φοβόταν το άγνωστο που το μέλλον κρύβει μέσα του, εκείνη την ώρα ξόρκιζε με σιγουριά οτιδήποτε θα μπορούσε να την πληγώσει ξανά. 

Αυτή είναι η συμμετοχή μου, στην μίνι συγγραφική σκυτάλη#2 του 2021, που οργανώνει με πάθος η Μαίρη από το μπλοκ ΓΙΗΝΗ ΜΑΤΙΑ και την ευχαριστώ για την όλη προσπάθεια της.




   


Πέμπτη 22 Μαρτίου 2018

Ως ελάχιστη θύμηση!

  Ξημερώνει. Από τη νύχτα βρίσκομαι στο πολυβολείο, το οποίο την προηγούμενη νύχτα, είχαμε αποκαλύψει η ομάδα θέσης. Κοιτάς ευθεία μπροστά, αν στη θάλασσα έχουν εμφανιστεί τα εχθρικά πλοία με την ημισέληνο. Καθαρός ο ορίζοντας. Ούτε κανένα αεροπλάνο ακούστηκε. Όλη τη νύχτα περιμέναμε. Ξέραμε ότι αν συμβεί κάτι θα έπρεπε να μείνουμε εκεί. Για εμάς δεν υπάρχει οπισθοχώρηση. Δεν υπάρχει σχέδιο δεύτερης αμυντικής γραμμής. Βρισκόμαστε σε ένα από τα νησιά της ανατολικής Ελλάδας, στα σύνορα με την Τουρκία. Πολεμάς και νικάς ή πέφτεις εκεί. Πολεμάς με το όπλο που σου εμπιστεύτηκε η πατρίδα  για την οικογένεια σου, που είναι εγκλωβισμένη στον τόπο της, το νησί σου, την Πατρίδα σου.  Είμαστε εθνοφύλακες μαζί με τους έφεδρους και τους φαντάρους από όλη την Ελλάδα. Θα πολεμήσουμε εκεί στην πρώτη γραμμή διότι πίσω μας, βρίσκεται το σπίτι μας, και πίσω από το σπίτι μας η θάλασσα,  το ελληνικό Αιγαίο. Κι εμένα, εσένα, τον γείτονα μου, μας επέλεξε η μοίρα, εκείνη την ημέρα να βρισκόμαστε εκεί.  Δεν χρειαζόμαστε ούτε αποδείξεις εθνικοφροσύνης, ούτε να ωρυόμαστε εναντίον κανενός, διότι, απλά είμαστε εκεί. (   Μάρτης 1987 -  Ιανουάριος 1996 )

  Η σκέψη μου πάντα βρίσκεται κοντά σε εκείνους, που επέλεξαν να μένουν στα ακριτικά νησιά μας, από τη Σαμοθράκη ως το Καστελόριζο. 

Μπορεί εμείς σήμερα, που κατοικούμε στη μεσόγεια Ελλάδα να φιλοσοφούμε επί διαφόρων, να ανταγωνιζόμαστε σε πατριωτικές κορώνες και εύκολες θυσίες, αλλά κάποιοι άλλοι θα ξυπνήσουν στα ορύγματα, της πρώτης γραμμής. Κάθε ημέρα που ξημερώνει για αυτούς, ειδικά σήμερα που η Τουρκία, μας δίνει καθαρά το σήμα, ότι διεκδικεί χώρο του Αιγαίου, είναι και μια ημέρα ειρήνης την οποία θέλουν να ζήσουν.

Ξορκίζουν τον πόλεμο, δεν τον θέλουν δεν θα τον αρνηθούν όμως αν τους επιβληθεί


  Εκνευρίζονται με όλους εκείνους τους πατριδοκάπηλους που "πολεμούν" από τις τηλεοράσεις ή από το πληκτρολόγιο  του Η/Υ τους, πίνοντας και καμιά φραπεδιά. Οι νησιώτες ξέρουν πολύ καλά, ότι μέχρι να παρουσιαστούν αυτοί στα κέντρα επιστράτευσης, στον τόπο τους, όλα θα έχουν κριθεί. Μόνος σύμμαχος τους, οι Ένοπλες Δυνάμεις μας. Τις οποίες εμπιστεύονται διότι καθημερινά βρίσκονται δίπλα τους. Από τους πολιτικούς έχουν δίκαια παράπονα. Απομόνωση τον χειμώνα, κατάργηση των φορολογικών πλεονεκτημάτων, κατάργηση κάθε κινήτρου για να ζεις εκεί, στους ακριτικούς βράχους του Αιγαίου. Από τους πολιτικούς ζητούν, με κάθε τρόπο να εξασφαλίζουν την Ειρήνη. Με κάθε τρόπο, με οποιοδήποτε δόγμα, δεν τους ενδιαφέρει ο τρόπος, δεν τους ενδιαφέρει αν θα είναι με πολιτικά μέσα ή δια της στρατιωτικής ισχύος. Την Ειρήνη θέλουν και μόνο αυτή. 

