Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2022

ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ του Αλάα Αλ - Ασουάνι

 Το μυθιστόρημα, Ανεκπλήρωτη Δημοκρατία, στηρίζεται πάνω σε αληθινά γεγονότα της σύγχρονης παγκόσμιας ιστορίας. Συγκεκριμένα αναφέρεται στην Επανάσταση του Αιγυπτιακού Λαού το 2010, με κέντρο αυτής της πλατεία Ταχρίρ, ενάντια στον επί 30 χρόνια πρόεδρο της Αιγύπτου, Χόσνι Μουμπάρακ.

 Μέσα από τις "μαρτυρίες" διαφορετικών προσώπων, που έζησαν τα γεγονότα από διάφορες πλευρές, αναδεικνύεται όλη η δυναμική, που ανέπτυξαν οι Αιγύπτιοι εκείνες τις ημέρες, πιστεύοντας ότι μπορούσαν επιτέλους να φέρουν τη Δημοκρατία στη χώρα τους. Συγχρόνως, σε αντιδιαστολή με αυτά που γίνονταν στους δρόμους, παρακολουθούμε και την αντίδραση του διεφθαρμένου Αιγυπτιακού καθεστώτος, που δεν διστάζει να θυσιάσει τον ηγέτη του, τον Μουμπάρακ, για να μην χάσουν την εξουσία τους αυτοί που κρύβονται πίσω της. (Υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί, διεφθαρμένοι πολιτικοί, βιομήχανοι, καναλάρχες, θρησκευτικοί ηγέτες) Η ιστορία συνεχίζεται ως την ημέρα που επανακτούν και πάλι το έλεγχο της κατάστασης, με τη βοήθεια όλων των μέσων που έχουν στη διάθεσή τους τα απολυταρχικά καθεστώτα. 

 Την βία, τον εξευτελισμό των ανθρώπων, την προδοσία, την γενικευμένη αναταραχή με την εμφάνιση της τρομοκρατίας και την δόλια χρήση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.

 Στην αρχή, ο συγγραφέας, ο Αλάα Αλ - Ασουάνι , φανερώνει τους κύριους χαρακτήρες φροντίζοντας διαμέσου αυτών να μας παρουσιάζει όλη την κοινωνική διαστρωμάτωση της σύγχρονης Αιγύπτου. Ανθρώπους σκοτεινούς που ανήκουν στον σκληρό πυρήνα της εξουσίας. Ανθρώπους θρησκόληπτους που χρησιμοποιούν τον Ισλαμισμό για να δικαιολογήσουν τις πιο επαίσχυντες πράξεις αλλά και Κόπτες Χριστιανούς εγκλωβισμένους σε ένα αυστηρό πλαίσιο συμβάσεων που τους καταδικάζει στην δυστυχία. Ονειροπόλους νέους, μορφωμένους, με καλή γνώση της λειτουργίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, που ασφυκτιούν μέσα σε ένα περιβάλλον ανελευθερίας και προς στιγμή πιστεύουν ότι έχουν επιτύχει το ακατόρθωτο, να φέρουν τη Δημοκρατία στη χώρα τους. Ανθρώπους πεπεισμένους, και μέχρι στιγμής δικαιώνονται, ότι τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει στην Αίγυπτο, καθότι ο Λαός αυτός στην ουσία έχει μάθει να υποτάσσεται στον αφέντη του, όποιος κι αν είναι αυτός. 

Χαρακτηριστική εικόνα από τον ξεσηκωμό της πλατείας Ταχριρ. Φεβρουάριος 2011

 Στη συνέχεια παρουσιάζεται ο μεγαλειώδης ξεσηκωμός του Λαού, τα όνειρα και οι ελπίδες των νέων, η πίστη τους στη νίκη. Συγχρόνως βλέπουμε την απίστευτα βίαιη αντίδραση των δυνάμεων εξουσίας, τον πολιτικό ελιγμό που επιχειρείται ο οποίος δεν πείθει τους ξεσηκωμένους Αιγύπτιους, την πρόκληση της αναρχίας και της βίας καθώς οι κυβερνώντες ανοίγουν τις φυλακές για να βγουν οι πιο σκληροί εγκληματίες με σαφείς οδηγίες να σπείρουν το χάος, την υποδαύλιση του θρησκευτικού φανατισμού,  τον εξευτελισμό των νεαρών κοριτσιών που υποβάλλονται σε τεστ παρθενίας καταρρακώνοντας το ηθικό τους, τους ψυχρά δολοφονημένους αγωνιστές.

 Το μυθιστόρημα αυτό σε φέρνει σε επαφή με μια κοντινή μας χώρα, την Αίγυπτο, και σου δείχνει πως λειτουργεί αυτή η μεγάλη μουσουλμανική χώρα των 102 εκατομμυρίων ανθρώπων. Είναι αριστοτεχνικά δομημένος ο τρόπος με τον οποίο ο Ασουάνι, μας παρουσιάζει τον καμβά της Αιγυπτιακής κοινωνίας. Μια χώρα με έναν πυρήνα νέων και προοδευτικών ανθρώπων, που ασφυκτιούν από την έλλειψη στοιχειωδών δημοκρατικών ελευθεριών, τον θρησκευτικό φανατισμό, την κοινωνική και οικονομική καταπίεση.  

 Δεν θα γράψω τίποτε για την κατάληξη των πρωταγωνιστών. Αυτό το αφήνω στο υποψήφιο αναγνώστη. Θα παραμείνει όμως το ερώτημα ανοιχτό. Έχουν αυτές οι χώρες του Αραβικού κόσμου, που από τη μια μεριά τους υποτάσσουν οι κανόνες της Σαρίας και από την άλλη μεριά έχουν να αντιμετωπίσουν ισχυρά και διεφθαρμένα καθεστώτα σε κάθε επίπεδο, την όποια πιθανότητα να κερδίσουν την Δημοκρατία: Είμαι αισιόδοξος! Δεν ξέρω πόσο αίμα θα χρειαστεί ακόμη να χυθεί, αλλά υπάρχει το θετικό παράδειγμα της Τυνησίας, της πρώτης χώρας που ξεσηκώθηκε το 2010, αυτής που δημιούργησε της περίφημη Αραβική Άνοιξη, που κέρδισε το στοίχημα απολαμβάνοντας σήμερα τον κοινοβουλευτισμό με ελεύθερες εκλογές. Αν και είναι η μόνη χώρα που το έχει πετύχει ως σήμερα, αποδεικνύει ότι όλα είναι πιθανά στο μακρινό ή κοντινό μέλλον.

  Ο Αιγύπτιος συγγραφέας, ο Αλάα Αλ - Ασουάνι , ήταν ιδρυτικό μέλος της πολιτικής κίνησης Κιφάγια, μιας από τις πολλές που βρίσκονταν πίσω από την επανάσταση της πλατείας Ταχρίρ, άρα γνωρίζει τα γεγονότα από πρώτο χέρι.  Σήμερα ζει αυτοεξόριστος στις Ηνωμένες Πολιτείας της Αμερικής όπου διδάσκει λογοτεχνία.

