Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2018

"Πούρα γεμιστά" του Βασίλη Τσιαμπούση

11 Φεβ 2018

  " Συχνάζω " στη Δράμα, την πόλη της Βόρειας Ελλάδας, της Μακεδονίας, τα τελευταία 25 χρόνια περίπου. Τη θυμάμαι, όταν την επισκεπτόμουν στα πρώτα χρόνια προτού μετοικήσω στη διπλανή κωμόπολη της Αλιστράτης, ως τον πιο κοντινό αστικό προορισμό. Οι παλαιότεροι, καλά να είναι εκεί που βρίσκονται, μου έλεγαν ότι η Αλιστράτη, ιστορικά ανήκει στη Δράμα και όχι στις Σέρρες. Κεφαλοχώρι της περιοχής, είχε στενές σχέσεις πάντα με τη Δράμα αλλά και με τα χωριά της που βρίσκονται προς την πλευρά της. Η Αλιστράτη έβλεπε τη Δράμα και η Δράμα την Αλιστράτη. Δεν είναι τυχαίο, που τρεις διαδοχικοί Μητροπολίτες της Δράμας, όρισαν ως προσωρινή έδρα τους, την Αλιστράτη, από το 1825, στα δύσκολα μεταεπαναστατικά χρόνια. Με την απελευθέρωση όμως και τον καθορισμό των συνόρων, ο ποταμός Αγγίτης αποτελεί πια το σύνορο μεταξύ των δύο νομών. Έτσι η Αλιστράτη μοιράζεται ανάμεσα στους δυο νομούς. Πολύ μακριά από την πρωτεύουσα του νομού της, πολύ ξένη για τη Δράμα αλλά πάντα μέσα στην καρδιά μας.
Τα χρόνια που βρίσκομαι εδώ πάνω ( "εκεί πάνω", έτσι λεν οι φίλοι μου απ΄τα νότια ), η Δράμα είναι το σημείο αναφοράς μας. Κι όσο κι αν η πόλη έχει αλλάξει, όσο κι αν η ανεργία και η κρίση την έχει κτυπήσει, πάντα υπάρχει κάτι που να σε κάνει αισιόδοξο. Δεν μιλώ για τον αξιοθαύμαστες φυσικές ομορφιές της αλλά για τους ανθρώπους της και για τον συνεχή αγώνα τους, όχι μόνο να μένουν στην μικρή αυτή πόλη αλλά και να "φτιάχνουν πράγματα" για την πόλη τους, να δημιουργούν στην πόλη τους. Θα μου πείτε, ότι το ίδιο γίνεται σε όλες τις επαρχιακές πόλεις της Ελλάδας. Έχετε δίκιο! Εγώ μιλώ όμως για τη Δράμα, που ζω! Και έχω την τύχη, να γνωρίσω κάποιους απ΄αυτούς, που επιμένουν να ζουν στην επαρχιακή πόλη τους, να ζωγραφίζουν, να φτιάχνουν θεατρικές ομάδες με καταπληκτικές παραστάσεις, να λειτουργούν διάφορες "πνευματικές" λέσχες, να παλεύουν σε άθλιες συνθήκες για να κρατήσουν όρθιο το αθλητικό πνεύμα της περιοχής τους, να γράφουν λογοτεχνία, ποίηση... Κι όλοι μας λέμε: "Γίνονται πράγματα στη Δράμα" και να χαιρόμαστε γι΄ αυτό.

  Αφορμή για τις πάνω σκέψεις, που έδωσε το τελευταίο βιβλίο, του Δραμινού συγγραφέα, Βασίλη Τσιαμπούση, "Πούρα Γεμιστά". 

Μια σειρά διηγημάτων, που τα περισσότερα, με τον ένα ή άλλο τρόπο αναφέρονται στην πόλη του, την Δράμα, φανερώνοντας μικρές ψηφίδες της τοπικής ιστορίας, απαραίτητων όμως, για να μην ξεχνάς ότι οι τόποι πάντα μεταβάλλονται αλλά η μνήμη χρειάζεται αυτά τα πετραδάκια, για να μπορεί να φτιάχνει τον καμβά, πάνω στον οποίο θα κτίζουμε οι επόμενοι τις ζωές μας.

  Όπως για παράδειγμα στο ομότιτλο με το βιβλίο διήγημα, που γίνεται ευθεία αναφορά στην μεγάλη καπνική παράδοση της πόλης, η οποία σήμερα, μπορεί ουσιαστικά να έχει χαθεί αλλά στο παρελθόν αποτελούσε το βασικό πυλώνα πλούτου, όλης της περιοχής. Πέρα απ΄ αυτήν, καθαυτή τη διήγηση, που παρουσιάζει μια θα έλεγες αφελή ιστορία, αλλά αποκτά άλλο ενδιαφέρον όταν στο τέλος της εμπλέκεται ένας διάλογος μεταξύ του συγγραφέα της και κάποιου, φανατικού "λεπτομερολόγου", ιστορικού ερευνητή, ο οποίος προσπαθεί να καταρρίψει την όλη ιστορία. Και αναρωτιέσαι: Πόση σημασία έχει τελικά, στη λογοτεχνία αυτός , ο ίδιος ο μύθος, όταν η ιστορία σου μπορεί να σταθεί, έστω κι αν υπομειδιάς  ελαφριά μέσα σου; Οφείλει η λογοτεχνία να είναι ιστορικό σύγγραμμα; Ασφαλώς όχι, κατά τη γνώμη μου, άσχετα αν στην ανάγνωση σου, εσύ αναζητάς εκείνα τα πραγματικά ή όχι ιστορικά γεγονότα.
  Στο διήγημα "Πέντε πόντους περισσότερους", πάλι έχουμε αναφορά στην οικονομία του καπνού της περιοχής, με μια ιστορία μιας φτωχής νεαρής εργάτριας, με περίσσιο θράσος όμως, η οποία δουλεύει σ΄ ένα καπνομάγαζο της πόλης, γίνεται δέκτης σεξουαλικής παρενόχλησης ( έτσι το λέμε σήμερα ), τα φτιάχνει με τον κομμουνιστή συνδικαλιστή, στην πρώτη ευκαιρία απολύεται. Και τότε ακολουθεί ο άλλος δρόμος, η μοναδική διέξοδος για εκείνους που η Ελλάδα θεωρεί βάρος, ο δρόμος της ξενιτιάς. Η μεγάλη πληγή της περιοχής, ο ξεριζωμός χιλιάδων ανθρώπων στη Γερμανία. Εξαγωγή εργατών το έλεγαν τότε, σήμερα το λέμε εξαγωγή μορφωμένου εργατικού δυναμικού, του καλύτερου δυναμικού της Πατρίδας μας.
 

  Στο διήγημα πάλι, "Πρωινό στο σταθμό", όση μιζέρια κι αν
Σ.Σ. Δράμας
αποπνέει σήμερα, ο χώρος του σιδηροδρομικού σταθμού της Δράμας, την οποία ο Τσιαμπούσης, την αναπαριστά με απόλυτη πιστότητα, δεν παύει να είναι το λιμάνι της πόλης, όπου εκεί γονείς αποχαιρετούν και υποδέχονται  τα παιδιά τους, είτε ως φαντάρους είτε ως φοιτητές. Γλυκιά η προσμονή αλλά και με αγωνιώδεις, πολλές φορές αμήχανους αποχαιρετισμούς.

  Τέλος, Θα αφήσω το διήγημα: "Ο καθείς με το ταλέντο του", το οποίο είναι αφιερωμένο στον Νίκο Κωνσταντινίδη, μια ιδιόμορφη, γλυκιά προσωπικότητα της Δράμας, τον οποίο ποτέ δεν γνώρισα προσωπικά, τον οποίο όμως πολλές φορές είχα δει να περπατά στο κέντρο της Δράμας, τον οποίο γνώρισα, μόνο μέσα από τα μικρού σχήματος βιβλιαράκια που κυκλοφορούσε μόνος του και δώριζε αδιακρίτως. Σίγουρα αγαπούσε την πόλη του, με έναν τρόπο βαθύ και ανιδιοτελή, που δεν ξέρω αν πολλοί από εμάς μπορούν να καταλάβουν.
  "Πούρα γεμιστά", ένα βιβλίο γεμάτο διηγήματα,τα οποία μπορεί εμένα στην πρώτη ανάγνωση τους, να με οδήγησαν στη γειτονική μου περιοχή αλλά με μια δεύτερη, πιο ανοιχτή ανάγνωση, αποτελούν μικρογραφία της ελληνικής πραγματικότητας, της σημερινής, της χτεσινής, δεν έχει σημασία,  το ένα συμπληρώνει το άλλο. Κι αυτή είναι η επιτυχία αυτού του βιβλίου, του Βασίλη Τσιαμπούση, ο οποίος έχει μια πολυετή παρουσία στα "γράμματα" της πόλης του.      
Φυσικά κλείνοντας οφείλω να κάνω αναφορά, στο περιοδικό ΔΙΟΔΟΣ 66100, ένα περιοδικό τέχνης, το οποίο διευθύνει ο συγγραφέας, επικεντρωμένο στη Δράμα φυσικά, με ποιότητα που καταπλήσσει, όχι εμάς, αλλά εκείνους που εξακολουθούν να βλέπουν την ελληνική επαρχία με μια εξωτική ματιά. 