Αυτά τα λίγα, σήμερα που ο ουρανός γκριζάρει επικίνδυνα ( παραμονές της 25ης Μαρτίου ), ως ελάχιστη θύμηση, στους συμπατριώτες μου, που παραμένουν εκεί για να φυλάνε τις σημερινές μας Θερμοπύλες!!!!

Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2017

Άθος, ο δασονόμος και Νίκη

14 Σεπ 2017

Τις προάλλες βρέθηκα δίπλα σε μία παρέα ηλικιωμένων Ποντίων. Όλοι τους κατοικούσαν στα γύρω μικρά, ορεινά χωριά της περιοχής μου. Κουβέντα στην κουβέντα, ανακάλυπταν συγγένειες που τους συνέδεαν, κοινές καταγωγές, κοινές φιλίες. Επανάφεραν μνήμες σκληρές, ακούσματα των γονιών και των παππούδων του, των χρόνων του ξεριζωμού. Μίλησαν για το εδώ χωριό τους στο οποίο εγκαταστάθηκαν οι πρόγονοι τους, ξαναστήνοντας τη ζωή τους, για τα ανέμελα παιδικά τους χρόνια, για τον πόλεμο, για τον εμφύλιο, για τους φίλους και τους συγγενείς που χωρίστηκαν στα αντίπαλα στρατόπεδα, για κάποιους απ΄ τους ηττημένους που τους είδαν μετά από πολλά χρόνια, όταν επιτέλους η πατρίδα τους επέτρεψε να επιστρέψουν. Θυμήθηκαν εκείνον τον αριστερό, παιδί ακόμα, που κυνηγημένος πυροβολήθηκε στο πόδι, από τις κυβερνητικές δυνάμεις για να τον συλλάβουν. Μίλησαν για τα χρόνια της ξενιτιάς στη Γερμανία και για τη σκληρή βιοπάλη αυτών που παρέμειναν εδώ.
Απίστευτα για μας γεγονότα, σε τελείως διαφορετικές συνθήκες, μέσα από τις οποίες οι άνθρωποι μάθαιναν τους κανόνες της ζωής και της επιβίωσης. 

Την ίδια περίοδο διάβασα τα βιβλία της  Μαρίας Στεφανίδου, "Άθος, ο Δασονόμος" και του Χρήστου Χωμενίδη, "Νίκη". Και στα δύο ιστορικά μυθιστορήματα, παρακολουθούμε δύο ιστορίες, που διαδραματίζονται στην πατρίδα μας, την ίδια εποχή περίπου. 

Στο βιβλίο της Στεφανοπούλου, φαινομενικά πρωταγωνιστής είναι ο Άθος, ένας δασονόμος στα Καλάβρυτα, ο οποίος ζει μια ήσυχη ζωή, μέχρι την ημέρα του τραγικού ολοκαυτώματος. Επιβιώνει(!) από τη σφαγή χάνοντας όμως το γιο του, απομονώνεται στα γύρω βουνά τα οποία γνωρίζει πολύ καλά, ζει τον εμφύλιο ως ουδέτερος, ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις, ζει την μετα-εμφυλιοπολεμική Ελλάδα. Στην πραγματικότητα όμως, η πρωταγωνίστρια είναι η εγγονή του η Λευκή, η οποία ξαναζεί στα ίδια μέρη που θα ζούσε ο παππούς της, αν πράγματι κατόρθωνε να επιβιώσει από την ομαδική σφαγή των Καλαβρύτων τον χειμώνα του 1943. Εργάζεται στην πόλη, περπατά στα βουνά στα οποία εργαζόταν ο παππούς της ο Άθος, συγχρωτίζεται με όλα εκείνα που ανασυνθέτουν την ύπαρξη του Άθου σε συνδυασμό με την ιστορία της περιόδου εκείνης.
Η Λευκή νιώθει βαρύ το φορτίο της ιστορίας, που "κτύπησε" τη δική της οικογένεια. "Μόνο αν υπάρξω ως Άθος θα λυτρωθώ" λέει. Πεθαίνει νέα, στα 51 της. Μέχρι του τέλους της ζωής της αναζητά τη λύτρωση. Ταύτισε τη ζωή της, με αυτή της αρχαίας τραγικής πρωταγωνίστριας, της Αντιγόνης, η οποία " ένιωθε της Ελευθερία και βρήκε το σθένος αυτή η κοπέλα να αγωνιστεί εναντίον της παντοδυναμίας του πεπρωμένου, άσχετα αν αυτό έγινε το τίμημα της ζωής της.... Αναγεννιόμαστε μέσα από τις στάχτες μας φτάνει κάποιος να θυσιαστεί."