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2022

Το Φτερούι


  Ποτέ δεν του άρεσαν οι πόλεις. Ειδικά οι μεγαλουπόλεις με τις αχανείς διαδρομές και τους ουρανοξύστες που σου κρύβουν τον ορίζοντα. Και στην τηλεόραση που τις έβλεπε, ενώ οι υπόλοιποι της παρέας εκστασιάζονταν αυτός μαζευόταν σφιχτά, σαν να προστάτευε τον εαυτό του από την πολυκοσμία, το ψυχρό φως των λαμπτήρων και την τραχύτητα της.

 Παιδί του χωριού ήταν, ενός μικρού ορεινού χωριού της Μακεδονίας, με ελάχιστους κατοίκους, κτηνοτρόφοι οι περισσότεροι, κάποιοι λίγοι ασχολούνταν και με την υλοτομία. Όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους, με το μικρό όνομα προσφωνούνταν όταν διασταυρώνονταν στα στενά σοκάκια, πολλές φορές χρησιμοποιούσαν και τα παρατσούκλια τους. Πολλούς τους ήξεραν μόνο με αυτό, το οποίο με την αναπάντεχη γλωσσική τους ευπλαστία, τους φόρτωναν απολύτως εύστοχα οι συγχωριανοί τους. Αυτόν, όλοι τον ήξεραν ως το "Φτερούι".
 Μόνο όταν έφυγε από το χωριό του, τότε επιτέλους ευτύχησε να ακούσει το όνομά του, Νίκο τον έλεγαν, ολοκάθαρα να βγαίνει από τα στόματα των συνομιλητών του.
 Λιανός και αδύναμος ήτανε, καμιά σχέση με τα άλλα γεροδεμένα αγόρια του χωριού, φτερό στον άνεμο που συχνά πυκνά σήκωνε και τις πέτρες στην περιοχή τους, αυτός ήτανε το φτερό που σίγουρα με το πρώτο φύσημα θα χανόταν από εκεί, όλοι το ήξεραν, πρώτα πρώτα αυτός ο ίδιος, ότι δεν ήταν γεννημένος για να βιοποριστεί στη σκληρή ζωή του βουνού.

 Τα γράμματα ήταν η μόνη διέξοδός του, αυτά έβαλε στη ζωή του από νωρίς, αυτά ήταν το εισιτήριο του για να φτιάξει ένα καλύτερο μέλλον για τον εαυτό του. Από το Γυμνάσιο ως το Λύκειο, και μετά στο Πανεπιστήμιο, παρέμενε κοντά στον τόπο του. Στο Οικονομικό πήγαινε με χαρά διότι έβλεπε ότι οι σπουδές που έκανε, του ταίριαζαν μα συγχρόνως δυσφορούσε με τη ζωή, που ήταν αναγκασμένος να υπομένει στην πόλη που σπούδαζε. Έμενε σε μία γκαρσονιέρα σε μια παλιά πολυκατοικία, κοντά στον Άη Δημήτρη, σ' ένα στενό και ανήλιαγο δρόμο, όπου τα διπλοπαρκαρισμένα αυτοκίνητα καταλάμβαναν τα μαυρισμένα από το καυσαέριο πεζοδρόμιο. Όταν η κατάσταση έφτανε στο απροχώρητο και ένιωθε ότι ο αέρας που ανάσαινε δεν τον έφτανε, ανέβαινε το κλιμακοστάσιο κι έβγαινε στην ταράτσα, όπου από την μια πλευρά μπορούσε να δει τον Θερμαϊκό και στο βάθος, πέρα από την άχνα του Αξιού, τον ασπρισμένο Όλυμπο να στέκει αγέρωχος, όμορφος, στιβαρός. Καθόταν και τον χάζευε για ώρα μέχρι που ερχόταν και πάλι στα καλά του, η θέα του και μόνο είχε τη δύναμη να τον συνεφέρνει, θυμίζοντας του πως είναι να ζεις μέσα στην καθαρότητα της αμόλυντης ατμόσφαιρας.
 Πήρε γρήγορα το πτυχίο του και αμέσως μετά το στρατιωτικό βρήκε δουλειά στην Αθήνα, στο λογιστήριο μιας μεγάλης εταιρίας ως βοηθός στην αρχή. Τα λεφτά ήτανε καλά, φαινόταν ότι είχε συνηθίσει πια και την βουή της πόλης, όλα μια ιδέα είναι έλεγε ξεγελώντας πρώτα πρώτα τον εαυτό του. Όλα πήγαιναν καλά στη ζωή του, δεν άργησε να συνδεθεί και με μία κοπέλα που εργαζόταν κι αυτή στην ίδια εταιρία και μέχρι να το καταλάβει βρέθηκε παντρεμένος. Είχε προτείνει, μήπως και γινόταν ο γάμος στο χωριό του, αλλά εκείνη ήταν ανένδοτη, δεν ήταν τα βουνά τόπος κατάλληλος για να παντρευτούν, έτσι του είπε και έκλεισε η κουβέντα. Ακολούθησε και ο πρώτος τους γιός, μετά από λίγο έφτασε και η κορούλα τους, θα έλεγε κάποιος ότι ήταν ευτυχισμένος. 

 Τα χρόνια περνούν γρήγορα, τα παιδιά του μεγάλωσαν, ήταν πια κι αυτά φοιτητές, στο χωριό δεν πήγαινε πια κανένας τους. Μικρά όταν ήταν, μπορούσε να πείθει και την γυναίκα και αυτά και να περνούν λίγες μέρες από τις διακοπές τους στο πατρικό του, όταν όμως έγιναν μαθητές του Γυμνασίου, αρνούνταν πεισματικά να τον ακολουθήσουν, ήθελαν διακοπές κάπου παραθαλάσσια ή να μένουν στην πόλη, δεν τους πείραζε έτσι σταμάτησε κι αυτός να πηγαίνει στο χωριό, τους ακολουθούσε στις επιλογές τους, ήθελε δεν ήθελε.
 Πριν από δύο χρόνια ο γιός του, απόφοιτος με Άριστα και με μεταπτυχιακό από το Οικονομικό των Αθηνών, βρήκε δουλειά στη Νέα Υόρκη, μια διεθνής εταιρία έψαχνε να εκπαιδεύσει στελέχη πάνω σε μια νέα πατέντα που είχε σχέση με την άυλη διακίνηση του χρήματος κι αυτός ήταν μέσα στις πρώτες επιλογές τους. Όλοι χάρηκαν για την ευκαιρία που του δινόταν από τα πρώτα κιόλας βήματα της επαγγελματικής ζωής του, μα δεν μπορούσαν να κρύψουν και την στενοχώρια τους καταλαβαίνοντας ότι θα τον έχαναν από κοντά τους, θα ζούσε πια σε ένα πολύ μακρινό μέρος, με γεμάτο εμπόδια τον δρόμο της επιστροφής στην Πατρίδα. 
 Δεν άργησε κι αυτός να κάνει το ταξίδι στην Αμερική, ο γιός του φρόντιζε να τον προσκαλεί συνεχώς, ήθελε να τον επισκεφτεί, να του δείξει πόσο καλά περνούσε εκεί στα ξένα μέρη, πόσο γρήγορα πήρε την πρώτη του προαγωγή και πόσο πολύ τον εκτιμούσαν οι συνάδελφοι του.
 Από την πρώτη στιγμή που πάτησε εκεί το πόδι του, κάτι αλλόκοτο τον κατέτρωγε, τίποτε δεν τον ευχαριστούσε, όλα τα μεγάλα και θαυμαστά που έβλεπε του, όπου κι αν τον πήγε ο γιός του, όλα του φαίνονταν άνευ αξίας και ανούσια.