Τελικά    "Γίνονται πράγματα στη Δράμα"


Μάνια Σ:Κυριακή, 11 Φεβρουαρίου 2018 8:04 πμ

"στην ανάγνωση σου, εσύ αναζητάς εκείνα τα πραγματικά"
Η βιβλιοπαρουσίαση σου μου έκανε εντύπωση γιατί είναι πραγματική
Καλή εβδομάδα
Φιλί Smile
devasil

Bas. Devasil:Κυριακή, 11 Φεβρουαρίου 2018 8:59 πμ

Ευχαριστώ Μάνια.
Διαβάζω αρκετά βιβλία, για λίγα γράφω όμως. Κυρίως για εκείνα που μου αφήνουν κάτι, που με ταξιδεύουν, που μου δίνουν απαντήσεις.
Την καλημέρα μου!
avatar

Χρήστος Μηλώσης:Κυριακή, 11 Φεβρουαρίου 2018 9:18 πμ

Ευχαριστούμε για το μοίρασμα της γνώμης σου. Υπογραφή: Κάποιος μέτοικος στη Δράμα.
johnpit

ΓΙΑΝΝΗΣ JOHNPIT:Κυριακή, 11 Φεβρουαρίου 2018 6:21 μμ

Καλησπέρα σου Βασίλη μου.
Δράμα λοιπόν.
Και όπως λες στο τέλος, "γίνονται πράματα στη Δράμα", πέραν των όσων αναφέρεις, η Πόλη έχει και ένα εξαιρετικό, καταξιωμένο, διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου σε ταινίες μικρού μήκους και ένα λαμπερό χωριό του Άη Βασίλη στη διάρκεια των γιορτών.
Δεν την έχω επισκεφθεί. Στενοχωριέμαι που ο σιδηροδρομικός σταθμός λες ότι είναι μέσα στη μιζέρια. Τον ήθελα γραφικό, μικρό, όμορφο και ζεστό.
Όμως ζεστοί είναι οι άνθρωποι.
Έξοχη η αναφορά σου στα βιβλία και στην καπνική παράδοση της πόλης.
Καλή Κυριακή φίλε.
devasil

Bas. Devasil:Δευτέρα, 12 Φεβρουαρίου 2018 6:05 πμ

Χρήστος Μηλώσης:
Μέτοικοι τελικά και οι δύο...
Σε πρώτη ευκαιρία θα τα πούμε από κοντά, έχει ενδιαφέρον το θέμα.
devasil

Bas. Devasil:Δευτέρα, 12 Φεβρουαρίου 2018 6:10 πμ

ΓΙΑΝΝΗ
Φυσικά και γίνονται πράγματα στη Δράμα, και αυτά που αναφέρεις εσύ επιπλέον (το Φεστιβάλ είναι το κορυφαίο) και άλλα που δεν ανέφερα. Σημασία έχει ότι οι άνθρωποι το παλεύουν! Και αυτό έχει θετικό αποτέλεσμα, τουλάχιστον ως προς την ποιότητα της ζωής τους.
Καλή βδομάδα!!!

Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2018

Ξαναδιαβάζοντας το "Αναφορά στον Γκρέκο" ή η μοίρα των ελεύθερων ανθρώπων

03 Ιαν 2018

" Όπου  πάω κι όπου σταθώ,  κρατώ, ανάμεσα στα δόντια μου, σαν φύλλο δάφνη, την Ελλάδα! "

 Το να γράψεις για τον Καζαντζάκη, οτιδήποτε, δεν είναι μια πράξη εύκολη!
 Πρώτα πρώτα τι να γράψεις, όταν εκατοντάδες άλλοι ( πολύ πιο ειδικοί ) το έχουν κάνει πριν από σένα;
 Μπορώ απλώς να καταθέσω την προσωπική μου άποψη και μόνο! Με έναυσμα την ταινία του Σμαραγδή, (που κάποιοι απόλαυσαν και κάποιοι άλλοι την λοιδόρησαν στον έσχατο βαθμό), επιβεβαιώθηκε για μια ακόμα φορά ότι οι αληθινά μεγάλοι, είτε έχουν φανατικούς φίλους είτε πραγματικούς εχθρούς. Κι ο Καζαντζάκης έχει πάρει τη θέση του, ανάμεσα στους μεγάλους των ελληνικών γραμμάτων
  Δεν είναι νομπελίστας, κάλλιστα θα μπορούσε να είναι, αλλά όπως όλοι μας ξέρουμε, τα Νόμπελ Λογοτεχνίας ( και τα άλλα ), δεν δίνονται πάντα με καθαρά κριτήρια. Και εκείνα τα χρόνια, η ελληνική κυβέρνηση, η ελλαδική εκκλησία και πιθανότατα και όσοι εμπνέονταν από το κλίμα του Μακαρθισμού, σίγουρα δεν ήθελαν το Νόμπελ Λογοτεχνίας να δοθεί στον Καζαντζάκη. Γιατί; Διότι πολύ απλά δεν προσκύνησε κανέναν! Ούτε τάχθηκε με καμία από τις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις στον εμφύλιο ούτε δήλωνε πιστός όπως θα ήθελαν οι ηγεσίες των Χριστιανικών εκκλησιών, αυτός, που όταν έγραφε για τον Χριστό, το έκανε αισθανόμενος τον αληθινό ανθρώπινο πόνο και όχι με την πομπώδη αλαζονία των Ιεραρχών.  

 Ήταν ο Λογοτέχνης, που το έργο του ξεχειλίζει από Ελλάδα, που υμνεί την Κρήτη, που εξυψώνει τον άνθρωπο και που συνεχώς βάζει ερωτήματα, στα οποία προσπαθεί να δώσει απαντήσεις, κυρίως για τον εαυτό του και στη συνέχεια να προβληματίσει τον αναγνώστη του. Πρώτα έγραφε για εκείνον και μετά για τους πιθανούς αναγνώστες του. 

 Διαβάζοντας και πάλι το βιβλίο του  Αναφορά στον Γκρέκο , μέσα από την εξιστόρηση των προσωπικών του βιωμάτων, μέσα από την προσπάθεια σου να ξεμπλέξεις την αλήθεια από το μύθο, μέσα από τις βαθύτερες σκέψεις του, τις συνεχείς περιπλανήσεις του, τελικά διακρίνεις την αγωνία του ανθρώπου εκείνου που δεν συμβιβάζεται με αυτά που του δίνονται απλόχερα απ, τη ζωή αλλά θέλει να πάει πιο πέρα, να φύγει απ΄τις ευκολοδιάβατες λεωφόρους και να περάσει στα δύσβατα μονοπάτια των αναζητήσεων εκείνων των αληθειών που δεν σου προσφέρονται έτοιμες, ...στο πιάτο. Διακρίνεις την αγωνία του ανθρώπου εκείνου, που δεν αρκείται στις αλήθειες που ικανοποιούν, φανατίζουν, την μάζα του ανθρώπινου είδους. Αυτές είναι πολύ μικρές για τα μέτρα αυτού του μεγάλου Λογοτέχνη μας.
 Αναζητά συνεχώς την προσωπική του ελευθερία, να σπάσει τα δεσμά που του κληροδότησαν οι πρόγονοι του, να ξεφύγει από το "βάρος" του ίδιου του πατέρα του, (απελευθερώνεται με το θάνατο του). Κι αυτό σε αντιδιαστολή με το θαυμασμό του για τον τόπο καταγωγής του, την Κρήτη, που του έδινε δύναμη, τον ενέπνεε, τον γέμιζε με χρώματα, γεύσεις και κυρίως ιστορίες. 

  Στο έργο του, δεν αμφισβητείται η ύπαρξη του Θεού, ίσα ίσα. Αυτό που αμφισβητεί, αυτό που ψάχνει σε όλη του τη ζωή είναι πως η ύπαρξη του Θεού συμβιβάζεται με τις επίσημες ερμηνείες, τις διδασκαλίες ή τις καθοδηγήσεις των Θρησκευτικών ηγετών. Παθιάζεται μα στη συνέχεια αμφισβητεί τις  πολιτικές ιδεολογίες.  Απελευθερώνουν τον άνθρωπο ή τον αιχμαλωτίζουν σε κάθε μικρό και ταπεινό της ύπαρξης μας; 


Στα έργα του, ο Χριστός είναι ένας άνθρωπος επί της γης, ο οποίος αδυνατεί να αποδεσμευτεί από τα δεσμά της Θεϊκής εντολής, την οποία φέρει και αυτό δημιουργεί τεράστιες εντάσεις στη ψυχή του. Αιρετικό θα τον έλεγε κανένας, σίγουρα, μα κανείς δεν σκέφτεται ότι η ίδια η διδασκαλία του Χριστιανισμού αυτό επιτάσσει στους πιστούς της, να φτάσουν στη θέωση μέσα από την πάλη τους ενάντια στην ανθρώπινη φύση τους; Τι άλλο νομίζει κανείς ότι κάνει ο Καζαντζάκης όταν γράφει την "Ασκητική", ή το " Ο Χριστός ξανασταυρώνεται " ή τον "Τελευταίο πειρασμό"; Αναζητά εκείνον τον κρυφό κώδικα που συνδέει αληθινά τον άνθρωπο με το Θεό!
Μα και οι άλλοι ήρωες του, ο Καπετάν Μιχάλης ή ο Ζορμπάς, δεν είναι τα τέλεια παραδείγματα, των ασυμβίβαστων ανθρώπων, με τη πραγματικότητα που τους περιβάλλει; Μέσα από τη δική τους ζωή δεν προβάλλονται σημαντικές, ανθρώπινες, διαχρονικές αξίες; Η αγάπη για την ελευθερία και η αγάπη για τη ζωή;
 Αλλά όλα αυτά λίγο πολύ έχουν απαντηθεί από αυτούς που ξεψάχνισαν τον συγγραφέα και το έργο του. Εμένα το τελικό μου ερώτημα είναι άλλο. Γιατί οι εξουσίες, θρησκευτικές, πολιτικές, κομματικές, ενώ βλέπουν ότι το έργο του Καζαντζάκη αγαπήθηκε όσο λίγων απ' τον Λαό μας, αυτές τον απαρνιούνται ακόμα και σήμερα, αρνούμενες να αναγνωρίσουν ότι τουλάχιστον ήταν ένας απ΄ τους λαμπρότερους μυθιστοριογράφος της πατρίδας μας.
Απάντηση: Τους αληθινά ελεύθερους ανθρώπους κανείς δεν τους θέλει να προβάλλονται ως πρότυπα στην κοινωνία. Διότι η ελεύθεροι άνθρωποι το πρώτο που αμφισβητούν είναι τις ίδιες τις εξουσίες. Τις ανθρώπινες εξουσίες!
"Δεν ελπίζω τίποτα!
Δεν φοβάμαι τίποτα!
Είμαι λεύθερος!"

