Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

Πολιτική ορθότητα και τέχνη

   Σύμφωνα με την Wikipedia, ως πολιτική ορθότητα αναφέρεται η αποφυγή εκφράσεων ή ενεργειών που πιστεύεται ότι αποκλείουν, περιθωριοποιούν ή προσβάλλουν ομάδες ανθρώπων που μειονεκτούν κοινωνικά ή γίνονται διακρίσεις εις βάρος τους.   

   Αν μείνουμε στον παραπάνω ορισμό, όλα θα ήταν καλώς καμωμένα, σίγουρα κάποιες μειονοτικές ομάδες παύουν να υφίστανται τη χλεύη και την κοινωνική αδικία, γινόμαστε πιο ανεκτικοί, πιο ανθρώπινοι. Και σίγουρα λίγοι θα είχαν αντίρρηση να ακολουθήσουν όσα πρεσβεύει το κίνημα αυτό. Γιατί πρόκειται πια για ένα κίνημα, το οποίο ξεκίνησε από τον Δυτικό κόσμο, με μπροστάρηδες ανθρώπους με αριστερή ιδεολογία κατά βάση και σιγά σιγά επιβάλλει τις "βουλές" του σε όλους μας. Προσωπικά ενστερνίζομαι πολλά από αυτά, κυρίως όσα έχουν σχέση με τη γλώσσα που χρησιμοποιούμε και τις παρεκτροπές της. Γλυκαίνω τον λόγο μου, για να το πω πιο λαϊκά. Δεν θα πω Πού@@@@. αλλά ομοφυλόφιλος ή μέλος της ΛΑΟΤΚΙ κοινότητας κι αν βρίσκομαι μπροστά του ή αναφέρομαι σε αυτόν, χρησιμοποιώ απλώς το όνομά του. 

  Δεν θα πω ανάπηρος αλλά άτομο με ειδικές ανάγκες. Στο τέλος τέλος είναι θέμα ευγένειας, κι όποιος είναι εκ φύσεως ευγενής, φροντίζει να μην προσβάλλει κανέναν συνάνθρωπό του. Κατ΄ επέκταση είναι θέμα ανατροφής. Παραμένουν όμως ζητήματα, όπως για παράδειγμα, πως θα χαρακτηρίσεις ένα άνθρωπο με κομμένο χέρι, σε ένα λογοτεχνικό κείμενο; Παλιά τον λέγαμε κουλός, κουλοχέρης, κουτσοχέρι όλα υβριστικά σήμερα. Ίσως κατέληγα στο μονόχειρας, σίγουρα ακούγεται πιο εξευγενισμένο, σίγουρα όμως χωρίς την ένταση των πρότερων χαρακτηρισμών.

tsarli_and_the_chocolate_factory
Από την ταινία:
Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας

  Αυτό που με προβληματίζει, ενίοτε με εξοργίζει, είναι όταν οι βουλές της πολιτικής ορθότητας επιβάλλουν τη λογική τους στα έργα τέχνης κάθε μορφής, ιδιαίτερα σε αυτά του παρελθόντος αλλά και σε σύγχρονα. 

  Θα αναφέρω κάποια παραδείγματα: 

  Στην Αγγλία, ο εκδοτικός οίκος Κρίστι, επανεκδίδει τα μυθιστορήματα της Αγκάθα Κρίστι, διορθώνοντας ρατσιστικές αναφορές αλλά και σχόλια που αφορούν το χρώμα του δέρματος, τη σωματική διάπλαση των χαρακτήρων, τη μυρωδιά τους(!) Η ένστασή μου είναι ότι η γλώσσα της Αγκάθα Κρίστι εκφράζει πέρα από τα πιστεύω της ίδιας, τα κοινωνικά δεδομένα της εποχής που έζησε και δημιούργησε. Κατά την άποψή μου η γλώσσα αυτή αλλά και η μνήμη της εποχής, οφείλει να παραμείνει ζωντανή κι όχι καταχωνιασμένη σε κάποιες απρόσιτες βιβλιοθήκες. Τα έργα τέχνης, ακόμη και τα λογοτεχνικά έργα, τα βλέπουμε ή τα διαβάζουμε, έχοντας πάντα στην άκρη του μυαλού μας, την εποχή που δημιουργήθηκαν και τις αποδεκτές συνθήκες της  εποχής εκείνης. Αν τα "προσαρμόζουμε στο σήμερα" άρον άρον, τότε κάποιοι επιδιώκουν να σβήσουν κομμάτια της ιστορικής μας μνήμης. 

  Στις καινούριες εκδόσεις του γνωστού μυθιστορήματος του Ρόαλντ Νταν, Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας, αφαιρέθηκε η λέξη χοντρός και αντικαταστάθηκε με το τεράστιος. Προσωπικά θεωρώ ότι πέρα από το γελοίο του πράγματος, άλλο υποδηλώνει η λέξη χοντρός και άλλο η λέξη τεράστιος.

  Όπως και οι ταινίες του Τζέιμς Μποντ, όπου στις ΗΠΑ όταν προβάλλονται, στις επίμαχες σκηνές (Π.χ. όταν ο πράκτορας 007, καθηλώνει την όμορφη πρωταγωνίστρια με την γοητεία του) μπαίνει ειδικό σήμα προειδοποίησης για περιεχόμενο, που ενδέχεται να ενεργοποιήσει τραύματα σε άτομα με μετατραυματικό στρες ή άλλες αγχώδεις διαταραχές (!). 

J.W. Waterhouse: O Ύλας και οι Νύμφες 
  Κι αν το παραπάνω παράδειγμα φαίνεται αποδεκτό, πρόσφατα από τη Πινακοθήκη του Μάνσεστερ στην Αγγλία, αφαιρέθηκε ο πίνακας  του J.W. WaterhouseO Ύλας και οι Νύμφες (1896), διότι ο Ύλας, ένας από τους Αργοναύτες, όταν αποβιβάστηκαν στην Τροία ψάχνοντας για νερό, αυτός βρήκε μια λίμνη στην οποία κατοικούσαν όμορφες νεαρές Νύμφες. Έλα όμως που ο πίνακας είναι άκρως ερωτικός και οι Νύμφες μάλλον έφηβες, κάτι που αντίκειται στις νόρμες της πολιτικής ορθότητας. Τελικά μετά από έντονες διαμαρτυρίες φιλότεχνων επανήλθε στη θέση του.

   Και φτάνω σε ένα κατά την άποψη μου και ως εκπαιδευτικού, ακραίου
David_Florence
Ο Δαυίδ του Μικαλάντζελο, Φλωρεντία
παραδείγματος.
 Πρόσφατα σε σχολείο των Ηνωμένων Πολιτειών, διευθύντρια σχολείου έδειξε στους μαθητές εικόνα με το περίφημο γλυπτό του Μικαλάντζελο, τον Δαυίδ, που κοσμεί την πλατεία Della Singoria της Φλωρεντίας. Ένα από τα πιο εμβληματικά έργα όλης της παγκόσμιας γλυπτικής. Κατόπιν έντονων και διχαστικών διαμαρτυριών των γονιών με πρόσχημα την γύμνια του ανθρώπινου σώματος που αναγκάστηκαν να δουν οι μικροί μαθητές, η διευθύντρια εξαναγκάστηκε σε παραίτηση. Όλοι αυτοί αγνοούν, σκόπιμα άραγε;, την βασική παιδαγωγική αρχή, ότι στα έργα τέχνης δεν μας ντροπιάζει το γυμνό αλλά θαυμάζουμε την τελειότητα του ανθρώπινου σώματος και τον καλλιτέχνη που το απέδωσε. Και φυσικά τα έργα τέχνης, με τον κατάλληλο παιδαγωγικό τρόπο, μπορούν να διδαχθούν σε όλες τις ηλικίες.

   Και κλείνω με ένα δικό μας, το οποίο μόλις πριν λίγες μέρες αντιλήφθηκα. Κάποιος Άκης Γαβριηλίδης, ζητεί την απόσυρση ποιημάτων του Γιάννη Ρίτσου, διότι προάγουν, λέει, τον Ρατσισμό και την Ξενοφοβία: Για όποιον ενδιαφέρεται, μπορεί να διαβάσει το άρθρο εδώ

  Τα παραδείγματα είναι πολλά, θα αναφέρω ακόμα ένα δικό μας ως ερώτημα: Για πόσο νομίζετε ότι θα παίζονται ακόμα δίχως περιορισμούς ή παρεμβάσεις οι ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, όπου βρίθουν από ρατσιστικά σχόλια κάθε είδους. Θα δεχθούμε ότι έτσι ήταν η εποχή τότε ή θα τις κρύψουμε διότι προσβάλλουν τα ήθη του σήμερα;

  Προσωπικά αντιτίθεμαι σθεναρά σε κάθε μορφή λογοκρισίας, φανερής ή συγκαλυμμένης, σε οποιαδήποτε μορφή τέχνης, με οποιαδήποτε δικαιολογία. Η τέχνη για να επιτελέσει το σκοπό της οφείλει να είναι απολύτως ελεύθερη. Οι καλλιτέχνες, που υπηρετούν οποιαδήποτε μορφή της, δεν  μπορούν να δημιουργήσουν εάν λογοκρίνονται ή αν θα πρέπει να λειτουργούν βάση συγκεκριμένων οδηγιών ή ακόμη κι αν αυτολογοκρίνονται. Τώρα αν αρέσει ή όχι το όποιο έργο, αυτό είναι θέμα του αποδέκτη του, της διαχρονικότητας του και τόσα άλλα, που σίγουρα δεν είναι το ζητούμενο σε αυτήν την εγγραφή μου. 
 
  Σημαντικό θεωρώ το ζήτημα των έργων παλαιότερων εποχών. Δεν μπορούν να κριθούν με τα κοινωνικά κριτήρια του σήμερα όταν δημιουργήθηκαν σε ιστορικό χρόνο διαφορετικό από τον σημερινό, στον οποίο εξέφραζαν μια διαφορετική κοινωνική πραγματικότητα.

  Κλείνω λέγοντας ότι σίγουρα είμαστε σε μια εποχή, που όλα αναθεωρούνται. Ιστορικά το φαινόμενο είναι συνηθισμένο. Αυτό που με ενοχλεί είναι, όταν στο όνομα αυτής της αναθεώρησης κάνουμε βήματα προς τα πίσω. Το πέρασμα του ανθρώπου από τον πλανήτη αυτόν, αν θα αφήσει κάτι πίσω του, είναι τα πολιτισμικά αγαθά που δημιούργησε. Ας τα αφήσουμε λοιπόν, έτσι ακριβώς όπως μας τα παρέδωσαν οι δημιουργοί τους, κι ο κάθε ένας που τα απολαμβάνει, έχει τη λογική και τη γνώση να τα τοποθετήσει στο ανάλογο, δικό του πλαίσιο απόλαυσης και μάθησης.


Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2024

Νίκος Καββαδίας - μικρό αφιέρωμα

  Ο πρώτος ποιητής που με συνεπήρε αληθινά με την πένα του, ήταν ο Νίκος Καββαδίας, την ίδια εποχή που έγινε γνωστός εξαιτίας της μελοποίησης των ποιημάτων του από τον Θάνο Μικρούτσικο το 1979, στο πασίγνωστο έργο του, Ο Σταυρός του Νότου. 

Nikos_Kavadias
  Θεωρώ τυχερό τον εαυτό μου, που στη βιβλιοθήκη του χωριού μου τότε, βρήκα την κοινή έκδοση των δύο ποιητικών του συλλογών Μαραμπού και Πούσι. Τόσο είχα ενθουσιαστεί, που έπιασα ένα καθαρό τετράδιο κι αντέγραψα πολλά από τα ποιήματα αυτά σε αυτό.

  Για ποιον λόγο ενθουσιάστηκα τόσο για τα ποιήματά του; Τότε δεν μπόρεσα να το αξιολογήσω. Απλώς μου άρεσαν! Με το χρόνο, διαβάζοντάς τα και πάλι αλλά κυρίως ακούγοντάς τα σε πολλές διαφορετικές εκτελέσεις - είναι αξιοσημείωτο το πως αντέχουν στον χρόνο - πιστεύω ότι έχω ξεκλειδώσει πολλά από μυστικά των ποιημάτων αυτών, τα οποία με ταξίδεψαν σε άγνωστους για μένα τόπους, σκληρούς μα και μεθυστικούς, σε μέρη όπου συχνάζουν πόρνες και κάθε είδους τύποι. Ποιήματα που με έκαναν να νιώσω τις πολλαπλές διαθέσεις της θάλασσας και την αλμύρα στην κουπαστή του πλοίου, από τη σκοπιά ενός ναυτικού.

Nikos_Kavadias
   Πρώτα πρώτα τα ποιήματα αυτά μιλάνε για τις γυναίκες, αγαπημένες,
πληγωμένες, μυστήριες, ικανές τόσο για το καλό όσο και για το κακό. Για ματαιωμένους έρωτες. Για τη θάλασσα, την ατελείωτη πλανεύτρα θάλασσα, άλλοτε γαλήνια να σου δίνει τη δυνατότητα να αγναντεύεις τις άγνωστες στεριές κι άλλοτε άγρια, τρομακτική, θανατηφόρα. Για τη ζωή του ναυτικού, που σαν άλλος Οδυσσέας περιπλανιέται σε όλα τα πλάτη και μήκη της Γης, ζώντας απίστευτες καταστάσεις με τους συντρόφους του (Το επάγγελμά του ήταν ασυρματιστής του Εμπορικού Ναυτικού). Ακόμα και η γλώσσα του, στην οποία μπλέκουν τα ελληνικά με ναυτικούς όρους και ονομασίες ξένων τόπων, όπως τους λένε οι ναυτικοί. Τι παραπάνω νομίζετε ότι χρειάζεται ένας έφηβος, για να αγαπήσει του στίχους του Νίκου Καββαδία;

  Στη σημερινή μου εγγραφή θα μείνω στο έργο του Μαραμπού*,  και θα προσπαθήσω να κάνω και πάλι, εκείνο το εφηβικό ταξίδι, με την ωριμότητα των χρόνων που με βαραίνουν, αναπόφευκτο αυτό το τελευταίο.

  Στο πρώτο ομότιτλο ποίημα της συλλογής αυτής που εξέδωσε το 1933, προσπαθεί να διαλύσει την κακή εικόνα που έχουν γι΄ αυτόν οι συνάδελφοι του. Κι αφηγείται διαμέσου των στίχων του την λυπητερή, καλύτερα θα έλεγα, την αποκαρδιωτική, μοναδική ερωτική ιστορία του. Ποιος μπορεί να μείνει αλώβητος από ένα τέτοιο παιχνίδι της μοίρας;


Μαραμπού

Λένε γιὰ μένα οἱ ναυτικοὶ ποὺ ἐζήσαμε μαζὶ
πὼς εἶμαι κακοτράχαλο τομάρι διεστραμμένο,
πὼς τὶς γυναῖκες μ᾿ ἕνα τρόπον ὕπουλο μισῶ
κι ὅτι μ᾿ αὐτὲς νὰ κοιμηθῶ ποτέ μου δὲν πηγαίνω.

Ἀκόμα, λένε πὼς τραβῶ χασίσι καὶ κοκό,
πὼς κάποιο πάθος μὲ κρατεῖ φριχτὸ καὶ σιχαμένο,
κι ὁλόκληρο ἔχω τὸ κορμὶ μὲ ζωγραφιὲς αἰσχρές,
σιχαμερὰ παράξενες, βαθιὰ στιγματισμένο.

Ἀκόμα, λένε πράματα φριχτὰ πάρα πολύ,
ποὺ εἶν᾿ ὅμως ψέματα χοντρὰ καὶ κατασκευασμένα,
κι αὐτὸ ποὺ ἐστοίχισε σὲ μὲ πληγὲς θανατερὲς
κανεὶς δὲν τό ῾μαθε, γιατὶ δὲν τό ῾πα σὲ κανένα.

Μ᾿ ἀπόψε, τώρα ποὺ ἔπεσεν ἡ τροπικὴ βραδιά,
καὶ φεύγουν πρὸς τὰ δυτικὰ τῶν Μαραμποὺ τὰ σμήνη,
κάτι μὲ σπρώχνει ἐπίμονα νὰ γράψω στὸ χαρτί,
ἐκεῖνο, ποὺ παντοτινὴ κρυφὴ πληγή μου ἐγίνη.

Ἤμουνα τότε δόκιμος σ᾿ ἕνα λαμπρὸ ποστάλ
καὶ ταξιδεύαμε Αἴγυπτο γραμμὴ Νότιο Γαλλία.
Τότε τὴ γνώρισα -σὰν ἄνθος ἐμοίαζε ἀλπικὸ-
καὶ μία στενὴ μᾶς ἔδεσεν ἀδελφικὴ φιλία.

Ἀριστοκρατική, λεπτὴ καὶ μελαγχολική,
κόρη ἑνὸς πλούσιου Αἰγύπτιου ὁπού ῾χε αὐτοκτονήσει,
ταξίδευε τὴ λύπη της σὲ χῶρες μακρινές,
μήπως ἐκεῖ γινότανε νὰ τήνε λησμονήσει.

Πάντα σχεδὸν τῆς Μπασκιρτσὲφ κρατοῦσε τὸ Ζουρνάλ,
καὶ τὴν Ἁγία της Ἄβιλας παράφορα ἀγαποῦσε,
συχνὰ στίχους ἀπάγγελνε θλιμμένους γαλλικούς,
κι ὧρες πολλὲς πρὸς τὴ γαλάζιαν ἔκταση ἐκοιτοῦσε.

Κι ἐγώ, ποὺ μόνον ἑταιρῶν ἐγνώριζα κορμιά,
κι εἶχα μίαν ἄβουλη ψυχὴ δαρμένη ἀπ᾿ τὰ πελάη,
μπροστά της ἐξανάβρισκα τὴν παιδικὴ χαρὰ
καί, σὰν προφήτη, ἐκστατικὸς τὴν ἄκουα νὰ μιλάει.

Ἕνα μικρὸ τῆς πέρασα σταυρὸν ἀπ᾿ τὸ λαιμὸ
κι ἐκείνη ἕνα μοῦ χάρισε μεγάλο πορτοφόλι
κι ἤμουν ὁ πιὸ δυστυχισμένος ἄνθρωπος τῆς γῆς,
ὅταν ἐφθάσαμε σ᾿ αὐτὴν ποὺ θά ῾φευγε, τὴν πόλη.

Τὴν ἐσκεφτόμουνα πολλὲς φορὲς στὰ φορτηγά,
ὡς ἕνα παραστάτη μου κι ἄγγελο φύλακά μου,
καὶ μία φωτογραφία της στὴν πλώρη ἦταν γιὰ μὲ
ὄαση, ποὺ ἕνας συναντᾶ μὲς στὴν καρδιὰ τῆς Ἄμμου.

Νομίζω πὼς θὲ νά ῾πρεπε νὰ σταματήσω ἐδῶ.
Τρέμει τὸ χέρι μου, ὁ θερμὸς ἀγέρας μὲ φλογίζει.
Κάτι ἄνθη ἐξαίσια τροπικὰ τοῦ ποταμοῦ βρωμοῦν,
κι ἕνα βλακῶδες Μαραμποὺ παράμερα γρυλίζει.

Θὰ προχωρήσω!... Μία βραδιὰ σὲ πόρτο ξενικὸ
εἶχα μεθύσει τρομερὰ μὲ οὐίσκυ, τζὶν καὶ μπύρα,
καὶ κατὰ τὰ μεσάνυχτα, τρικλίζοντας βαριά,
τὸ δρόμο πρὸς τὰ βρωμερά, χαμένα σπίτια ἐπῆρα.

Αἰσχρὲς γυναῖκες τράβαγαν ἐκεῖ τους ναυτικούς,
κάποια μ᾿ ἅρπαξ᾿ ἀπότομα, γελώντας, τὸ καπέλο
(παλιὰ συνήθεια γαλλικὴ τοῦ δρόμου τῶν πορνῶν)
κι ἐγὼ τὴν ἀκολούθησα σχεδὸν χωρὶς νὰ θέλω.

Μία κάμαρα στενή, μικρή, σὰν ὅλες βρωμερή,
οἱ ἀσβέστες ἀπ᾿ τοὺς τοίχους της ἐπέφτανε κομμάτια,
κι αὐτὴ ράκος ἀνθρώπινο ποὺ ἐμίλαγε βραχνά,
μὲ σκοτεινά, παράξενα, δαιμονισμένα μάτια.

Τῆς εἶπα κι ἔσβησε τὸ φῶς. Ἐπέσαμε μαζί.
Τὰ δάχτυλά μου καθαρὰ μέτρααν τὰ κόκαλά της.
Βρωμοῦσε ἀψέντι. Ἐξύπνησα, ὡς λένε οἱ ποιητές,
«μόλις ἐσκόρπιζεν ἡ αὐγὴ τὰ ροδοπέταλά της».

Ὅταν τὴν εἶδα καὶ στὸ φῶς τ᾿ ἀχνὸ τὸ πρωινό,
μοῦ φάνηκε λυπητερή, μὰ κολασμένη τόσο,
ποὺ μ᾿ ἕνα δέος ἀλλόκοτο, σὰ νά ῾χα φοβηθεῖ,
τὸ πορτοφόλι μου ἔβγαλα γοργὰ νὰ τὴν πληρώσω.

