Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βιβλίο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βιβλίο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

"Η τελευταία σελίδα" του Γκαζμέντ Καπλάνι, ο συγγραφέας, το βιβλίο, τα Βαλκάνια

12 Ιαν 2018

  Τελευταία διάβασα το μυθιστόρημα του Γκαζμέντ Καπλάνι, "Η τελευταία σελίδα". Ο πετυχημένος συγγραφέας Αλβανικής καταγωγής, σπούδασε στην πατρίδα μας, είναι πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής των Αθηνών και διδάκτορας Ιστορίας και Πολιτικής Επιστήμης του Παντείου. Εργαζόταν μέχρι πρόσφατα στη χώρα, για πάνω από 25 χρόνια και πέρσι τιμήθηκε ( με συνυποψήφιους τους άλλους τρεις Έλληνες λογοτέχνες , Χρήστο Οικονόμου, Μάρω Δούκα και Πέτρο Μάρκαρη) με το Διεθνές Λογοτεχνικό Βραβείο που απονέμει κάθε χρόνο η Ιταλική πόλη Κασίνο. Τιμώμενη χώρα ήταν η Ελλάδα! Ο Καπλάνι βεβαίως και ανήκει στη γενιά των νέων Ελλήνων συγγραφέων, όλα του τα έργα γράφονται στα ελληνικά, αλλά όπως δηλώνει ο ίδιος, η βράβευση, του αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση, μιας και η ελληνική πολιτεία δεν του έχει δώσει την ελληνική υπηκοότητα, και όπως φαίνεται ούτε πρόκειται να του την δώσει. 
  Τιμά τα ελληνικά γράμματα, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για τους μηχανισμούς της πολιτείας μας, για να τον πολιτογραφήσει Έλληνα. Αν ήταν κανένας Κινέζος ή Ρώσος επενδυτής των 300.000 ευρώ, ήδη θα την είχε την υπηκοότητα στη τσέπη του, έστω κι αν δεν μιλούσε μία λέξη Ελληνικά... Δείγμα κι αυτό, για το πόση αξία δίνουμε στη χώρα μας, στους ανθρώπους που προάγουν την τέχνη, τον πολιτισμό, την επιστήμη. Τους οποίους, τα τελευταία χρόνια φροντίζουμε επιπλέον, να τους διώχνουμε μακριά μας. Ο Καπλάνι, μεταξύ αυτών, για δυο χρόνια στη Βοστόνη, υπότροφος του Χάρβαρντ, σήμερα διδάσκει Emerson College. Ο ίδιος απογοητευμένος από την άρνηση της πολιτείας να του δώσει την ελληνική υπηκοότητα, δεν δείχνει διατεθειμένος να επιστρέψει στη χώρα. Αντίθετα οι ΗΠΑ, τον δέχθηκαν, σε ένα από τα κορυφαία Πανεπιστήμια τους! 
  Θα ήταν παράλειψη μου, να μην αναφέρω και την αντίστοιχη συμπεριφορά της γενέτειρας του Καπλάνι, η οποία μέχρι to 2016, αρνούνταν να μεταφράσει τα έργα του στην Αλβανική γλώσσα. Το 2017, εκδόθηκε το πρώτο βιβλίο με θετική ανταπόκριση. Ο Καπλάνι αυτοπροσδιορίζεται ως Βαλκάνιος. Κι αυτό φαίνεται ότι είναι πέρα από τις λογικές των στεγανών των εθνικών κρατών. Δεν του το συγχωρούν, ούτε οι από εδώ ούτε οι από εκεί.

  Στο μυθιστόρημα του Γκασμέτ Καπλάνι, "Η τελευταία σελίδα", αυτό που βασικά διαπραγματεύεται είναι η σκληρή αίσθηση του να μεγαλώνεις σε λάθος χώρα.

 Η Αλβανία, η χώρα στην οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε ουσιαστικά είναι παρελθόν για τον ίδιο. Σημαντικότατο ρόλο σε αυτό έπαιξε, έτσι καταλαβαίνω από δικές του σκέψεις, η αμείλικτη δικτατορία του Ενβέρ Χότζα και ο απομονωτισμός στον οποίο καταδίκασε για πολλά χρόνια, τη χώρα του. Η Ελλάδα πάλι, της οποίας θαυμάζει τον πολιτισμό, χωρίς να τον ωραιοποιεί, αρνείται να τον δεχθεί σαν δικό της παιδί, αν και έχει δώσει τις εξετάσεις του κι έχει αριστεύσει σε αυτές. Είναι μία αίσθηση στυφή, για όποιον την βιώνει, πολλές φορές ασήκωτη και σίγουρα ο Καπλάνι δεν είναι ο μόνος που αισθάνεται έτσι σήμερα. 
  Οι δικοί μας νέοι, που μετανάστευσαν στις χώρες της βόρειας Ευρώπης και θα πρέπει να ενσωματωθούν στις εκεί κοινωνίες, πιθανόν πολλές φορές να νιώθουν το ίδιο. Να ευλογούν τη νέα χώρα και να αρνούνται τη γενέτειρα ή και αντιστρόφως να αισθάνονται καθημερινά ότι η οικονομική συγκυρία τους "έριξε" σε λάθος χώρα. Το πιο ευτυχές σενάριο είναι αν μπορείς να δεχθείς, με πολλές διαγραφές στη μνήμη σου, την επανεκίνηση της ζωή σου. Πράγμα, που σίγουρα γίνεται, αλλά αφήνει πίσω πολλές πληγές, οι οποίες αν και φαίνονται επουλωμένες, σίγουρα, κάποια στιγμή, θα αρχίσουν να τρέχουν αίμα και πάλι. 
  Στο μυθιστόρημα αυτό, παρακολουθούμε επιπλέον την ιστορία ενός ανδρόγυνου Εβραίων της Θεσσαλονίκης, που μαζί με τον μικρό τους γιο τον Ίσα, καταφεύγουν στην Αλβανία, για να γλιτώσουν από τους διωγμούς των Ναζί. Για να το πετύχουν αυτό, αλλάζουν τα ονόματα τους, κρύβονται πίσω από νέες ταυτότητες τις οποίες δεν μπορούν να αποβάλλουν ούτε όταν καταρρέει ο άξονας και απελευθερώνεται η χώρα μας. Εγκλωβίζονται στη νέα τους πατρίδα, διαγράφουν οριστικά από τη ζωή τους ότι θα τους συνέδεε με την καταγωγή τους, συμπεριφέρονται ως καλοί Αλβανοί, είναι πιστοί στο
καθεστώς. 
Είναι σίγουροι ότι τα ίχνη του παρελθόντος έχουν σβήσει για πάντα. Μέχρι που αρκετά χρόνια μετά, ο Ίσα ο οποίος δουλεύει στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Τιράνων, στο τμήμα των απαγορευμένων βιβλίων, ζει μια στιγμή απαγορευμένου πάθους με μια Κινέζα συναγωνίστρια, η οποία βρίσκεται στα Τίρανα, στα πλαίσια κάποιου προγράμματος μορφωτικών ανταλλαγών. Απαγορευμένου πάθους, όχι μόνο διότι είναι παντρεμένος αλλά και διότι το καθεστώς απαγορεύει τις σχέσεις μεταξύ των συντρόφων που προέρχονται από άλλη χώρα (!). Ο πρώην συμφοιτητής του, συνδιεκδικητής της Μπόρα, της γυναίκας πλέον του Ίσα, πανίσχυρος αρχηγός τώρα των μυστικών υπηρεσιών, βρίσκει την ευκαιρία, να στριμώξει τον Ίσα. Του αποκαλύπτει ότι το καθεστώς γνωρίζει την καταγωγή του, την οποία αν αποκάλυπτε θα τον ενέτασσε αυτόματα στους εχθρούς του καθεστώτος καθότι το Ισραήλ είναι το ισχυρό δεκανίκι του Ιμπεριαλισμού. Τον μεταθέτει σε μια  αγροτική βιβλιοθήκη, τιμωρία ουσιαστικά ανώδυνη, φροντίζοντας όμως παράλληλα, σίγουρα εκβιάζοντας με κάθε τρόπο, να κερδίσει αυτός, αυτή τη φορά τη Μπόρα.  Ο Ίσα πληγώνεται όταν ανακαλύπτει ποιο είναι το τίμημα της δικής του ελάχιστης τιμωρίας από το καθεστώς και αποφασίζει να εκδικηθεί....
  Κλείνοντας αυτή μου την παρουσίαση του συγγραφέα και του τελευταίου βιβλίου του, θα ήθελα να παρουσιάσω ένα απόσπασμα:
 " Συζήτησαν, για τα τελευταία γεγονότα στην Αθήνα. Προχθές στη Νίκαια, του είπε η Αριάδνη, κάηκαν τέσσερις Πακιστανοί ζωντανοί σ΄ένα αυτοσχέδιο τζαμί. Ανάμεσα τους κι ένα πεντάχρονο αγόρι, Βρήκαν τους δράστες σήμερα, δύο εφήβους. " Απίστευτο! " αναφώνησε. " Παιδιά που καίνε άλλα παιδιά! Είδα τις φωτογραφίες τους στην τηλεόραση κι έπαθα σοκ. Αναγνώρισα έναν από αυτούς. Είχε φέρει τον άρρωστο σκύλο του στο ιατρείο μου πέρσι. Ήταν τόσο τρυφερός και αφοσιωμένος στο σκυλί του, σχεδόν έκλαιγε. Πώς μπορεί κάποιος να αγαπάει τόσο πολύ τα ζώα και να μισεί τους ανθρώπους; "  Ήταν ένα ερώτημα που πιο πολύ απηύθυνε στον εαυτό της παρά στον Μέλσι.
" Ο Χίτλερ αγαπούσε πολύ τα ζώα. Είχε τρέλα με τα σκυλιά", είπε ο Μέλσι. Η Αριάδνη σιώπησε. Εκείνος κατάλαβε ότι ήταν το είδος της σιωπής που προδίδει παρεξήγηση. " Μη γίνεσαι χαζή. Ο Χίτλερ αγαπούσε τα ζώα γιατί τα έβρισκε φυλετικά πιο καθαρά από τους ανθρώπους", διευκρίνισε αμέσως μετά. Εκείνη γέλασε. Παρατήρησε ότι ως κτηνίατρος δεν έβρισκε κανένα λόγο γιατί να εμπιστευτεί όσους αγαπούν τα σκυλιά. Αρκεί να εμπιστευτούμε τα ίδια τα σκυλιά, είπε. ...
Σίγουρα ένα βιβλίο, από αυτά που έχεις στη συνέχεια να συζητήσεις πολλά! 

Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2018

Ξαναδιαβάζοντας το "Αναφορά στον Γκρέκο" ή η μοίρα των ελεύθερων ανθρώπων

03 Ιαν 2018

" Όπου  πάω κι όπου σταθώ,  κρατώ, ανάμεσα στα δόντια μου, σαν φύλλο δάφνη, την Ελλάδα! "

 Το να γράψεις για τον Καζαντζάκη, οτιδήποτε, δεν είναι μια πράξη εύκολη!
 Πρώτα πρώτα τι να γράψεις, όταν εκατοντάδες άλλοι ( πολύ πιο ειδικοί ) το έχουν κάνει πριν από σένα;
 Μπορώ απλώς να καταθέσω την προσωπική μου άποψη και μόνο! Με έναυσμα την ταινία του Σμαραγδή, (που κάποιοι απόλαυσαν και κάποιοι άλλοι την λοιδόρησαν στον έσχατο βαθμό), επιβεβαιώθηκε για μια ακόμα φορά ότι οι αληθινά μεγάλοι, είτε έχουν φανατικούς φίλους είτε πραγματικούς εχθρούς. Κι ο Καζαντζάκης έχει πάρει τη θέση του, ανάμεσα στους μεγάλους των ελληνικών γραμμάτων
  Δεν είναι νομπελίστας, κάλλιστα θα μπορούσε να είναι, αλλά όπως όλοι μας ξέρουμε, τα Νόμπελ Λογοτεχνίας ( και τα άλλα ), δεν δίνονται πάντα με καθαρά κριτήρια. Και εκείνα τα χρόνια, η ελληνική κυβέρνηση, η ελλαδική εκκλησία και πιθανότατα και όσοι εμπνέονταν από το κλίμα του Μακαρθισμού, σίγουρα δεν ήθελαν το Νόμπελ Λογοτεχνίας να δοθεί στον Καζαντζάκη. Γιατί; Διότι πολύ απλά δεν προσκύνησε κανέναν! Ούτε τάχθηκε με καμία από τις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις στον εμφύλιο ούτε δήλωνε πιστός όπως θα ήθελαν οι ηγεσίες των Χριστιανικών εκκλησιών, αυτός, που όταν έγραφε για τον Χριστό, το έκανε αισθανόμενος τον αληθινό ανθρώπινο πόνο και όχι με την πομπώδη αλαζονία των Ιεραρχών.  

 Ήταν ο Λογοτέχνης, που το έργο του ξεχειλίζει από Ελλάδα, που υμνεί την Κρήτη, που εξυψώνει τον άνθρωπο και που συνεχώς βάζει ερωτήματα, στα οποία προσπαθεί να δώσει απαντήσεις, κυρίως για τον εαυτό του και στη συνέχεια να προβληματίσει τον αναγνώστη του. Πρώτα έγραφε για εκείνον και μετά για τους πιθανούς αναγνώστες του. 

 Διαβάζοντας και πάλι το βιβλίο του  Αναφορά στον Γκρέκο , μέσα από την εξιστόρηση των προσωπικών του βιωμάτων, μέσα από την προσπάθεια σου να ξεμπλέξεις την αλήθεια από το μύθο, μέσα από τις βαθύτερες σκέψεις του, τις συνεχείς περιπλανήσεις του, τελικά διακρίνεις την αγωνία του ανθρώπου εκείνου που δεν συμβιβάζεται με αυτά που του δίνονται απλόχερα απ, τη ζωή αλλά θέλει να πάει πιο πέρα, να φύγει απ΄τις ευκολοδιάβατες λεωφόρους και να περάσει στα δύσβατα μονοπάτια των αναζητήσεων εκείνων των αληθειών που δεν σου προσφέρονται έτοιμες, ...στο πιάτο. Διακρίνεις την αγωνία του ανθρώπου εκείνου, που δεν αρκείται στις αλήθειες που ικανοποιούν, φανατίζουν, την μάζα του ανθρώπινου είδους. Αυτές είναι πολύ μικρές για τα μέτρα αυτού του μεγάλου Λογοτέχνη μας.
 Αναζητά συνεχώς την προσωπική του ελευθερία, να σπάσει τα δεσμά που του κληροδότησαν οι πρόγονοι του, να ξεφύγει από το "βάρος" του ίδιου του πατέρα του, (απελευθερώνεται με το θάνατο του). Κι αυτό σε αντιδιαστολή με το θαυμασμό του για τον τόπο καταγωγής του, την Κρήτη, που του έδινε δύναμη, τον ενέπνεε, τον γέμιζε με χρώματα, γεύσεις και κυρίως ιστορίες. 

  Στο έργο του, δεν αμφισβητείται η ύπαρξη του Θεού, ίσα ίσα. Αυτό που αμφισβητεί, αυτό που ψάχνει σε όλη του τη ζωή είναι πως η ύπαρξη του Θεού συμβιβάζεται με τις επίσημες ερμηνείες, τις διδασκαλίες ή τις καθοδηγήσεις των Θρησκευτικών ηγετών. Παθιάζεται μα στη συνέχεια αμφισβητεί τις  πολιτικές ιδεολογίες.  Απελευθερώνουν τον άνθρωπο ή τον αιχμαλωτίζουν σε κάθε μικρό και ταπεινό της ύπαρξης μας; 


Στα έργα του, ο Χριστός είναι ένας άνθρωπος επί της γης, ο οποίος αδυνατεί να αποδεσμευτεί από τα δεσμά της Θεϊκής εντολής, την οποία φέρει και αυτό δημιουργεί τεράστιες εντάσεις στη ψυχή του. Αιρετικό θα τον έλεγε κανένας, σίγουρα, μα κανείς δεν σκέφτεται ότι η ίδια η διδασκαλία του Χριστιανισμού αυτό επιτάσσει στους πιστούς της, να φτάσουν στη θέωση μέσα από την πάλη τους ενάντια στην ανθρώπινη φύση τους; Τι άλλο νομίζει κανείς ότι κάνει ο Καζαντζάκης όταν γράφει την "Ασκητική", ή το " Ο Χριστός ξανασταυρώνεται " ή τον "Τελευταίο πειρασμό"; Αναζητά εκείνον τον κρυφό κώδικα που συνδέει αληθινά τον άνθρωπο με το Θεό!
Μα και οι άλλοι ήρωες του, ο Καπετάν Μιχάλης ή ο Ζορμπάς, δεν είναι τα τέλεια παραδείγματα, των ασυμβίβαστων ανθρώπων, με τη πραγματικότητα που τους περιβάλλει; Μέσα από τη δική τους ζωή δεν προβάλλονται σημαντικές, ανθρώπινες, διαχρονικές αξίες; Η αγάπη για την ελευθερία και η αγάπη για τη ζωή;
 Αλλά όλα αυτά λίγο πολύ έχουν απαντηθεί από αυτούς που ξεψάχνισαν τον συγγραφέα και το έργο του. Εμένα το τελικό μου ερώτημα είναι άλλο. Γιατί οι εξουσίες, θρησκευτικές, πολιτικές, κομματικές, ενώ βλέπουν ότι το έργο του Καζαντζάκη αγαπήθηκε όσο λίγων απ' τον Λαό μας, αυτές τον απαρνιούνται ακόμα και σήμερα, αρνούμενες να αναγνωρίσουν ότι τουλάχιστον ήταν ένας απ΄ τους λαμπρότερους μυθιστοριογράφος της πατρίδας μας.
Απάντηση: Τους αληθινά ελεύθερους ανθρώπους κανείς δεν τους θέλει να προβάλλονται ως πρότυπα στην κοινωνία. Διότι η ελεύθεροι άνθρωποι το πρώτο που αμφισβητούν είναι τις ίδιες τις εξουσίες. Τις ανθρώπινες εξουσίες!
"Δεν ελπίζω τίποτα!
Δεν φοβάμαι τίποτα!
Είμαι λεύθερος!"

