Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εμφύλιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εμφύλιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 26 Μαρτίου 2023

Το χιόνι των Αγράφων του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη

 

  Το χιόνι των Αγράφων είναι ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα, που
αναφέρεται σε ένα όχι και τόσο γνωστό επεισόδιο του Εμφύλιου, στα 1948. Τα γεγονότα είναι αληθινά, τα πρόσωπα υπαρκτά, ίσως θα μπορούσε να γραφεί ως ιστορικό δοκίμιο, ο Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης όμως, επέλεξε όλα τα τραγικά στα οποία αναφέρεται το έργο του, να τα παρουσιάσει με τον τρόπο, που μόνο η λογοτεχνία μπορεί.

  Το χιόνι των Αγράφων, ανήκουν στα αναγνώσματα, που με ενθουσιάζουν. Ιστορική μυθιστοριογραφία, που αφήνει πίσω της τους μεγάλους ηρωισμούς, με τους οποίους μεγαλώσαμε και παρουσιάζει στην σκληρότητα, την απολυτότητα και την ματαιότητα ενός πολέμου, πολύ περισσότερο αν αυτός είναι ένας αδελφοκτόνος εμφύλιος. Τα συναισθήματα που μου έβγαλε, ήταν θλίψη, πόνος και οργή

  Τώρα θα μου πείτε, πώς είναι δυνατόν να σου αρέσει τόσο, ένα μυθιστόρημα, όταν σε γεμίζει με τόσο αρνητικά συναισθήματα; Θα απαντούσα, ότι εδώ έγκειται η δύναμη της καλής λογοτεχνίας. 

  Κι όταν σας είπα ότι ένιωθα πόνο, για να σας δώσω ένα μέτρο, μετά από κάθε κεφάλαιο, αδυνατούσα να συνεχίσω, άφηνα το βιβλίο στην άκρη και το έπιανα και πάλι μετά από δυο - τρεις μέρες, όταν μέσα μου είχαν κάπως καταλαγιάσει όλα τα βαριά και ασήκωτα συναισθήματα που με είχαν κατακλύσει.

  Θλίψη, διότι αναλογίστηκα σε ποια Ελλάδα αναφέρεται η ιστορία αυτή. Μιας Ελλάδας βαθιά διχασμένης, ανάμεσα σε αυτούς που απλώς ονειρεύονταν έναν πιο δίκαιο κόσμο κι αυτούς, που όχι μόνο αρνούνταν να αποδεχτούν το όνειρό τους, αλλά τους ήθελαν τιμωρημένους στη γωνία, με πιστοποιητικά μετάνοιας ή εξορισμένους. Μιας Ελλάδας, που εξαιτίας του διχασμού αυτού, (ενός ακόμα διχασμού), έχασε άντρες και γυναίκες, δικά της παιδιά, που αντί να οικοδομούν μονιασμένα την κατεστραμμένη από τον Μεγάλο Πόλεμο χώρα μας, αυτά αλληλοεξοντώνονταν, αρχίζοντας από τον Δεκέμβρη του 44 ως τον Αύγουστο του 1949. Θλίψη, διότι σήμερα όλοι μας γνωρίζουμε, ότι ο Εμφύλιος θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, αν οι ηγεσίες και των δύο πλευρών μπορούσαν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να προτάξουν το συμφέρον της χώρας και των πολιτών της και όχι των ιδεολογημάτων ή των ισχυρών Προστατών της. Το έκανε η Ιταλία, το έκανε η Γαλλία, γιατί όχι κι εμείς;