 Το πρωινό της πρώτης Κυριακής, έφτιαξαν καφέ και ο γιος του του ζήτησε να τον ακολουθήσει. Πήραν το ασανσέρ και ανέβηκαν ως το τέρμα, κι από εκεί ακολούθησαν μια στενή σκάλα μέχρι που βγήκαν στην ταράτσα του ουρανοξύστη, που έμενε. Ακούμπησαν στο περβάζι με την κούπα του καφέ στα χέρια τους. Από τη μια μεριά ο πατέρας, που ο αγέρας του έπαιρνε τα μαλλιά που είχαν αρχίσει να γκριζάρουν και από την άλλη ο γιος με όλη την ικμάδα της νιότης του.

"Πώς σου φαίνεται από δω πάνω η Νέα Υόρκη, πατέρα;"
"Τι να σου πω παιδί μου, δεν βλέπω κάτι που να μου αρέσει. Εντυπωσιακό το θέαμα, δεν λέω, αλλά δεν μου αρέσει!"
"Τι δεν σου αρέσει, δηλαδή;"
"Κοίτα κάτω! Εκεί, στις λεωφόρους ανάμεσα στις πολυκατοικίες. Εκεί, που ο ήλιος δεν μπορεί να φτάσει και οι άνθρωποι καταντούν χλωμοί σαν άρρωστοι. Τώρα κοίτα πέρα, εκεί που οι ουρανοξύστες διακόπτουν την καθαρότητα και την συνέχεια του ουρανού. Αυτά βλέπω εγώ και να είσαι σίγουρος ότι σε κανέναν δεν αρέσουν."
"Οι ανάγκες της εποχής, είναι αυτές, πατέρα. Δεν θαυμάζεις όμως την ικανότητα του Λαού, που έφτιαξε αυτό το θαύμα που βλέπεις μπροστά σου;"
"Αν τον θαυμάζω; Ναι! Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Σκέπτομαι εσένα που θα φας τα νιάτα σου εδώ, σε αυτό το τσιμεντένιο χάος, σε έναν ξένο τόπο και λυπάμαι."
"Λυπάσαι για την πρόοδο που έχω πετύχει, για την ευκαιρία που μου δίνεται να φτιάξω την ζωή μου; Τι να σου πω, ρε πατέρα; Περίμενα ότι θα χαιρόσουν με την επιτυχία μου. Εγώ λυπάμαι!"
"Μην παρεξηγείς τα λόγια μου! Δεν είπα ότι δεν χαίρομαι με ότι έχεις πετύχει. Ίσα ίσα που είμαι πολύ περήφανος για την εξέλιξή σου. Αλλά, ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω πως οι άνθρωποι επιβιώνουν σε μια τέτοια πόλη. Όλη την ημέρα κλεισμένοι μέσα στα γραφεία τους, δίχως κάπου να βγουν για να τους κτυπήσει λίγο το φως, ο καθαρός αέρας. Για να σου πω την αλήθεια, θα σε ήθελα κάπου κοντά μας, σε μια πιο ανθρώπινη πόλη, όπως την Αθήνα. Μέχρι τώρα την αντιμετώπιζα απαξιωτικά αλλά τώρα κατάλαβα ότι είχα άδικο. Η Αθήνα είναι ανθρώπινη, δεν έκρυψε τον ουρανό της όπως αυτοί εδώ. Αυτό με στενοχωρεί γιέ μου."
"Το ξέρεις πατέρα, η χώρα μας δεν δίνει ευκαιρίες."
"..."
"Αλλά δεν ξέρεις ποτέ, ίσως κάποια μέρα τα καταφέρω και επιστρέψω. Όλα είναι δυνατά."
"Φτάνει να το θέλεις κι εσύ γιε μου. Τίποτε δεν πρόκειται να γίνει αν αφήσεις τη ζωή σου σαν φτερό να την πάρει ο άνεμος, προς όπου φυσά."
"..."
"Πάμε κάτω, γιε μου! Φοβάμαι μην αρπάξω κανένα κρύο εδώ πάνω. Ότι ήταν να δω το είδα."

(μετά από έναν χρόνο)
 Ο Νίκος έχει εγκαταλείψει την οικογένεια του, την Αθήνα που ζούσε τα τελευταία τριάντα χρόνια. Λίγους μήνες μετά το ταξίδι του στην Αμερική επέστρεψε στο χωριό του. Οι δικοί του έχουν φύγει πια, το σπίτι τους εγκαταλειμμένο από καιρό, αλλά κάθε μέρα φτιάχνοντας από λίγο, το ανασταίνει και πάλι. Το βράδυ βγαίνει στο μοναδικό καφενείο του χωριού με την μαντεμένια σόμπα να καίει στην μέση κι ακούει τους ντόπιους. Κυρίως τους μεγαλύτερους, που ενθυμούμενοι ιστορίες αληθινές ή φανταστικές, θέλουν να τις διηγηθούν πριν αποχωρήσουν απ'  αυτόν τον κόσμο. Κάποιες φορές ζητούν κι από αυτόν να πει κάτι από την εμπειρία του στην μεγάλη πόλη - Νίκο τον φωνάζουν κι αυτοί πια, από σεβασμό για την απόφασή του, ξέχασαν το "Φτερούι" αλλά εκείνος αρνείται ευγενικά. Θέλει να ακούει, έχει ανάγκη να μαζέψει πίσω όλη την παρεξηγημένη σοφία του τόπου του, που ο χρόνος αδυσώπητα φρόντισε να χάσει. Αυτά που κάποτε απεχθανόταν σε αυτόν τον τόπο τώρα τα θεωρεί τα πιο σημαντικά απ'  όλα. Από την δουλειά του ήδη τον έχουν απολύσει. Ούτε τα ένσημα για σύνταξη δεν έχει μαζέψει ακόμη. Η γυναίκα του, του κλάφτηκε στο τηλέφωνο που την άφησε μόνη, στη συνέχεια του ούρλιαξε με οργή, μέχρι που στο τέλος τον σιχτίρισε για τα καλά και από τότε ούτε που ασχολήθηκε ξανά μαζί του. Τα παιδιά του προσπάθησαν να τον συνετίσουν, τα άκουγε σιωπηλός και στο τέλος τους έδινε την ευχή του λέγοντάς τους ότι αν ήθελαν να τον δουν ξανά, ήξεραν που θα τον βρούνε.

 Το "Φτερούι" που το σήκωσε κάποτε ο άνεμος και το πήρε μακριά από αυτά τα σκληρά μέρη, είχε βρει τον δρόμο και γύρισε στον τόπο που πάντα γνώριζε ως δικό του. Δεν ξέρει αν είναι ευτυχισμένος, δεν ξέρει για πόσο θα αντέξει μακριά από τους δικούς του, ούτε για πόσο θα του φτάσουν τα χρήματα που έφερε μαζί του ή αν θα επιχειρήσει να φτιάξει κάτι για να βιοποριστεί εκεί πάνω, τίποτε δεν έχει σίγουρο αλλά και ούτε κάνει σχέδια για το μέλλον. Απλώς τώρα του αρέσει που βρίσκεται εδώ, στο σπίτι που μεγάλωσε, μπροστά στο αναμμένο τζάκι ενώ έξω ο μανιασμένος κρύος αέρας σηκώνει τον κόσμο. Όχι όμως κι αυτόν.