Δες και: Καζαντζάκης του Σμαραγδή, την είδα και....

Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2017

Άθος, ο δασονόμος και Νίκη

14 Σεπ 2017

Τις προάλλες βρέθηκα δίπλα σε μία παρέα ηλικιωμένων Ποντίων. Όλοι τους κατοικούσαν στα γύρω μικρά, ορεινά χωριά της περιοχής μου. Κουβέντα στην κουβέντα, ανακάλυπταν συγγένειες που τους συνέδεαν, κοινές καταγωγές, κοινές φιλίες. Επανάφεραν μνήμες σκληρές, ακούσματα των γονιών και των παππούδων του, των χρόνων του ξεριζωμού. Μίλησαν για το εδώ χωριό τους στο οποίο εγκαταστάθηκαν οι πρόγονοι τους, ξαναστήνοντας τη ζωή τους, για τα ανέμελα παιδικά τους χρόνια, για τον πόλεμο, για τον εμφύλιο, για τους φίλους και τους συγγενείς που χωρίστηκαν στα αντίπαλα στρατόπεδα, για κάποιους απ΄ τους ηττημένους που τους είδαν μετά από πολλά χρόνια, όταν επιτέλους η πατρίδα τους επέτρεψε να επιστρέψουν. Θυμήθηκαν εκείνον τον αριστερό, παιδί ακόμα, που κυνηγημένος πυροβολήθηκε στο πόδι, από τις κυβερνητικές δυνάμεις για να τον συλλάβουν. Μίλησαν για τα χρόνια της ξενιτιάς στη Γερμανία και για τη σκληρή βιοπάλη αυτών που παρέμειναν εδώ.
Απίστευτα για μας γεγονότα, σε τελείως διαφορετικές συνθήκες, μέσα από τις οποίες οι άνθρωποι μάθαιναν τους κανόνες της ζωής και της επιβίωσης. 

Την ίδια περίοδο διάβασα τα βιβλία της  Μαρίας Στεφανίδου, "Άθος, ο Δασονόμος" και του Χρήστου Χωμενίδη, "Νίκη". Και στα δύο ιστορικά μυθιστορήματα, παρακολουθούμε δύο ιστορίες, που διαδραματίζονται στην πατρίδα μας, την ίδια εποχή περίπου. 

Στο βιβλίο της Στεφανοπούλου, φαινομενικά πρωταγωνιστής είναι ο Άθος, ένας δασονόμος στα Καλάβρυτα, ο οποίος ζει μια ήσυχη ζωή, μέχρι την ημέρα του τραγικού ολοκαυτώματος. Επιβιώνει(!) από τη σφαγή χάνοντας όμως το γιο του, απομονώνεται στα γύρω βουνά τα οποία γνωρίζει πολύ καλά, ζει τον εμφύλιο ως ουδέτερος, ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις, ζει την μετα-εμφυλιοπολεμική Ελλάδα. Στην πραγματικότητα όμως, η πρωταγωνίστρια είναι η εγγονή του η Λευκή, η οποία ξαναζεί στα ίδια μέρη που θα ζούσε ο παππούς της, αν πράγματι κατόρθωνε να επιβιώσει από την ομαδική σφαγή των Καλαβρύτων τον χειμώνα του 1943. Εργάζεται στην πόλη, περπατά στα βουνά στα οποία εργαζόταν ο παππούς της ο Άθος, συγχρωτίζεται με όλα εκείνα που ανασυνθέτουν την ύπαρξη του Άθου σε συνδυασμό με την ιστορία της περιόδου εκείνης.
Η Λευκή νιώθει βαρύ το φορτίο της ιστορίας, που "κτύπησε" τη δική της οικογένεια. "Μόνο αν υπάρξω ως Άθος θα λυτρωθώ" λέει. Πεθαίνει νέα, στα 51 της. Μέχρι του τέλους της ζωής της αναζητά τη λύτρωση. Ταύτισε τη ζωή της, με αυτή της αρχαίας τραγικής πρωταγωνίστριας, της Αντιγόνης, η οποία " ένιωθε της Ελευθερία και βρήκε το σθένος αυτή η κοπέλα να αγωνιστεί εναντίον της παντοδυναμίας του πεπρωμένου, άσχετα αν αυτό έγινε το τίμημα της ζωής της.... Αναγεννιόμαστε μέσα από τις στάχτες μας φτάνει κάποιος να θυσιαστεί."

Στο βιβλίο του Χωμενίδη, πρωταγωνίστρια είναι η Νίκη. Οι γονείς της κορυφαία μέλη του παράνομου Κομμουνιστικού Κόμματος. Αυτή ζει ευτυχισμένες ημέρες με την αστή γιαγιά της αλλά και ημέρες παρανομίας με τους γονείς της, προετοιμάζεται για τον σοσιαλιστικό παράδεισο, ερωτεύεται και ουσιαστικά αναθεωρεί όλα όσα είχε μάθει μέχρι τότε.
  Ξεκινώντας το βιβλίο, ο Χωμενίδης γράφει: "Για να απελευθερωθείς από το 

παρελθόν πρέπει να το γνωρίσεις.
" και προς το τέλος του μυθιστορήματος ξαναγράφει: "Το παρελθόν μας ανήκει - δεν του ανήκουμε."
Και στα δύο μυθιστορήματα, ο συγγραφέας , βάζει τον πρωταγωνιστή του, να αγωνίζεται να σπάσει τα δεσμά που τους συνδέουν με το παρελθόν των προγόνων τους. Παρελθόν δύσκολο, που στους περισσότερους από εμάς φαντάζει απίστευτα σκληρό, παρελθόν στο οποίο οι άνθρωποι φανατίζονταν για μια ιδεολογία, αφιέρωναν τη ζωή τους σε αυτή, εχθρεύονταν ή ανέχονταν το διπλανό τους ανάλογα. Παρελθόν, στο οποίο ο λαός μας βίωσε αιματηρούς πολέμους, πείνα, φόβο, ομαδικές εκτελέσεις, έναν αδελφοκτόνο εμφύλιο αλλά και την αποφασιστικότητα του να αντισταθεί στους κατακτητές, την αποφασιστικότητα του να σηκώσει και πάλι κεφάλι.

Σήμερα, στους περισσότερους, όλα εκείνα, παρά τις δυσκολίες που βιώνουμε λόγω της οικονομικής ( και πολιτικοκοινωνικής κρίσης ) μας φαίνονται πολύ μακρινά. Σίγουρα υπάρχουν κι εκείνοι, που νιώθουν, το χρέος της ιστορίας ακόμα βαρύ στους ώμους τους. Συνάνθρωποι μας, οι οποίοι αγωνίζονται να αποδεσμευτούν από αυτά τα δεσμά, δίχως να απαρνιούνται την ιστορία. Όπως θα αναρωτιόταν και ο Χωμενίδης, άραγε αφήνουν αυτό το παρελθόν να τους λυγίσει;
Η Λευκή της Στεφανοπούλου φαίνεται ότι δεν τα κατάφερε. Ο ιστορικά τραγικός θάνατος του παππού της, ο τρόπος που μεγάλωσε, δίπλα στη μητέρα και τη γιαγιά της, που κουβαλούσαν το δικό τους "Γολγοθά", την έκλεισαν μέσα στον κύκλο της ιστορίας και περιστρεφόμενη σε αυτόν από τα αναπάντητα ιστορικά ερωτήματα που κουβαλά ο καθένας μέσα του, έμεινε με τα δεσμά της ως το τέλος.
Η Νίκη του Χωμενίδη, φαίνεται ότι τα κατάφερε. Ιδεολόγοι κομμουνιστές οι γονείς της, ταγμένοι στον αγώνα τους, ως ένα σημείο σίγουροι για την επικράτηση του δικού του ιδεατού κόσμου, δεσμεύουν την κόρη τους σε αυτόν τον αγώνα. Μεγαλώνει πιστεύοντας, ότι μια μέρα θα τη δεχθούν τα καλύτερα πανεπιστήμια της Μόσχας, ότι ο νέος κόσμος θα είναι δίκαιος, όμορφος. Ο έρωτας όμως, στο τέλος στέκεται πάνω απ΄ όλα αυτά, πιο δυνατός και μαζί με την πραγματικότητα που ελεύθερη πια ζει η Νίκη, τη βοηθούν να σπάσει τα δικά της δεσμά.

