18 Ιαν 2017
Το Confiteor του Καταλανού συγγραφέα Ζάουμε Καμπρέ, είναι ένα ογκώδες μυθιστόρημα, 707 πυκνογραμμένων σελίδων, με μια ιδιόρρυθμη, δύσκολη γραφή. Εναλλάσσονται συνεχώς οι ιστορικοί χρόνοι, υπάρχει ένα συνεχές μπρος πίσω σε διαφορετικές περιόδους της Ευρωπαϊκής ιστορίας και αυτό γίνεται "απροειδοποίητα", μέσα στην ίδια ενότητα, μέσα στην ίδια παράγραφο, μέσα στην ίδια πρόταση.
Διαβάζεις, έχει αρχίσει να σχηματίζεται στο μυαλό σου η εικόνα των τεκταινόμενων και ξαφνικά χάνεσαι, άλλοι πρωταγωνιστές, άλλοι τόποι, άλλες καταστάσεις. Ευτυχώς, στο τέλος του βιβλίου υπάρχει κατατοπιστικός κατάλογος όλων των ονομάτων με τους αναγκαίους συσχετισμούς ( συγγένειας, εποχής, ιδιότητας κλπ ) και έτσι γρήγορα... επανέρχεσαι! Επίσης, καθώς διαβάζεις, συναντάς πληθώρα αμετάφραστων προτάσεων σε διάφορες γλώσσες ( επιθυμία του συγγραφέα αυτή ) για τις οποίες, και πάλι, ξεφυλλίζεις τις τελευταίες σελίδες του βιβλίου για να δεις την εξήγηση τους. Τέλος, υπάρχουν και οι κλασσικές αριθμημένες επεξηγήσεις, που κι αυτές βοηθούν σημαντικά. Η αλήθεια είναι ότι αυτό το είδος διαβάσματος ενός μυθιστορήματος, μπορεί να είναι αρκετά απαιτητικό, να σε κουράζει, αλλά συγχρόνως είναι και γοητευτικό. Πέρα από τις πολλές και διαφορετικές ιστορίες που σου παρουσιάζονται ( οι οποίες τελικά, όλες συνδέονται μεταξύ τους ), πέρα από την ανασκόπηση σκοτεινών στιγμών της ευρωπαϊκής ιστορίας, πέρα από την ιστορία ενός ανθρώπου και των καταστάσεων που τον σημαδεύουν, πέρα από μια ιστορία αγάπης, το βιβλίο αυτό συνεχώς σε τσιγκλά, σου βάζει ερωτήματα, σε παρακινεί να σκεφτείς παραπέρα...
Για το "κακό" και τις σκοτεινές περιόδους της Ευρωπαϊκής ιστορίας.
φωτό από την Λίστα του Σίνγκερ |
Για τις σχέσεις με τους γονείς και τις προσδοκίες τους.
Ο πρωταγωνιστής, Αντριά Αρντέβολ ι Μποσκ, μοναχοπαίδι, με ιδιαίτερα πνευματικά χαρίσματα, μεγαλώνει στην Καταλονία,στα μισά του προηγούμενου αιώνα, "ανάμεσα σ' έναν πατέρα που θέλει να του δώσει μόρφωση αναγεννησιακού ανθρώπου, να τον κάνει γνώστη πολλών γλωσσών, και μια μητέρα που τον προορίζει για την καριέρα του δεξιοτέχνη βιολονίστα." Κανένας από τους δυο γονείς του, δεν του φέρθηκε τρυφερά, δεν τον έπαιξε, δεν τον είδε ως παιδί. Ο πατέρας του πάντα αυστηρός μαζί του, χαμένος στη συλλογή διαφόρων αντικειμένων με ιστορική βαρύτητα, όπως ένα βιολί στοριόνι του 1770 μΧ, το περίφημο Βιάλ. Η μητέρα του, φαινομενικά άβουλη, ποτέ δεν πήρε το μέρος του, ποτέ δεν τον υπερασπίστηκε, ποτέ δεν τον παρηγόρησε στην αγκαλιά της. Κι όταν ακόμα χηρεύει κι αναλαμβάνει το παλαιοπωλείο της οικογένειας, η σχέση με το γιο της δεν αλλάζει. Αν και δέχεται ένα ισχυρό πλήγμα, όταν ο γιος της, της ανακοινώνει την οριστική διακοπή των μαθημάτων βιολιού, φροντίζει να σπουδάσει σύμφωνα με τις επιλογές του. Σπουδές οι οποίες εκπληρώνουν την προσδοκία του πατέρα του, να γίνει ένας "λόγιος". Σε όλο το βιβλίο, έρχεται κι επανέρχεται, αυτή η δύσκολη σχέση του με τους γονείς του, η οποία τον σημαδεύει, του λείπει η "φυσιολογική" παιδική ζωή, όπως την απολάμβαναν τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας του.