Δες και: Καζαντζάκης του Σμαραγδή, την είδα και....

Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2017

Άθος, ο δασονόμος και Νίκη

14 Σεπ 2017

Τις προάλλες βρέθηκα δίπλα σε μία παρέα ηλικιωμένων Ποντίων. Όλοι τους κατοικούσαν στα γύρω μικρά, ορεινά χωριά της περιοχής μου. Κουβέντα στην κουβέντα, ανακάλυπταν συγγένειες που τους συνέδεαν, κοινές καταγωγές, κοινές φιλίες. Επανάφεραν μνήμες σκληρές, ακούσματα των γονιών και των παππούδων του, των χρόνων του ξεριζωμού. Μίλησαν για το εδώ χωριό τους στο οποίο εγκαταστάθηκαν οι πρόγονοι τους, ξαναστήνοντας τη ζωή τους, για τα ανέμελα παιδικά τους χρόνια, για τον πόλεμο, για τον εμφύλιο, για τους φίλους και τους συγγενείς που χωρίστηκαν στα αντίπαλα στρατόπεδα, για κάποιους απ΄ τους ηττημένους που τους είδαν μετά από πολλά χρόνια, όταν επιτέλους η πατρίδα τους επέτρεψε να επιστρέψουν. Θυμήθηκαν εκείνον τον αριστερό, παιδί ακόμα, που κυνηγημένος πυροβολήθηκε στο πόδι, από τις κυβερνητικές δυνάμεις για να τον συλλάβουν. Μίλησαν για τα χρόνια της ξενιτιάς στη Γερμανία και για τη σκληρή βιοπάλη αυτών που παρέμειναν εδώ.
Απίστευτα για μας γεγονότα, σε τελείως διαφορετικές συνθήκες, μέσα από τις οποίες οι άνθρωποι μάθαιναν τους κανόνες της ζωής και της επιβίωσης. 

Την ίδια περίοδο διάβασα τα βιβλία της  Μαρίας Στεφανίδου, "Άθος, ο Δασονόμος" και του Χρήστου Χωμενίδη, "Νίκη". Και στα δύο ιστορικά μυθιστορήματα, παρακολουθούμε δύο ιστορίες, που διαδραματίζονται στην πατρίδα μας, την ίδια εποχή περίπου. 

Στο βιβλίο της Στεφανοπούλου, φαινομενικά πρωταγωνιστής είναι ο Άθος, ένας δασονόμος στα Καλάβρυτα, ο οποίος ζει μια ήσυχη ζωή, μέχρι την ημέρα του τραγικού ολοκαυτώματος. Επιβιώνει(!) από τη σφαγή χάνοντας όμως το γιο του, απομονώνεται στα γύρω βουνά τα οποία γνωρίζει πολύ καλά, ζει τον εμφύλιο ως ουδέτερος, ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις, ζει την μετα-εμφυλιοπολεμική Ελλάδα. Στην πραγματικότητα όμως, η πρωταγωνίστρια είναι η εγγονή του η Λευκή, η οποία ξαναζεί στα ίδια μέρη που θα ζούσε ο παππούς της, αν πράγματι κατόρθωνε να επιβιώσει από την ομαδική σφαγή των Καλαβρύτων τον χειμώνα του 1943. Εργάζεται στην πόλη, περπατά στα βουνά στα οποία εργαζόταν ο παππούς της ο Άθος, συγχρωτίζεται με όλα εκείνα που ανασυνθέτουν την ύπαρξη του Άθου σε συνδυασμό με την ιστορία της περιόδου εκείνης.
Η Λευκή νιώθει βαρύ το φορτίο της ιστορίας, που "κτύπησε" τη δική της οικογένεια. "Μόνο αν υπάρξω ως Άθος θα λυτρωθώ" λέει. Πεθαίνει νέα, στα 51 της. Μέχρι του τέλους της ζωής της αναζητά τη λύτρωση. Ταύτισε τη ζωή της, με αυτή της αρχαίας τραγικής πρωταγωνίστριας, της Αντιγόνης, η οποία " ένιωθε της Ελευθερία και βρήκε το σθένος αυτή η κοπέλα να αγωνιστεί εναντίον της παντοδυναμίας του πεπρωμένου, άσχετα αν αυτό έγινε το τίμημα της ζωής της.... Αναγεννιόμαστε μέσα από τις στάχτες μας φτάνει κάποιος να θυσιαστεί."

Στο βιβλίο του Χωμενίδη, πρωταγωνίστρια είναι η Νίκη. Οι γονείς της κορυφαία μέλη του παράνομου Κομμουνιστικού Κόμματος. Αυτή ζει ευτυχισμένες ημέρες με την αστή γιαγιά της αλλά και ημέρες παρανομίας με τους γονείς της, προετοιμάζεται για τον σοσιαλιστικό παράδεισο, ερωτεύεται και ουσιαστικά αναθεωρεί όλα όσα είχε μάθει μέχρι τότε.
  Ξεκινώντας το βιβλίο, ο Χωμενίδης γράφει: "Για να απελευθερωθείς από το 

παρελθόν πρέπει να το γνωρίσεις.
" και προς το τέλος του μυθιστορήματος ξαναγράφει: "Το παρελθόν μας ανήκει - δεν του ανήκουμε."
Και στα δύο μυθιστορήματα, ο συγγραφέας , βάζει τον πρωταγωνιστή του, να αγωνίζεται να σπάσει τα δεσμά που τους συνδέουν με το παρελθόν των προγόνων τους. Παρελθόν δύσκολο, που στους περισσότερους από εμάς φαντάζει απίστευτα σκληρό, παρελθόν στο οποίο οι άνθρωποι φανατίζονταν για μια ιδεολογία, αφιέρωναν τη ζωή τους σε αυτή, εχθρεύονταν ή ανέχονταν το διπλανό τους ανάλογα. Παρελθόν, στο οποίο ο λαός μας βίωσε αιματηρούς πολέμους, πείνα, φόβο, ομαδικές εκτελέσεις, έναν αδελφοκτόνο εμφύλιο αλλά και την αποφασιστικότητα του να αντισταθεί στους κατακτητές, την αποφασιστικότητα του να σηκώσει και πάλι κεφάλι.

Σήμερα, στους περισσότερους, όλα εκείνα, παρά τις δυσκολίες που βιώνουμε λόγω της οικονομικής ( και πολιτικοκοινωνικής κρίσης ) μας φαίνονται πολύ μακρινά. Σίγουρα υπάρχουν κι εκείνοι, που νιώθουν, το χρέος της ιστορίας ακόμα βαρύ στους ώμους τους. Συνάνθρωποι μας, οι οποίοι αγωνίζονται να αποδεσμευτούν από αυτά τα δεσμά, δίχως να απαρνιούνται την ιστορία. Όπως θα αναρωτιόταν και ο Χωμενίδης, άραγε αφήνουν αυτό το παρελθόν να τους λυγίσει;
Η Λευκή της Στεφανοπούλου φαίνεται ότι δεν τα κατάφερε. Ο ιστορικά τραγικός θάνατος του παππού της, ο τρόπος που μεγάλωσε, δίπλα στη μητέρα και τη γιαγιά της, που κουβαλούσαν το δικό τους "Γολγοθά", την έκλεισαν μέσα στον κύκλο της ιστορίας και περιστρεφόμενη σε αυτόν από τα αναπάντητα ιστορικά ερωτήματα που κουβαλά ο καθένας μέσα του, έμεινε με τα δεσμά της ως το τέλος.
Η Νίκη του Χωμενίδη, φαίνεται ότι τα κατάφερε. Ιδεολόγοι κομμουνιστές οι γονείς της, ταγμένοι στον αγώνα τους, ως ένα σημείο σίγουροι για την επικράτηση του δικού του ιδεατού κόσμου, δεσμεύουν την κόρη τους σε αυτόν τον αγώνα. Μεγαλώνει πιστεύοντας, ότι μια μέρα θα τη δεχθούν τα καλύτερα πανεπιστήμια της Μόσχας, ότι ο νέος κόσμος θα είναι δίκαιος, όμορφος. Ο έρωτας όμως, στο τέλος στέκεται πάνω απ΄ όλα αυτά, πιο δυνατός και μαζί με την πραγματικότητα που ελεύθερη πια ζει η Νίκη, τη βοηθούν να σπάσει τα δικά της δεσμά.

Και τα δύο βιβλία τα απόλαυσα. Στο τέλος όμως η πλάστιγγα έγειρε υπέρ του βιβλίου, της Μαρίας Στεφανοπούλου. Ο Άθος, ο δασονόμος, θα έλεγα ότι μου έδινε απαντήσεις στα παράλληλα ερωτήματα που συνεχώς δημιουργούνταν στο μυαλό μου, καθώς το διάβαζα.