Δώδεκα φράγκα γαλλικά... Μὰ ἔβγαλε μία φωνή,
κι εἶδα μία ἐμένα νὰ κοιτᾶ μὲ μάτι ἀγριεμένο,
καὶ μία τὸ πορτοφόλι μου... Μ᾿ ἀπόμεινα κι ἐγὼ
ἕνα σταυρὸν ἀπάνω της σὰν εἶδα κρεμασμένο.

Ξεχνώντας τὸ καπέλο μου βγῆκα σὰν τὸν τρελό,
σὰν τὸν τρελὸ ποὺ ἀδιάκοπα τρικλίζει καὶ χαζεύει,
φέρνοντας μέσα στὸ αἷμα μου μία ἀρρώστια τρομερή,
ποὺ ἀκόμα βασανιστικὰ τὸ σῶμα μου παιδεύει.

Λένε γιὰ μένα οἱ ναυτικοὶ ποὺ ἐκάμαμε μαζὶ
πὼς χρόνια τώρα μὲ γυναίκα ἐγὼ δὲν ἔχω πέσει,
πῶς εἶμαι παλιοτόμαρο καὶ πὼς τραβάω κοκό.
Μ᾿ ἂν ἤξεραν οἱ δύστυχοι, θὰ μ᾿ εἶχαν συχωρέσει...

Τὸ χέρι τρέμει... Ὁ πυρετός... Ξεχάστηκα πολύ,
ἀσάλευτο ἕνα Μαραμποὺ στὴν ὄχθη νὰ κοιτάζω.
Κι ἔτσι καθὼς ἐπίμονα κι ἐκεῖνο μὲ κοιτᾶ,
νομίζω πὼς στὴ μοναξιὰ καὶ στὴ βλακεία τοῦ μοιάζω ...

Το μαραμπού είναι εξωτικό πουλί, συγγενικό με τον πελαργό, που ζει στη Αφρική και την Ασία. Έχει άσπρο γκρίζο φτέρωμα, με γυμνό ροζ λαιμό και κεφάλι.

  Το επόμενο ποίημα είναι το πασίγνωστο Το Μαχαίρι, το οποίο όλοι μας πιστεύω ότι κάποια στιγμή σιγοτραγουδήσαμε, παρά την ένταση και τη σκληρή ιστορία, που αφηγείται. Ένα μαχαίρι αγορασμένο από κάποιον γέρο έμπορο στο Αλγέρι, το οποίο το ζώνουν αλλόκοτοι θρύλοι και τώρα πια αυτό που απομένει, είναι εναντίον τίνος θα στραφεί... Το παρουσιάζω σε εκτέλεση του Βασίλη Παπακωνσταντίνου:


  Συνεχίζω με το ποίημα Mal Du Depart (Νοσταλγία της αναχώρησης), γνωστό ως "Θα μείνω πάντα ιδανικός και ανάξιος εραστής" Σε αυτό νιώθουμε τις ενοχές, που αισθάνεται κάποιος νέος άνθρωπος, ο οποίος εγκαταλείπει την οικογένεια του και τις ευκολίες της στεριανής δουλειάς, για να πραγματοποιήσει το όνειρό του να κάνει μακρινά ταξίδια στους γαλάζιους πόντους (θάλασσες). Συγχρόνως όμως αισθανόμαστε και την απόφασή του ποιητή, να μην υποταχτεί στη μοίρα των πολλών ανθρώπων. 

Mal Du Depart

Στὴν ἀδερφή μου Ζένια

Θὰ μείνω πάντα ἰδανικὸς κι ἀνάξιος ἐραστὴς
τῶν μακρυσμένων ταξιδιῶν καὶ τῶν γαλάζιων πόντων,
καὶ θὰ πεθάνω μία βραδιά, σὰν ὅλες τὶς βραδιές,
χωρὶς νὰ σχίσω τὴ θολὴ γραμμὴ τῶν ὁριζόντων.

Γιὰ τὸ Μαδράς, τὴ Σιγγαπούρ, τ᾿ Ἀλγέρι καὶ τὸ Σφὰξ
θ᾿ ἀναχωροῦν σὰν πάντοτε περήφανα τὰ πλοῖα,
κι ἐγώ, σκυφτὸς σ᾿ ἕνα γραφεῖο μὲ χάρτες ναυτικούς,
θὰ κάνω ἀθροίσεις σὲ χοντρὰ λογιστικὰ βιβλία.

Θὰ πάψω πιὰ γιὰ μακρινὰ ταξίδια νὰ μιλῶ
οἱ φίλοι θὰ νομίζουνε πὼς τά ῾χω πιὰ ξεχάσει,
κι ἡ μάνα μου, χαρούμενη, θὰ λέει σ᾿ ὅποιον ρωτᾶ
«Ἦταν μία λόξα νεανική, μὰ τώρα ἔχει περάσει...»

Μὰ ὁ ἑαυτός μου μία βραδιὰν ἐμπρός μου θὰ ὑψωθεῖ
καὶ λόγο, ὡς ἕνας δικαστὴς στυγνός, θὰ μοῦ ζητήσει,
κι αὐτὸ τὸ ἀνάξιο χέρι μου ποὺ τρέμει θὰ ὁπλιστεῖ,
θὰ σημαδέψει, κι ἄφοβα τὸ φταίχτη θὰ χτυπήσει.

Κι ἐγώ, ποὺ τόσο ἐπόθησα μία μέρα νὰ ταφῶ
σὲ κάποια θάλασσα βαθιὰ στὶς μακρινὲς Ἰνδίες,
θά ῾χω ἕνα θάνατο κοινὸ καὶ θλιβερὸ πολὺ
καὶ μιὰ κηδεία σὰν τῶν πολλῶν ἀνθρώπων τὶς κηδεῖες.

  Το παρακάτω ολιγόλεπτο βίντεο, είναι το μοναδικό που υπάρχει, το οποίο παρουσιάζει τον Νίκο Καββαδία. Συνέντευξη του  στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου το 1965, το οποίο επιχρωματίστηκε αργότερα. Στην αρχή και το τέλος , ο ίδιος ο ποιητής, απαγγέλει το ποίημα αυτό.



  Και κλείνω αυτό το αφιέρωμά, με ένα ακόμη αγαπημένο μου, μελοποιημένο ποίημα του Καββαδία, Ένας νέγρος θερμαστής από το Τζιμπουτί. Ένα ποίημα που δείχνει την αγάπη του ποιητή προς τους συναδέλφους του, ανεξαρτήτου χρώματος ή φυλής, από τους οποίους πάντα είχε κάτι να μάθει. Κι ο συγκεκριμένος, ο Γουίλλη, ο μαύρος θερμαστής, με το τεράστιο σώμα και την αθώα καρδιά, κάποια νυχτιά, στο μπαρ Ρετζίνα, στη Μαρσίλια (Μασσαλία), του έσωσε τη ζωή χάνοντας τη δική του.
  Το ακούμε από τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, σε μια ηχογράφηση του 1983-84, όπου στο πιάνο βρίσκεται ο  Θάνος Μικρούτσικος.


  Βιογραφικά στοιχεία για τον ποιητή στον σύνδεσμο εδώ

Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2024

Νέμεσις!

 



  Η Ελένη Χρυσίδου, μία από τις πιο εμβληματικές ηθοποιούς της εποχής μας, είχε πάντα την ικανότητα να μαγεύει με τις ερμηνείες της τον κόσμο. Από το 2001 που αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης, πάντα αναλαμβάνει πρωταγωνιστικούς ρόλους και πάντα εισπράττει την αγάπη του κόσμου. Οι επιτυχίες της ήταν ισάξιες και στον κινηματογράφο και στο θέατρο και στην τηλεόραση. Όμορφη γυναίκα, ψηλή, καλλίγραμμη, πάντα διέγειρε τον αντρικό πληθυσμό αλλά και οι γυναίκες δεν έμειναν ασυγκίνητες. Ή τη ζήλευαν ή την θαύμαζαν ή τη μισούσαν ή ακόμη, την ερωτεύονταν.

  Η μεγάλη μας ηθοποιός φτάνοντας στα σαράντα της, τα οποία τα "γιόρτασε" μόνη της, αποφασίζει να απευθυνθεί στον γνωστό συγγραφέα Αλέξανδρο Τρανό, τον καλύτερο βιογράφο της πατρίδας μας, ζητώντας του να γράψει τη δική της ιστορία, όπως εκείνη θα του την αφηγούνταν. Γιατί; Διότι και ίδια πια είχε κουραστεί να κρύβει το μεγάλο της μυστικό. Αυτά όμως δεν ήταν της ώρας, αν έρχονταν σε συμφωνία, τότε δεν θα του έκρυβε τίποτε απολύτως.

  Το επόμενο πρωί κιόλας τον επισκέφτηκε στο σπίτι του. Ούτε δίστασε ούτε φοβήθηκε ότι δεν θα γινόταν δεκτή. Γνώριζε πολύ καλά ότι και μόνο το όνομα της να άκουγε κάποιος, θα έτρεχε να της ανοίξει την πόρτα. Ο Τρανός έμενε σε ένα άνετο τριάρι μιας πολυκατοικίας επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Γόνος πλούσιας οικογένειας, αφιερώθηκε στο γράψιμο, ζώντας μια άνετη, κοσμική ζωή, έχοντας πάντα στο πλευρό του κάποια όμορφη κυρία, η οποία συνήθως προερχόταν από τους κύκλους που σύχναζε.

  Πράγματι, μόλις ο Τρανός άκουσε ποια είναι της άνοιξε την πόρτα δίχως δεύτερη σκέψη και φάνηκε ιδιαιτέρως περιποιητικός απέναντί της. Εξαίρετος βιογράφος αλλά και παρατηρητής της ανθρώπινης συμπεριφοράς ακούγοντας το αίτημά της, ενθουσιάστηκε από την ιδέα να είναι ο πρώτος, που θα έβγαζε ένα βιβλίο για την μοναδική σταρ της πατρίδας μας. Ανυπομονούσε να εξερευνήσει της ζωή της, να την ακούσει να του αφηγείται όσα ο περισσότερος κόσμος αγνοούσε και να τα καταγράφει. Της υποσχέθηκε ότι η αμέσως επόμενη βιογραφία που θα έγραφε θα ήταν η δική της. Την θαύμαζε από χρόνια, την είχε παρακολουθήσει σχεδόν σε κάθε ρόλο της. Ήταν ευτυχής που του "εμπιστευόταν τη ζωής της" και δεν της το έκρυψε. Εκείνη του άφησε κάποια πρώτα στοιχεία, όπως το πραγματικό της όνομα κι έκανε κάποιες ελάχιστες νύξεις για όσα τη βάραιναν, θέτοντας έναν μόνο όρο. Οι συνεντεύξεις θα δίνονταν στο δικό της σπίτι, ένιωθε πιο άνετα στο δικό της χώρο, έτσι του είπε. Εκείνος δέχτηκε κι έκλεισαν το πρώτο τους ραντεβού για μετά από έναν μήνα.