Για την μουσική, τη συγγραφή και τη ζωγραφική, τις επαγγελματικές μας επιλογές.
Ο Αντριά από μικρή ηλικία κάνει μαθήματα βιολιού. Χάρις στα μαθήματα αυτά, γνωρίζει τον μοναδικό φίλο του, τον Μπερνάντ Πλένσα. Ο Αντριά αν και τα καταφέρνει πολύ καλά, δεν επιθυμεί τη καριέρα του βιολονίστα. Αυτό που τον ευχαριστεί είναι η μελέτη, οι σπουδές του, η αναζήτηση και η διερεύνηση των "ιδεών του ευρωπαϊκού πολιτισμού". Ο φίλος του, ο Μπερνάντ, έχει αυτό τα παραπάνω, αυτό που μπορεί να σε κάνει κορυφαίο βιολονίστα. Αν, και είναι στα πρώτα βιολιά της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βαρκελώνης δεν αφιερώνεται ολοκληρωτικά σε αυτό. Επιθυμεί να γίνει συγγραφέας. Καταναλώνει μεγάλος μέρος του χρόνου του στη συγγραφή μετρίων διηγημάτων και όχι στη μελέτη του βιολιού του. Ο Αντριά με την επιλογή του, γίνεται ένας διακεκριμμένος πανεπιστημιακός και κατορθώνει να αφήσει στην επιστημονική κοινότητα κάποια βιβλία, τα οποία θα δίδονται στους φοιτητές για παραπέρα διερεύνηση στις σπουδές τους. Αντίθετα, ο Μπερνάντ, αμφιταλαντευόμενος ανάμεσα στην κλίση του στη μουσική και την επιθυμία του να γίνει συγγραφέας, μένει διαρκώς ανικανοποίητος. Τελικά η επαγγελματική επιτυχία και η ευτυχία που ακολουθεί, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και δεν είναι μόνο θέμα του ταλέντου σου ή της επιθυμίας σου.
Ο συγγραφέας επιχειρεί να ορίσει την έννοια του καλού βιβλίου ( του καλού συγγραφέα).
" Και τι κάνει ένα βιβλίο να αξίζει να ξαναδιαβαστεί;" ... Η ικανότητα του συγγραφέα να συναρπάζει τον αναγνώστη, να τον εντυπωσιάζει με την ευφυΐα που βρίσκεται στο βιβλίο που ξαναδιαβάζει, ή με την ομορφιά που εκπέμπει..."
Για τον έρωτα και την φιλία.