Στο βιβλίο του Χωμενίδη, πρωταγωνίστρια είναι η Νίκη. Οι γονείς της κορυφαία μέλη του παράνομου Κομμουνιστικού Κόμματος. Αυτή ζει ευτυχισμένες ημέρες με την αστή γιαγιά της αλλά και ημέρες παρανομίας με τους γονείς της, προετοιμάζεται για τον σοσιαλιστικό παράδεισο, ερωτεύεται και ουσιαστικά αναθεωρεί όλα όσα είχε μάθει μέχρι τότε.
  Ξεκινώντας το βιβλίο, ο Χωμενίδης γράφει: "Για να απελευθερωθείς από το 

παρελθόν πρέπει να το γνωρίσεις.
" και προς το τέλος του μυθιστορήματος ξαναγράφει: "Το παρελθόν μας ανήκει - δεν του ανήκουμε."
Και στα δύο μυθιστορήματα, ο συγγραφέας , βάζει τον πρωταγωνιστή του, να αγωνίζεται να σπάσει τα δεσμά που τους συνδέουν με το παρελθόν των προγόνων τους. Παρελθόν δύσκολο, που στους περισσότερους από εμάς φαντάζει απίστευτα σκληρό, παρελθόν στο οποίο οι άνθρωποι φανατίζονταν για μια ιδεολογία, αφιέρωναν τη ζωή τους σε αυτή, εχθρεύονταν ή ανέχονταν το διπλανό τους ανάλογα. Παρελθόν, στο οποίο ο λαός μας βίωσε αιματηρούς πολέμους, πείνα, φόβο, ομαδικές εκτελέσεις, έναν αδελφοκτόνο εμφύλιο αλλά και την αποφασιστικότητα του να αντισταθεί στους κατακτητές, την αποφασιστικότητα του να σηκώσει και πάλι κεφάλι.

Σήμερα, στους περισσότερους, όλα εκείνα, παρά τις δυσκολίες που βιώνουμε λόγω της οικονομικής ( και πολιτικοκοινωνικής κρίσης ) μας φαίνονται πολύ μακρινά. Σίγουρα υπάρχουν κι εκείνοι, που νιώθουν, το χρέος της ιστορίας ακόμα βαρύ στους ώμους τους. Συνάνθρωποι μας, οι οποίοι αγωνίζονται να αποδεσμευτούν από αυτά τα δεσμά, δίχως να απαρνιούνται την ιστορία. Όπως θα αναρωτιόταν και ο Χωμενίδης, άραγε αφήνουν αυτό το παρελθόν να τους λυγίσει;
Η Λευκή της Στεφανοπούλου φαίνεται ότι δεν τα κατάφερε. Ο ιστορικά τραγικός θάνατος του παππού της, ο τρόπος που μεγάλωσε, δίπλα στη μητέρα και τη γιαγιά της, που κουβαλούσαν το δικό τους "Γολγοθά", την έκλεισαν μέσα στον κύκλο της ιστορίας και περιστρεφόμενη σε αυτόν από τα αναπάντητα ιστορικά ερωτήματα που κουβαλά ο καθένας μέσα του, έμεινε με τα δεσμά της ως το τέλος.
Η Νίκη του Χωμενίδη, φαίνεται ότι τα κατάφερε. Ιδεολόγοι κομμουνιστές οι γονείς της, ταγμένοι στον αγώνα τους, ως ένα σημείο σίγουροι για την επικράτηση του δικού του ιδεατού κόσμου, δεσμεύουν την κόρη τους σε αυτόν τον αγώνα. Μεγαλώνει πιστεύοντας, ότι μια μέρα θα τη δεχθούν τα καλύτερα πανεπιστήμια της Μόσχας, ότι ο νέος κόσμος θα είναι δίκαιος, όμορφος. Ο έρωτας όμως, στο τέλος στέκεται πάνω απ΄ όλα αυτά, πιο δυνατός και μαζί με την πραγματικότητα που ελεύθερη πια ζει η Νίκη, τη βοηθούν να σπάσει τα δικά της δεσμά.

Και τα δύο βιβλία τα απόλαυσα. Στο τέλος όμως η πλάστιγγα έγειρε υπέρ του βιβλίου, της Μαρίας Στεφανοπούλου. Ο Άθος, ο δασονόμος, θα έλεγα ότι μου έδινε απαντήσεις στα παράλληλα ερωτήματα που συνεχώς δημιουργούνταν στο μυαλό μου, καθώς το διάβαζα.