  Οι πρώτες συναντήσεις τους κύλησαν ομαλά. Η αφήγησή της, όπως ήταν αναμενόμενο, άρχισε από την παιδική της ηλικία, η οποία δεν έκρυβε κάτι συνταρακτικό. Εκείνος την άκουγε προσεκτικά, το καταγραφικό του πάντα ανοικτό, παράλληλα σημείωνε και ότι του έκανε εντύπωση σ' ένα σημειωματάριο. Όσο όμως προχωρούσε προς τα χρόνια της εφηβείας της και στη συνέχεια στα χρόνια της φοίτησης της στη σχολή, ο διάσημος συγγραφέας διαισθανόταν ότι αυτά που κρατούσε στη σκιά η Χρυσίδου, όλο και πλήθαιναν.

  Δεν απογοητευόταν όμως, εμπιστευόταν ακόμη το λόγο, που του είχε πει στην πρώτη τους συνάντηση, ότι ήταν έτοιμη γι΄ αυτό το βήμα και δεν θα δίσταζε να αποκαλύψει τα πάντα για εκείνην, όσο δύσκολα κι αν της ήταν. Μέχρι την ημέρα, πρέπει να ήταν η τρίτη τους συνάντηση, όταν βρήκε την πόρτα της ανοικτή σαν να τον περίμενε. Διάβηκε το κατώφλι και τότε έμεινε εμβρόντητος διαπιστώνοντας ότι το δωμάτιο, που γίνονταν οι συναντήσεις τους μέχρι τότε, ήταν εντελώς άδειο, σαν να μην είχε ζήσει ποτέ κάποιος εκεί μέσα. Την καλεί στο τηλέφωνο που του είχε δώσει, αλλά αυτό φαίνεται νεκρό.

  Αρχικά χάνει την εμπιστοσύνη του, η εικόνα του ειδώλου του κινδυνεύει να διαλυθεί, γυρίζει στο διαμέρισμα του, είναι έτοιμος να αποδεχτεί την ήττα του, ότι κάποια “έπαιξε” μαζί του, όσο καμία άλλη δεν τόλμησε ποτέ. Κάθεται στο γραφείο του, βαζει μπροστά του τις σημειώσεις του, το υλικό που είχε αρχίσει να μαζεύει από περιοδικά κι εφημερίδες και ανοίγει το καταγραφικό του. Η φωνή της ήρεμη, δίχως καμία συγκινησιακή φόρτιση, εξιστορούσε τα ήσυχα παιδικά της χρόνια στα πατρικό της, στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Εμμανουήλ Μπενάκη, στο ύψος των Εξαρχείων. Ξαφνικά χάνεται η φωνή κι της ακούγεται μια παιδική φωνή, να λέει:

  «Γιατί με εγκατέλειψες; Ποτέ δεν θα γίνω όμοιος σου!».

  Πατάει το στοπ, γυρίζει λίγο μπροστά, θέλει να ακούσει και πάλι τη μυστήρια φωνή, αλλά αυτή έχει χαθεί. Επαναλαμβάνει την κίνηση του αρκετές φορές ακόμη, δεν ακούει τίποτε ξανά, είναι σίγουρος όμως ότι η φωνή που άκουσε δεν ήταν αποκύημα της φαντασίας του. Εκεί παίρνει την απόφαση να συνεχίσει την έρευνα του, έως ότου μάθει τι συμβαίνει με την Έλενα Χρυσίδου, της οποία το αληθινό όνομα είναι Ελένη Μαυρίδου.

  Φτιάχνει έναν κατάλογο, με κάθε έναν που την γνώρισε λίγο ή περισσότερο. Φίλους συνεργάτες, δεσμούς. Αρχίζει κι επισκέπτεται έναν ένα και με μεθοδικό τρόπο καταγράφει, ότι του λένε. Κάποια είναι γνωστά, κάποια δεν διασταυρώνονται από πουθενά κάποια άλλα όμως έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όπως ότι στην προσωπική της ζωή αυτό που υπερτερούσε, σε αντίθεση με την λαμπρή εικόνα της ηθοποιού, ήταν η μυστηριώδης παρουσία της, ο απρόσητος χαρακτήρας της, το ότι χανόταν για μεγάλα διαστήματα από τις επαγγελματικές συναναστροφές τους. Πάντα όμως μετά τις μυστηριώδεις εξαφανίσεις της επέστρεφε στην εργασία της, επιβλητική, εκθαμβωτική!

  Κάποια στιγμή ο Τρανός ανακάλυψε την πραγματική της διεύθυνση. Δεν ήταν το διαμέρισμα που συναντήθηκαν κοντά στη γειτονιά που μεγάλωσε αλλά μία μονοκατοικία σε κάποια πάροδο της λεωφόρου Βάρης - Κορωπίου. Πολύ πιο ταιριαστό για μια ηθοποιό του βεληνεκούς της Χρυσίδου σκέφτηκε. Την επισκέπτεται την ίδια κιόλας μέρα. Το διώροφο κτίσμα βρισκόταν στη μέση ενός κατάφυτου και περιποιημένου κήπου, σημάδι ότι ήταν σίγουρα κατοικήσιμο. Παρά τις συνεχείς κλίσεις του από το θυροτηλέφωνο της αυλόπορτας, δεν παίρνει καμία απάντηση. Απευθύνεται στο τοπικό αστυνομικό τμήμα κι εκεί μετά από λίγο τον πληροφορούν, ότι δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας, η κ. Χρυσίδου είναι καλά στην υγεία της. Τίποτε άλλο!

  Για μία ακόμα φορά αισθάνεται πληγωμένος, απορεί με την επιμονή του σε αυτήν την υπόθεση αλλά κάτι αδιευκρίνιστο μέσα του, τον παρακινεί να συνεχίσει την έρευνα του. Αυτή τη φορά, με τη βοήθεια ενός φίλου του ντέτεκτιβ, αναζητά και βρίσκει συγγενείς της. Από αυτούς μαθαίνει ότι η μεγάλη ηθοποιός μεγάλωσε μόνο με τη μητέρα της, διότι ο πατέρας της, ο οποίες παρέμενε γι΄ αυτούς άγνωστος, τους εγκατέλειψε πριν ακόμη γεννηθεί. Πρόσφατα έχασε την μητέρα της, ίσως αυτός να ήταν ένας λόγος που θέλησε να απευθυνθεί σε εκείνον για να γράψει την βιογραφία της στη δεδομένη στιγμή. Ίσως όμως τελικά να το μετάνιωσε. Για ποιον λόγο όμως δεν τον ειδοποίησε ότι της ήταν πλεόν δύσκολο να συνεχίσει αυτό που αρχικά είχε αποφασίσει. Θα την καταλάβαινε, δεν ήταν δα και η πρώτη φορά που είχε συναντήσει ανθρώπους πρόθυμους να του ανοίξουν τη καρδιά τους αλλά στο τέλος, τους ήταν αδύνατον να ξεκλειδώσουν αληθινά όσα μυστικά κρατούσαν μέσα τους.

  Αποφασίζει να επισκεφτεί για μία ακόμη φορά το σπίτι της. Φτάνει εκεί λίγο πριν το μεσημέρι και βρίσκει έναν νεαρό άντρα, να περιποιείται τον κήπο. Τον φωνάζει κι εκείνος τον πλησιάζει.

   - Ζητάτε κάποιον;

  -Θα ήθελα να δω την κυρία Χρυσίδου.

  -Η κυρία Χρυσίδου, δεν επιθυμεί να δει κανέναν αυτήν την περίοδο.

  -Πείτε της ότι έξω βρίσκεται ο κύριος Τρανός και μετά ας κάνει ότι θέλει.

  Ο νεαρός χάνεται μέσα στο σπίτι. Τα λεπτά περνούν και δεν εμφανίζεται κανένας. Αυτός όμως δεν εγκαταλείπει, είναι σίγουρος ότι θα πάρει κάποια απάντηση. Πράγματι μετά από δεκαπέντε περίπου λεπτά εμφανίζεται και πάλι ο νεαρός, ο οποίος τον πληροφορεί ότι η κυρία Χρυσίδου, μπορεί να τον δεχτεί για λίγα λεπτά μόνο και του ανοίγει την βαριά καγκελόφραχτη αυλόπορτα. Προχωρά προς τα μέσα, φτάνει στο σπίτι, ανεβαίνει τα λίγα σκαλοπάτια ως την εξώπορτα η οποία τον περιμένει ανοιχτή. Ξέρει τι θα της πει, δεν θα την αφήσει να τον αιφνιδιάσει. Μπαίνει μέσα, το φως είναι ελάχιστο, χρειάστηκε κάποια δευτερόλεπτα μέχρι να την διακρίνει να κάθεται σε μια πολυθρόνα στο βάθος. Φοράει ένα από τα θεατρικά της κουστούμια, κατακόκκινο με μαύρες κορδέλες να ξεπετάγονται από παντού, ενώ τα μαλλιά της, σαν να είναι έτοιμη για κάποια παράσταση, ορθώνονται ολόγυρα τούφες τούφες με μυτερή κατάληξη. Η εικόνα του θυμίζει την Μήδεια, σε μια παράσταση που είχε δει πριν από χρόνια, σίγουρα από την ίδια. Του κάνει νόημα να καθίσει απέναντι της.

  -Αγαπητέ μου! Γιατί τόση αγωνία να με ξαναδείς;

  -Κυρία Χρυσίδου! Είχαμε κάνει μια συμφωνία. Να συνεργαστούμε για να γράψουμε τη βιογραφία σας. Και ξαφνικά όχι μόνο εξαφανίζεστε αλλά αποδεικνύεται ότι με εμπαίζατε.

  -Ξέρεις, ο εμπαιγμός, είναι στοιχείο της ανθρώπινης φύσης. Ξέρεις ποια υποδύομαι σήμερα; Σίγουρα το έχεις καταλάβει. Την Μήδεια! Αυτήν κι αν την ενέπαιξε ο μεγάλος της ο έρωτας, ο Ιάσονας, την ξέρετε την ιστορία. Ίσως κι εσείς κάποτε...

  -Γιατί χαθήκατε; Αν θέλετε να διακόψουμε τη συνεργασία μας, μπορείτε να μου το δηλώσετε. Γίνονται αυτά στη δουλειά μου! Αν και ήδη έχω μάθει αρκετά για εσάς, ικανά να προχωρήσω και μόνος μου στην έκδοση της βιογραφίας σας.