  Έχω την σπάνια τύχη να μην κουβαλώ πίσω μου, καμία εμφυλιοπολεμική καταβολή, κανένα πρόγονο που να πολέμησε ή να σκοτώθηκε είτε από τη μία είτε από την άλλη πλευρά. Έχω όμως διαμορφώσει άποψη, γνωρίζω και τα στραβά και τα δίκαια και των δύο πλευρών και πιστεύω βαθιά μέσα μου, ότι ο Εμφύλιος έπρεπε να αποφευχθεί με κάθε τρόπο. Ούτε ηρωίδες βλέπω εγώ σε αυτόν, ούτε αντρειωμένους, μόνο ανθρώπους, τους οποίους μια άδικη ιστορική μοίρα τους έμπλεξε στη δίνη ενός πολέμου, του οποίου την οργή οι νεότερες γενιές αδυνατούν να καταλάβουν. Αναγνωρίζω όμως, ότι όλοι εκείνοι που βρέθηκαν να πολεμούν στα απέναντι χαρακώματα, είχαν τα δικά τους πιστεύω και οράματα, αλίμονο αν δεν ήταν έτσι, τα οποία όμως η ιστορική συνέχεια κατέδειξε σε όλους μας, ότι μπορούσαν να γίνουν διαφορετικά τα πράγματα στη χώρα μας. Όχι απλώς διαφορετικά, πολύ καλύτερα για όλους μας. 

  Οργή, διότι γνώρισα ένα κομματικό ηγέτη εμπαθή, που δεν γνώριζε κανέναν ηθικό ή ανθρωπιστικό φραγμό, να παίρνει στον λαιμό του 1300 νέους ανθρώπους από την περιοχή των Αγράφων, φτιάχνοντας το τάγμα των Άοπλων της Ρούμελης, για να το οδηγήσει στα βουνά της Δυτικής Μακεδονίας, με μικρή στρατιωτική συνοδεία, όπου είχε την έδρα του ο Δημοκρατικός στρατός. Σε μία πορεία σαράντα και πλέον ημερών, το τάγμα αποδεκατίζεται, κατορθώνει να περισώσει μόνο το ένα τέταρτο των δυνάμεων του, το οποίο βέβαια κι αυτό, μόνο μικρή βοήθεια μπορούσε να προσφέρει πλέον. Πρόκειται για τον Γιώργιο Γούσια, ο οποίος αντί να ξηλωθεί για την ανικανότητα του, προάχθηκε ως ανώτερος στρατιωτικός διοικητής του Δημοκρατικού Στρατού, όταν ο Μάρκος, έπεσε στη δυσμένεια του παντοδύναμου Ζαχαριάδη. Ανήκε όπως καταλαβαίνετε, στον πιστό κομματικό πυρήνα που ήθελε να τα ελέγχει όλα. Σε αντίθεση με πλήθος άλλων πιστών στρατιωτών, όχι όμως πιστών κομματικών, οι οποίοι εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Αναφέρω μόνο δύο ονόματα, όποιος θέλει ας τα ψάξει: Γιώργος Γιαννούλης, Γιώργος Γεωργιάδης. Το πόσο μικρός άνθρωπος ήταν ο αρχικαπετάνιος Γιώργος Γούσιας, φαίνεται και στο γεγονός της συμπεριφοράς του απέναντι στις γυναίκες, τους στρατιώτες του, τους οποίους ουδόλως υπολόγιζε και στις εκκαθαρίσεις κάθε ενός επιτελάρχη του, που τολμούσε να του φέρει την ελάχιστη αντίρρηση. 

 Το μυθιστόρημα του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη, αναγνωστικά το χωρίζω σε τρία νοητά τμήματα:

1ον: Στους νέους και νέες (25 γυναίκες για κάθε 75 άντρες) που εντάχθηκαν στο τάγμα. Οι περισσότεροι από αριστερές οικογένειες, με ισχυρό ιδεολογικό υπόβαθρο. Κάποιοι για να γλιτώσουν από τους παρακρατικούς, κάποιοι λίγοι εξαιτίας της υποχρεωτικής επιστράτευσης τους. Χάθηκαν σε αυτήν την πρωτάκουστη πορεία, μέσα στην παγωνιά του χειμώνα, στα νερά της Κάρλας και του Πηνειού, στις συνεχείς ενέδρες των κυβερνητικών δυνάμεων και την ανικανότητα αυτών που τους οδηγούσαν.

2ον: Στις ιστορίες των ανθρώπων οι οποίοι αποστάτησαν κατά τη διάρκεια της πορείας, ή εκτελέστηκαν εξαιτίας των παρανοϊκών σχεδιασμών του Γούσια.