 Ειδικά στο τελευταίο του κεφάλαιο, όπου η κόρη της Λευκής αναλαμβάνει να μαζέψει όλο το υλικό που άφησε πίσω η μάνα της, φάνηκε καθαρά, ο "απελπισμένος αγώνας" της Λευκής, για να κερδίσει την ελευθερία της από το βάρος της οικογενειακής της ιστορίας. Αλλά το βιβλίο "διαπραγματεύεται" και πολλά άλλα ζητήματα. Την ηθική του πολέμου: " Ο πόλεμος, κάθε πόλεμος, είναι απεχθής και δε θα έπρεπε να εξυμνείται. Μοναδικός του στόχος είναι το σφαγείο. ". " Δεν πιστεύω στην καταστροφή του κόσμου ή μιας χώρας εξαιτίας του πολέμου. Υπάρχει όμως η καταστροφή μιας ή πολλών ατομικών ζωών και των επιγόνων τους με αφορμή έναν πόλεμο." Τον ηρωισμό: "Όταν είσαι ο νικητής, ο ηρωισμός είναι οι ωραίες πράξεις. Αλλά όταν έχεις ηττηθεί και πρέπει να βρεις τη δύναμη να αντικρίσεις την κατάσταση σου και να την ελέγξεις, ο ηρωισμός αναδεικνύεται μια δύναμη εχθρική, επικίνδυνη, που σε παραλύει - ένας Μολώχ." Τη μεταμόρφωση της νίκης της αριστεράς ( ΕΑΜ ) σε ήττα του Δημοκρατικού στρατού: " Και τότε, στο θρίαμβο των νικητών ( ΕΑΜ * ), που δεν είναι νικητές, και στην ταπείνωση των ηττημένων ( αυτών που συντάχθηκαν με τους κατακτητές *), που δεν είναι ηττημένοι.... " Τον εμφύλιο: " Ξετυλίχθηκε πάντως σαν μια ολοκληρωμένη πράξη τραγωδίας. Και οι δύο πλευρές, αν όχι περισσότερο οι ηττημένοι, εξαναγκάστηκαν να πολεμήσουν. " Τα ισχυρά διλήμματα των μαχητών του Δημοκρατικού στρατού: "Είχα δεχθεί λοιπόν την προσωπική μου καταδίκη, αλλά όχι τον καινούριο αυτόν πόλεμο ανάμεσα σε αριστερούς και δεξιούς Έλληνες. Και ωστόσο ήμουν υποχρεωμένη να εμψυχώνω πολιτικά και ιδεολογικά τους μαχητές του τάγματος." Αριστερά και παιδεία: "Μην ξεχνάτε ότι οι αριστεροί αγαπούν τη μόρφωση όσο και τη δικαιοσύνη. Αριστερός γίνεσαι διαβάζοντας. Καλό είναι όμως να μη μένει μόνο στα δικά τους χέρια η παιδεία, γιατί θα κινδυνεύει να στραγγαλιστεί προκειμένου να ταιριάζει στα μέτρα και τα σταθμά τους."
Καλάβρυτα- χαρακτικό Σπύρος Βασιλείου
Όλη η μυθοπλασία του βιβλίου της Στεφανοπούλου, περιστρέφεται γύρω από τη σφαγή των Καλαβρύτων. Όλοι μας λίγο πολύ γνωρίζουμε για την πρακτική αυτή των Γερμανικών Ες-Ες, ως αντίποινα σε κάθε δράση των ανταρτών. Και οι περιοχές που επλήγησαν πάρα πολλές στην Πατρίδα μας. Κι εδώ η συγγραφέας, βάζει ένα ερώτημα. Ερώτημα στο οποίο οι επιζώντες συγγενείς των σφαγιασθέντων, οι γυναίκες και τα παιδιά τους, έχουν προ πολλού δώσει τη δική τους απάντηση. Πόσο υπεύθυνοι ήταν οι αντάρτες, όταν γνώριζαν ότι μετά από τις δικές τους νίκες θα ακολουθούσαν τα αντίποινα των Γερμανών; Ειδικά για τα Καλάβρυτα, προηγήθηκε μια ομαδική σφαγή διακοσίων αιχμαλώτων Γερμανών για να ακολουθήσει το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων. Έτσι είναι ο πόλεμος! λένε κάποιοι. Οι απώλειες των αμάχων είναι δευτερευούσης σημασίας λένε άλλοι, όταν κυρίαρχο διακύβευμα είναι υπερηφάνεια ενός λαού. Σήμερα μιλάνε απλώς για παράπλευρες απώλειες.

Δεν ξέρω τι παραπάνω να πω! Απλώς θεωρώ τη γενιά μου τυχερή, που δεν βίωσε πόλεμο. Απόλυτα τυχερή! 


* δικές μου σημειώσεις     

Ο φωτεινότερος φακός του κόσμου του Γιώργου Κασαπίδη

    Αν κάποιος θέλει να διαβάσει μια συλλογή διηγημάτων, για μια μικρή επαρχιακή πόλη, τη Δράμα (αλλά και άλλες περιοχές), με την αίσθηση το...