  -Πιστεύετε ότι έχετε μάθει, όλα όσα ήμουν πρόθυμη να σας αποκαλύψω;"

  -Γιατί; Δεν είστε πρόθυμη ακόμη, κυρία Χρυσίδου; Μήπως θα θέλατε να μείνω στο Μαυρίδου και την ταπεινή καταγωγή σας;

  -Μην αυταπατάστε κύριε μου. Τα στοιχεία που γνωρίζετε είναι από τα πλέον εύκολα να αναζητήσει κάποιος. Έχετε σκεφτεί για παράδειγμα, γιατί απευθύνθηκα σε εσάς; Ή για να το κάνω ακόμη πιο ενδιαφέρον, αν υπάρχει κάποιο άγνωστο με εσάς νήμα, το οποίο, με κάποιον τρόπο μας συνδέει εμάς τους δύο;

  -Δεν καταλαβαίνω!

  -Αναμενόμενη η αντίδρασή σας! Αυτά για σήμερα! Απ΄ ότι καταλαβαίνετε, σας έχω δώσω επιπλέον στοιχεία για να συνεχίσετε την έρευνά σας. Αν σας ενδιαφέρει φυσικά ακόμη η υπόθεσή μου!

  -Υπονοείτε ότι...

  -Πολλά μπορώ να υπονοώ, αλλά δεν θα σας αποκαλύψω τίποτε άλλο σήμερα. Εάν καταλήξετε στην οποιαδήποτε απάντηση, μπορείτε να με επισκεφτείτε και πάλι και τότε τα συζητάμε εκτενέστερα.

  Ο άλλοτε αγέρωχος Τρανός σηκώθηκε μουδιασμένος, κάτι του διέφευγε, μίλησε για κάποια σχέση μαζί της για την οποία δεν υποψιαζόταν το παραμικρό. Κατευθύνθηκε προς την πόρτα όταν σκέφτηκε να της ζητήσει κάποια επιπλέον βοήθεια, γύρισε αλλά η πολυθρόνα που καθόταν ήταν άδεια.

  Επέστρεψε στο διαμέρισμά του, με χίλιες σκέψεις να του πιέζουν το κεφάλι, αδυνατώντας να βγάλει άκρη απ΄ όσα είχε ακούσει. Κάθισε στο γραφείο του, έπρεπε να αναστοχαστεί όσα είχε μάθει γι΄ αυτήν, όσα του είπε και όσα είδε. Την αμφίεση της Μήδειας κυρίως.

  Ο πατέρας της Χρυσίδου ήταν κάποιος άγνωστος, που κανείς δεν γνώριζε. Η ίδια πιθανόν να τον ήξερε, λογικά η μητέρα της κάποια στιγμή, να της είχε αποκαλύψει την ταυτότητά του. Διόλου απίθανο. Κι αν ο πατέρας της είχε κάποια σχέση με τον ίδιο; Άρχισε να καταγράφει τα στοιχεία για να εξάγει κάποιο ασφαλές συμπέρασμα.

  Ίσως ο δικός του πατέρας να ήταν και πατέρας της Χρυσίδου. Τότε οι δύο τους, θα έπρεπε να είναι αδέλφια. Χρονολογικά, μπορούσε να έχει συμβεί. Δυστυχώς δεν ζούσε, δεν μπορούσε να τον ρωτήσει, ούτε βέβαια τολμούσε να ενοχλήσει τη μητέρα του για μια τέτοια υπόνοια. Μόνο η Χρυσίδου μπορούσε να το επιβεβαιώσει, σίγουρα θα ζητούσε και κάποιο τεστ DNA, ποτέ δεν εμπιστευόταν τα λόγια μόνο. Σηκώθηκε, πήγε προς την ντουλάπα που φύλαγε όλα όσα είχε κρατήσει από το αρχείο του πατέρα του, φωτογραφίες κυρίως και κάποια λίγα έγγραφα. Τα είχε δει πολλές φορές, οι φωτογραφίες ξεκινούσαν από την παιδική του ηλικία κι έφταναν ως λίγα χρόνια πριν το θάνατο του. Ανάμεσά τους υπήρχαν και πολλές από την ευτυχισμένη συζυγική του ζωή. Τώρα όμως που ήξερε τι αναζητούσε, θα του ήταν πιο εύκολο να εντοπίσει κάποιο ενδιαφέρον στοιχείο, αν βέβαια υπήρχε. Στάθηκε σε μια φωτογραφία, όπου έδειχνε τους δύο γονείς του, αγκαλιά έξω από ένα θέατρο, όπου στην μαρκίζα του διακρίνονταν το όνομα της Ελένης Χρυσίδου. Πρέπει να ήταν από το ξεκίνημα της καριέρας της, κάπου εκεί το προσδιόρισε. Η γραμματοσειρά ήταν ακόμη μικρή, όπως και πλήθος άλλων ηθοποιών. Σίγουρα δεν ήταν πρωταγωνίστρια. Ίσως όμως αυτή η σύμπτωση να ήταν ένα άσχημο παιχνίδι της τύχης. Αναρωτήθηκε αν υπήρχε περίπτωση ο πατέρας του να ήξερε, ότι η Χρυσίδου ήταν το παιδί που δεν αναγνώρισε ποτέ;

  Το πάλευε για μέρες στο μυαλό του, δεν κατέληγε σε κανένα ασφαλές συμπέρασμα, αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στην εικόνα του πατέρα που γνώριζε, τρυφερού και καλού οικογενειάρχη, κι ενός άλλου, άπιστου και ανεύθυνου. Τότε λαμβάνει ένα ηχογραφημένο μήνυμα στο κινητό του, από κάποιον άγνωστο παραλήπτη:

  «Μοναδική μου αγάπη, ποτέ δεν θα σε απαρνηθώ!»

  Η φωνή του είναι γνώριμη. Είναι η δική του φωνή σε πολύ νεώτερη ηλικία. Μα πως είναι δυνατόν; Το ακούει για μια φορά ακόμα και τότε το μήνυμα χάνεται. Κάποιος τον καθοδηγεί, ποιος όμως και γιατί;

  Σε λίγες μέρες βρίσκεται και πάλι μπροστά στο σπίτι της Χρυσίδου. Αυτή τη φορά δεν βρίσκεται κανένας στην αυλή, κτυπάει το κουδούνι και ακούγεται από το θυροτηλέφωνο μια αντρική φωνή, πρέπει να ήταν του νεαρού που συνάντησε εκεί την προηγουμένη, που του ζητούσε να περιμένει για λίγο. Άλλη επιλογή δεν είχε παρά να περιμένει. Η αναμονή διήρκεσε αρκετά λεπτά, μέχρι που εμφανίστηκε ο νεαρός, πρέπει να ήταν γύρω στα είκοσι, και τον οδήγησε και πάλι στον ίδιο χώρο που συνάντησε πριν λίγες μέρες την Χρυσίδου. Μόνο που αυτή τη φορά, το δωμάτιο είναι ολόφωτο, οι κουρτίνες διάπλατα ανοικτές κι αυτή κάθεται στην ίδια θέση, κομψή, περιποιημένη, όπως ακριβώς τον δεχόταν στην Αθήνα. Του έκανε νόημα να καθίσει ενώ ο νεαρός στέκεται παραδίπλα της.

  -Λοιπόν, αγαπητέ μου, μπορέσατε να ανακαλύψετε κάτι, βάση των στοιχείων που σας έδωσα;

  -Υποψίες μόνο, αποδείξεις δεν έχω, ούτε είναι δυνατόν να βρω. Βρίσκομαι εδώ αναζητώντας τις απαντήσεις από εσάς. Εξάλλου, μου είχατε υποσχεθεί ότι δεν θα μου κρύψετε τίποτε όταν ξεκινήσαμε αυτήν την ιστορία. Αν μας συνδέει το οτιδήποτε, το οποίο ασφαλώς κι αγνοώ, θα ήθελα να μου το ομολογήσετε τώρα.

  - Τι υποψιάζεστε;

  -Μήπως ο πατέρας μου, κάποια στιγμή είχε κάποια ερωτική σχέση με την μητέρας σας! Μήπως εμείς είμαστε αδέλφια! Δυστυχώς εκείνος δεν ζει για να μου δώσει τις απαντήσεις, που χρειάζομαι.

  Η Χρυσίδου μετακινήθηκε λίγο στην πολυθρόνα της, ένα χαμόγελο απογοήτευσης διαγράφτηκε στο πρόσωπό της, κοίταξε φευγαλέα τον νεαρό ο οποίος αμήχανα κοίταζε προς εκείνη.

  -Όχι! Ο πατέρας σας δεν εμπλέκεται πουθενά στην ιστορία αυτή!

  -Αν δεν υπήρξε καμία σχέση με τον πατέρα μου, τότε με ποιον; Με εμένα;

  Το χαμόγελο της άστραψε, όπως κάνει ο δάσκαλος όταν ακούει τη σωστή απάντηση από τον καλύτερό του μαθητή. Ο Τρανός αντιλήφθηκε την αντίδραση της.

  -Αδύνατον! Δεν μπορώ να θυμηθώ το παραμικρό. Σας γνωρίζω ως ηθοποιό, από την απόσταση που ορίζει η σχέση θεατή και σκηνής, μέχρι εκεί.

  -Με γνωρίσατε πριν γίνω γνωστή! Μια απλή, ανόητη μαθήτρια Λυκείου ήμουν. Κι εσείς ένας νέος, εγωιστής και ανεύθυνος.

  -Δεν καταλαβαίνω!

  -Δεν ξέρω αν το κάνατε και με άλλες, αν συνεχίζετε να συμπεριφέρεστε με τον ίδιο τρόπο ακόμη και σήμερα, αλλά εμένα με αντιμετωπίσατε σαν σκουπίδι. Κάτι που σε διαβεβαιώνω ότι δεν είμαι.

  Στο μυαλό του γνωστού συγγραφέα ήρθε αμέσως η εικόνα του, όταν ήταν νεαρός. Ένας ανώριμος άνθρωπος, που διασκέδαζε με τα χρήματα του πατέρα του, που αγνοούσε τα αισθήματα όσων βρίσκονταν δίπλα του. Ίσως αυτή η γυναίκα που καθόταν τώρα απέναντι του, να ήταν ένα από τα θύματα του. Δυστυχώς, ακόμη και μετά από τόσα χρόνια, δεν έχει ουσιαστικά αλλάξει. Σε όλες του τις σχέσεις, αυτό που προτάσσει είναι ο εαυτός του και μόνο.

  -Δεν σας θυμάμαι! Η φωνή του ακούστηκε αλλοιωμένη.

  -Λογικό! Ένα απλό πήδημα σε κάποιο νεανικό πάρτι, σίγουρα δεν το καταγράψατε πουθενά. Ούτε καν στον εγκέφαλό σας!

  -Έχετε κάποια απόδειξη για όσα λέτε;

  -Απόδειξη; Και βέβαια! Κοιτάξτε δίπλα μου! Γύρισε και χαμογέλασε προς τον νεαρό, που όλη αυτήν την ώρα έμενε αμίλητος.

  -Τι; Λέτε ότι..

  -Ναι, αυτό ακριβώς! Ότι είναι γιος σας.