Και τα δύο βιβλία τα απόλαυσα. Στο τέλος όμως η πλάστιγγα έγειρε υπέρ του βιβλίου, της Μαρίας Στεφανοπούλου. Ο Άθος, ο δασονόμος, θα έλεγα ότι μου έδινε απαντήσεις στα παράλληλα ερωτήματα που συνεχώς δημιουργούνταν στο μυαλό μου, καθώς το διάβαζα.

 Ειδικά στο τελευταίο του κεφάλαιο, όπου η κόρη της Λευκής αναλαμβάνει να μαζέψει όλο το υλικό που άφησε πίσω η μάνα της, φάνηκε καθαρά, ο "απελπισμένος αγώνας" της Λευκής, για να κερδίσει την ελευθερία της από το βάρος της οικογενειακής της ιστορίας. Αλλά το βιβλίο "διαπραγματεύεται" και πολλά άλλα ζητήματα. Την ηθική του πολέμου: " Ο πόλεμος, κάθε πόλεμος, είναι απεχθής και δε θα έπρεπε να εξυμνείται. Μοναδικός του στόχος είναι το σφαγείο. ". " Δεν πιστεύω στην καταστροφή του κόσμου ή μιας χώρας εξαιτίας του πολέμου. Υπάρχει όμως η καταστροφή μιας ή πολλών ατομικών ζωών και των επιγόνων τους με αφορμή έναν πόλεμο." Τον ηρωισμό: "Όταν είσαι ο νικητής, ο ηρωισμός είναι οι ωραίες πράξεις. Αλλά όταν έχεις ηττηθεί και πρέπει να βρεις τη δύναμη να αντικρίσεις την κατάσταση σου και να την ελέγξεις, ο ηρωισμός αναδεικνύεται μια δύναμη εχθρική, επικίνδυνη, που σε παραλύει - ένας Μολώχ." Τη μεταμόρφωση της νίκης της αριστεράς ( ΕΑΜ ) σε ήττα του Δημοκρατικού στρατού: " Και τότε, στο θρίαμβο των νικητών ( ΕΑΜ * ), που δεν είναι νικητές, και στην ταπείνωση των ηττημένων ( αυτών που συντάχθηκαν με τους κατακτητές *), που δεν είναι ηττημένοι.... " Τον εμφύλιο: " Ξετυλίχθηκε πάντως σαν μια ολοκληρωμένη πράξη τραγωδίας. Και οι δύο πλευρές, αν όχι περισσότερο οι ηττημένοι, εξαναγκάστηκαν να πολεμήσουν. " Τα ισχυρά διλήμματα των μαχητών του Δημοκρατικού στρατού: "Είχα δεχθεί λοιπόν την προσωπική μου καταδίκη, αλλά όχι τον καινούριο αυτόν πόλεμο ανάμεσα σε αριστερούς και δεξιούς Έλληνες. Και ωστόσο ήμουν υποχρεωμένη να εμψυχώνω πολιτικά και ιδεολογικά τους μαχητές του τάγματος." Αριστερά και παιδεία: "Μην ξεχνάτε ότι οι αριστεροί αγαπούν τη μόρφωση όσο και τη δικαιοσύνη. Αριστερός γίνεσαι διαβάζοντας. Καλό είναι όμως να μη μένει μόνο στα δικά τους χέρια η παιδεία, γιατί θα κινδυνεύει να στραγγαλιστεί προκειμένου να ταιριάζει στα μέτρα και τα σταθμά τους."
Καλάβρυτα- χαρακτικό Σπύρος Βασιλείου
Όλη η μυθοπλασία του βιβλίου της Στεφανοπούλου, περιστρέφεται γύρω από τη σφαγή των Καλαβρύτων. Όλοι μας λίγο πολύ γνωρίζουμε για την πρακτική αυτή των Γερμανικών Ες-Ες, ως αντίποινα σε κάθε δράση των ανταρτών. Και οι περιοχές που επλήγησαν πάρα πολλές στην Πατρίδα μας. Κι εδώ η συγγραφέας, βάζει ένα ερώτημα. Ερώτημα στο οποίο οι επιζώντες συγγενείς των σφαγιασθέντων, οι γυναίκες και τα παιδιά τους, έχουν προ πολλού δώσει τη δική τους απάντηση. Πόσο υπεύθυνοι ήταν οι αντάρτες, όταν γνώριζαν ότι μετά από τις δικές τους νίκες θα ακολουθούσαν τα αντίποινα των Γερμανών; Ειδικά για τα Καλάβρυτα, προηγήθηκε μια ομαδική σφαγή διακοσίων αιχμαλώτων Γερμανών για να ακολουθήσει το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων. Έτσι είναι ο πόλεμος! λένε κάποιοι. Οι απώλειες των αμάχων είναι δευτερευούσης σημασίας λένε άλλοι, όταν κυρίαρχο διακύβευμα είναι υπερηφάνεια ενός λαού. Σήμερα μιλάνε απλώς για παράπλευρες απώλειες.

Δεν ξέρω τι παραπάνω να πω! Απλώς θεωρώ τη γενιά μου τυχερή, που δεν βίωσε πόλεμο. Απόλυτα τυχερή! 


* δικές μου σημειώσεις     

Σάββατο 4 Μαρτίου 2017

Χορεύουν οι ελέφαντες και πάντα την πληρώνουν τα μυρμήγκια.

04 Μαρ 2017

 
Θεσσαλονίκη, δεκαετία 50
Μου αρέσουν τα ιστορικά μυθιστορήματα. Σε οποιαδήποτε εποχή κι αν εκτυλίσσεται η πλοκή τους. Είτε αναφέρονται σε φανταστικά είτε σε πραγματικά πρόσωπα. Φτάνει οι περιγραφές να είναι τέτοιες που να ξεγελιέσαι νομίζοντας ότι ζούσες τα γεγονότα, στο χρόνο που πραγματικά συνέβαιναν.  Φτάνει, να μπορείς κι εσύ να ζήσεις κάποιες από τις αγωνίες των πρωταγωνιστών. Με ικανοποιεί όταν η ανάγνωση σε βοηθά να ανακαλύψεις κάποιες από εκείνες
 τις λεπτομέρειες που δεν βρίσκεις στα κλασσικά βιβλία της ιστορίας. Όταν ανοίγουν κάποιες ακόμα χαραμάδες και φωτίζονται λίγο περισσότερο τα κρυμμένα μυστικά, των σκοτεινών υποθέσεων του παρελθόντος. 

  Και είναι γεγονός, ότι τα περισσότερα αναγνώσματα μου, ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία. Ίσως, και η μεγαλύτερη λογοτεχνική παραγωγή στη βάση της, να είναι ιστορικά μυθιστορήματα ή διηγήματα. Φυσικό δεν είναι; Όταν κάποιος γράφει μια ιστορία, σε χρόνο παρελθοντικό, προσπαθεί να αναπλάσει, όσο πιο πιστά γίνεται, στο μέτρο βέβαια της δικής του αντίληψης, μια συγκεκριμένη εποχή. Όσο πιο μακρινή αυτή η εποχή, τόσο πιο δύσκολο! Όσο πιο κοντινή η εποχή, τόσο πιο εύκολο, αλλά και ευκολοφανέρωτα τα πιθανά λάθη. Ακόμα και οι πιο ουδέτερες ιστορίες, όπως ένα ρομαντικό ειδύλλιο, που το τοποθετείς σε κάποιον συγκεκριμένο ιστορικό χρόνο, για μένα έχει  χαρακτηριστικά του ιστορικού μυθιστορήματος. Η ανάπλαση μιας εποχής, σου προσφέρει ιστορική γνώση. Όσο πιο πιστή ανάπλαση, τόσο πιο στέρεη ιστορική γνώση αποκτάς για μια συγκεκριμένη εποχή. Εξάλλου η ιστορία δεν αποτελείται μόνο από μεγάλα γεγονότα, πολέμους, συνθήκες αλλά και από τα άλλα, τα μικρότερα(;), την εξέλιξη του πολιτισμού, τις κοινωνικές συνήθειες, την καθημερινότητα των ανθρώπων. 
Η ιστορία βέβαια δεν γράφεται μέσα από τα μυθιστορήματα. Είναι επιστήμη, έχει συγκεκριμένο πλαίσιο και μεθοδολογία, ο ιστορικός προσπαθεί να καταγράφει τα γεγονότα ως ουδέτερος παρατηρητής. Αυτό το τελευταίο βέβαια, δεν νομίζω ότι μπορεί να το καταφέρει κάποιος. Η προσωπική  ματιά, είναι πάντα ισχυρή και παρούσα. Από την άλλη, ο κάθε συγγραφέας, φτιάχνει ελεύθερα τους δικούς του μύθους, έχει την άδεια να παραποιεί τα ιστορικά γεγονότα, να τοποθετεί τους ήρωες του στους χώρους και τους χρόνους που αυτός επιλέγει. Εξάλλου το γνωστό  "κάθε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα ή καταστάσεις, είναι τελείως συμπτωματική", πιστοποιεί αυτή την ελευθερία του συγγραφέα να αναφέρεται στα γεγονότα με την πιστότητα που αυτός επιθυμεί, ή μπορεί. 