 Ειδικά στο τελευταίο του κεφάλαιο, όπου η κόρη της Λευκής αναλαμβάνει να μαζέψει όλο το υλικό που άφησε πίσω η μάνα της, φάνηκε καθαρά, ο "απελπισμένος αγώνας" της Λευκής, για να κερδίσει την ελευθερία της από το βάρος της οικογενειακής της ιστορίας. Αλλά το βιβλίο "διαπραγματεύεται" και πολλά άλλα ζητήματα. Την ηθική του πολέμου: " Ο πόλεμος, κάθε πόλεμος, είναι απεχθής και δε θα έπρεπε να εξυμνείται. Μοναδικός του στόχος είναι το σφαγείο. ". " Δεν πιστεύω στην καταστροφή του κόσμου ή μιας χώρας εξαιτίας του πολέμου. Υπάρχει όμως η καταστροφή μιας ή πολλών ατομικών ζωών και των επιγόνων τους με αφορμή έναν πόλεμο." Τον ηρωισμό: "Όταν είσαι ο νικητής, ο ηρωισμός είναι οι ωραίες πράξεις. Αλλά όταν έχεις ηττηθεί και πρέπει να βρεις τη δύναμη να αντικρίσεις την κατάσταση σου και να την ελέγξεις, ο ηρωισμός αναδεικνύεται μια δύναμη εχθρική, επικίνδυνη, που σε παραλύει - ένας Μολώχ." Τη μεταμόρφωση της νίκης της αριστεράς ( ΕΑΜ ) σε ήττα του Δημοκρατικού στρατού: " Και τότε, στο θρίαμβο των νικητών ( ΕΑΜ * ), που δεν είναι νικητές, και στην ταπείνωση των ηττημένων ( αυτών που συντάχθηκαν με τους κατακτητές *), που δεν είναι ηττημένοι.... " Τον εμφύλιο: " Ξετυλίχθηκε πάντως σαν μια ολοκληρωμένη πράξη τραγωδίας. Και οι δύο πλευρές, αν όχι περισσότερο οι ηττημένοι, εξαναγκάστηκαν να πολεμήσουν. " Τα ισχυρά διλήμματα των μαχητών του Δημοκρατικού στρατού: "Είχα δεχθεί λοιπόν την προσωπική μου καταδίκη, αλλά όχι τον καινούριο αυτόν πόλεμο ανάμεσα σε αριστερούς και δεξιούς Έλληνες. Και ωστόσο ήμουν υποχρεωμένη να εμψυχώνω πολιτικά και ιδεολογικά τους μαχητές του τάγματος." Αριστερά και παιδεία: "Μην ξεχνάτε ότι οι αριστεροί αγαπούν τη μόρφωση όσο και τη δικαιοσύνη. Αριστερός γίνεσαι διαβάζοντας. Καλό είναι όμως να μη μένει μόνο στα δικά τους χέρια η παιδεία, γιατί θα κινδυνεύει να στραγγαλιστεί προκειμένου να ταιριάζει στα μέτρα και τα σταθμά τους."
Καλάβρυτα- χαρακτικό Σπύρος Βασιλείου
Όλη η μυθοπλασία του βιβλίου της Στεφανοπούλου, περιστρέφεται γύρω από τη σφαγή των Καλαβρύτων. Όλοι μας λίγο πολύ γνωρίζουμε για την πρακτική αυτή των Γερμανικών Ες-Ες, ως αντίποινα σε κάθε δράση των ανταρτών. Και οι περιοχές που επλήγησαν πάρα πολλές στην Πατρίδα μας. Κι εδώ η συγγραφέας, βάζει ένα ερώτημα. Ερώτημα στο οποίο οι επιζώντες συγγενείς των σφαγιασθέντων, οι γυναίκες και τα παιδιά τους, έχουν προ πολλού δώσει τη δική τους απάντηση. Πόσο υπεύθυνοι ήταν οι αντάρτες, όταν γνώριζαν ότι μετά από τις δικές τους νίκες θα ακολουθούσαν τα αντίποινα των Γερμανών; Ειδικά για τα Καλάβρυτα, προηγήθηκε μια ομαδική σφαγή διακοσίων αιχμαλώτων Γερμανών για να ακολουθήσει το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων. Έτσι είναι ο πόλεμος! λένε κάποιοι. Οι απώλειες των αμάχων είναι δευτερευούσης σημασίας λένε άλλοι, όταν κυρίαρχο διακύβευμα είναι υπερηφάνεια ενός λαού. Σήμερα μιλάνε απλώς για παράπλευρες απώλειες.

Δεν ξέρω τι παραπάνω να πω! Απλώς θεωρώ τη γενιά μου τυχερή, που δεν βίωσε πόλεμο. Απόλυτα τυχερή! 


* δικές μου σημειώσεις     

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Confiteor του Ζάουμε Καμπρέ

18 Ιαν 2017

 Το Confiteor του Καταλανού συγγραφέα Ζάουμε Καμπρέ, είναι ένα ογκώδες μυθιστόρημα, 707 πυκνογραμμένων σελίδων, με μια ιδιόρρυθμη, δύσκολη γραφή. Εναλλάσσονται συνεχώς οι ιστορικοί χρόνοι, υπάρχει ένα συνεχές μπρος πίσω σε διαφορετικές περιόδους της Ευρωπαϊκής ιστορίας και αυτό γίνεται "απροειδοποίητα", μέσα στην ίδια ενότητα, μέσα στην ίδια παράγραφο, μέσα στην ίδια πρόταση. 

 Διαβάζεις, έχει αρχίσει να σχηματίζεται στο μυαλό σου η εικόνα των τεκταινόμενων και ξαφνικά χάνεσαι, άλλοι πρωταγωνιστές, άλλοι τόποι, άλλες καταστάσεις. Ευτυχώς, στο τέλος του βιβλίου υπάρχει κατατοπιστικός κατάλογος όλων των ονομάτων με τους αναγκαίους συσχετισμούς ( συγγένειας, εποχής, ιδιότητας κλπ ) και έτσι γρήγορα... επανέρχεσαι! Επίσης, καθώς διαβάζεις, συναντάς πληθώρα αμετάφραστων προτάσεων σε διάφορες γλώσσες ( επιθυμία του συγγραφέα αυτή ) για τις οποίες, και πάλι, ξεφυλλίζεις τις τελευταίες σελίδες του βιβλίου για να δεις την εξήγηση τους. Τέλος, υπάρχουν και οι κλασσικές αριθμημένες επεξηγήσεις, που κι αυτές βοηθούν σημαντικά. Η αλήθεια είναι ότι αυτό το είδος διαβάσματος ενός μυθιστορήματος, μπορεί να είναι αρκετά απαιτητικό, να σε κουράζει, αλλά συγχρόνως είναι και γοητευτικό. Πέρα από τις πολλές και διαφορετικές ιστορίες που σου παρουσιάζονται ( οι οποίες τελικά, όλες συνδέονται μεταξύ τους ), πέρα από την ανασκόπηση σκοτεινών στιγμών της ευρωπαϊκής ιστορίας, πέρα από την ιστορία ενός ανθρώπου και των καταστάσεων που τον σημαδεύουν, πέρα από μια ιστορία αγάπης, το βιβλίο αυτό συνεχώς σε τσιγκλά, σου βάζει ερωτήματα, σε παρακινεί να σκεφτείς παραπέρα...

Για το "κακό" και τις σκοτεινές περιόδους της Ευρωπαϊκής ιστορίας. 

φωτό από την Λίστα του Σίνγκερ
Στέκεται ιδιαιτέρως στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί, τα φοβερά ιατρικά πειράματα πάνω σε μικρά παιδιά, τον εξευτελισμό της ανθρώπινης υπόστασης και την μαζική εξόντωση των Εβραίων. Μας θυμίζει την, στο όνομα του Θεού, σκληρότητα των ιεροεξεταστών της καθολικής Εκκλησίας. Βάζει ερωτήματα: "...που εδρεύει το κακό, και είμαι σίγουρος ότι δεν κατοικεί στο εσωτερικό του κάθε ανθρώπου. Μήπως στο εσωτερικό πολλών ανθρώπων; Το κακό είναι καρπός μια διεστραμμένης βούλησης; Ή μήπως προέρχεται από τον διάβολο, ο οποίος μπολιάζει με αυτό τους ανθρώπους που του φαίνονται επιρρεπείς, όπως πίστευε, προφανώς, ο καημένος ο Ματίας Αλμπέρτς με τα δακρυσμένα μάτια. Το πρόβλημα είναι ότι διάβολος δεν υπάρχει. Και ο Θεός που είναι; Α αυστηρός Θεός του Αβραάμ, ο ανεξήγητος Θεός του Ιησού, ο σκληρός και στοργικός  Αλλάχ... Αρκεί να ρωτήσουμε τα θύματα οποιασδήποτε διεστραμμένης πράξης. Αν ο Θεός υπήρχε, η αδιαφορία του για τις συνέπειες του κακού θα ήταν σκανδαλώδης. Τι λένε γι΄ αυτό οι θεολόγοι; Όση ποίηση κι αν χρησιμοποιήσουν, στο τέλος φτάνουν στα όρια τους: το απόλυτο κακό, το σχετικό κακό, το φυσικό κακό, το ηθικό κακό, το κακό του σφάλματος, το κακό του πόνου... Θεέ μου. Θα ήταν για γέλια, αν το κακό δεν συνοδευόταν από πόνο." 

Για τις σχέσεις με τους γονείς και τις προσδοκίες τους. 