  -Μα γιατί δεν με ενοχλήσατε, δεν μου είπατε τίποτε, δεν με αναζητήσατε;

  -Σκέψου και απάντησε με ειλικρίνεια! Έστω ότι σε έβρισκα και σου έλεγα ότι κρατούσα μέσα μου το παιδί σου, τι θα έκανες; Θα αποδεχόσουν τις ευθύνες σου; Ήταν η πρώτη μου φορά, ήμουν ζαλισμένη από το ποτό, επιπλέον έκαμψες κάθε δισταγμό μου με ένα σωρό ερωτόλογα. Γιατί; Απλώς για να συμπληρώσεις τη λίστα των κατακτήσεων σου με ένα ακόμα εύκολο θύμα! Τι μπορούσα να περιμένω από έναν τέτοιο άνθρωπο, ο οποίος παρά τις υποσχέσεις του, από την επόμενη κιόλας μέρα είχε εξαφανιστεί;

  -......

  -Δεν έχεις τίποτε να πεις; Φυσικό είναι, αυτός είναι ο χαρακτήρας σου. Ένας αδύναμος και μικρός άνθρωπος ο οποίος καμώνεται τον σπουδαίο. Και για να τελειώσω! Αυτή είναι η βιογραφία μου την οποία σου ζήτησα να γράψεις. Αν τολμάς, κάνε το! Αν για μια φορά στη ζωή σου, μπορείς να τιμήσεις το όνομά σου, έχεις κάθε ελεύθερο από εμένα να γράψεις όλη την αλήθεια. Κι αν είναι δυνατόν, να αναφέρεις κι όσες άλλες έχεις συμπεριφερθεί με τον ίδιο τρόπο. Μην το εκλάβεις αυτό ως κάποια εκδίκηση στο πρόσωπό σου. Δεν μου έκανες κάτι κακό για να σε εκδικηθώ. Η περιπέτεια αυτή μου χάρισε ένα παλικάρι, που με φροντίζει, ατσάλωσε τη θέληση μου να γίνω κάποια και το πέτυχα. Δεν είναι εκδίκηση λοιπόν! Απλώς θέλω κάποιοι σαν εσένα, να πάψουν να εμφανίζονται σαν σπουδαίοι και τρανοί. Τον γιο μου τον μεγαλώνω με βασική αρχή, την ενσυναίσθηση. Μια έννοια, την οποία εσύ σίγουρα αγνοείς.

  Ο Τρανός ήξερε ότι η γυναίκα, που καθόταν απέναντι του δεν έλεγε ψέματα.

  -Ξέρεις, θα την παρατούσα την ιστορία αυτή από την αρχή. Δύο παράξενα μηνύματα όμως, ένα στο καταγραφικό και ένα από κινητό μου, με κράτησαν. Τα οποία και τα δύο μυστηριωδώς εξαφανίστηκαν. Ξέρεις κάτι γι΄ αυτό; Εσύ νεαρέ μου;

  -Νομίζω ότι παραλογίζεσαι! Ο νεαρός λέγεται Νίκος! Και είναι γιος σου! Βιολογικά μόνο, διότι συναισθηματικά δεν πρόκειται ποτέ να σε πλησιάσει, δεν σε χρειάζεται πια. Αν όμως υπάρχει κάποια ελπίδα, να αφήσω για σένα, κάποια ελάχιστη χαραμάδα ανοιχτή στη ζωή του, τότε το προαπαιτούμενο είναι αυτό που σου ανέφερα προηγουμένως. Ολοκληρώνεις τη βιογραφία μου, με όλη την αλήθεια και επιπλέον τοποθετείς σε αυτήν και τον αχρείο εαυτό σου. Όσο για τα μηνύματα που λες, ποιος ξέρει; Ίσως η αόρατη Νέμεσις, να θέλησε να επαναφέρει με οποιονδήποτε τρόπο, τη δικαιοσύνη στην αδικία που έχεις σκορπίσει γύρω σου. Τώρα θα ήθελα να φύγεις! Η πόρτα μου θα ανοίξει ξανά για σένα, μόνο, αν αποδεχθείς αληθινά τον εαυτό σου. Είμαι σίγουρη όμως ότι δεν έχεις τη δύναμη να φτάσεις ως εκεί.


  Οφείλω να ευχαριστήσω τον Giannis Pit. για την ευκαιρία που μου έδωσε, να γράψω μια ιστορία Μυστηρίου, λογοτεχνικό είδος, στο οποίο ομολογώ,  ότι δεν έχω εντρυφήσει. Η πρόταση πάνω στη  οποία πατούμε όλοι οι συμμετέχοντες είναι:

Μια γυναίκα, επισκέπτεται έναν επώνυμο συγγραφέα. Τού κάνει μια ελκυστική πρόταση να της γράψει τη βιογραφία της. Ο συγγραφέας θα την αναζητήσει τις αμέσως επόμενες μέρες για να προχωρήσουν. Η γυναίκα όμως έχει εξαφανιστεί.

Εύχομαι το συγγραφικό δρώμενο το οποίο σκάρωσε και οργανώνει! 

"Μια ιδέα - μια έμπνευση",

 να έχει κάθε επιτυχία!!!!


Όλες τις συμμετοχές μπορείτε να τις δείτε από εδώ: Μια ιδέα - Μια έμπνευση

Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2024

Γυναίκες για την Ειρήνη, μια υπόθεση πολύ παλιά!

   Η παλαιότερη γυναικεία φιλειρηνική οργάνωση είναι η WILPF (Women's  International League for Peace and Freedom). Ιδρύθηκε το 2015, κατά τη διάρκεια του Α' Παγκόσμιου Πολέμου με πρώτη έδρα της τη Γενεύη της Ελβετίας, από μαχόμενες πρωτοπόρες φεμινίστριες  (σουφραζέτες) της εποχής, από 12 χώρες. 

  Το 1921 είχε επεκταθεί σε 21 χώρες. Η οργάνωση το 2005 βραβεύτηκε με το Νόμπελ Ειρήνης για τη διαρκή και αποφασιστική δράση της για την Ειρήνη και τα δικαιώματα των γυναικών.

WILPF
Πορεία της οργάνωσης ενάντια
στον πόλεμο του Βιετνάμ ( 1698)
  Κάποια από τα ζητήματα με τα οποία καταπιάνεται σήμερα είναι ο Πόλεμος στη Γάζα, ο εμφύλιος στο Σουδάν, ο παγκόσμιος αφοπλισμός, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η κλιματική αλλαγή και οι συνέπειες της. Σε κάθε πρωτοβουλία της, προτάσσει τη δεινή θέση της γυναίκας σε κάθε στρατιωτική σύγκρουση στον πλανήτη μας.

Είναι γνωστό ότι μεγάλο μέρος των θυμάτων κάθε σύγκρουσης είναι γυναίκες, οι οποίες μην έχοντας ούτε την εξουσία, ούτε ανάλογη πολιτική δύναμη, υποβιβάζονται στον άμαχο πληθυσμό, ο οποίος απλώς πλήττεται αδιάκριτα πλέον. Υπομένουν τον χαμό ή την αναπηρία των συζύγων τους, των παιδιών τους αλλά και τον στρατεύσιμων (παιδιά τους κι αυτοί), πολλές φορές αδυνατώντας να ξανασηκώσουν κεφάλι στην κοινωνία τους. Διαχρονικά μάχονται για την Ειρήνη, από την ίδρυση της οργάνωσης ως τα σήμερα, με παραρτήματα σε πολλές περιοχές του κόσμου, όχι μόνο της Δύσης αλλά και των εμπόλεμων περιοχών, όπως στην Παλαιστίνη.

  Όποιος θέλεις να δει περισσότερα για την οργάνωση, μπορεί να επισκεφτεί την ιστοσελίδα της οργάνωσης εδώ

  Το ερώτημα που τίθεται, είναι αν οι γυναίκες έχουν κάποιον παραπάνω λόγο, να μάχονται για την Ειρήνη, πέρα απ΄ ότι είναι μάνες και σύζυγοι; Και η απάντηση είναι σίγουρα ναι, για τους παρακάτω λόγους:

1ον Ουσιαστικά είναι απών από τα πολιτικά και στρατιωτικά κέντρα αποφάσεων, δεν συμμετέχουν ούτε καν στις ειρηνευτικές διαδικασίες, τα αόρατα νήματα κάθε πολέμου τα κινούν άντρες.

2ον Σε μια εμπόλεμη περιοχή γίνονται θύματα κάθε είδους βίας. Κακοποιήσεις, εν ψυχρώ δολοφονιών, βιασμών που πολλές φορές είναι εσκεμμένοι, απόρροια μιας πατριαρχικής λογικής που θέλει να επιδείξει υπεροχή έναντι του αντιπάλου. Τα παραπάνω αποτελούν εγκλήματα πολέμου, μόνο όταν γίνονται μαζικά και συστηματικά, έτσι ουσιαστικά οι θύτες μένουν σχεδόν πάντα ατιμώρητοι.

   Η διεκδίκηση της Ειρήνης από τις γυναίκες είναι μια παλιά ιστορία, την οποία ανέδειξαν οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι. 

SAVINES - J.L. David (1748-1799)
Η επέμβαση των Σαβίνων γυναικών -
J.L. David (1748-1799) Μουσείο Λούβρου
   Οι Ρωμαίοι με τον μύθο της αρπαγής των Σαβίνων γυναικών, ο οποίος ανάγεται στην πρώιμη Ρωμαϊκή ιστορία (753 π.Χ.). Σύμφωνα με αυτόν, ο βασιλιάς Ρωμύλος αποφάσισε να ενισχύσει τον αναλογικά μικρότερο πληθυσμό των γυναικών της Ρώμης, εφαρμόζοντας ένα δόλιο σχέδιο. Διοργάνωσε μεγάλη γιορτή για τον Ποσειδώνα και κάλεσε τους κατοίκους των γειτονικών πόλεων, να συμμετάσχουν. Όλοι αποδέχτηκαν την πρόσκληση, μεταξύ αυτών και οι Σαβίνοι, οι οποίοι έφεραν και τις οικογένειες τους μαζί. Με το που ξεκίνησαν οι εορτασμοί, οι νεαροί άγαμοι Ρωμαίοι, όρμησαν εκεί που κάθονταν οι νεοφερμένες κόρες και τις άρπαξαν, μεταφέροντάς τες στα σπίτια τους για να τις κάνουν συζύγους τους. Οι Σαβίνοι έφυγαν ντροπιασμένοι, μετά από λίγα χρόνια μάζεψαν στρατό και με επικεφαλής τους αδικημένους πατέρες, ξεκίνησαν εναντίον της Ρώμης. Εκεί τους περίμεναν οι Ρωμαίοι. Οι δύο στρατοί παρατάχθηκαν ο ένας απέναντι στον άλλο αλλά τη στιγμή, που ο ένας ορμούσε πάνω στον άλλο, χύθηκαν ανάμεσα τους οι Σαβίνες γυναίκες, ζητώντάς τους να σταματήσουν διότι, όπως και να γινόταν, θα χυνόταν συγγενικό τους αίμα. Ή των πατεράδων τους ή των αντρών τους ή των παιδιών τους. Η αποφασιστικότητά τους συγκίνησε και τις δύο πλευρές και έτσι αποφεύχθηκε η αιματοχυσία.   