Ολοκαύτωμα |
Τον Αντριά Αρντέβολ και τον Μπερνάντ Πλένσα τους ενώνει μια ισχυρη φιλία σε όλη τη ζωή τους, αν και πολλές φορές ο ένας δυσκολεύεται να το διακρίνει αυτό στον άλλο. Ο Αντριά κριτικάρει αυστηρά τη συγγραφική προσπάθεια του Μπερνάντ, κάνοντας τον να οργίζεται, γνωρίζοντας όμως ότι ο φίλος του έχει δίκιο. Ο Αντριά επίσης, συνεχώς τον παρακινεί να αφιερωθεί στο βιολί του, θεωρώντας ότι εκεί βρίσκεται το πραγματικό ταλέντο του φίλου του. Πολλές φορές αναρωτιέται αν θα ήταν καλύτερα να τον κολακεύει αντί να του γκρεμίζει τις συγγραφικές του προσπάθειες. Οι αληθινοί φίλοι όμως πρέπει να λένε την αλήθεια, όσο δύσκολη κι αν είναι. Λίγο όμως πριν το Αλτσχάιμερ τον καταστήσει ένα τελείως άβουλο ον, του εμπιστεύεται τις σημειώσει του, το αποχαιρετιστήριο του, για να το αξιοποιήσει.
Ο Μπερνάντ πάλι, λειτουργεί ως ένας αόρατος "προστάτης" του Αντριά. Βρίσκεται εκεί, όταν αισθάνεται ότι ο φίλος του χρειάζεται ένα χέρι βοήθειας. Παρεμβαίνει, απόλυτα διακριτικά, στο να φτάσει η "Αισθητική βούληση" στα χέρια του σημαντικού καθηγητή Αϊζάια Μπερλίν, με αποτέλεσμα μια έξοχη κριτική, η οποία θα χαροποιήσει τον Αντριά, κάνοντας τον ιδιαίτερα υπερήφανο. Στέκεται δίπλα του στα δύσκολα χρόνια που ο φίλος του χάνει τελείως τη μνήμη και την προσωπικότητα του. Υποκύπτει όμως στον πειρασμό, να οικειοποιηθεί τις αποχαιρετιστήριες, απολογιστικές σημειώσεις μιας ζωής του Αντριά, στο νέο του βιβλίο, το οποίο είναι και το μόνο που σημειώνει επιτυχία.
Η Σάρα είναι η "αιώνια" αγαπημένη του. Τη γνωρίζει στα 18 του,ζει μόνο γι΄ αυτήν, (όπως όλοι οι ερωτευμένοι σε αυτήν την ηλικία). Η εβραϊκή καταγωγή της από τη μια και οι σκοτεινές δοσοληψίες του πατέρα του Αντριά στην μαύρη περίοδο του διωγμού των Εβραίων από τους Ναζί, κάνουν τις δύο οικογένειες, ερήμην των δυο νέων, να χωρίσουν το νεαρό, ερωτευμένο ζευγάρι. Ο Αντριά δεν την ξεχνά ποτέ. Όλες οι σχέσεις, που δημιουργεί από εκεί και πέρα, στο βάθος τους κρύβουν την επιθυμία να ξαναβρεί τη Σάρα. Κι αυτό γίνεται 20 χρόνια μετά. Τη βρίσκει στο Παρίσι, της δηλώνει την παρουσία του και την αφοσίωση του. Μετά από λίγο καιρό, η Σάρα εγκαθίσταται στο σπίτι του Αντριά. Αυτή είναι και η πιο ευτυχισμένη περίοδο της ζωής του. Ως τη στιγμή, που η αγαπημένη του, θύμα μιας σκοτεινής πλεκτάνης, του ζητά να επιστρέψει το περίφημο βιολί Βιάλ, στον "νόμιμο", Εβραίο ιδιοκτήτη του. Ο Αντριά αδυνατεί να πραγματοποιήσει αυτήν την επιθυμία της. Πέρα από την τεράστια αξία του βιολιού, είναι και το πάθος του στη συλλογή τεκμηρίων μεγάλης ιστορικής αξίας, πάθος που κληρονόμησε από τον πατλερα του. Η Σάρα τον εγκαταλείπει.