 Ευχαριστώ την Μαίρη από την Γήινη Ματιά , για την ευκαιρία που μας δίνει, να γράψουμε αλλά κυρίως να διαβάσουμε όμορφες δουλειές των συνοδοιπόρων μας, σε αυτό το όμορφο δρώμενο!







Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2022

Ημέρες ραδιοφώνου

   Ακόμα και σήμερα που το διαδίκτυο κυριαρχεί στα πάντα, το ραδιόφωνο είναι ένα αγαπημένο μέσο, από το οποίο ενημερώνομαι, ακούω μουσική και με έχει συντροφέψει σε δύσκολες στιγμές. Όταν πρωτοήλθα σε επαφή με το μαγικό αυτό εργαλείο, εκεί στις αρχές της δεκαετίας του 70', είχε ήδη εφευρεθεί το τρανζίστορ, που αντικατέστησε τις ογκώδεις και ενεργοβόρες λυχνίες με αποτέλεσμα οι ραδιοφωνικοί δέκτες να γίνουν πιο διαχειρίσιμοι, να γίνουν συσκευές που μπορούσες να τις τοποθετήσεις όπου ήθελες, στην αυλή, στην κουζίνα ή να τις μεταφέρεις εύκολα μαζί σου, στη θάλασσα για παράδειγμα. Ακόμη και η λέξη ραδιόφωνο τότε κόντεψε να αντικατασταθεί από τη λέξη τρανζίστορ (τρανζιστοράκι). Θυμάμαι ακόμη τη Μαρινέλα το 1978 να τραγουδά:

" Να παίζει το τρανζίστορ τ' Αμερικάνικα

και συ περνάς στους δρόμους

με το μπουφάν στους ώμους

και τα πουκαμισάκια τα κοντομάνικα. "

   Το ραδιόφωνο πέρα από τον ενημερωτικό και ψυχαγωγικό του χαρακτήρα είναι συνδεδεμένο και με μνήμες, που ακόμη γλυκαίνουν το μυαλό. 

  Το πρώτο μας ραδιόφωνο ήταν ένα sanyo το οποίο αγόρασε ο πατέρας μου από τα Κανάρια νησιά, στη διάρκεια του μακρινού ταξιδιού επαναπατρισμού από την Αυστραλία. Με δερμάτινη επένδυση και λουρί, που μπορούσες να το κρεμάς στον ώμο, συνήθως όμως κρεμόταν από ένα καρφί στον τοίχο κι έπαιζε όλη την ημέρα, έτσι το θυμάμαι. Στα Μεσαία κύματα οι περισσότεροι σταθμοί τότε, τα FM με στερεοφωνικό ήχο ακόμη ήταν άγνωστα στη χώρα μας και φυσικά τα βραχέα γiα τους πολύ μακρινούς σταθμούς, από BBC ως Radio Μόσχα. Υπήρχε κι ένα άλλο, της γιαγιάς μας, Philips αυτό, ραδιοπικάπ σε βαλιτσάκι για εύκολη μεταφορά, σπουδαίο εργαλείο. Δυστυχώς κανένα από τα δύο δεν διασώθηκε, το πρώτο χάλασε από την πολύ χρήση το δεύτερο κάποια στιγμή κρίθηκε ως αχρείαστο εξαιτίας το όγκου του αλλά και της έλλειψης κασετοφώνου. Η κασέτα βλέπεις είχε εισβάλει πια στις ζωές μας, όπως στη συνέχεια τα CD, τα mp3 και τώρα τα play lists του Youtube και του Spotify. Το ραδιόφωνο όμως, είτε από τα ερτζιανά είτε διαδικτυακά, πάντα αποτελεί σταθερή αξία. 

  Οι σταθμοί που πιάναμε στις αρχές της δεκαετίας του 70' στο νησί της Καρπάθου, ήταν τρεις όλοι κι όλοι. Η ΕΙΡΤ, το ΡΙΚ (Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου) και ο σταθμός των Ενόπλων Δυνάμεων (ΥΕΝΕΔ), από την ανατολική μόνο μεριά του νησιού.

  Κυρίως άκουγα τραγούδια. Ήμαστε τυχεροί διότι πέσαμε σε μια εποχή που έβγαιναν πραγματικά σουξέ, τα οποία σήμερα ακούμε με νοσταλγία. Από νέο κύμα ως ελαφρολαϊκό τραγούδι, με σπουδαίους ερμηνευτές. Πρόχειρα μου έρχονται στο μυαλό, Κυρά Γιώργαινα, ο Γιώργος που πάει, του Γιάννη Καλατζή, Αδέλφια μου Αλήτες πουλιά, Του Τόλη Βοσκόπουλου, Αχ χελιδόνι μου του Γιώργου Νταλάρα, Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε της Βίκης Μοσχολιού. Βέβαια υπήρχε και μια πολύ μεγάλη μερίδα απαγορευμένων καλλιτεχνών, που δημιουργούσαν στο εξωτερικό όπως ο Θεοδωράκης, ή ήταν αποκλεισμένοι, όπως ο Καζαντζίδης. Αυτά όλα θα άλλαζαν μετά την πτώση τη δικτατορίας, όχι όμως τόσο όσο όφειλαν τα δημόσια ραδιοτηλεοπτικά μέσα για τους μεγάλους καλλιτέχνες. Έπρεπε  να κερδίσει το ΠΑΣΟΚ τις εκλογές του 1981, για να ακουστεί πραγματικά ο Θεοδωράκης από τα ερτζιανά. 

  Βέβαια, δεν ήταν μόνο τα σουξέ αλλά και το ποδόσφαιρο. Κάθε Κυριακή, τη ίδια ώρα ακούγαμε όλους τους αγώνες της Α΄ Εθνικής, όπου οι συνδέσεις γίνονταν διαδοχικά από γήπεδο σε γήπεδο. Βλέπεις η τηλεόραση έπαιζε μόνο τα ντέρμπυ ή δεν είχε σήμα σταθερό ώστε να μπορείς να παρακολουθείς απρόσκοπτα πάντα την αγαπημένη σου ομάδα. Δεν θα ήταν υπερβολή αν έλεγες ότι κάθε Κυριακή, γύρω στις 3 μ.μ. όλος ο αρσενικός πληθυσμός βρισκόταν καρφωμένος πάνω από ένα ραδιοφωνάκι, επευφημώντας ή οικτίροντας για την τύχη της ομάδας του. 

  

Δεν ξεχνώ και τις ραδιοφωνικές σειρές, από τις οποίες οι πιο γνωστές ήταν "Με τη θεία Λένα" για τα παιδιά και "Το Σπίτι των Ανέμων", με περιπετειώδη πλοκή, για όλη την οικογένεια. Οι ακροατές αγωνιούσαν με τις σκοτεινές υποθέσεις που έπρεπε να λύσει ο  δικηγόρος-ντέντεκτιβ Λαμπίρης (Βύρων Πάλλης) και την αιώνια αγαπημένη του Τζοβάνα (Αφροδίτη Γρηγοριάδου). 