3ον: Στον ίδιο τον Γούσια, ένα άνθρωπο ανάξιο για τη θέση που κατείχε, μικρόψυχο, δίχως καμία στρατιωτική εκπαίδευση, αλαζόνα εκ της θέσεως του, βιαστή και αγνώμων. 

  Κλείνοντας θα ήθελα να πω, πόσο σημαντικό είναι, να βλέπουμε νέους συγγραφείς, όπως τον Παπαμάρκου με το Γκιακ και τον Χατζημωυσιάδη με το Χιόνι των Αγράφων, να γράφουν με έναν άλλο τρόπο, για γεγονότα που κάποτε τα είχαμε επενδύσει με το περίβλημα των ύψιστων ηρωικών πράξεων. Η ματιά των συγγραφέων είναι πιο οξυδερκής, δεν ξεγελιέται από κομματικές ή "εθνικές" επιταγές, βλέπουν καθαρά την οδύνη και τα στραβά ενός πολέμου, μένουν στον άνθρωπο, τον άνθρωπο θύμα των καταστάσεων, αποκαλύπτουν καλά κρυμμένες αλήθειες, έχουν εκμαιεύσει και στη συνέχεια μεταφέρουν σε εμάς τις ιστορίες αυτών που έζησαν από κοντά τα γεγονότα. Διότι δεν μας είναι επαρκείς πλέον οι επιστημονικές ή οι στρατευμένες ιστοριογραφίες. Κι αυτή η νέα γραφή είναι σημαντική, διότι μας δείχνει ότι κάτι αλλάζει στον Λαό αυτόν, ίσως επιτέλους χειραφετείται, ίσως δεν πιστεύει πλέον σε θαύματα, προστάτες, σωτήρες και ήρωες.  

  Κι αν είναι όντως έτσι, τότε αυτό είναι ένα πραγματικά παρήγορο σημάδι, στους δύσκολους καιρούς που ζούμε. 

Η Λέσχη Ανάγνωσης Δράμας, έχει την ευτυχή συγκυρία, αυτόν τον Μάρτη να κλείνει 15 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας με την ανάγνωση 130, κατά κύριο λόγο εξαιρετικών βιβλίων. Την 130ή λοιπόν συνάντησή μας, κατ' εξαίρεση, την κάναμε πλαισιώνοντας την παρουσίαση του μυθιστορήματος του  Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη, Το χιόνι των Αγράφων, στην Δράμα. Η φωτογραφία από την παρουσίαση, αριστερά ο συγγραφέας ο οποίος μας μίλησε από καρδιάς για την όλη σύλληψη και γραφή του έργου του και δεξιά, ο εξαίρετος Χρήστος Σπυρόπουλος, ο οποίος έκανε την παρουσίαση του μυθιστορήματος.

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2021

Ο Τάσος Λειβαδίτης στη Μακρόνησο.

  Ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης, ποτέ δεν δέχθηκε να κρατήσει όπλο στα χέρια του. Ακόμα κι έτσι όμως, δεν γλίτωσε από την βαρβαρότητα των συνεπειών του εμφυλίου και το 1948 συλλαμβάνεται και εξορίζεται. 