Lisistrati
Λυσιστράτη (1980) Εθνικό Θέατρο

  Οι αρχαίοι Έλληνες, διαμέσου της πασίγνωστης κωμωδίας που έγραψε ο Αριστοφάνης το 411 π.Χ., τη Λυσιστράτη. Είναι ένα από τα παλιότερα αντιπολεμικά έργα κι αυτό του προσδίδει ιδιαίτερη αξία. Η υπόθεση έχει ως εξής: Βρισκόμαστε στα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου και οι γυναίκες των Αθηναίων πολεμιστών, έχουν απαυδήσει από τον συνεχή πόλεμο των αντρών τους και τη δυστυχία που επιφέρει αυτός σε όλη την κοινωνία. Τότε μια ομάδα γυναικών με πρωτεργάτρια την Λυσιστράτη αποφασίζει να κηρύξει αποχή από τα συζυγικά τους καθήκοντα, η οποία θα σταματούσε μόνο, εάν κατέθεταν τα όπλα και έφερναν την ειρήνη στον τόπο τους. Παράλληλα οι γυναίκες καταλαμβάνουν και την Ακρόπολη, όπου βρισκόταν το θησαυροφυλάκιο των Αθηναίων. Διότι όπως είναι γνωστό, δίχως χρήματα, πόλεμος δεν γίνεται. Πολύ γρήγορα στο κίνημα αυτό προσχωρούν και οι Σπαρτιάτισσες κι έτσι αναγκάζονται οι ηγέτες των δύο πόλεων να αναζητήσουν την ειρήνη, κάνοντας αμοιβαίες υποχωρήσεις. Όταν αυτή επιτυγχάνεται το έργο κλείνει με ένα συμπόσιο που προσφέρουν οι γυναίκες στους άντρες τους, με χορό και τραγούδια.


  Μην μας παραξενεύει λοιπόν η εικόνα των σημερινών αντιπολεμικών εκδηλώσεων, όταν διαπιστώνουμε ότι οι γυναίκες όχι μόνο πρωτοστατούν σε αυτές αλλά πολλές φορές και πλειοψηφούν. Υπάρχει Λόγος!
women_for_peace
Αντιπολεμική διαδήλωση στην Ουκρανία.
women_for_peace
Κοινή εκδήλωση - πορεία Ειρήνης, Ισραηλιτισσών και Παλαιστινίων
στη Νεκρά Θάλασσα.  8-10-2017

women_for_peace
Αντιπολεμική διαδήλωση στο Ισραήλ.



Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2024

Οι χοντροί άνθρωποι, ο Fernando Botero και η Ελληνίδα σύζυγός του Σοφία Βάρη.

  Πριν από λίγο καιρό διάβασα, ότι η Άλκηστις Πρωτοψάλτη, τραγουδώντας το τραγούδι του Σταμάτη Κραουνάκη, Άδωνις, αφαίρεσε τη λέξη "χοντρή", πιθανότατα για να καταδικάσει το body shame. 

  Δεν θα μπω στην ουσία της υπόθεσης, κατά πόσο δηλαδή στο όνομα της σημερινής πολιτικής ορθότητας, μπορούμε να κοπτοράπτουμε έργα καλλιτεχνών παλαιότερων εποχών, τα οποία δημιουργήθηκαν σε τελείως διαφορετικές συνθήκες από τις τωρινές. Μεγάλο θέμα, θα ασχοληθώ κάποια στιγμή.

Fernado_Botero
Fernando Botero (1932 - 2023) 
  Την ίδια στιγμή όμως που διάβασα την παραπάνω είδηση, στο μυαλό
μου ήλθαν τα έργα του μεγάλου Κολομβιανού εικαστικού, του Fernando Botero, ο οποίος δημιούργησε ένα ολότελα δικό του στυλ, το boterismo, όπου απεικονίζει ανθρώπους υπερμεγέθεις, που καταλαμβάνουν μεγάλο όγκο, τους οποίους σίγουρα θα τους χαρακτήριζες χοντρούς. Έργα ζωγραφικά και γλυπτικής. Το έκανε για να περιγελάσει τους χοντρούς ανθρώπους; Ο ίδιος απαντούσε ότι ήταν μια καλλιτεχνική φόρμα, που του ταίριαζε και τον βοηθούσε να εκφράσει αυτά που ήθελε να πει.

 Το γεγονός όμως παραμένει. Όλα τα έργα του, απολύτως αναγνωρίσιμα, τα οποία κοσμούν σήμερα, μουσεία, πλατείες κλπ. είναι σε αυτό το στυλ. Δείτε παρακάτω μερικά παραδείγματα:

Fernado_Botero
Ζευγάρι που χορεύει   1982 

Fernado_Botero
Η αρπαγή της Ευρώπης 1995

Fernado_Botero

Γυναίκα με φρούτα, Βαμβέργη Γερμανίας

  Τι πρέπει να κάνουμε για να είμαστε σύμφωνοι με τις επιταγές της πολιτικής ορθότητας. Μήπως να τα λεπτύνουμε; Να τα κλείσουμε σε κάποια αποθήκη; Ή να τα καταστρέψουμε;  

 

Sofia_Vari
Σοφία Βάρη (1940-2023)
  Ψάχνοντας περισσότερα στοιχεία για τον Botero, βρήκα ότι η τελευταία (τρίτη) σύζυγός του ήταν η καταξιωμένη Ελληνίδα ζωγράφος και γλύπτρια Σοφία Βάρη (Σοφία Κανελλοπούλου). Τα πρώτα της έργα ήταν ζωγραφικά μα στη δεκαετία του 70΄μεταπήδησε  στην γλυπτική, με έργα μεγάλου μεγέθους, τα οποία κοσμούν πολλές περιοχές στον κόσμο.

  Επίμονη, εργασιομανής, δούλευε επτά ημέρες την εβδομάδα και έλεγε ότι η πηγή της έμπνευσής της ήταν τα μεγάλα μουσεία του κόσμου. Έζησε 43 χρόνια με τον Botero, τον οποίο θεωρούσε μεγάλο δάσκαλο, αν και το στυλ της ήταν εντελώς διαφορετικό από το δικό του. Έσπασε την αυστηρή φόρμα των θεμάτων της και επικεντρώθηκε στους όγκους και το υλικό, τα οποία έπαιζαν με το θέμα, τον χώρο και το φως.  Δείτε κάποια από τα έργα της:


Sofia_Vari
Θησέας, Πλατεία Κοτζιά

Sofia_Vari
I love Greece 2011 διαμ. 160εκ

Sofia_Vari
Ο Βασιλιάς, 2000, Μαύρος και κόκκινος μπρούντζος


Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2024

τοπογραφία....

  Πολλές φορές μου θέτουν το ερώτημα: "ποιος είναι ο τόπος σου;". Και δεν εννοούν την Ελλάδα, αλλά απαιτούν να ονομάσω έναν ορισμένο τόπο της πατρίδας μας, τον οποίο εγώ τοποθετώ πρώτο στην καρδιά και την ψυχή μου.

  Οι περισσότεροι πιθανότατα θεωρούν το ερώτημα αυτό αχρείαστο. Τυχεροί αυτοί! Αγαπούν τον τόπο που ζουν, πιθανόν να γεννήθηκαν και σε αυτόν, ίσως και να μην χρειάστηκε ποτέ να τον εγκαταλείψουν. Άλλοι πάλι έχουν αποδεχτεί τον νέο τόπο, ο οποίος τους υποδέχτηκε και τους έκανε να νιώθουν κομμάτι του. Κι άλλοι, ζουν παντοτινά με τη νοσταλγία του γενέθλιου τόπου τους, ορίζοντας αυτόν ως δικό τους.

  Δεν ανήκω σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες, διότι έχω την κατάρα – ίσως να 'ναι κι ευχή – να θεωρώ δικούς μου, περισσότερους του ενός, από τους τόπους που έχω ζήσει ή γνωρίσει. Όχι, δεν αναφέρομαι σε πολλούς, μεγάλους και εξωτικούς τόπους, ούτε έχω αφομοιώσει ποικίλους τρόπους ζωής για να χαρακτηρίζομαι ως πολίτης του κόσμου. Μιλώ για ξέχωρα κομμάτια της πατρίδας μου, τα οποία είχα την χαρά να γνωρίσω, άλλα περισσότερο κι άλλα λιγότερο καλά.
Monodendri_Zagorohoria
  Ποτέ δεν θα ξεχάσω για παράδειγμα, ένα εικοσιτετράωρο που πέρασα στο Μονοδένδρι, στα Ζαγοροχώρια. Ανάσαινα την πέτρα που σκέπαζε τα πάντα, γευόμουν την καθάρια αύρα της περιοχής, άκουγα τη βοή κάτω χαμηλά, εκεί που περνούσε με ορμή ο Βοϊδομάτης, στάθηκα με δέος στο ναΐδριο της Αγίας Παρασκευής ενώ η φαντασία μου έφτιαχνε παιχνίδια στον χρονο - χώρο, ησύχασα στη βραδινή σιωπή, που την έκανε πιο έντονη το σεληνόφως, που αντιφέγγιζε στα γύρω βουνά και δεν χρειάστηκε τίποτε περισσότερο για να συνειδητοποιήσω, ότι κι αυτός είναι δικός μου τόπος.

 Ή μια άλλη φορά, πολλά χρόνια πίσω, όταν βρέθηκα στην Σκιάθο, κι από την παραλία της Καναπίτσας αντίκριζα την απέναντι πλαγιά, ως κάτω στη θάλασσα, όπου το κύμα σίγουρα θα έγευε με την αλμύρα του τα ξέφτια των δέντρων και τα ακροκέραμα των ελάχιστων κατοικιών. Και τότε πάλι, γεμάτος ενθουσιασμό είπα, ότι σε έναν τέτοιο τόπο, με ευχαρίστηση θα ζούσα. Δήλωση σπουδαία αν αναλογιστείς το νεαρό της ηλικίας.

  Το μυαλό μου να αδυνατεί να χωρέσει όλη την ομορφιά, στη Λευκάδα, στους Εγκρεμνούς, όταν πρωί ακόμη βρεθήκαμε στην άδεια παραλία. Κάτασπρα, σμιλεμένα από της θάλασσα βότσαλα να σκεπάζουν απ΄ άκρη σε άκρη παραλία και βυθό, το ξάσπρισμα του γαλάζιου νερού, οι αχτίνες του καλοκαιρινού ήλιου που αστραφτόπαιζαν στην επιφάνεια της ακίνητης θάλασσας και πίσω μας να κρέμεται η γης, Θεέ μου, τι εικόνα ήταν αυτή!