  Την πιο οδυνηρή ραδιοφωνική ανάμνηση την έχω από την εισβολή στην Κύπρο, το 1974. Από τις πρώτες μέρες χάσαμε το σήμα του ΡΙΚ. Αργότερα έμαθα, ότι η κεραία εκπομπής βρισκόταν μέσα στα κατεχόμενα και ποτέ δεν αποκαταστάθηκε. Με αγωνία συντονιζόμαστε στην ΕΙΡΤ, η οποία κι αυτή λόγω των καταστάσεων είχε ιδιαίτερα αδύναμο σήμα, για να μάθουμε κάποια είδηση, ή μάλλον για να εξυψώσουμε το έτσι κι αλλιώς πεσμένο ηθικό μας, ακούγοντας για τις ηρωικές μάχες που έδιναν οι μαχητές της ΕΛΔΥΚ και της Ελληνοκυπριακής φρουράς, που πολεμούσαν εκεί. Για να πιάνει πιο καλά το σήμα, πλησιάζαμε το ραδιόφωνο στις γειώσεις των ρολογιών της ΔΕΗ, οι οποίες ενίσχυαν το σήμα κι έτσι μπορούσαμε να ακούμε ικανοποιητικά.

  Και γίνεται επιτέλους η Παλινόρθωση της Δημοκρατίας, έχω μπει και στην εφηβεία κι όλα αλλάζουν πια με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Στο Λύκειο, αγαπημένη μου εκπομπή γίνεται αυτή του Γιάννη Πετρίδη, "από τις 4 στις 5", ναι, μεταδίδεται ακόμη και σήμερα από το πρώτο πρόγραμμα. Ροκ μουσική, ποπ, ντίσκο, ρέγγε, μουσική ενημέρωση  με ότι πιο τελευταίο κυκλοφορούσε τότε στο διεθνές στερέωμα. Όσο διάβαζα το ραδιόφωνο πάντα έπαιζε πολύ χαμηλά, ίσα ίσα για να με απομονώνει από τους έξω ήχους, μα την ώρα εκείνη το διάβασμα σταμάταγε, άκουγα με προσοχή την κάθε του πρόταση και ενδιάμεσα προσπαθούσα να γράψω και καμιά κασέτα με τα τελευταία χιτς της εποχής. Pink Floyd, οι αγαπημένοι μου από τότε. Εκείνα τα καλοκαίρια ανακάλυψα και τον ραδιοφωνικό σταθμό της της Αγγλικής Βάσης της Κύπρου, τον οποίο μόνο καλοκαίρια μπορούσα να πιάσω, λόγω των παιχνιδιών που παίζουν τα ραδιοκύματα στην ανώτερη επιφάνεια της ατμόσφαιρας. Είχαμε μπει πια στην εποχή των FM, με καθαρό ήχο δίχως παράσιτα. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τη χαρά μου, όταν άναψε το λαμπάκι στο ραδιοκασετόφωνο που είχα, που έδειχνε ότι η λήψη μου ήταν και στερεοφωνική. 

 Τελειώνω το Λύκειο και περιμένω τα αποτελέσματα των Πανελληνίων. Ναι, από το ραδιόφωνο! Να περιμένεις για ώρες, γερμένος πάνω του, για να ακούσεις και το δικό σου όνομα, μέσα από μια σειρά ονομάτων, που εκφωνούνταν ανά σχολή, άχρωμα και βαρετά για τον περισσότερο κόσμο, σε τέλεια αντίθεση με τη δική σου καρδιά, που είχε ανεβάσει τους κτύπους της στο ζενίθ, μέχρι να ακούσεις ότι είσαι κι εσύ ανάμεσα στους επιτυχόντες. Μια φορά μόνο το άκουγες το όνομά σου. Δεν υπήρχε καμία δυνατότητα για επανάληψη, για ένα δεύτερο άκουσμα, μήπως δεν άκουσες καλά, μια φορά μόνο ακουγόταν το όνομά σου κι έπρεπε να είσαι εκεί για να το ακούσεις.

  Στη συνέχεια ως φοιτητής "μελετώ" το έντεχνο, παλιό και νέο, δυστυχώς δεν θυμάμαι την εκπομπή στην ΕΙΡΤ, ξέρω μόνο ότι έπαιζε κάθε απόγευμα και την παρακολουθούσα φανατικά, απολαμβάνοντας τους μουσικούς θησαυρούς της πατρίδας μας. Χατζιδάκις, Λεοντής, Μαρκόπουλος, Λοΐζος, Μαμαγκάκης και φυσικά Θεοδωράκης, μια μουσική πανδαισία, μια μεγαλειώδη ελληνική μουσική που με έκανε υπερήφανο για την Πατρίδα μου. Σημειώνω δίσκους, συνθέτες και τραγουδιστές, κυρίως συνθέτες μιας και είναι η εποχή που τους δίσκους τους "γέμιζαν" οι συνθέτες ακόμη.

 Ο πρώτος μου διορισμός ήταν στο ακριτικό Καστελόριζο. Φεύγοντας από την Ρόδο για το νησί, προνόησα και αγόρασα από τα τουριστικά ένα τρανζιστοράκι σε μέγεθος παλάμης. Αυτό από κάποιο κατασκευαστικό λάθος, έπιανε εκτός από το πρώτο πρόγραμμα (αυτός ήταν και ο μόνος ελληνικός σταθμός) και την συχνότητα της κρατικής τηλεόρασης. Ήχος άνευ εικόνας! Χάλασε γρήγορα αλλά τουλάχιστον έβγαλε την χρονιά στο νησί.

 Λίγα χρόνια αργότερα, στην ραδιοφωνική μου ζωή μου μπαίνει ο Παύλος Γεραμάνης με την εκπομπή του, "Λαϊκοί Βάρδοι". Άριστος γνώστης, μεταξύ των άλλων και του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Σε κάθε εκπομπή του έχει καλεσμένο κι έναν παλιό λαϊκό τραγουδιστή ή κάποιον οργανοπαίχτη και ανάμεσα στα τραγούδια να διηγούνται απίστευτες ιστορίες για το Λαϊκό τραγούδι της Πατρίδας μας, από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά.

 Δεν ήμουν όμως μόνο ακροατής. Για κάποιο διάστημα θήτευσα κι ως "ραδιοπειρατής" κάνοντας με τον κολλητό μου φίλο, τον Μιχάλη, την μόνη θεματική εκπομπή του παράνομου ραδιοσταθμού του νησιού μας: "Με του βοριά τα κύματα". Θυμάμαι με αγάπη την εκπομπή για το ρεμπέτικο με καλεσμένο ντόπιο μουσικό καλλιτέχνη. Η εκπομπή όμως που καθήλωσε τον κόσμο στα ραδιόφωνα του, ήταν μια fake εκπομπή. Τάχατες από το νησί μας, πέρασε για μια μέρα ο αστρολόγος Κώστας Λεφάκης, τον οποίον υποδυόταν κάποιος καλός φίλος και... απαντούσε για ώρες στα τηλεφωνήματα των αγωνιούντων ακροατριών μας, αναλύοντας τους τον αστρολογικό τους χάρτη!!! Αργότερα, θα κάνω κι ένα σύντομο πέρασμα από τον Δημοτικό ραδιοφωνικό σταθμό με μια εκπομπή με θέματα εκπαίδευσης.