 Ο πρωταγωνιστής, Αντριά Αρντέβολ ι Μποσκ, μοναχοπαίδι, με ιδιαίτερα πνευματικά χαρίσματα, μεγαλώνει στην Καταλονία,στα μισά του προηγούμενου αιώνα, "ανάμεσα σ' έναν πατέρα που θέλει να του δώσει μόρφωση αναγεννησιακού ανθρώπου, να τον κάνει γνώστη πολλών γλωσσών, και μια μητέρα που τον προορίζει για την καριέρα του δεξιοτέχνη βιολονίστα." Κανένας από τους δυο γονείς του, δεν του φέρθηκε τρυφερά, δεν τον έπαιξε, δεν τον είδε ως παιδί. Ο πατέρας του πάντα αυστηρός μαζί του, χαμένος στη συλλογή διαφόρων αντικειμένων με ιστορική βαρύτητα, όπως ένα βιολί στοριόνι του 1770 μΧ, το περίφημο Βιάλ.   Η μητέρα του, φαινομενικά άβουλη, ποτέ δεν πήρε το μέρος του, ποτέ δεν τον υπερασπίστηκε, ποτέ δεν τον παρηγόρησε στην αγκαλιά της. Κι όταν ακόμα χηρεύει κι αναλαμβάνει το παλαιοπωλείο της οικογένειας, η σχέση με το γιο της δεν αλλάζει. Αν και δέχεται ένα ισχυρό πλήγμα, όταν ο γιος της, της ανακοινώνει την οριστική διακοπή των μαθημάτων βιολιού, φροντίζει να σπουδάσει σύμφωνα με τις επιλογές του. Σπουδές οι οποίες εκπληρώνουν την προσδοκία του πατέρα του, να γίνει ένας "λόγιος". Σε όλο το βιβλίο, έρχεται κι επανέρχεται, αυτή η δύσκολη σχέση του με τους γονείς του, η οποία τον σημαδεύει, του λείπει η "φυσιολογική" παιδική ζωή, όπως την απολάμβαναν τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας του.                                                                                    

Για την μουσική, τη συγγραφή και τη ζωγραφική, τις επαγγελματικές μας επιλογές.   

 Ο Αντριά από μικρή ηλικία κάνει μαθήματα βιολιού. Χάρις στα 
μαθήματα αυτά, γνωρίζει τον μοναδικό φίλο του, τον  Μπερνάντ Πλένσα. Ο Αντριά αν και τα καταφέρνει πολύ καλά, δεν επιθυμεί τη καριέρα του βιολονίστα. Αυτό που τον ευχαριστεί είναι η μελέτη, οι σπουδές του, η αναζήτηση και η διερεύνηση των "ιδεών του ευρωπαϊκού πολιτισμού". Ο φίλος του, ο Μπερνάντ, έχει αυτό τα παραπάνω, αυτό που μπορεί να σε κάνει κορυφαίο βιολονίστα. Αν, και είναι στα πρώτα βιολιά της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βαρκελώνης δεν αφιερώνεται ολοκληρωτικά σε αυτό. Επιθυμεί να γίνει συγγραφέας. Καταναλώνει μεγάλος μέρος του χρόνου του στη συγγραφή μετρίων διηγημάτων και όχι στη μελέτη του βιολιού του. Ο Αντριά με την επιλογή του, γίνεται ένας διακεκριμμένος πανεπιστημιακός και κατορθώνει να αφήσει στην επιστημονική κοινότητα κάποια βιβλία, τα οποία θα δίδονται στους φοιτητές για παραπέρα διερεύνηση στις σπουδές τους.   Αντίθετα, ο Μπερνάντ, αμφιταλαντευόμενος ανάμεσα στην κλίση του στη μουσική και την επιθυμία του να γίνει συγγραφέας, μένει διαρκώς ανικανοποίητος.  Τελικά η επαγγελματική επιτυχία και η ευτυχία που ακολουθεί, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και δεν είναι μόνο θέμα του ταλέντου σου ή της επιθυμίας σου.
  Ο συγγραφέας επιχειρεί να ορίσει την έννοια του καλού βιβλίου ( του καλού συγγραφέα).
Και τι κάνει ένα βιβλίο να αξίζει να ξαναδιαβαστεί;" ... Η ικανότητα του συγγραφέα να συναρπάζει τον αναγνώστη, να τον εντυπωσιάζει με την ευφυΐα που βρίσκεται στο βιβλίο που ξαναδιαβάζει, ή με την ομορφιά που εκπέμπει..."   
                                

 Για τον έρωτα και την φιλία.

Ολοκαύτωμα
Η αγαπημένη του Αντριά, η Σάρα Βόλτες-Εψτέιν είναι εικονογράφος παιδικών βιβλίων. Λαμπερών εικόνων κατάλληλων για τα παιδικά αναγνώσματα. Όταν όμως ζωγραφίζει για τον εαυτό της, φτιάχνει μόνο ασπρόμαυρες εικόνες με τη βοήθεια του κάρβουνου. Αυτές οι ασπρόμαυρες εικόνες, με όλη την ενδιάμεση παλέτα του γκρι, εκφράζουν τον βαθύτερο κόσμο της. Συναισθηματικά πιο ευάλωτες οι γυναίκες; Κουβαλάει σκληρές οικογενειακές μνήμες από το "ολοκαύτωμα", κουβαλάει ένα σκληρό προσωπικό βίωμα και όλα αυτά εκφράζονται στην ζωγραφική της. Το βίωμα τελικά, είναι ένας από τους καθοριστικότερους παράγοντες στη δημιουργία κάθε μορφής τέχνης.    
   Τον Αντριά Αρντέβολ και τον Μπερνάντ Πλένσα τους ενώνει μια ισχυρη φιλία σε όλη τη ζωή τους, αν και πολλές φορές ο ένας δυσκολεύεται να το διακρίνει αυτό στον άλλο. Ο Αντριά κριτικάρει αυστηρά τη συγγραφική προσπάθεια του Μπερνάντ, κάνοντας τον να οργίζεται, γνωρίζοντας όμως ότι ο φίλος του έχει δίκιο. Ο Αντριά επίσης, συνεχώς τον παρακινεί να αφιερωθεί στο βιολί του, θεωρώντας ότι εκεί βρίσκεται το πραγματικό ταλέντο του φίλου του. Πολλές φορές αναρωτιέται αν θα ήταν καλύτερα να τον κολακεύει αντί να του γκρεμίζει τις συγγραφικές του προσπάθειες. Οι αληθινοί φίλοι όμως πρέπει  να λένε την αλήθεια, όσο δύσκολη κι αν είναι. Λίγο όμως πριν το  Αλτσχάιμερ τον καταστήσει ένα τελείως άβουλο ον, του εμπιστεύεται τις σημειώσει του, το αποχαιρετιστήριο του, για να το αξιοποιήσει. 
Ο Μπερνάντ πάλι, λειτουργεί ως ένας αόρατος "προστάτης" του Αντριά. Βρίσκεται εκεί, όταν αισθάνεται ότι ο φίλος του χρειάζεται ένα χέρι βοήθειας. Παρεμβαίνει, απόλυτα διακριτικά, στο να φτάσει η "Αισθητική βούληση" στα χέρια του σημαντικού καθηγητή Αϊζάια Μπερλίν, με αποτέλεσμα μια έξοχη κριτική, η οποία θα χαροποιήσει τον Αντριά, κάνοντας τον ιδιαίτερα υπερήφανο. Στέκεται δίπλα του στα δύσκολα χρόνια που ο φίλος του χάνει τελείως τη μνήμη και την προσωπικότητα του.  Υποκύπτει όμως στον πειρασμό, να οικειοποιηθεί τις αποχαιρετιστήριες, απολογιστικές σημειώσεις μιας ζωής του Αντριά, στο νέο του βιβλίο, το οποίο είναι και το μόνο που σημειώνει επιτυχία.   
Η Σάρα είναι η "αιώνια" αγαπημένη του.  Τη γνωρίζει στα 18 του,
Marie-Denis_Villers_Sel_ Pottrait-Young-Woman-Drawing-1801.
ζει μόνο γι΄ αυτήν, (όπως όλοι οι ερωτευμένοι σε αυτήν την ηλικία). Η εβραϊκή καταγωγή της από τη μια και οι σκοτεινές δοσοληψίες του πατέρα του Αντριά στην μαύρη περίοδο του διωγμού των Εβραίων από τους Ναζί, κάνουν τις δύο οικογένειες, ερήμην των δυο νέων, να χωρίσουν το νεαρό, ερωτευμένο ζευγάρι. Ο Αντριά δεν την ξεχνά ποτέ.   Όλες οι σχέσεις, που δημιουργεί από εκεί και πέρα, στο βάθος τους κρύβουν την επιθυμία να ξαναβρεί τη Σάρα. Κι αυτό γίνεται 20 χρόνια μετά.  Τη βρίσκει στο Παρίσι, της δηλώνει την παρουσία του και την αφοσίωση του. Μετά από λίγο καιρό, η Σάρα εγκαθίσταται στο σπίτι του Αντριά. Αυτή είναι και η πιο ευτυχισμένη περίοδο της ζωής του.  Ως τη στιγμή, που η αγαπημένη του, θύμα μιας σκοτεινής πλεκτάνης, του ζητά να επιστρέψει το περίφημο βιολί Βιάλ, στον "νόμιμο", Εβραίο ιδιοκτήτη του. Ο Αντριά αδυνατεί να πραγματοποιήσει αυτήν την επιθυμία της. Πέρα από την τεράστια αξία του βιολιού, είναι και το πάθος του στη συλλογή τεκμηρίων μεγάλης ιστορικής αξίας, πάθος που κληρονόμησε από τον πατλερα του.  Η Σάρα τον εγκαταλείπει. 
Το ζευγάρι, για δεύτερη φορά, γίνεται θύμα, της ιστορίας που κουβαλούν οι δύο οικογένειες τους. Ουσιαστικά αμέτοχοι στη διαμόρφωση τον όποιων παραμέτρων της, κουβαλούν όμως το βάρος της, το οποίο είναι ασήκωτο, το οποίο διαλύει τους δεσμούς με τους οποίους τους ενώνει ο έρωτα τους. Και ήταν ερωτευμένοι. Ζούσαν τον έρωτα τους, μέσα από τα μικρογεγονότα της καθημερινής τους ζωής. Από ένα καλό κρασί, που το έπιναν από το "πορό" που ταίριαζε μόνο σε φτηνά κρασιά, από τις κρυφές φωτογραφίες που τον τράβηξε την ώρα που μελετούσε στο γραφείο του, από την ευτυχία που ένιωθε γνωρίζοντας, ότι βρισκόταν στο διπλανό δωμάτιο καιζωγράφιζε.                                                              