tasos-leivaditis
Τάσος Λειβαδίτης (1921-1988)
  Στ
ο σημερινό μου αφιέρωμα θα ασχοληθώ μόνο με μία στροφή που έγραψε, στην μαρτυρική Μακρόνησο. Στον γυμνό από κάθε δέντρο τόπο, δίχως καμία υποδομή ή τρεχούμενο νερό, έναν βράχο στη θάλασσα μέσα, ο ποιητής από το καλοκαίρι του 1949 έζησε με τους χιλιάδες άλλους συγκρατούμενους του, το ζοφερό κλίμα που δημιουργούσαν οι φύλακες τους με μόνο σκοπό να τους πείσουν να υπογράψουν την περίφημη δήλωση μετάνοιας για να απαλλαγούν από τις απαράδεκτες συνθήκες κράτησης τους. Σίγουρα έζησε τον απόηχο των τραγικών συμβάντων του Φλεβάρη του 1949, όπου εκατοντάδες αριστεροί φαντάροι, που βρίσκονταν εκεί, στασίασαν με αποτέλεσμα τον θάνατο 17 εξ αυτών σύμφωνα με τις επίσημες αρχές.
   Εκεί λοιπόν, ο Τάσος Λειβαδίτης, ζώντας στον φόβο, αρνούμενος όμως να συμβιβαστεί αλλά και φανερώνοντας τα βαθιά ανθρωπιστικά του ιδεώδη, γράφει τους παρακάτω στίχους προς τον φαντάρο δεσμοφύλακα του, στον οποίον πιθανόν κάποτε να δινόταν η διαταγή να στρέψει το όπλο, εναντίον του ποιητή.
Κι όταν σου πουν να με πυροβολήσεις 
χτύπα με αλλού 
μη σημαδέψεις την καρδιά μου.
Κάπου βαθιά της ζει το παιδικό σου πρόσωπο.
Δεν θάθελα να το λαβώσεις.
  Δεν ξέρω, αλλά εμένα τα παραπάνω λόγια του ποιητή, με συγκίνησαν. Νιώθω τον ποιητή να απορεί με την όλη κατάσταση, να μην μπορεί να καταλάβει γιατί πρέπει οι νέοι άνθρωποι -και από τις δυο πλευρές- να υπόκεινται σε ένα τέτοιο μαρτύριο, γιατί πρέπει οι μεν να είναι θύτες και οι δε θύματα. Αισθάνεται τις συνέπειες μιας τέτοιας πράξης πέρα από τον προφανή θάνατο του εξόριστου αγωνιστή και στον τραυματισμό της ψυχής του νέου, που βρίσκεται απέναντι του, με το όπλο στο χέρι.

ΥΓ: Στην έρευνα μου διαπίστωσα ότι υπάρχουν εκατοντάδες εγγραφές για τον Τάσο Λειβαδίτη. Πολλές είναι από νέους ανθρώπους, αγαπημένος ποιητής για την νεολαία λένε, πολλοί στέκουν και στον ερωτικό του λόγο ( σπουδαίος κατά την άποψη μου). Εμένα όμως με φόρτισε το παραπάνω, το τόσο μικρό σε λέξεις αλλά τόσο βαθιά ανθρώπινο ποίημά του

 

Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2017

Άθος, ο δασονόμος και Νίκη

14 Σεπ 2017

Τις προάλλες βρέθηκα δίπλα σε μία παρέα ηλικιωμένων Ποντίων. Όλοι τους κατοικούσαν στα γύρω μικρά, ορεινά χωριά της περιοχής μου. Κουβέντα στην κουβέντα, ανακάλυπταν συγγένειες που τους συνέδεαν, κοινές καταγωγές, κοινές φιλίες. Επανάφεραν μνήμες σκληρές, ακούσματα των γονιών και των παππούδων του, των χρόνων του ξεριζωμού. Μίλησαν για το εδώ χωριό τους στο οποίο εγκαταστάθηκαν οι πρόγονοι τους, ξαναστήνοντας τη ζωή τους, για τα ανέμελα παιδικά τους χρόνια, για τον πόλεμο, για τον εμφύλιο, για τους φίλους και τους συγγενείς που χωρίστηκαν στα αντίπαλα στρατόπεδα, για κάποιους απ΄ τους ηττημένους που τους είδαν μετά από πολλά χρόνια, όταν επιτέλους η πατρίδα τους επέτρεψε να επιστρέψουν. Θυμήθηκαν εκείνον τον αριστερό, παιδί ακόμα, που κυνηγημένος πυροβολήθηκε στο πόδι, από τις κυβερνητικές δυνάμεις για να τον συλλάβουν. Μίλησαν για τα χρόνια της ξενιτιάς στη Γερμανία και για τη σκληρή βιοπάλη αυτών που παρέμειναν εδώ.
Απίστευτα για μας γεγονότα, σε τελείως διαφορετικές συνθήκες, μέσα από τις οποίες οι άνθρωποι μάθαιναν τους κανόνες της ζωής και της επιβίωσης. 