Ένα ιστορικό μυθιστόρημα, είναι και αυτό της Σοφίας Νικολαΐδου: " Όταν χορεύουν οι ελέφαντες ". Αναφέρεται στην υπόθεση Στακτόπουλου και τη δολοφονία του Αμερικανού δημοσιογράφου Πολκ, το 1948.

 Μια υπόθεση, την οποία όσοι κάποια στιγμή γνωρίσαμε, σε οποιονδήποτε
βαθμό, ξέραμε ότι ήταν στημένη. Και δυστυχώς, αν και πιθανόν οργιστήκαμε, κατά βάθος ξέραμε ότι ήταν σχεδόν φυσιολογικό. Να καταδικάζεται ένας άνθρωπος, πιθανότατα αθώος, διότι τα μικρά η μεγάλα παιχνίδια που εξελίσσονται πάνω από εμάς, έτσι όριζαν. Ο Στακτόπουλος, δημοσιογράφος στην εφημερίδα "ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ", συμπαθών του ΚΚΕ ( το μόνο του σφάλμα! ) φυλακίζεται, ενώ οι δύο τάχατες συνεργοί του, μέλη του κομμουνιστικού κόμματος καταδικάζονται ερήμην εις θάνατο. Αποδεικνύεται αργότερα, ότι ο ένας, ο Βασβανάς ήταν εκτός Ελλάδας και ο άλλος ο Μουζενίδης ήταν νεκρός, την περίοδο που έγινε ο φόνος. Όταν αποφυλακίζεται ο Στακτόπουλος, σε κάθε τόνο διακηρύσσει την αθωότητα του, τέσσερις φορές ζητά την αναψηλάφηση της δίκης του, αλλά το "φοβισμένο;" δικαστικό σύστημα του το αρνείται...
Είναι μια ακόμα από εκείνες τις ιστορίες της Πατρίδας μας, που πλήγωσαν τον Λαό μας. Μια από εκείνες τις ιστορίες, που μας μοίρασαν σε καλούς και κακούς, σε νικητές και ηττημένους, σε εντός και εκτός συστήματος. Τυχερή, μέσα στη σημερινή της ατυχία, η νεολαία της Πατρίδας μας, που δεν ζει αυτόν τον παραλογισμό. Βγαίνεις ως χώρα νικήτρια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, προσαρτάς ένα σημαντικό κομμάτι, τα Δωδεκάνησα κι εμείς αντί να ενωνόμαστε για να ορθοποδήσει ο τόπος μας, σκοτωνόμαστε μεταξύ μας, νομίζοντας ότι έτσι θα λύναμε τα προβλήματα του κόσμου. Και ακόμα χειρότερα, τελειώνει ο Εμφύλιος και οι αντιμαχόμενες παρατάξεις αρνούνται να δώσουν τα χέρια και να προχωρήσουν ως ένας Λαός. Ξέρω, οι πληγές είναι βαθιές και πονάνε, από όποια μεριά κι αν βρέθηκες. Δυστυχώς οι νικητές αρνούνται συγχώρεση στους ηττημένους ομοεθνείς τους αλλά και οι ηττημένοι ονειρεύονται ότι μένουν με το όπλο παρά πόδας.... 

Βόλευε! Βόλευε στους στρατηγικούς σχεδιασμούς των νέων αφεντικών του κόσμου αυτού. Οι Άγγλοι που παρέδιδαν την περιοχή στους Αμερικανούς, οι Σοβιετικοί που ακόμα δεν ξέρουμε για ποιον λόγο δεν επενέβηκαν ( με οποιονδήποτε τρόπο ) να σταματήσει ο εμφύλιος, αφού γνώριζαν ότι η περιοχή είχε δοθεί στη δύση.  

Οι δικοί μας ηγέτες... ηγετίσκοι θα έλεγα καλύτερα, από τη μια πλευρά να αγωνίζονται να γίνουν τα καλά παιδιά του δυτικού κόσμου και από την άλλη πλευρά να αρνούνται να δουν την πραγματικότητα. Αφελείς οι επισημάνσεις; Ίσως! Κατακαημένε Λαέ μου!
 
ο Στακτόπουλος στην δίκη του
Μέσα σε αυτό λοιπόν το ιστορικό πλαίσιο, η μοίρα(;) όρισε τον Στακτόπουλο να είναι το εξιλαστήριο θύμα στο φόνο του Πολκ. Χορεύουν οι ελέφαντες και πάντα την πληρώνουν τα μυρμήγκια... Ένα μυρμήγκι ήταν ο Στακτόπουλος, που η εξουσία δεν είχε τον παραμικρό ενδοιασμό να το πατήσει... Πάντα αυτό κάνουν οι εξουσίες. Φτάνει να μην βρεθείς στο δρόμο τους! Δεν φταις σε τίποτα! Σε τίποτα! Παρά μόνο, ότι ήσουν εκεί τη λάθος ιστορική στιγμή. Αν δεν ήταν ο Στακτόπουλος θα ήταν κάποιος άλλος. Κάποιος άλλος άνθρωπος!
 Στο μυθιστόρημα της Νικολαϊδου, όλα αυτά ξεδιπλώνονται ξανά, χάρις σε έναν μαθητή της τρίτης Λυκείου, του Μηνά, ο οποίος αν και έχει τα φόντα να περάσει σε όποια σχολή θέλει, αρνείται καν να δώσει τις περίφημες πανελλήνιες εξετάσεις. Ο Σουκιούρογλου, ο καθηγητής του της Ιστορίας, για να τον επαναφέρει στην πραγματικότητα(;), του αναθέτει ως εργασία τη διερεύνηση της υπόθεσης Στακτόπουλου. Η συγγραφέας με ένα συνεχές μπρος πίσω, από τo σήμερα στη δεκαετία του 50 και πάλι στο σήμερα, παρουσιάζει την υπόθεση αλλά και προσπαθεί να μπει στην ψυχή των σημερινών λυκειόπαιδων, που στα πιο ανέμελα τους χρόνια τους, συνθλίβονται κάτω από ένα ασήκωτο εξεταστικό σύστημα, διεκδικώντας το μέλλον τους.... "Για τον Σουκιούρογλου οι Πανελλαδικές ήταν τα καυδιανά δίκρανα. Ο εξευτελισμός που έπρεπε να υποστούν οι μαθητές προκειμένου να μυηθούν στο επόμενο στάδιο. Ο μέσος άνθρωπος θεωρούσε ότι οποιαδήποτε άλλη επιλογή εκτός απ'  το πανεπιστήμιο θα απέβαινε καταστροφική για τα ευφυή παιδιά που είχαν την προαίρεση και την επιθυμία να εκπαιδευτούν. Όμως η πραγματικότητα δεν αντιστοιχούσε στο ιδεαλιστικό αυτό αποκύημα. Πράγμα που απολάμβαναν οι πρωτοετείς φοιτητές και κατέληγαν  στα πέριξ του ιδρύματος καφενεία. "
 Συγχρόνως όμως η συγγραφέας φέρνει στο προσκήνιο κάποια ερωτήματα. Τι είναι η ιστορία; "
Τα ιστορικά γεγονότα φτάνουν σε μας ήδη ερμηνευμένα, είναι πιο πονηρό απ΄ ότι νομίζουμε, θυμόταν τη φράση ενός δόκτορα με καρέ μαλλί και συρμάτινο σκελετό στα γυαλιά, πολύ σίγουρου για τον εαυτό του. Το ιστορικό συνεχές δεν έχει αρχή, μέση και τέλος διακήρυσσε. Η ιδεολογία της περιοδολόγησης έχει παρέλθει προ πολλού. Δεν μπορούμε να κόβουμε την ιστορία σε φέτες. καιρός να το παραδεχθούμε. Η ιστορία είναι μια κατασκευή. Μυθοπλασία, αυτή είναι η λέξη που ταιριάζει.Άραγε μαθαίνουμε ποτέ, τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα; Αυτά, που έχουν αποτυπωθεί στα διάφορα ιστορικά βιβλία, είναι ακριβής εξιστόρηση εκείνων των γεγονότων ή φιλτραρισμένα από τη ματιά του κάθε συγγραφέα; Υπάρχει αντικειμενικότητα στην καταγραφή της ιστορίας; Μπορεί να υπάρξει ή όλα καλύπτονται κάτω από τις κυρίαρχες ιδεολογίες; Την ιστορία εντέλει ποιος τη γράφει; Ο νικητής και μόνο; 