Για την τραγικότητα του Αλτσχάιμερ  

Πιστεύω ότι η πιο σοβαρή ασθένεια, που μπορεί να κτυπήσει κάποιον άνθρωπο, είναι το αλτσχάιμερ. Να έχεις χάσει τη μνήμη σου, την προσωπικότητα σου, να είσαι άβουλος. Να μην αναγνωρίζεις αγαπημένα πρόσωπα, να έχει διαγραφεί η μνήμη σου, ολόκληρη η ζωή σου.  Να χάσεις την ικανότητα επικοινωνίας, να μην μπορείς να εκτελέσεις απλές καθημερινές λειτουργίες και να είσαι απόλυτα εξαρτώμενος από τους άλλους. Τι πιο τραγικό; Ο Αντριάν, ως άνθρωπος της επιστήμης, εξασκούσε σε όλη τη ζωή του,τη μνήμη του αλλά και όλες τις άλλες εγκεφαλικές λειτουργίες. Αυτό όμως δεν ήταν ικανό, να αποτρέψει την απόλυτα τραγική κατάληξη του. Στο τέλος της ζωής του, έγκλειστος σε κάποιο ίδρυμα, τελείως παραδομένος, ως την ώρα του φυσιολογικού τέλους του, τον θάνατο. Δεν μπορώ, να φανταστώ πιο τραγική κατάληξη για κάποιον άνθρωπο, οποιονδήποτε άνθρωπο!
Τέλος με προβλημάτισε αρκετά ο ίδιος ο τίτλος του βιβλίου, "Confiteor " ,μια λατινική λέξη, οποία σημαίνει ομολογώ.  Για τους καθολικούς το Confiteor είναι μια προσευχή, η ομολογία της μετάνοιας. Και η λέξη αυτή, επαναλαμβάνεται αρκετές φορές μέσα στο βιβλίο. Ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, ο καθηγητής Αντριά Αρντέβολ, είναι άθεος. Αισθάνεται όμως την ανάγκη, με το κείμενο, που παραδίδει στο φίλο του τον Μπερνάντ να κάνει μια δημόσια ομολογία για "κρίματα", αμαρτίες, άσχημες ιστορίες  του παρελθόντος, ιστορίες στις οποίες ο
Ζάουμε Καμπρέ

ίδιος δεν έχει άμεση συμμετοχή, αλλά έχει σχέση ο πατέρας του. Ιστορίες που βαραίνουν, όλο τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Γνωρίζει ότι η ομολογία του θα γίνει βιβλίο από τον φίλο του και θα δημοσιοποιηθεί. Τι  τον κάνει να προβεί σε αυτήν την πράξη, με τον έντονο θρησκευτικό συμβολισμό; Είναι δυνατόν, να τον βαραίνουν τόσο, οι πραγματικά κακές πράξεις των προγόνων του;  Κι αυτός γιατί θα πρέπει να αισθάνεται ένοχος; Τελικά, το
 δημόσιο, προσωπικό και οικογενειακό σου ξεγύμνωμα, σε απελευθερώνει απ΄ όλα αυτά που σε βαραίνουν;  

Το βιβλίο αυτό, του Καταλανού συγγραφέα Ζάουμε Καμπρέ, αξίζει να διαβαστεί για πολλούς λόγους. Για την πλοκή μιας ιστορίας γύρω από ένα ιστορικής αξίας βιολί, για τα πολλά ερωτήματα που σου θέτει καθώς το διαβάζεις, για την ανασκόπηση μέρους της ευρωπαϊκής ιστορίας. Ένα βιβλίο δύσκολο, το οποίο όμως αναγνωστικά το απόλαυσα. ....

Μία ακόμα παρουσίαση του βιβλίου, της Χριστίνας Παπαγγελή, συνταξιδιώτισσας στη Λέσχη Ανάγνωσης Δράμας,  εδώ

Σάββατο 20 Αυγούστου 2016

Τα μωρά της Αθηνάς! Πάνος Ιωαννίδης

20 Αυγ 2016

  Αν σας έλεγαν ότι υπάρχει ένα ολοκληρωμένο ασφαλιστικό πακέτο, το οποίο το αγοράζετε μια φορά και αυτό σας εξασφαλίζει δουλειά, κατοικία, θέση πάρκιν, ψώνια πολιτιστικά αγαθά με έκπτωση... πως θα σας φαινόταν; Να πληρώνατε ένα ποσόν και στη συνέχεια να εξασφαλίζατε όλα τα παραπάνω. Σίγουρα, στη σημερινή οικονομική πραγματικότητα, θα θέλατε να μάθετε περισσότερα για ένα τέτοιο συμβόλαιο. Και πολλοί, θα έδιναν της οικονομίες μια ζωής, μαζί και το όποιο εφάπαξ, για να αγοράσουν ένα τέτοιο "πακέτο" στο παιδί τους.

 Στο πρώτο μυθιστόρημα του Πάνου Ιωαννίδη, "Τα μωρά της Αθηνάς", τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Τα προσφερόμενα ασφαλιστικά συμβόλαια φαίνονται ότι είναι όπως περιγράφονται παραπάνω, αλλά στην πραγματικότητα ζητούν από τον υποψήφιο πελάτη, εκτός από το χρηματικό ποσό που θα καταβάλλουν να προσφέρουν μαζί και την ίδια τη ζωή τους, στους σκοπούς της εταιρίας που εμπορεύεται αυτό το προϊόν. 

Ο Δραμινός συγγραφέας, Πάνος Ιωαννίδης, οικοδομεί μια ιστορία, σε κάποια επαρχιακή πόλη της πατρίδας μας, όπου η τοπική, οικονομική και πολιτική εξουσία, αποφασίζει, εκμεταλλευόμενη τη σημερινή οικονομική και κοινωνική κρίση, να δημιουργήσει ένα πλέγμα σχέσεων μεταξύ αυτών και των συμπολιτών τους, που παραπέμπει στις κοινωνικές - οικονομικές δομές του Μεσαίωνα. Στην πραγματικότητα δεν αγοράζουν ένα απλό ασφαλιστικό συμβόλαιο, αλλά εκχωρούν την ίδια τη ζωή τους, στους σκοπούς της Green Sea Network. Στην αρχή αυτοί που θα έχουν την "τύχη", να εξασφαλίσουν ένα τέτοιο συμβόλαιο, επιλέγονται από την ίδια την εταιρία, με σκοπό να είναι άτομα εμπιστοσύνης και να έχουν να προσφέρουν κάτι "χρήσιμο" στην εταιρία. Επιχειρήσεις που εντάσσονται στο δίκτυο της Green Sea Network για εξυγίανση..., οικοδομική εταιρία που προσφέρει έτοιμα διαμερίσματα..., η τοπική αλυσίδα supermarket..., ένας πολιτιστικός οργανισμός που αναζητά πόρους, μια ομάδα νέων ανθρώπων, που προσπαθεί να αντιταχθεί στους σκοπούς της εταιρίας, οι πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες του τόπου, οι "σκιές" απ΄ το παρελθόν... όλοι και όλα μπλέκονται, σε ένα γαϊτανάκι εξελίξεων που τελειώνουν με τραγικό τρόπο.
Το μυθιστόρημα ξεκινά με τον φόνο του εμπνευστή της Green Sea Network, επιφανούς οικονομικού παράγοντα και γόνο ισχυρού πολιτικού παράγοντα της πόλης, τον οποίο φόνο αναλαμβάνει να εξιχνιάσει ο πρόσφατα αφιχθείς στην πόλη, ιδιωτικός ντέτεκτιβ Πέτρος Ριβέρης. Η ιστορία εξελίσσεται με έναν διαφορετικό τρόπο, από αυτόν που έχουμε συνηθίσει. Στο πρώτο μέρος γίνεται μια παρουσίαση των εμπλεκόμενων προσώπων μέσα από τις επισκέψεις που πραγματοποιεί ο Ριβέρης, έξι μήνες μετά τον φόνο. Στο δεύτερο μέρος παρακολουθούμε τα γεγονότα, τα οποία εξελίσσονται λίγες μέρες, πριν τη δολοφονία, δίχως την εμπλοκή του ντέντεκτιβ. Και στο τρίτο μέρος, μέσα από μια καταιγιστική εξέλιξη των γεγονότων, αποκαλύπτεται η καλά κρυμμένη ιστορία που συνδέει τις οικογένειες των πρωταγωνιστών της ιστορίας με τον δολοφόνο. Όσο για το ποιος είναι ο δολοφόνος, αυτό θα αρχίσεις να το υποψιάζεσαι προς το τέλος του βιβλίου.
Ο Ριβέρης με μεθοδικότητα, διαίσθηση, δίχως υπερβολές, αποκαλύπτει σιγά σιγά τα κρυμμένα σημάδια, που πληγώνουν την μικρή επαρχιακή πόλη της πατρίδας μας ( η οποία δεν κατονομάζεται ) και φτάνει στη λύση της υπόθεσης. Οι σκιές του παρελθόντος έρχονται στην επιφάνεια και η κατάληξη της ιστορίας είναι ακόμα τραγικότερη, από τον φόνο που διαλεύκανε ο Ριβέρης.
Ο συγγραφέας, Πάνος Ιωαννίδης, χαρακτηρίζει το βιβλίο του ως ένα σύγχρονο noir μυθιστόρημα.
Είναι noir, μιας και η πραγματικότητα αυτή είναι σκοτεινή, πολλές φορές αδιέξοδη και όπως ο ίδιος ο συγγραφέας γράφει σε άρθρο του για το Μεσογειακό noir:    ".... Καθώς η ανάγνωση προχωρά, τα πλοκάμια της αφήγησης ξεκολλάνε από το μυστήριο και απλώνονται προς την κοινωνία και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να δει τον εαυτό του και καταστάσεις τις οποίες έχει ζήσει, και όχι να περιοριστεί σε ένα καλοστημένο αλγεβρικό έγκλημα. ...  πρωταγωνιστής είναι ο χώρος και όχι οι άνθρωποι. " ( http://fractalart.gr/mesogeiako-noir-2/ ) 
Κι εδώ, στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα, Τα μωρά της Αθηνάς, ο συγγραφέας είναι απόλυτα πιστός με τα παραπάνω, μιας και πολλές φορές, αναγνώριζα την πραγματικότητα των περιγραφών του, και ο χώρος μέσα στον οποίο διαδραματίζεται η όλη ιστορία  μου ήταν απόλυτα οικείος.  
Είναι σύγχρονο, διότι από τη μια όλη η υπόθεση διαδραματίζεται μέσα στη σημερινή οικονομικο-κοινωνική πραγματικότητα, που έχει διαμορφωθεί στην πατρίδα μας τα τελευταία χρόνια της κρίσης και από την άλλη συνεχώς ανακαλύπτεις σκηνές σημερινές, καταστάσεις της "διπλανής πόρτας", όπου κάπου εκεί ανακαλύπτεις και τον εαυτό σου. Σε μια Ελλάδα, που ο συγγραφέας, ξεκάθαρα θα έλεγα, εικονογραφεί τα αίτια της σημερινής της κατάστασης. 