  Κι άλλη μια φορά, τότε που παραδόθηκα στη δροσερή αγκάλη της κρυστάλλινης θάλασσας στο Χορευτό, αφού προηγήθηκε το ανέβασμα και στη συνέχεια το κατέβασμα του μυθικού βουνού των Κενταύρων, μια να πλησιάζεις τον ουρανό και την άλλη να κρύβεσαι κάτω από τα πυκνά φυλλώματα, στο ταξίδι μας από το Βόλο, εκεί ένιωσα και πάλι τη χάρη της δικής μου γης. 

 

Leykos_Karpathos
  Οφείλω όμως να διακόψω την παραπάνω άναρχη περιπλάνηση και να βάλω μια σειρά στις σκέψεις μου. Να χαράξω μια λογική πορεία, ξεκινώντας από την Πατρώα γη των προγόνων μου, την ακριτική Κάρπαθο, την οποία πρόλαβα σε εποχές, όπου ο τουρισμός ελάχιστα την είχε επηρεάσει. Αναβαπτίστηκα σε μαγικές παραλίες, στο Φοινίκι και τον Βρόντη, στην Αμμοοπή και τον Μακρύ Γυαλό, στην Κυρά Παναγιά και τον Λευκό, στα Άπελλα και τον Άγιο Μηνά, στα Φωκιά και τα Καμαράκια, στις οποίες άλλοτε βρίσκαμε προστασία από τον ήλιο κάτω από τα αρμυρίκια κι άλλοτε αψηφούσαμε ολημερίς την κάψα του. Έζησα πανηγύρια σε κάθε χωριό, άλλοτε αυστηρά στα όρια της μυσταγωγίας και άλλοτε ξέφρενα, Διονυσιακά. Διασκέδασα σε πάρτι με φωτορυθμικά και στο τέλος της μέρας παραδόθηκα στην παραλιακή της μικρής πρωτεύουσας, την ώρα που όλα ησύχαζαν μα εμείς συνεχίζαμε να ονειρευόμαστε.

Othos_Karpathos
  Το χωριό που μεγάλωσα, το μπονεντινό Όθος,
όπου 
στου Παπαδάκη το Λακί συμμετείχα σε ιστορικές ποδοσφαιρικές αναμετρήσεις ανάμεσα στην Κάτω και την Πάνω Γειτονιά. Κάπου εκεί ένα ραδιόφωνο μετέδιδε τα ματς της Κυριακής κι ανάμεσα στο ημίχρονο εκστασιασμένοι ακούγαμε το “Υπάρχω” του Καζαντζίδη. Κι απέναντι  στο Μέγαρο διασκεδάσεων, πόσες αξέχαστες μα και πονεμένες στιγμές έζησα. Πίσω του, χαμηλότερα οι περίφημες Καλύ(β)ες και ακόμα πιο μακριά, η μοναδική κουκουναριά της περιοχής, όπου μια φορά το χρόνο γινόταν περιπετειώδης εξόρμηση για το ποιος θα προλάβει να τρυγήσει τους καλά φυλαγμένους καρπούς της. Με τον Άγιο Παντελεήμονα να βλέπει προς την Ανατολή, τον πιο αγαπημένο απ΄ όλους του Αγίους μας, σηματωρός της γενιάς μας, την Παναγία τη Γυνατού στους ξεχασμένους Εΰρους και τον Χριστό στο έμπα του χωριού, που τότε μου φαινόταν θεόρατος. Μνήμες σκόρπιες, αβίαστες, που πάντα θα με δένουν μαζί του.

  Κι από εκεί στο Απέρι, έξι χρόνια ως έφηβος μαθητής και δέκα ως δάσκαλος. Τα πρώτα εύκολα, χρόνια ανέμελα, μου χάρισαν παντοτινές φιλίες και τρελές ιστορίες, που ίσως στους σημερινούς να ακούγονται σαν παραμύθια. Ποδοσφαιρική αναμέτρηση ομηρικών διαστάσεων, με έπαθλο έναν ντενεκέ μπισκότα Παπαδοπούλου. Εξετάσεις Φεβρουαρίου σε παγωμένη αίθουσα με σφινάκια κονιάκ για να αντέξουμε. Γάμοι και πάρτι, εντός κι εκτός της αυλής του κτιρίου. Και στην τρίτη Λυκείου, εκεί που δίναμε τον αγώνα για την εισαγωγή μας στο Πανεπιστήμιο, ονομαστήκαμε ηθοποιοί  στο Παραμύθι χωρίς όνομα του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Στα δεύτερα, λίγα χρόνια μόλις μετά, σήκωνα το βάρος ενός σχολείου, μαθαίνοντας γράμματα και πολιτισμό σε μαθητές πρόθυμους, που με αγάπησαν και τους αγάπησα. Εκεί πρωτοσυνάντησα τη γυναίκα μου, εκεί ξεκίνησα τη δική μου οικογένεια. Πώς να τα βγάλω απ΄ την καρδιά όλα αυτά;

  Έζησα δύο έντονα χρόνια στο Ηράκλειο, ως σπουδαστής της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, τα οποία μου έδωσαν την ευκαιρία μέσα από τις σπουδές μου, να αποκτήσω το πτυχίο του Δασκάλου και να ασκήσω ένα επάγγελμα το οποίο υπηρέτησα με όλη τη ψυχή μου. Πέρα από αυτό μου άνοιξαν τους ορίζοντές μου προς κάθε πλευρά, με πολιτικοποίησαν, μου έμαθαν για πρώτη φορά να στηρίζομαι στις δικές μου δυνάμεις και να τα βγάζω πέρα μόνος μου στις όποιες δυσκολίες. Μια πόλη, όπου μαζευόμαστε στα Λιοντάρια, ξεχυνόμαστε στα γύρω στενά για κρασοκατάνυξη, στην Μαρίνα για καφέ, στο Ενετικό Φρούριο για αγνάντεμα και όνειρα. Γνώρισα καλούς φίλους, τους οποίους διαμέσου των κοινωνικών δικτύων αλληλοπαρακολουθούμαστε ανακαλύπτοντας ότι ο χρόνος τελικά στάθηκε καλός μαζί μας. Δύο χρόνια, βαθιά χαραγμένα μέσα μου.

Alistrati_Serres
  Κι ακολουθεί η Αλιστράτη, ο τόπος που ζω τα τελευταία είκοσι τέσσερα χρόνια, στον οποίο έχω φτιάξει το σπίτι στο οποίο μεγάλωσα την οικογένεια μου. Τόπος μεσόγειος στις παρυφές του Μενοικίου με τον ορίζοντα να χάνεται πίσω από το άλλοτε χρυσοφόρο Παγγαίο. Τόπος που στηρίζει την ανάπτυξή του στον πλούσιο κάμπο του, ο οποίος κρατά σε εγρήγορση τους ανθρώπους όλον τον χρόνο. Με το ονομαστό πλέον Σπήλαιο και τον Λόφο του Αγίου Κωνσταντίνου, σε πλεονεκτική θέση, ανάμεσα σε τρεις αγαπημένες πόλεις: Τις Σέρρες, τη Δράμα και την Καβάλα. Από το σχολείο της Αλιστράτης αφυπηρέτησα, γνωρίζοντας καλούς συναδέλφους, έχοντας ήσυχη τη συνείδησή μου, ότι έπραξα ως όφειλα προς την Πολιτεία και τους μαθητές μου. 

  Μα μέρος της καρδιάς μου κρατούν κι άλλοι τόποι της πατρίδας μου. Η Καστοριά με τη λίμνη και την Παλιά της πόλη, με μύθους και ιστορίες για τα γουναράδικα και τις πλάβες, με ναούς βυζαντινούς και αριστοκρατικά οικήματα, που μαρτυρούν το μεγαλείο άλλων εποχών.
Naypaktos
  Η Ναύπακτος με το γραφικό λιμανάκι της και τις γύρω καφετέριες, να σφύζει από ζωή σε όλη τη διάρκεια της ημέρας και της νύχτας και να ησυχάζει μόνο τις πολύ πρωινές ώρες. Κι εσύ περιδιαβαίνοντας στα στενά και ανηφορικά δρομάκια της, να αναλογίζεσαι τη βαριά ιστορία του τόπου και τη δύναμη εκείνων που επιβίωσαν ανάμεσα στη θάλασσα και το αγριάδα της περιοχής. 
  Οι Δελφοί, χαμένοι μέσα σε πράσινες και απόκρημνες πλαγιές, που παραδόξως αντί να σε τρομάζουν, σου χαρίζουν την ομορφιά και τη γαλήνη που ο Απόλλωνας, ο θεός του φωτός, εξέπεμπε προς κάθε κατεύθυνση.
  Ο βράχος της Ακρόπολης, στον οποίο η Αθηνά στέφθηκε νικήτρια δίνοντας αίγλη και διαχρονικότητα στην πόλη που τραγούδησε ο Παλαμάς. Που όταν σταθείς μπροστά στα Προπύλαια, στις Καρυάτιδες και τον Παρθενώνα, φουσκώνεις από υπερηφάνεια, αλλά και αναμετράσαι με το σήμερα.
  Η Θάσος κρατά πάντα μια θέση στην καρδιά μου για τον απίστευτο συνδυασμό θάλασσας, βουνού και πράσινου. Για τις παραλίες της μα κυρίως για την βραδινή βόλτα στο παλιό λιμάνι του Λιμένα και το ποτό που απόλαυσα στην εκεί απάνεμη παραλία, ενώ απέναντι αναβόσβηνε ο φάρος, παντοτινό σημάδι ασφάλειας και ελπίδας.

  Θα μπορούσα να συνεχίσω κι άλλο τον κατάλογο που άνοιξα. Ανώφελο όμως θα είναι. Γιατί όπως καταλαβαίνετε κάθε κομμάτι της Ελλάδας μας, κάθε γωνιά της, κι αυτές που ανέφερα κι άλλες πολλές που αφήνω, είναι δικές μου, είναι ο δικός μου τόπος, ατελείωτος, ολοφώτιστος, πλάνος μα και τόσο οικείος. 

  Κλείσε μέσα στην ψυχή σου την Ελλάδα (...) και θα αισθανθείς μέσα σου να λαχταρίζει κάθε είδος μεγαλείου.
                                                                                        Διονύσιος Σολωμός


Ο φωτεινότερος φακός του κόσμου του Γιώργου Κασαπίδη

    Αν κάποιος θέλει να διαβάσει μια συλλογή διηγημάτων, για μια μικρή επαρχιακή πόλη, τη Δράμα (αλλά και άλλες περιοχές), με την αίσθηση το...