 Τι είναι η δικαιοσύνη; "Η δικαιοσύνη είναι τυφλή; Ή μήπως κι αυτή υποτάσσεται στη δύναμη των γεγονότων που συμβαίνουν εκείνη τη στιγμή; Ένοχος; Αθώος; Ο Στακτόπουλος καταδικάστηκε. Δεν νομίζω να υπάρχει κάποιος σήμερα που να πιστεύει στην ενοχή του. Δικαστική πλάνη ή η δικαιοσύνη σε διατεταγμένη υπηρεσία; Μελετώντας προσεχτικά και σημειώνοντας τα highlights με το φωσφοριζέ μαρκαδοράκι του, ο Μηνάς κατάλαβε ότι η δικαιοσύνη είναι μια έννοια θεωρητική. Άμωμη στα χαρτιά. Στην πράξη όμως αρχίζουν οι διασαφηνίσεις, οι αστερίσκοι, οι ερμηνείες και οι διαξιφισμοί. Τα επιστημονικά βιβλία δεν είχαν κάθαρση, όπως οι τραγωδίες, ούτε αίσιο τέλος, όπως τα παραμύθια και οι σαπουνόπερες. "

 Το Χορεύουν οι ελέφαντες της Σοφίας Νικολαΐδου διαβάζεται εύκολα, σε φέρνει νοερώς στη Θεσσαλονίκη, σε δύο διαφορετικές περιόδους της ιστορίας ( δεκαετία του 50 και στα σημερινά χρόνια της κρίσης ), διερευνά τη σχέση της ιστορίας και της δικαιοσύνης, προβληματίζει για μία ακόμα φορά για τη "λογική" του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Ένα μυθιστόρημα, που προβληματίζει γενικότερα, μια ιστορία που συμπληρώνει μία ακόμα ψηφίδα στο μωσαϊκό της ιστορίας της Πατρίδας μας. Της οδυνηρής, τις περισσότερες φορές ιστορίας μας...

ΥΓ: Η υπόθεση Πολκ, επισήμως είναι μη εξιχνιασμένη.

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Confiteor του Ζάουμε Καμπρέ

18 Ιαν 2017

 Το Confiteor του Καταλανού συγγραφέα Ζάουμε Καμπρέ, είναι ένα ογκώδες μυθιστόρημα, 707 πυκνογραμμένων σελίδων, με μια ιδιόρρυθμη, δύσκολη γραφή. Εναλλάσσονται συνεχώς οι ιστορικοί χρόνοι, υπάρχει ένα συνεχές μπρος πίσω σε διαφορετικές περιόδους της Ευρωπαϊκής ιστορίας και αυτό γίνεται "απροειδοποίητα", μέσα στην ίδια ενότητα, μέσα στην ίδια παράγραφο, μέσα στην ίδια πρόταση. 

 Διαβάζεις, έχει αρχίσει να σχηματίζεται στο μυαλό σου η εικόνα των τεκταινόμενων και ξαφνικά χάνεσαι, άλλοι πρωταγωνιστές, άλλοι τόποι, άλλες καταστάσεις. Ευτυχώς, στο τέλος του βιβλίου υπάρχει κατατοπιστικός κατάλογος όλων των ονομάτων με τους αναγκαίους συσχετισμούς ( συγγένειας, εποχής, ιδιότητας κλπ ) και έτσι γρήγορα... επανέρχεσαι! Επίσης, καθώς διαβάζεις, συναντάς πληθώρα αμετάφραστων προτάσεων σε διάφορες γλώσσες ( επιθυμία του συγγραφέα αυτή ) για τις οποίες, και πάλι, ξεφυλλίζεις τις τελευταίες σελίδες του βιβλίου για να δεις την εξήγηση τους. Τέλος, υπάρχουν και οι κλασσικές αριθμημένες επεξηγήσεις, που κι αυτές βοηθούν σημαντικά. Η αλήθεια είναι ότι αυτό το είδος διαβάσματος ενός μυθιστορήματος, μπορεί να είναι αρκετά απαιτητικό, να σε κουράζει, αλλά συγχρόνως είναι και γοητευτικό. Πέρα από τις πολλές και διαφορετικές ιστορίες που σου παρουσιάζονται ( οι οποίες τελικά, όλες συνδέονται μεταξύ τους ), πέρα από την ανασκόπηση σκοτεινών στιγμών της ευρωπαϊκής ιστορίας, πέρα από την ιστορία ενός ανθρώπου και των καταστάσεων που τον σημαδεύουν, πέρα από μια ιστορία αγάπης, το βιβλίο αυτό συνεχώς σε τσιγκλά, σου βάζει ερωτήματα, σε παρακινεί να σκεφτείς παραπέρα...

Για το "κακό" και τις σκοτεινές περιόδους της Ευρωπαϊκής ιστορίας. 

φωτό από την Λίστα του Σίνγκερ
Στέκεται ιδιαιτέρως στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί, τα φοβερά ιατρικά πειράματα πάνω σε μικρά παιδιά, τον εξευτελισμό της ανθρώπινης υπόστασης και την μαζική εξόντωση των Εβραίων. Μας θυμίζει την, στο όνομα του Θεού, σκληρότητα των ιεροεξεταστών της καθολικής Εκκλησίας. Βάζει ερωτήματα: "...που εδρεύει το κακό, και είμαι σίγουρος ότι δεν κατοικεί στο εσωτερικό του κάθε ανθρώπου. Μήπως στο εσωτερικό πολλών ανθρώπων; Το κακό είναι καρπός μια διεστραμμένης βούλησης; Ή μήπως προέρχεται από τον διάβολο, ο οποίος μπολιάζει με αυτό τους ανθρώπους που του φαίνονται επιρρεπείς, όπως πίστευε, προφανώς, ο καημένος ο Ματίας Αλμπέρτς με τα δακρυσμένα μάτια. Το πρόβλημα είναι ότι διάβολος δεν υπάρχει. Και ο Θεός που είναι; Α αυστηρός Θεός του Αβραάμ, ο ανεξήγητος Θεός του Ιησού, ο σκληρός και στοργικός  Αλλάχ... Αρκεί να ρωτήσουμε τα θύματα οποιασδήποτε διεστραμμένης πράξης. Αν ο Θεός υπήρχε, η αδιαφορία του για τις συνέπειες του κακού θα ήταν σκανδαλώδης. Τι λένε γι΄ αυτό οι θεολόγοι; Όση ποίηση κι αν χρησιμοποιήσουν, στο τέλος φτάνουν στα όρια τους: το απόλυτο κακό, το σχετικό κακό, το φυσικό κακό, το ηθικό κακό, το κακό του σφάλματος, το κακό του πόνου... Θεέ μου. Θα ήταν για γέλια, αν το κακό δεν συνοδευόταν από πόνο." 

Για τις σχέσεις με τους γονείς και τις προσδοκίες τους. 

 Ο πρωταγωνιστής, Αντριά Αρντέβολ ι Μποσκ, μοναχοπαίδι, με ιδιαίτερα πνευματικά χαρίσματα, μεγαλώνει στην Καταλονία,στα μισά του προηγούμενου αιώνα, "ανάμεσα σ' έναν πατέρα που θέλει να του δώσει μόρφωση αναγεννησιακού ανθρώπου, να τον κάνει γνώστη πολλών γλωσσών, και μια μητέρα που τον προορίζει για την καριέρα του δεξιοτέχνη βιολονίστα." Κανένας από τους δυο γονείς του, δεν του φέρθηκε τρυφερά, δεν τον έπαιξε, δεν τον είδε ως παιδί. Ο πατέρας του πάντα αυστηρός μαζί του, χαμένος στη συλλογή διαφόρων αντικειμένων με ιστορική βαρύτητα, όπως ένα βιολί στοριόνι του 1770 μΧ, το περίφημο Βιάλ.   Η μητέρα του, φαινομενικά άβουλη, ποτέ δεν πήρε το μέρος του, ποτέ δεν τον υπερασπίστηκε, ποτέ δεν τον παρηγόρησε στην αγκαλιά της. Κι όταν ακόμα χηρεύει κι αναλαμβάνει το παλαιοπωλείο της οικογένειας, η σχέση με το γιο της δεν αλλάζει. Αν και δέχεται ένα ισχυρό πλήγμα, όταν ο γιος της, της ανακοινώνει την οριστική διακοπή των μαθημάτων βιολιού, φροντίζει να σπουδάσει σύμφωνα με τις επιλογές του. Σπουδές οι οποίες εκπληρώνουν την προσδοκία του πατέρα του, να γίνει ένας "λόγιος". Σε όλο το βιβλίο, έρχεται κι επανέρχεται, αυτή η δύσκολη σχέση του με τους γονείς του, η οποία τον σημαδεύει, του λείπει η "φυσιολογική" παιδική ζωή, όπως την απολάμβαναν τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας του.                                                                                    

Για την μουσική, τη συγγραφή και τη ζωγραφική, τις επαγγελματικές μας επιλογές.   