Τα μωράτης Αθηνάς, είναι ένα μυθιστόρημα που διαβάζεται ευχάριστα, που πολλές φορές μπλέκει στη σκέψη σου στη σημερινή πραγματικότητα, που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον σου ως το τέλος.

Κλείνοντας το βιβλίο, ένα ερώτημα στριφογύριζε στο μυαλό μου. άραγε ένα τέτοιο συμβόλαιο - έτοιμη δουλειά, σπίτι κλπ - θα το αγόραζα για το δικό μου παιδί; Ή, ένα τέτοιο συμβόλαιο θα ήθελα να είχα εγώ στο ξεκίνημα της ζωής μου;
Μου είναι αδύνατον να απαντήσω έτσι απλά, μόνο με ένα Ναι ή Όχι! 

Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

Γκιακ

20 Μαρ 2016

Πολλά έχουν γραφτεί για το βραβευμένο Γκιακ του Δημοσθένη Παπαμάρκου. Διηγήματα σκληρά, που δεν εξωραΐζουν τον πόλεμο, που δεν ωραιοποιούν την σκληρή πραγματικότητα που βίωσαν οι Έλληνες στρατιώτες στη Μικρασιατική εκστρατεία, που απομυθοποιούν την έννοια του ήρωα πολεμιστή. Είναι ένα από εκείνα τα βιβλία, που οφείλεις να διαβάσεις, ως αντιστάθμισμα στην σχολική ιστορία, που όλοι μας έχουμε διδαχθεί. 

  Ενώ όλη η ελληνική σχολική ιστοριογραφία, περιστρέφεται γύρω από πολέμους και μάχες, στις οποίες άλλοτε ήμασταν νικητές και άλλες ηττημένοι, το τι είναι ο πόλεμος, το τι σημαίνει να κρατάς ένα όπλο με την αίσθηση του κυρίαρχου, ποτέ μας δεν το διδαχθήκαμε. ( Ίσως και σε αυτό να οφείλεται το γεγονός, να βλέπουμε πολλούς συμπατριώτες μας σήμερα, να μην μπορούν να κατανοήσουν την αιτία που τόσοι Σύριοι, αναγκάζονται να αφήσουν τον τόπο τους και να οδηγηθούν ως πρόσφυγες, τόσο μακριά. ). Τέλος πάντων! 
Αυτό που μου άρεσε, στα διηγήματα του Παπαμάρκου, είναι ότι τα βιώματα των στρατιωτών, που εξιστορεί, δεν μας τα παρουσιάζει στο χρόνο που έγιναν, αλλά φτάνουν σε εμάς, σε δεύτερο χρόνο. Ο συγγραφέας, μας τα διηγείται, όπως τα άκουσε, από τους πρωταγωνιστές τους. Με μια δόση αυτοκριτικής θα έλεγε κανείς, αναπλάθουν τις ιστορίες τους. Ο χρόνος, σίγουρα έχει παραμερίσει την ένταση, που θα μπορούσαν να έχουν οι διηγήσεις τους, αν γίνονταν σε χρόνο πολύ κοντινότερο, στην εκστρατεία. Οι διηγήσεις αυτές αποπνέουν μια σοφία, μια κατασταλαγμένη άποψη για τη ζωή που έζησαν, που δεν αλλάζει, αλλά οφείλεις να την κουβαλάς μέσα σου ως φορτίο βαρύ αλλά και... λυτρωτικό. 
 Ακόμα, με πολύ πετυχημένο τρόπο, ο συγγραφέας μας μεταφέρει πίσω στον χρόνο, στα χωριά μας, των προηγούμενων δεκαετιών. Το κατορθώνει αυτό, αν και είναι μόλις 32 χρόνων, αναπαράγοντας το γλωσσικό ιδίωμα, αναπλάθοντας την αίσθηση της κλειστής κοινωνίας, όπου όλα κρύβονται αλλά και συζητιούνται (κρυφά βέβαια), όπου η επιφάνεια των κοινωνιών μοιάζει ατάραχη αλλά λίγο κάτω της, ίσα το χέρι σου να βρέξεις, κρύβονται  απίστευτες ιστορίες. 

Μα πιο πολύ με εντυπωσίασε, η σχέση του συγγραφέα με την προφορική παράδοση του τόπου μας. Θαύμασα, απόλαυσα το έμμετρο "Παραλογή", το οποίο παρουσιάζει την χωρίς ελπίδα, πάλη μας με το θάνατο. Ο Χάρος,
που μας πληγώνει, που μας ξεγελά, που δεν διστάζει να διακόψει την κάθε ευτυχία των θνητών. Θα νόμιζε κανείς ότι το έμμετρο αυτό δεν συνδέεται με τα υπόλοιπα διηγήματα. Κι όμως! Οι περισσότερες ιστορίες του έχουν σχέση με ο θάνατο και μάλιστα με τη βίαια παρουσία του. Αυτός είναι ο Χάρος. Αφαιρεί ζωές, (δεν ξέρω τι βιώνουν, στον κάτω κόσμο οι ψυχές), μα αυτοί που βασανίζονται είναι αυτοί που μένουν ζωντανοί. Πολλές φορές αναρωτιέμαι για τα αληθινά θύματα του Χάρου. Ο νεκρός; κι αν "ζει μια ζωή" απαλλαγμένη από τους ανθρώπινους πόνους; Ο ζωντανός; κι αν ζει, όσο ζήσει πάνω στη γη, με πόνο και θλίψη για τον (την)  αγαπημένο (-η) του;
Μια τέτοια πρωταγωνίστρια είναι η χήρα της "Παραλογής". Είναι αυτή που μένει πίσω, τραγική φιγούρα, η οποία αρνείται να συμβιβαστεί με την απώλεια του αγαπημένου της, που όταν της δίνεται η ευκαιρία, θαρρώντας* ( νομίζοντας) ότι τον έχει στο χέρι τον Χάροντα, ξανασμίγει με τον άντρα της.... μα δεν είναι εκείνος ο όμορφος, ο λεβέντης...είναι ένας καταχανάς* πια, άσχημος και άψυχος (νεκροζώντανος).

Δίδαγμα: Οι νεκροί με τους νεκρούς και οι ζωντανοί με τους ζωντανούς; 
Δεν έχω απάντηση. Καθένας και η ψυχή του!


* από το καρπάθικο ιδίωμα

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016

Διαβάζοντας το βιβλίο: "Θαυμαστός Καινούριος Κόσμος" του Αλντους Χαξλεϋ ( 2 )

18 Φεβ 2016

Ο Χάξλευ επανήλθε στο βιβλίο του αυτό, μετά από 30 χρόνια περίπου, γράφοντας την: "Επιστροφή στον Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο", τον πρόλογο της έκδοσης, που εμείς διαβάζουμε σήμερα. 