Την ίδια περίοδο διάβασα τα βιβλία της  Μαρίας Στεφανίδου, "Άθος, ο Δασονόμος" και του Χρήστου Χωμενίδη, "Νίκη". Και στα δύο ιστορικά μυθιστορήματα, παρακολουθούμε δύο ιστορίες, που διαδραματίζονται στην πατρίδα μας, την ίδια εποχή περίπου. 

Στο βιβλίο της Στεφανοπούλου, φαινομενικά πρωταγωνιστής είναι ο Άθος, ένας δασονόμος στα Καλάβρυτα, ο οποίος ζει μια ήσυχη ζωή, μέχρι την ημέρα του τραγικού ολοκαυτώματος. Επιβιώνει(!) από τη σφαγή χάνοντας όμως το γιο του, απομονώνεται στα γύρω βουνά τα οποία γνωρίζει πολύ καλά, ζει τον εμφύλιο ως ουδέτερος, ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις, ζει την μετα-εμφυλιοπολεμική Ελλάδα. Στην πραγματικότητα όμως, η πρωταγωνίστρια είναι η εγγονή του η Λευκή, η οποία ξαναζεί στα ίδια μέρη που θα ζούσε ο παππούς της, αν πράγματι κατόρθωνε να επιβιώσει από την ομαδική σφαγή των Καλαβρύτων τον χειμώνα του 1943. Εργάζεται στην πόλη, περπατά στα βουνά στα οποία εργαζόταν ο παππούς της ο Άθος, συγχρωτίζεται με όλα εκείνα που ανασυνθέτουν την ύπαρξη του Άθου σε συνδυασμό με την ιστορία της περιόδου εκείνης.
Η Λευκή νιώθει βαρύ το φορτίο της ιστορίας, που "κτύπησε" τη δική της οικογένεια. "Μόνο αν υπάρξω ως Άθος θα λυτρωθώ" λέει. Πεθαίνει νέα, στα 51 της. Μέχρι του τέλους της ζωής της αναζητά τη λύτρωση. Ταύτισε τη ζωή της, με αυτή της αρχαίας τραγικής πρωταγωνίστριας, της Αντιγόνης, η οποία " ένιωθε της Ελευθερία και βρήκε το σθένος αυτή η κοπέλα να αγωνιστεί εναντίον της παντοδυναμίας του πεπρωμένου, άσχετα αν αυτό έγινε το τίμημα της ζωής της.... Αναγεννιόμαστε μέσα από τις στάχτες μας φτάνει κάποιος να θυσιαστεί."

Στο βιβλίο του Χωμενίδη, πρωταγωνίστρια είναι η Νίκη. Οι γονείς της κορυφαία μέλη του παράνομου Κομμουνιστικού Κόμματος. Αυτή ζει ευτυχισμένες ημέρες με την αστή γιαγιά της αλλά και ημέρες παρανομίας με τους γονείς της, προετοιμάζεται για τον σοσιαλιστικό παράδεισο, ερωτεύεται και ουσιαστικά αναθεωρεί όλα όσα είχε μάθει μέχρι τότε.
  Ξεκινώντας το βιβλίο, ο Χωμενίδης γράφει: "Για να απελευθερωθείς από το 

παρελθόν πρέπει να το γνωρίσεις.
" και προς το τέλος του μυθιστορήματος ξαναγράφει: "Το παρελθόν μας ανήκει - δεν του ανήκουμε."
Και στα δύο μυθιστορήματα, ο συγγραφέας , βάζει τον πρωταγωνιστή του, να αγωνίζεται να σπάσει τα δεσμά που τους συνδέουν με το παρελθόν των προγόνων τους. Παρελθόν δύσκολο, που στους περισσότερους από εμάς φαντάζει απίστευτα σκληρό, παρελθόν στο οποίο οι άνθρωποι φανατίζονταν για μια ιδεολογία, αφιέρωναν τη ζωή τους σε αυτή, εχθρεύονταν ή ανέχονταν το διπλανό τους ανάλογα. Παρελθόν, στο οποίο ο λαός μας βίωσε αιματηρούς πολέμους, πείνα, φόβο, ομαδικές εκτελέσεις, έναν αδελφοκτόνο εμφύλιο αλλά και την αποφασιστικότητα του να αντισταθεί στους κατακτητές, την αποφασιστικότητα του να σηκώσει και πάλι κεφάλι.