 Ο Αντριά από μικρή ηλικία κάνει μαθήματα βιολιού. Χάρις στα 
μαθήματα αυτά, γνωρίζει τον μοναδικό φίλο του, τον  Μπερνάντ Πλένσα. Ο Αντριά αν και τα καταφέρνει πολύ καλά, δεν επιθυμεί τη καριέρα του βιολονίστα. Αυτό που τον ευχαριστεί είναι η μελέτη, οι σπουδές του, η αναζήτηση και η διερεύνηση των "ιδεών του ευρωπαϊκού πολιτισμού". Ο φίλος του, ο Μπερνάντ, έχει αυτό τα παραπάνω, αυτό που μπορεί να σε κάνει κορυφαίο βιολονίστα. Αν, και είναι στα πρώτα βιολιά της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βαρκελώνης δεν αφιερώνεται ολοκληρωτικά σε αυτό. Επιθυμεί να γίνει συγγραφέας. Καταναλώνει μεγάλος μέρος του χρόνου του στη συγγραφή μετρίων διηγημάτων και όχι στη μελέτη του βιολιού του. Ο Αντριά με την επιλογή του, γίνεται ένας διακεκριμμένος πανεπιστημιακός και κατορθώνει να αφήσει στην επιστημονική κοινότητα κάποια βιβλία, τα οποία θα δίδονται στους φοιτητές για παραπέρα διερεύνηση στις σπουδές τους.   Αντίθετα, ο Μπερνάντ, αμφιταλαντευόμενος ανάμεσα στην κλίση του στη μουσική και την επιθυμία του να γίνει συγγραφέας, μένει διαρκώς ανικανοποίητος.  Τελικά η επαγγελματική επιτυχία και η ευτυχία που ακολουθεί, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και δεν είναι μόνο θέμα του ταλέντου σου ή της επιθυμίας σου.
  Ο συγγραφέας επιχειρεί να ορίσει την έννοια του καλού βιβλίου ( του καλού συγγραφέα).
Και τι κάνει ένα βιβλίο να αξίζει να ξαναδιαβαστεί;" ... Η ικανότητα του συγγραφέα να συναρπάζει τον αναγνώστη, να τον εντυπωσιάζει με την ευφυΐα που βρίσκεται στο βιβλίο που ξαναδιαβάζει, ή με την ομορφιά που εκπέμπει..."   
                                

 Για τον έρωτα και την φιλία.

Ολοκαύτωμα
Η αγαπημένη του Αντριά, η Σάρα Βόλτες-Εψτέιν είναι εικονογράφος παιδικών βιβλίων. Λαμπερών εικόνων κατάλληλων για τα παιδικά αναγνώσματα. Όταν όμως ζωγραφίζει για τον εαυτό της, φτιάχνει μόνο ασπρόμαυρες εικόνες με τη βοήθεια του κάρβουνου. Αυτές οι ασπρόμαυρες εικόνες, με όλη την ενδιάμεση παλέτα του γκρι, εκφράζουν τον βαθύτερο κόσμο της. Συναισθηματικά πιο ευάλωτες οι γυναίκες; Κουβαλάει σκληρές οικογενειακές μνήμες από το "ολοκαύτωμα", κουβαλάει ένα σκληρό προσωπικό βίωμα και όλα αυτά εκφράζονται στην ζωγραφική της. Το βίωμα τελικά, είναι ένας από τους καθοριστικότερους παράγοντες στη δημιουργία κάθε μορφής τέχνης.    
   Τον Αντριά Αρντέβολ και τον Μπερνάντ Πλένσα τους ενώνει μια ισχυρη φιλία σε όλη τη ζωή τους, αν και πολλές φορές ο ένας δυσκολεύεται να το διακρίνει αυτό στον άλλο. Ο Αντριά κριτικάρει αυστηρά τη συγγραφική προσπάθεια του Μπερνάντ, κάνοντας τον να οργίζεται, γνωρίζοντας όμως ότι ο φίλος του έχει δίκιο. Ο Αντριά επίσης, συνεχώς τον παρακινεί να αφιερωθεί στο βιολί του, θεωρώντας ότι εκεί βρίσκεται το πραγματικό ταλέντο του φίλου του. Πολλές φορές αναρωτιέται αν θα ήταν καλύτερα να τον κολακεύει αντί να του γκρεμίζει τις συγγραφικές του προσπάθειες. Οι αληθινοί φίλοι όμως πρέπει  να λένε την αλήθεια, όσο δύσκολη κι αν είναι. Λίγο όμως πριν το  Αλτσχάιμερ τον καταστήσει ένα τελείως άβουλο ον, του εμπιστεύεται τις σημειώσει του, το αποχαιρετιστήριο του, για να το αξιοποιήσει. 
Ο Μπερνάντ πάλι, λειτουργεί ως ένας αόρατος "προστάτης" του Αντριά. Βρίσκεται εκεί, όταν αισθάνεται ότι ο φίλος του χρειάζεται ένα χέρι βοήθειας. Παρεμβαίνει, απόλυτα διακριτικά, στο να φτάσει η "Αισθητική βούληση" στα χέρια του σημαντικού καθηγητή Αϊζάια Μπερλίν, με αποτέλεσμα μια έξοχη κριτική, η οποία θα χαροποιήσει τον Αντριά, κάνοντας τον ιδιαίτερα υπερήφανο. Στέκεται δίπλα του στα δύσκολα χρόνια που ο φίλος του χάνει τελείως τη μνήμη και την προσωπικότητα του.  Υποκύπτει όμως στον πειρασμό, να οικειοποιηθεί τις αποχαιρετιστήριες, απολογιστικές σημειώσεις μιας ζωής του Αντριά, στο νέο του βιβλίο, το οποίο είναι και το μόνο που σημειώνει επιτυχία.   
Η Σάρα είναι η "αιώνια" αγαπημένη του.  Τη γνωρίζει στα 18 του,
Marie-Denis_Villers_Sel_ Pottrait-Young-Woman-Drawing-1801.
ζει μόνο γι΄ αυτήν, (όπως όλοι οι ερωτευμένοι σε αυτήν την ηλικία). Η εβραϊκή καταγωγή της από τη μια και οι σκοτεινές δοσοληψίες του πατέρα του Αντριά στην μαύρη περίοδο του διωγμού των Εβραίων από τους Ναζί, κάνουν τις δύο οικογένειες, ερήμην των δυο νέων, να χωρίσουν το νεαρό, ερωτευμένο ζευγάρι. Ο Αντριά δεν την ξεχνά ποτέ.   Όλες οι σχέσεις, που δημιουργεί από εκεί και πέρα, στο βάθος τους κρύβουν την επιθυμία να ξαναβρεί τη Σάρα. Κι αυτό γίνεται 20 χρόνια μετά.  Τη βρίσκει στο Παρίσι, της δηλώνει την παρουσία του και την αφοσίωση του. Μετά από λίγο καιρό, η Σάρα εγκαθίσταται στο σπίτι του Αντριά. Αυτή είναι και η πιο ευτυχισμένη περίοδο της ζωής του.  Ως τη στιγμή, που η αγαπημένη του, θύμα μιας σκοτεινής πλεκτάνης, του ζητά να επιστρέψει το περίφημο βιολί Βιάλ, στον "νόμιμο", Εβραίο ιδιοκτήτη του. Ο Αντριά αδυνατεί να πραγματοποιήσει αυτήν την επιθυμία της. Πέρα από την τεράστια αξία του βιολιού, είναι και το πάθος του στη συλλογή τεκμηρίων μεγάλης ιστορικής αξίας, πάθος που κληρονόμησε από τον πατλερα του.  Η Σάρα τον εγκαταλείπει. 
Το ζευγάρι, για δεύτερη φορά, γίνεται θύμα, της ιστορίας που κουβαλούν οι δύο οικογένειες τους. Ουσιαστικά αμέτοχοι στη διαμόρφωση τον όποιων παραμέτρων της, κουβαλούν όμως το βάρος της, το οποίο είναι ασήκωτο, το οποίο διαλύει τους δεσμούς με τους οποίους τους ενώνει ο έρωτα τους. Και ήταν ερωτευμένοι. Ζούσαν τον έρωτα τους, μέσα από τα μικρογεγονότα της καθημερινής τους ζωής. Από ένα καλό κρασί, που το έπιναν από το "πορό" που ταίριαζε μόνο σε φτηνά κρασιά, από τις κρυφές φωτογραφίες που τον τράβηξε την ώρα που μελετούσε στο γραφείο του, από την ευτυχία που ένιωθε γνωρίζοντας, ότι βρισκόταν στο διπλανό δωμάτιο καιζωγράφιζε.                                                              