Διαπιστώνει ότι οι τεχνολογικές αλλαγές είναι πολύ πιο γρήγορες, απ΄ ότι είχε φανταστεί, και κατηγορεί τον εαυτό του, ότι ενώ γνώριζε για την πυρηνική ενέργεια, δεν την ανάφερε στο βιβλίο του. Με λίγα λόγια, θέτει τα όρια της ανθρώπινης φαντασίας. Πολλοί οραματίστηκαν το μέλλον, πολλοί έγραψαν βιβλία επιστημονικής φαντασίας μα η πραγματικότητα ξεπερνά και τα πιο "τρελές" μελλοντικές προβλέψεις. 
Διαβάζοντας στη συνέχεια την περιγραφή του καινούριου κόσμου, δεν μπόρεσα να αποφύγω ένα μειδίαμα, το οποίο πολλές φορές σχηματίστηκε στο πρόσωπο μου, εξαιτίας των αφελών προβλέψεων του. Όχι ότι στην εποχή που γράφτηκαν δεν ήταν πολύ προχωρημένες αλλά στα δικά μας μάτια σήμερα φαντάζουν σαν μικρά, ωραία παραμύθια. Η τεχνολογική αλλά και η κοινωνική πρόοδος, έχει ξεπεράσει κάθε πρόβλεψη. 

Τι είναι λοιπόν αυτό που κάνει τόσο γοητευτικά τα βιβλία επιστημονικής φαντασίας, με τόσους φανατικούς αναγνώστες, όταν ξέρουμε ότι πολλά από αυτά που γράφονται σε λίγο καιρό θα είναι ξεπερασμένα;

  Ίσως ο άνθρωπος, αυτός ο δυνατός, ο κυρίαρχος του κόσμου στην πραγματικότητα φοβάται! Φοβάται το μέλλον το οποίο είναι αβέβαιο και απρόβλεπτο! Από την αρχαιότητα, αρεσκόταν σε προβλέψεις, προφητείες. Οι κάθε λογής μάντεις, είχαν σημαντική θέση στη ζωή των ανθρώπων. Μα και στη σημερινή εποχή, την εποχή της γνώσης(!), οι διάφοροι τσαρλατάνοι ευημερούν. Χαρτορίχτρες, καφετζούδες και πρόσφατα, ακόμα και τηλεοπτικώς ..... Ειδικά στην πατρίδα μου, οι τάχατες προφητείες του Παϊσιου ή άλλων αγιορειτών κάνουν θραύση, από τους επιτήδειους μιντιακούς εμπόρους. ( Δεν ξέρω πως θα αντιδρούσε ο Παΐσιος αν ζούσε σήμερα και έβλεπε πως κάποιοι εκμεταλλεύονται το όνομα του ). Αλλά ακόμα και ο Χριστιανισμός, ο οποίος αποκήρυξε τους προφήτες ( "ουδείς προφήτης μετά Χριστόν" ), ενέταξε στα ιερά βιβλία την Αποκάλυψη του Ιωάννη, το μόνο προφητικό βιβλίο, από τα ιερά βιβλία.   



Ο Χαξλεϋ μιλούσε για την τρίτη βιομηχανική επανάσταση, όταν σήμερα ήδη βρισκόμαστε στην αρχή της πέμπτης. Οι εξελίξεις στην πληροφορική, στη βιοτεχνολογία, στη νανοτεχνολογία, στις τεχνολογίες πολέμου, είναι ασύλληπτες. Στον οικονομικό χώρο, μιλάμε για την παγκοσμιοποίηση, για την ελεύθερη διακίνηση εμπορευμάτων και χρημάτων.  Αλλά και στις κοινωνικές εξελίξεις, όσο κι αν βρίσκουμε κάποιες ομοιότητες, με καταστάσεις που τείνουν να διαμορφωθούν σήμερα, άλλο τόσο καταλαβαίνουμε ότι κάποιες εξελίξεις, όπως για παράδειγμα η κοινωνική δικτύωση, ούτε καν του πέρασε από το μυαλό. Ο Χαξλεϋ φαντάστηκε έναν κόσμο, όπου τα παιδιά μεγαλώνουν σε ιδρύματα, χωρίς γονείς, σε έναν κόσμο όπου και μόνο η λέξη "μάνα" ή "πατέρας" σοκάρει, ( μόνο οι άγριοι διατηρούν την μητρότητα και την πατρότητα ). Εγώ πάλι δεν μπορώ να φανταστώ ότι ο άνθρωπος θα απαρνηθεί τη χαρά, να μεγαλώνει ο ίδιος τα παιδιά του ή ότι τα παιδιά θα μεγαλώνουν κατά κανόνα σε ιδρύματα, δίχως τη γονεϊκή σχέση. Επίσης, κατά τον Χάξλεϋ, η λέξη "Θεός" έχει αντικατασταθεί με τη λέξη Φορντ... αλλά η έννοια του Θεού ως κάποια, ανώτερη μυστηριακή δύναμη, δεν έχει χαθεί.
Τέλος, οι "νέοι" άνθρωποι του Θαυμαστού Καινούριου Κόσμου του Χάξλεϋ, για να βιώνουν μια ευτυχισμένη ζωή, είναι αναγκασμένοι καθημερινά, να τροφοδοτούνται με ψυχοτρόπα χαπάκια. Είναι αλήθεια ότι μεγάλη μερίδα των σημερινών ανθρώπων καταφεύγουν σε ψυχοτρόπες ουσίες ( και όχι μόνο ) αλλά και πάλι υπάρχει και μια άλλη μεγάλη μερίδα ανθρώπων που επιμένει να αναζητά την ευτυχία, στα απλά, μικρά και καθημερινά γεγονότα της ζωής
Κάποτε, στη δεκαετία του 70, πολλοί της ηλικίας μου, ήμαστε φανατικοί με τον Ιούλιο Βερν. Ακόμα τότε, οι τεχνολογικές προβλέψεις που είχε κάνει, μας συγκινούσαν αν και είχαν ξεπεραστεί. Ο πόλεμος των Άστρων, η πρώτη ταινία, εμπνευσμένη, από τα γραπτά του σπουδαίου συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας Άρθουρ Κλαρκ, μας συγκίνησε αφάνταστα. Άλλοι συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας, όπως ο Ασίμωφ ή ο Όργουελ διαβάστηκαν φανατικά από τους λάτρεις του είδους. Ο Χάξλεϋ και ο Μπράνμπερι, έθεσαν ερωτήματα για το μέλλον, ειδικότερα για την άποψη ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις μπορούν να υποδουλώσουν τον άνθρωπο στο όνομα της ευτυχίας.
 Στη σημερινή εποχή, τα βιβλία ή οι ταινίες επιστημονικής φαντασίας, οραματίζονται έναν κόσμο, όπου η τεχνολογία των υπολογιστών έχει το πάνω χέρι, όπου ο άνθρωπος υποδουλώνεται σε αόρατους, τεχνολογικούς ιστούς, ζει σε φανταστικούς, παράλληλους κόσμους. Δες Μάτριξ!
Ναι! Όλα αυτά μπορούν να συμβούν! Είμαι όμως αισιόδοξος για δύο λόγους. Από τη μια η εξέλιξη πάντα θα ξεπερνά και την πιο τρελή πρόβλεψη του ανθρώπου... και από την άλλη, ο άνθρωπος, αυτός ο πολυμήχανος κατά τον Σοφοκλή, πάντα θα βρίσκει τον τρόπο, να προχωρά... χωρίς να χάσει την ανθρώπινη υπόσταση του.

Κλείνω την εγγραφή μου αισιόδοξα, με ένα απόσπασμα από την Αντιγόνη του Σοφοκλή, για τον "Θαυμαστό άνθρωπο". Τελικά όλα θα τα "τιθασεύσει"!!!

Πολλά είναι τα θαυμαστά, 
μα τίποτα πιο θαυμαστό από τον άνθρωπο. 
Αυτός περνά και πέρα από τον τρικυμισμένο άσπρο πόντο  
με τις φουρτούνες του νοτιά, 
διασχίζοντας τα κύματα που σηκώνονται ψηλά 
κι από παντού τον δέρνουν.  
Και την υπέρτατη θεά, τη Γη,  
την άφθαρτη κι ακούραστη αυτός καταπονεί  
οργώνοντας χρόνο το χρόνο με αλέτρια  
πάνω κάτω που τα σέρνουν τ' άλογά του.
Και των ελαφρόμυαλων πουλιών τη γενιά  
με βρόχια παγιδεύει και κοπάδια αγριμιών,  
και τα θαλάσσια θρέμματα στο πέλαγος,  
όλα ο πολυμήχανος ο άνθρωπος 
τα πιάνει με δίχτυα από πλεχτά σχοινιά. 
Και τ' άγρια θηρία που τριγυρίζουν στα βουνά  
με παγίδες τα δαμάζει,  
και τ' άλογο με την πυκνή τη χαίτη τιθασεύει  
στον τράχηλο περνώντας του ζυγό, 
καθώς και το βουνίσιο ταύρο τον αδάμαστο.  
Βρήκε ακόμα και τη γλώσσα να μιλεί  
και ιδέες υψηλές και νόμους 
για την καλή διακυβέρνηση των πόλεων,  
και πώς να φυλάγεται τη νύχτα στο ύπαιθρο  
από της παγωνιάς τις προσβολές
και της φοβερής νεροσυρμής, ο τετραπέρατος. 
Απροετοίμαστος σε τίποτε δεν έρχεται που μέλλει να συμβεί.  
Τον Άδη μόνο δεν θα μπορέσει να ξεφύγει  
φάρμακα όμως έχει επινοήσει,  
για να γλιτώνει από τις αγιάτρευτες αρρώστιες.

Ποιος είναι ο προσκυνητής;

  Ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια είναι Ο Προσκυνητής σε στίχους και μουσική του Αλκίνοου Ιωαννίδη . (1)   Πάντα αναρωτιόμουν ποιος είν...