Σήμερα, στους περισσότερους, όλα εκείνα, παρά τις δυσκολίες που βιώνουμε λόγω της οικονομικής ( και πολιτικοκοινωνικής κρίσης ) μας φαίνονται πολύ μακρινά. Σίγουρα υπάρχουν κι εκείνοι, που νιώθουν, το χρέος της ιστορίας ακόμα βαρύ στους ώμους τους. Συνάνθρωποι μας, οι οποίοι αγωνίζονται να αποδεσμευτούν από αυτά τα δεσμά, δίχως να απαρνιούνται την ιστορία. Όπως θα αναρωτιόταν και ο Χωμενίδης, άραγε αφήνουν αυτό το παρελθόν να τους λυγίσει;
Η Λευκή της Στεφανοπούλου φαίνεται ότι δεν τα κατάφερε. Ο ιστορικά τραγικός θάνατος του παππού της, ο τρόπος που μεγάλωσε, δίπλα στη μητέρα και τη γιαγιά της, που κουβαλούσαν το δικό τους "Γολγοθά", την έκλεισαν μέσα στον κύκλο της ιστορίας και περιστρεφόμενη σε αυτόν από τα αναπάντητα ιστορικά ερωτήματα που κουβαλά ο καθένας μέσα του, έμεινε με τα δεσμά της ως το τέλος.
Η Νίκη του Χωμενίδη, φαίνεται ότι τα κατάφερε. Ιδεολόγοι κομμουνιστές οι γονείς της, ταγμένοι στον αγώνα τους, ως ένα σημείο σίγουροι για την επικράτηση του δικού του ιδεατού κόσμου, δεσμεύουν την κόρη τους σε αυτόν τον αγώνα. Μεγαλώνει πιστεύοντας, ότι μια μέρα θα τη δεχθούν τα καλύτερα πανεπιστήμια της Μόσχας, ότι ο νέος κόσμος θα είναι δίκαιος, όμορφος. Ο έρωτας όμως, στο τέλος στέκεται πάνω απ΄ όλα αυτά, πιο δυνατός και μαζί με την πραγματικότητα που ελεύθερη πια ζει η Νίκη, τη βοηθούν να σπάσει τα δικά της δεσμά.

Και τα δύο βιβλία τα απόλαυσα. Στο τέλος όμως η πλάστιγγα έγειρε υπέρ του βιβλίου, της Μαρίας Στεφανοπούλου. Ο Άθος, ο δασονόμος, θα έλεγα ότι μου έδινε απαντήσεις στα παράλληλα ερωτήματα που συνεχώς δημιουργούνταν στο μυαλό μου, καθώς το διάβαζα.