 Κάποια στιγμή, νοσηλευόμενος σε νοσοκομείο ανακάλυψα
τις μεταμεσονύχτιες εκπομπές του ραδιοφώνου, συνειδητοποιώντας παράλληλα την μοναξιά πολλών συνανθρώπων μας. Στην αρχή πίστεψα ότι οι ακροατές και συγχρόνως συνεντευξιαζόμενοι σε αυτές ήταν μόνο άνθρωποι που εργάζονταν αυτήν την ώρα και μέσα από τις εκπομπές αυτές έσπαγαν την μονοτονία του νυχτερινού κάματου. Ανακάλυψα όμως ότι η πλειονότητα τους ήταν άνθρωποι που μοιράζονταν απλώς την μοναξιά τους και η παρέα του ραδιοφωνικού εκφωνητή τους αναπτέρωνε το ηθικό, τους κράταγε όρθιους, τους έδινε ένα κάποιο έρεισμα να παλέψουν και να κρατηθούν στη ζωή ως την επόμενη εκπομπή.

 Και τα καλοκαίρια μου είναι συνυφασμένα εδώ και αρκετά χρόνια με το ραδιόφωνο. Εκεί στην αυλή μας, όταν ο ήλιος έχει πάρει την κατιούσα προς τη Δύση, αυτό παίζει, συντονισμένο κατά κύριο λόγο στο Δεύτερο πρόγραμμα του κρατικού ή έχει αντικατασταθεί από το ραδιόφωνο του κινητού, που συντονίζεται στο διαδικτυακό σταθμό, του Sohos FM, όπου παίζει έντεχνο. 

 Μα εκεί που το ραδιόφωνο πάντα ακούγεται, είναι στο αυτοκίνητο. Κάνω αρκετά χιλιόμετρα τα τελευταία χρόνια και ο ήχος του αποτελεί μια καλή συντροφιά. Μέχρι πρότινος, ήταν σταθερά συντονισμένο  στο Πρώτο πρόγραμμα του Κρατικού, δεν ξέρω γιατί,  μάλλον ήταν κάτι σαν εθισμός στα επαναλαμβανόμενα δελτία, φοβούμενος μήπως χάσω την "σπουδαία" είδηση. Από το καλοκαίρι όμως αυτό άλλαξε, τώρα "η βελόνα" έχει κολλήσει στο Δεύτερο, ελληνική μουσική κατά κύριο λόγο παίζει. Χαίρομαι σαν μικρό παιδί, να ακούω και πάλι επιτυχίες το παρελθόντος, όλων των εποχών, από το ρεμπέτικο της δεκαετίας του 20΄ ως τα σουξέ της δεκαετίας του 70', από Αττίκ ως το σύγχρονο έντεχνο, με υπέροχες και υπέροχους ραδιοφωνικούς παραγωγούς.

 Έτσι λοιπόν αγαπημένοι μου φίλοι και φίλες μπήκε το ραδιόφωνο στη ζωή μου, έτσι το αγάπησα κι έτσι πορεύομαι μαζί του ως και σήμερα. 




Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2022

Γραφή ή ζωή του Χόρχε Σεμπρουν

 Το μυθιστόρημα Γραφή ή ζωή του Ισπανού Χόρχε Σεμπρούν, σου αφήνει μια παράξενη αίσθηση αφού το έχεις πια διαβάσει. Δεν είναι εύκολο βιβλίο, όχι διότι είναι δυσνόητο ή έχει "περίεργο" τρόπο γραφής, αλλά διότι μιλά για στενάχωρες καταστάσεις. Πολλές φορές πόνεσα, το ίδιο όπως την πρώτη φορά που έμαθα για τις φρικαλεότητες των Ναζί στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας και εξολόθρευσης κάθε παρείσακτου, κατά την άποψη τους, στον κόσμο αυτό.

 Ένας νέος άνθρωπος, ο ίδιος ο συγγραφέας, ήλθε αντιμέτωπος με τον θάνατο μέσα στο ναζιστικό στρατόπεδο εξόντωσης του Μπούχενβαλντ, είδε συντρόφους του να πεθαίνουν ή να χάνονται ξαφνικά από δίπλα του, οσμίστηκε τον θάνατο (στην κυριολεξία αυτό) από την καμινάδα του κρεματορίου. Κι όταν επιτέλους βρίσκεται ελεύθερος, "δυσκολεύεται" πλέον να πιάσει τη ζωή του από εκεί που την άφησε, έχει πεθάνει κι έχει αναστηθεί, τίποτε δεν μπορεί να είναι το ίδιο όπως πριν τον Μεγάλο πόλεμο.  

 "Ποιος μπορεί να πιστέψει ότι όλα αυτά έγιναν στα αλήθεια", αναρωτιέται ο συγγραφέας. Κι ένας παλιός του σύντροφος του δίνει με ερώτηση την απάντηση: "Ποιος μπορεί να αποδώσει καλύτερα αυτά που έγιναν εκεί μέσα εκτός από έναν μυθιστοριογράφο;

  Ασφαλώς κι έχει δίκιο. Οι ιστορικοί θα παραθέσουν αριθμούς, γεγονότα, έγγραφα, αλλά μόνο ένα μυθιστόρημα θα μπορέσει να αποδώσει όλα εκείνα τα συναισθήματα ενός αιχμαλώτου που καθημερινά αντιμαχόταν τον παραλογισμό των Ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης και μέρα με την μέρα κατόρθωνε να ξεγλιστρά από τα ολισθηρά μονοπάτια του θανάτου. Κάποια στιγμή μάλιστα, χρόνια μετά, μαθαίνει ποιο τυχερό είχε και του δόθηκε η ευκαιρία να ζήσει. 

  Ξέρει ότι η γραφή αυτών που έζησε είναι μια οφειλή που πρέπει να ξεχρεώσει. Μα όταν αποφασίζει να το κάνει, τότε αντιλαμβάνεται ότι αυτό δεν του είναι εύκολο, οι μνήμες και τα συναισθήματα που συνοδεύουν τη γραφή είναι αβάσταχτα κι εκείνος δικαίως, αυτό δεν το αντέχει.

" Καθ' όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού της επιστροφής, του φθινοπώρου, μέχρι την ηλιόλουστη χειμωνιάτικη μέρα στην Ασκόνα του Τσιτσίνο, οπότε αποφάσισα να εγκαταλείψω το βιβλίο που προσπαθούσα να γράψω, τα πράγματα που είχα σκεφτεί ότι με ξανασυνδέουν με τη ζωή - η γραφή, η απόλαυση - απεναντίας με απομάκρυναν απ' αυτήν, μ' έστελναν ακατάπαυστα και σιγά σιγά  αλλά σταθερά, στη μνήμη του θανάτου, με απωθούσαν μέσα στην ασφυξία αυτής της μνήμης. "

 Ο Σεμπρούν βάζει στην άκρη την γραφή για να κερδίσει τη ζωή. Είναι ακόμη νέος, αγαπά τις γυναίκες, του αρέσει να διαβάζει ποίηση, αγωνίζεται στην παρανομία για έναν κόσμο δίκαιο ως στέλεχος του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος, μέχρι που ο άκαμπτος σταλινικός μηχανισμός τον απορρίπτει ως ρεβιζιονιστή. (η πίκρα αυτής της διαγραφής είναι παρούσα σε όλο το κείμενο)

 Τελικά η γραφή όμως νικά. Έστω κι αν πέρασαν αρκετά χρόνια δίχως να γράψει το παραμικρό, αντιλαμβάνεται ότι αυτή ήταν η μοίρα του. Έζησε όλη την φρικαλεότητα της αιχμαλωσίας στα ναζιστικά στρατόπεδα και όφειλε να γράψει γι'  αυτήν.