Το ζευγάρι, για δεύτερη φορά, γίνεται θύμα, της ιστορίας που κουβαλούν οι δύο οικογένειες τους. Ουσιαστικά αμέτοχοι στη διαμόρφωση τον όποιων παραμέτρων της, κουβαλούν όμως το βάρος της, το οποίο είναι ασήκωτο, το οποίο διαλύει τους δεσμούς με τους οποίους τους ενώνει ο έρωτα τους. Και ήταν ερωτευμένοι. Ζούσαν τον έρωτα τους, μέσα από τα μικρογεγονότα της καθημερινής τους ζωής. Από ένα καλό κρασί, που το έπιναν από το "πορό" που ταίριαζε μόνο σε φτηνά κρασιά, από τις κρυφές φωτογραφίες που τον τράβηξε την ώρα που μελετούσε στο γραφείο του, από την ευτυχία που ένιωθε γνωρίζοντας, ότι βρισκόταν στο διπλανό δωμάτιο καιζωγράφιζε.
Για την τραγικότητα του Αλτσχάιμερ
Πιστεύω ότι η πιο σοβαρή ασθένεια, που μπορεί να κτυπήσει κάποιον άνθρωπο, είναι το αλτσχάιμερ. Να έχεις χάσει τη μνήμη σου, την προσωπικότητα σου, να είσαι άβουλος. Να μην αναγνωρίζεις αγαπημένα πρόσωπα, να έχει διαγραφεί η μνήμη σου, ολόκληρη η ζωή σου. Να χάσεις την ικανότητα επικοινωνίας, να μην μπορείς να εκτελέσεις απλές καθημερινές λειτουργίες και να είσαι απόλυτα εξαρτώμενος από τους άλλους. Τι πιο τραγικό; Ο Αντριάν, ως άνθρωπος της επιστήμης, εξασκούσε σε όλη τη ζωή του,τη μνήμη του αλλά και όλες τις άλλες εγκεφαλικές λειτουργίες. Αυτό όμως δεν ήταν ικανό, να αποτρέψει την απόλυτα τραγική κατάληξη του. Στο τέλος της ζωής του, έγκλειστος σε κάποιο ίδρυμα, τελείως παραδομένος, ως την ώρα του φυσιολογικού τέλους του, τον θάνατο. Δεν μπορώ, να φανταστώ πιο τραγική κατάληξη για κάποιον άνθρωπο, οποιονδήποτε άνθρωπο!
Τέλος με προβλημάτισε αρκετά ο ίδιος ο τίτλος του βιβλίου, "Confiteor " ,μια λατινική λέξη, οποία σημαίνει ομολογώ. Για τους καθολικούς το Confiteor είναι μια προσευχή, η ομολογία της μετάνοιας. Και η λέξη αυτή, επαναλαμβάνεται αρκετές φορές μέσα στο βιβλίο. Ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, ο καθηγητής Αντριά Αρντέβολ, είναι άθεος. Αισθάνεται όμως την ανάγκη, με το κείμενο, που παραδίδει στο φίλο του τον Μπερνάντ να κάνει μια δημόσια ομολογία για "κρίματα", αμαρτίες, άσχημες ιστορίες του παρελθόντος, ιστορίες στις οποίες ο Ζάουμε Καμπρέ |
ίδιος δεν έχει άμεση συμμετοχή, αλλά έχει σχέση ο πατέρας του. Ιστορίες που βαραίνουν, όλο τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Γνωρίζει ότι η ομολογία του θα γίνει βιβλίο από τον φίλο του και θα δημοσιοποιηθεί. Τι τον κάνει να προβεί σε αυτήν την πράξη, με τον έντονο θρησκευτικό συμβολισμό; Είναι δυνατόν, να τον βαραίνουν τόσο, οι πραγματικά κακές πράξεις των προγόνων του; Κι αυτός γιατί θα πρέπει να αισθάνεται ένοχος; Τελικά, το δημόσιο, προσωπικό και οικογενειακό σου ξεγύμνωμα, σε απελευθερώνει απ΄ όλα αυτά που σε βαραίνουν;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Όλα τα σχόλια σας με χαροποιούν και τυγχάνουν απάντησης.