 Ειδικά στο τελευταίο του κεφάλαιο, όπου η κόρη της Λευκής αναλαμβάνει να μαζέψει όλο το υλικό που άφησε πίσω η μάνα της, φάνηκε καθαρά, ο "απελπισμένος αγώνας" της Λευκής, για να κερδίσει την ελευθερία της από το βάρος της οικογενειακής της ιστορίας. Αλλά το βιβλίο "διαπραγματεύεται" και πολλά άλλα ζητήματα. Την ηθική του πολέμου: " Ο πόλεμος, κάθε πόλεμος, είναι απεχθής και δε θα έπρεπε να εξυμνείται. Μοναδικός του στόχος είναι το σφαγείο. ". " Δεν πιστεύω στην καταστροφή του κόσμου ή μιας χώρας εξαιτίας του πολέμου. Υπάρχει όμως η καταστροφή μιας ή πολλών ατομικών ζωών και των επιγόνων τους με αφορμή έναν πόλεμο." Τον ηρωισμό: "Όταν είσαι ο νικητής, ο ηρωισμός είναι οι ωραίες πράξεις. Αλλά όταν έχεις ηττηθεί και πρέπει να βρεις τη δύναμη να αντικρίσεις την κατάσταση σου και να την ελέγξεις, ο ηρωισμός αναδεικνύεται μια δύναμη εχθρική, επικίνδυνη, που σε παραλύει - ένας Μολώχ." Τη μεταμόρφωση της νίκης της αριστεράς ( ΕΑΜ ) σε ήττα του Δημοκρατικού στρατού: " Και τότε, στο θρίαμβο των νικητών ( ΕΑΜ * ), που δεν είναι νικητές, και στην ταπείνωση των ηττημένων ( αυτών που συντάχθηκαν με τους κατακτητές *), που δεν είναι ηττημένοι.... " Τον εμφύλιο: " Ξετυλίχθηκε πάντως σαν μια ολοκληρωμένη πράξη τραγωδίας. Και οι δύο πλευρές, αν όχι περισσότερο οι ηττημένοι, εξαναγκάστηκαν να πολεμήσουν. " Τα ισχυρά διλήμματα των μαχητών του Δημοκρατικού στρατού: "Είχα δεχθεί λοιπόν την προσωπική μου καταδίκη, αλλά όχι τον καινούριο αυτόν πόλεμο ανάμεσα σε αριστερούς και δεξιούς Έλληνες. Και ωστόσο ήμουν υποχρεωμένη να εμψυχώνω πολιτικά και ιδεολογικά τους μαχητές του τάγματος." Αριστερά και παιδεία: "Μην ξεχνάτε ότι οι αριστεροί αγαπούν τη μόρφωση όσο και τη δικαιοσύνη. Αριστερός γίνεσαι διαβάζοντας. Καλό είναι όμως να μη μένει μόνο στα δικά τους χέρια η παιδεία, γιατί θα κινδυνεύει να στραγγαλιστεί προκειμένου να ταιριάζει στα μέτρα και τα σταθμά τους."
Καλάβρυτα- χαρακτικό Σπύρος Βασιλείου
Όλη η μυθοπλασία του βιβλίου της Στεφανοπούλου, περιστρέφεται γύρω από τη σφαγή των Καλαβρύτων. Όλοι μας λίγο πολύ γνωρίζουμε για την πρακτική αυτή των Γερμανικών Ες-Ες, ως αντίποινα σε κάθε δράση των ανταρτών. Και οι περιοχές που επλήγησαν πάρα πολλές στην Πατρίδα μας. Κι εδώ η συγγραφέας, βάζει ένα ερώτημα. Ερώτημα στο οποίο οι επιζώντες συγγενείς των σφαγιασθέντων, οι γυναίκες και τα παιδιά τους, έχουν προ πολλού δώσει τη δική τους απάντηση. Πόσο υπεύθυνοι ήταν οι αντάρτες, όταν γνώριζαν ότι μετά από τις δικές τους νίκες θα ακολουθούσαν τα αντίποινα των Γερμανών; Ειδικά για τα Καλάβρυτα, προηγήθηκε μια ομαδική σφαγή διακοσίων αιχμαλώτων Γερμανών για να ακολουθήσει το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων. Έτσι είναι ο πόλεμος! λένε κάποιοι. Οι απώλειες των αμάχων είναι δευτερευούσης σημασίας λένε άλλοι, όταν κυρίαρχο διακύβευμα είναι υπερηφάνεια ενός λαού. Σήμερα μιλάνε απλώς για παράπλευρες απώλειες.

Δεν ξέρω τι παραπάνω να πω! Απλώς θεωρώ τη γενιά μου τυχερή, που δεν βίωσε πόλεμο. Απόλυτα τυχερή! 


* δικές μου σημειώσεις     

Ο φωτεινότερος φακός του κόσμου του Γιώργου Κασαπίδη

    Αν κάποιος θέλει να διαβάσει μια συλλογή διηγημάτων, για μια μικρή επαρχιακή πόλη, τη Δράμα (αλλά και άλλες περιοχές), με την αίσθηση το...