" Θα ήταν γελοίο, ίσως και άπρεπο, να γράψω οτιδήποτε άλλο παρακάμπτοντας την εμπειρία αυτή.    

  Μου άρεσε! Μου αρέσουν εκείνα τα βιβλία που σε βυθίζουν  στην ιστορία, συνήθως στις πιο σκοτεινές της πλευρές, αλλά  και που σε παρακινούν να ψάχνεις ονόματα, τόπους,  γεγονότα, τα οποία συνεχώς αναδύονται μέσα από τις σελίδες  τους. Κι από τη μια μεριά το κακό σου υπενθυμίζει  ότι είναι υπαρκτό και από την άλλη ζεις την ουτοπία, τη δική  του - και τη δική σου -  για ένα δικαιότερο κόσμο παρέα με τους  σπουδαίους ποιητές της δικής του εποχής, τους οποίους μνημονεύει συνεχώς, να σε  συντροφεύουν.

   Ο Χόρχε Σεμπρούν γεννήθηκε το 1923 στη Μαδρίτη και έζησε από έφηβος εξόριστος, από το καθεστώς  του Φράνκο, στη Γαλλία. Ανδρώθηκε στη χώρα αυτή και είναι  ο μόνος μη Γάλλος, μέλος της Ακαδημίας Γκονκούρ. Την  περίοδο 1988 - 1991, ανέλαβε το υπουργείο Πολιτισμού της Ισπανίας. Πέθανε το 2011, στο Παρίσι.

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2022

25 λέξεις, συμμετοχή σε δρώμενο




Ξέμεινες στο σιδερόφρακτο κελί σου

διωγμένη απ' όλους εμάς,

τους παντοτινά άπιστους,

ν' αναπολείς τα "χρόνια τα καλά",

όταν μ' ένα λίκνισμά σου μόνο

αγκίστρωνες τις εξεγερμένες καρδιές μας.


  Αυτή ήταν η συμμετοχή μου, στο πρώτο δρώμενο αυτής της νέας περιόδου, που ανοίγεται μπροστά μας. Μια φωτογραφία και ένα κείμενο 25 λέξεων, άντε μέχρι 30, εμπνεόμενο από την εικόνα.
  Ευχαριστώ την Μαρία Νικολάου με το ιστολόγιο της "Το Κείμενο"  για την ευκαιρία που μας έδωσε να παίξουμε με τις λέξεις για μία ακόμη φορά!

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022

Επιστροφή στα θρανία...

  Κάθε τέτοια εποχή, σκέφτομαι ότι πρέπει ν' αφήσω την καλοκαιρινή ραστώνη - ναι, ακόμη με κατατρέχει - για να επανέλθω στην blogo - παρέα μας. Είναι αλήθεια, το καλοκαίρι γράφω λίγο, προτιμώ την τεμπελιά στον ήλιο ή τις εργασίες στον κήπο, αλλά για να λέμε την αλήθεια είναι η καλύτερη εποχή για αναστοχασμό. 

 Τακτοποιώ τις σκέψεις μου, βάζω σε μια σειρά αυτά που θέλω να γράψω, επεξεργάζομαι νοερά, με πλήρη άνεση χρόνου, αυτά που ήδη έχω γράψω αλλά δεν έχω ακόμη δημοσιεύσει. Και μαζεύω εικόνες. Φωτεινές εικόνες, που τις ξεπλένει κι άλλο ο ήλιος, που τις συνοδεύουν οι γύρω ήχοι, απαλλαγμένοι από το υπνώτισμα της τηλεόρασης. Τα τζιτζίκια, που σου παίρνουν μεσημεριάτικα τα αυτιά, οι φωνές των παιδιών που παίζουν μακριά, το σύρσιμο της χελώνας στα ξερόχορτα, ο παφλασμός του ελάχιστου κυματισμού στη θάλασσα, το βουητό του κόσμου καθώς διασχίζει τον παραλιακό, το παραφύλαγμα της γάτας στο σκοτάδι ακόμα και το ενοχλητικό κουνούπι που περιφέρεται γύρω απ' το κεφάλι σου. Μα κυρίως ψάχνω το όμορφο. Που όσο περνούν τα χρόνια όλο και πιο δύσκολα το ανακαλύπτεις. Βλέπεις, έχουν γεμίσει πια εκείνες οι νευρικές απολήξεις του εγκεφάλου μας, με όσα έχεις φυλάξει εκεί όλα αυτά τα χρόνια, και μοιραία κάνεις τις συγκρίσεις. Ποια μπορεί να είναι η πιο όμορφη; Η Μαλένα ( οι κινηματογραφόφιλοι ξέρουν ) ή η νεαρά καλλονή που ανέμελα παίζει με το κύμα; Η χαμένη παραλία που γνώρισες νεαρός ή αυτή που σήμερα έχει γεμίσει με κάθε ευκολία για να μην ταλαιπωρείται το κουρασμένο σου κορμί; Κι αν η ζυγαριά γέρνει εύκολα προς τα πρώτα, τι λένε και οι νέοι του σήμερα, που έτσι τα γνωρίζουν, αγνοώντας το βασανιστικό παρελθόν; Και, πού τοποθετείσαι μέσα σε όλα αυτά εσύ; Αυτά και άλλα πολλά, μικρότερα η σημαντικότερα με βασανίζουν φίλοι μου όλο το καλοκαίρι.  

 Μα τώρα είμαι εδώ, μαζί σας και πάλι, (ποτέ δεν σας αποχαιρέτησα) πάντα παραφύλαγα και σας παρακολουθούσα έστω κι αν παρέμενα αθέατος.

 Αγαπητοί μου συνταξιδιώτες, χαίρομαι που είμαι και πάλι εδώ!!!!

Καλοκαιρινή εικόνα, που θα με συντροφεύει στον επικείμενο χειμώνα.


Πέμπτη 19 Μαΐου 2022

Ιούδας του ΑΜΟΣ ΟΖ

  Από καιρό ήθελα να διαβάσω ένα μυθιστόρημα, κάποιου Εβραίου συγγραφέα. Και η ευκαιρία μου δόθηκε πρόσφατα, όταν έπεσε στα χέρια μου το τελευταίο μυθιστόρημα του Άμος Οζ, Ιούδας. Οι Εβραίοι είναι ένας από τους αρχαίους λαούς της Γης, ένας λαός κατατρεγμένος για πολλούς αιώνες, που υπέστη απίστευτους διωγμούς από τους Χριστιανούς και όχι μόνο, εξαιτίας της "κατάρας" που προσέλκυσαν όταν ζήτησαν να σταυρωθεί ο Χριστός. Βέβαια, κατά καιρούς το μίσος εναντίον τους, κτίστηκε πάνω σε ψεύδη και δοξασίες, όπως ότι είναι άκαρδοι τοκογλύφοι ή ότι σφάζουν τα παιδιά τους για να χρησιμοποιήσουν το αίμα τους για την παρασκευή του άζυμου άρτου. Στη σύγχρονη εποχή οι αντισημίτες  έχουν ως επιχείρημά τους, ότι όλα τα κακά του κόσμου, οφείλονται σε Εβραίους μεγαλοτραπεζίτες, που ελέγχουν τα νήματα της παγκόσμιας οικονομίας. Και το αποκορύφωμα όλων αυτών ήταν το Πογκρόμ των Ναζί εναντίον τους, θανατώνοντας πάνω από 3.500.000 Εβραίους κατά τη διάρκεια του Β' Π.Π. Μετά από αυτό, το 1948 θεωρήθηκε απ' όλα τα κράτη δίκαιο και αναγκαίο να ιδρυθεί ανεξάρτητο Εβραϊκό κράτος στην Παλαιστίνη, που ήταν Αγγλικό προτεκτοράτο. Κι εδώ αρχίζει η μάχη μεταξύ Εβραίων και Αράβων, για το ποιος θα ελέγξει τελικά την Παλαιστίνη. Και οι δύο λαοί, έχουν τα δίκαια τους, και οι δύο θεωρούν προγονική τη γη της Παλαιστίνης, ζητούμενο όμως είναι η ειρήνη, που μετά από τόσα χρόνια συγκατοίκησης σε αυτήν, δεν έχει ακόμα κατακτηθεί. 

  Με τον Ιούδα θα κάνουμε ένα ταξίδι στην ταραγμένη Παλαιστίνη του 1959-60, θα αφουγκραστούμε την επιθυμία για ύπαρξη κράτους των διασκορπισμένων σε όλον τον κόσμο Εβραίων, θα ακούσουμε για το πως αντιμετωπίζουν τον "προδότη" μαθητή του Χριστού (όχι δεν τον θεωρούν ήρωα) αλλά και θα ακούσουμε μια άλλη, καινοφανή άποψη για το ποιος ήταν πράγματι ο Ιούδας. Με στοχαστική διάθεση θα διερευνήσουμε τη σχέση του Ιουδαϊσμού και του Χριστιανισμού αλλά και τις απόψεις που έχουν διατυπωθεί από τους  Εβραίους για τον Χριστό. Τέλος θα παρακολουθήσουμε την ερωτική ιστορία, δίχως προοπτική, του νεαρού Σμούελ και της χήρας Ατάλια.

  Ο απογοητευμένος από τον χωρισμό του, νεαρός Σμούελ Ας, αναγκάζεται να διακόψει τις σπουδές του μετά τη χρεωκοπία του πατέρα του και καταλήγει στο σπίτι που μένει η Ατάλια Αμπραβανέλ για να κάνει παρέα στον εκκεντρικό, 70χρονο Γκέρσομ Βάλντ παρέα με τις σκιές των Μίχα Βάλντ και Σαλτιέλ Αμπραβανέλ. Προσπαθεί να τελειώσει τη διατριβή του, με θέμα τον μεγάλο προδότη του Χριστιανισμού, τον Ιούδα. Παράλληλα, αναζητεί να μάθει την αλήθεια για τον μέγα "προδότη" των Εβραίων, τον πατέρα της Ατάλια, Σαλτιέλ Αμπραβανέλ. Για τον Ιούδα διατυπώνει την άποψη, ότι παρά τα όσα λέγονται, ήταν ο αυτός που αγαπούσε περισσότερο απ' όλους τον Χριστό και ουδέποτε τον πρόδωσε. Αξίζει να προσεχθεί από τους πιθανούς αναγνώστες του βιβλίου αυτού, το πως στοιχειοθετεί αυτήν την άποψη.

Ιερουσαλήμ 1960
  Στο μυθιστόρημα αυτό πολύ συχνά γίνονται αναφορές στον πρώτο Αραβοϊσραληνό πόλεμο του 1948 και τις ολέθριες συνέπειες του για την Ατάλια και τον πεθερό της, Γκέρσομ Βαλντ. Η πρώτη, χάνοντας τον άντρα της μόλις ένα χρόνο μετά τον γάμο τους και ο δεύτερος, χάνοντας τον γιό του, Μίχα, σε μία ενέδρα των Αράβων. Πολύ έντονη είναι και η παρουσία του νεκρού πατέρα της Ατάλια, του Σαλτιέλ Αμπραβανέλ, του "προδότη" Εβραίου, που είχε το θράσος να προτείνει μια άλλη οδό επίλυσης του παλαιστινιακού, την ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ Εβραίων και Αράβων. Πολύ εμφανής είναι και η ζοφερή εικόνα της χωρισμένης Ιερουσαλήμ, (τότε την παλιά πόλη την είχαν οι Ιορδανοί και την νέα οι Ισραηλίτες) με τους ελεύθερους σκοπευτές, τα μπλόκα, τα τείχη και τα  συρματοπλέγματα, που την χώριζαν στα δύο.

  Και μέσα σε όλα τα παραπάνω, ο Σμούελ ερωτεύεται την μεγαλύτερη του Ατάλια, η οποία ζει πια στον δικό της μοναχικό κόσμο, δύσπιστη με τους άντρες και τα πράγματα που τους ενθουσιάζουν αλλά πρόθυμη να γευτεί, δίχως υποχρεώσεις όμως, τον έρωτα.

  Ο Ιούδας είναι ένα ενδιαφέρον μυθιστόρημα, ικανοποίησε τις προσδοκίες μου και σίγουρα με έκανε σοφότερο, τουλάχιστον για αυτά που θέλει η Εβραϊκή πλευρά στην Παλαιστίνη. Κατόρθωσε να με συμπαρασύρει στην υποφωτισμένη και καταθλιπτική οικία της Ατάλια, κατόρθωσε να με κάνει να αισθανθώ τη υγρασία του χειμώνα που διαδραματίζεται η ιστορία και κατόρθωσε να με κάνει σε μεγάλο βαθμό, να συμπάσχω με τους ήρωες του. Τι άλλο χρειάζεται για να θεωρηθεί μια ιστορία επιτυχημένη;

  Ο  Άμος Οζ γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ το 1939 και πέθανε το 1918. Σε όλα τα έργα του "έψαχνε" την αλήθεια γύρω από την ύπαρξη του Ισραηλινού κράτους. Είχε ταχθεί από πολύ νωρίς με την άποψη, ότι η μόνη βιώσιμη λύση για το παλαιστινιακό, είναι η ύπαρξη δύο κρατών, ενός Εβραϊκού και ενός Παλαιστινιακού. Υποστήριξε το δικαίωμα αυτοάμυνας του Ισραήλ, ήταν υπέρ του τοίχους της ντροπής που χωρίζει τους δύο λαούς αλλά αντιτίθετο σθεναρά σε κάθε επιθετική ισραηλινή στρατιωτική επιχείρηση όπως και ήταν αντίθετος στην πολιτική του εποικισμού αραβικών εδαφών.


Ο φωτεινότερος φακός του κόσμου του Γιώργου Κασαπίδη

    Αν κάποιος θέλει να διαβάσει μια συλλογή διηγημάτων, για μια μικρή επαρχιακή πόλη, τη Δράμα (αλλά και άλλες περιοχές), με την αίσθηση το...