Για την τραγικότητα του Αλτσχάιμερ  

Πιστεύω ότι η πιο σοβαρή ασθένεια, που μπορεί να κτυπήσει κάποιον άνθρωπο, είναι το αλτσχάιμερ. Να έχεις χάσει τη μνήμη σου, την προσωπικότητα σου, να είσαι άβουλος. Να μην αναγνωρίζεις αγαπημένα πρόσωπα, να έχει διαγραφεί η μνήμη σου, ολόκληρη η ζωή σου.  Να χάσεις την ικανότητα επικοινωνίας, να μην μπορείς να εκτελέσεις απλές καθημερινές λειτουργίες και να είσαι απόλυτα εξαρτώμενος από τους άλλους. Τι πιο τραγικό; Ο Αντριάν, ως άνθρωπος της επιστήμης, εξασκούσε σε όλη τη ζωή του,τη μνήμη του αλλά και όλες τις άλλες εγκεφαλικές λειτουργίες. Αυτό όμως δεν ήταν ικανό, να αποτρέψει την απόλυτα τραγική κατάληξη του. Στο τέλος της ζωής του, έγκλειστος σε κάποιο ίδρυμα, τελείως παραδομένος, ως την ώρα του φυσιολογικού τέλους του, τον θάνατο. Δεν μπορώ, να φανταστώ πιο τραγική κατάληξη για κάποιον άνθρωπο, οποιονδήποτε άνθρωπο!
Τέλος με προβλημάτισε αρκετά ο ίδιος ο τίτλος του βιβλίου, "Confiteor " ,μια λατινική λέξη, οποία σημαίνει ομολογώ.  Για τους καθολικούς το Confiteor είναι μια προσευχή, η ομολογία της μετάνοιας. Και η λέξη αυτή, επαναλαμβάνεται αρκετές φορές μέσα στο βιβλίο. Ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, ο καθηγητής Αντριά Αρντέβολ, είναι άθεος. Αισθάνεται όμως την ανάγκη, με το κείμενο, που παραδίδει στο φίλο του τον Μπερνάντ να κάνει μια δημόσια ομολογία για "κρίματα", αμαρτίες, άσχημες ιστορίες  του παρελθόντος, ιστορίες στις οποίες ο
Ζάουμε Καμπρέ

ίδιος δεν έχει άμεση συμμετοχή, αλλά έχει σχέση ο πατέρας του. Ιστορίες που βαραίνουν, όλο τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Γνωρίζει ότι η ομολογία του θα γίνει βιβλίο από τον φίλο του και θα δημοσιοποιηθεί. Τι  τον κάνει να προβεί σε αυτήν την πράξη, με τον έντονο θρησκευτικό συμβολισμό; Είναι δυνατόν, να τον βαραίνουν τόσο, οι πραγματικά κακές πράξεις των προγόνων του;  Κι αυτός γιατί θα πρέπει να αισθάνεται ένοχος; Τελικά, το
 δημόσιο, προσωπικό και οικογενειακό σου ξεγύμνωμα, σε απελευθερώνει απ΄ όλα αυτά που σε βαραίνουν;  

Το βιβλίο αυτό, του Καταλανού συγγραφέα Ζάουμε Καμπρέ, αξίζει να διαβαστεί για πολλούς λόγους. Για την πλοκή μιας ιστορίας γύρω από ένα ιστορικής αξίας βιολί, για τα πολλά ερωτήματα που σου θέτει καθώς το διαβάζεις, για την ανασκόπηση μέρους της ευρωπαϊκής ιστορίας. Ένα βιβλίο δύσκολο, το οποίο όμως αναγνωστικά το απόλαυσα. ....

Μία ακόμα παρουσίαση του βιβλίου, της Χριστίνας Παπαγγελή, συνταξιδιώτισσας στη Λέσχη Ανάγνωσης Δράμας,  εδώ

Σάββατο 20 Αυγούστου 2016

Τα μωρά της Αθηνάς! Πάνος Ιωαννίδης

20 Αυγ 2016

  Αν σας έλεγαν ότι υπάρχει ένα ολοκληρωμένο ασφαλιστικό πακέτο, το οποίο το αγοράζετε μια φορά και αυτό σας εξασφαλίζει δουλειά, κατοικία, θέση πάρκιν, ψώνια πολιτιστικά αγαθά με έκπτωση... πως θα σας φαινόταν; Να πληρώνατε ένα ποσόν και στη συνέχεια να εξασφαλίζατε όλα τα παραπάνω. Σίγουρα, στη σημερινή οικονομική πραγματικότητα, θα θέλατε να μάθετε περισσότερα για ένα τέτοιο συμβόλαιο. Και πολλοί, θα έδιναν της οικονομίες μια ζωής, μαζί και το όποιο εφάπαξ, για να αγοράσουν ένα τέτοιο "πακέτο" στο παιδί τους.

 Στο πρώτο μυθιστόρημα του Πάνου Ιωαννίδη, "Τα μωρά της Αθηνάς", τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Τα προσφερόμενα ασφαλιστικά συμβόλαια φαίνονται ότι είναι όπως περιγράφονται παραπάνω, αλλά στην πραγματικότητα ζητούν από τον υποψήφιο πελάτη, εκτός από το χρηματικό ποσό που θα καταβάλλουν να προσφέρουν μαζί και την ίδια τη ζωή τους, στους σκοπούς της εταιρίας που εμπορεύεται αυτό το προϊόν. 

Ο Δραμινός συγγραφέας, Πάνος Ιωαννίδης, οικοδομεί μια ιστορία, σε κάποια επαρχιακή πόλη της πατρίδας μας, όπου η τοπική, οικονομική και πολιτική εξουσία, αποφασίζει, εκμεταλλευόμενη τη σημερινή οικονομική και κοινωνική κρίση, να δημιουργήσει ένα πλέγμα σχέσεων μεταξύ αυτών και των συμπολιτών τους, που παραπέμπει στις κοινωνικές - οικονομικές δομές του Μεσαίωνα. Στην πραγματικότητα δεν αγοράζουν ένα απλό ασφαλιστικό συμβόλαιο, αλλά εκχωρούν την ίδια τη ζωή τους, στους σκοπούς της Green Sea Network. Στην αρχή αυτοί που θα έχουν την "τύχη", να εξασφαλίσουν ένα τέτοιο συμβόλαιο, επιλέγονται από την ίδια την εταιρία, με σκοπό να είναι άτομα εμπιστοσύνης και να έχουν να προσφέρουν κάτι "χρήσιμο" στην εταιρία. Επιχειρήσεις που εντάσσονται στο δίκτυο της Green Sea Network για εξυγίανση..., οικοδομική εταιρία που προσφέρει έτοιμα διαμερίσματα..., η τοπική αλυσίδα supermarket..., ένας πολιτιστικός οργανισμός που αναζητά πόρους, μια ομάδα νέων ανθρώπων, που προσπαθεί να αντιταχθεί στους σκοπούς της εταιρίας, οι πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες του τόπου, οι "σκιές" απ΄ το παρελθόν... όλοι και όλα μπλέκονται, σε ένα γαϊτανάκι εξελίξεων που τελειώνουν με τραγικό τρόπο.
Το μυθιστόρημα ξεκινά με τον φόνο του εμπνευστή της Green Sea Network, επιφανούς οικονομικού παράγοντα και γόνο ισχυρού πολιτικού παράγοντα της πόλης, τον οποίο φόνο αναλαμβάνει να εξιχνιάσει ο πρόσφατα αφιχθείς στην πόλη, ιδιωτικός ντέτεκτιβ Πέτρος Ριβέρης. Η ιστορία εξελίσσεται με έναν διαφορετικό τρόπο, από αυτόν που έχουμε συνηθίσει. Στο πρώτο μέρος γίνεται μια παρουσίαση των εμπλεκόμενων προσώπων μέσα από τις επισκέψεις που πραγματοποιεί ο Ριβέρης, έξι μήνες μετά τον φόνο. Στο δεύτερο μέρος παρακολουθούμε τα γεγονότα, τα οποία εξελίσσονται λίγες μέρες, πριν τη δολοφονία, δίχως την εμπλοκή του ντέντεκτιβ. Και στο τρίτο μέρος, μέσα από μια καταιγιστική εξέλιξη των γεγονότων, αποκαλύπτεται η καλά κρυμμένη ιστορία που συνδέει τις οικογένειες των πρωταγωνιστών της ιστορίας με τον δολοφόνο. Όσο για το ποιος είναι ο δολοφόνος, αυτό θα αρχίσεις να το υποψιάζεσαι προς το τέλος του βιβλίου.
Ο Ριβέρης με μεθοδικότητα, διαίσθηση, δίχως υπερβολές, αποκαλύπτει σιγά σιγά τα κρυμμένα σημάδια, που πληγώνουν την μικρή επαρχιακή πόλη της πατρίδας μας ( η οποία δεν κατονομάζεται ) και φτάνει στη λύση της υπόθεσης. Οι σκιές του παρελθόντος έρχονται στην επιφάνεια και η κατάληξη της ιστορίας είναι ακόμα τραγικότερη, από τον φόνο που διαλεύκανε ο Ριβέρης.
Ο συγγραφέας, Πάνος Ιωαννίδης, χαρακτηρίζει το βιβλίο του ως ένα σύγχρονο noir μυθιστόρημα.
Είναι noir, μιας και η πραγματικότητα αυτή είναι σκοτεινή, πολλές φορές αδιέξοδη και όπως ο ίδιος ο συγγραφέας γράφει σε άρθρο του για το Μεσογειακό noir:    ".... Καθώς η ανάγνωση προχωρά, τα πλοκάμια της αφήγησης ξεκολλάνε από το μυστήριο και απλώνονται προς την κοινωνία και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να δει τον εαυτό του και καταστάσεις τις οποίες έχει ζήσει, και όχι να περιοριστεί σε ένα καλοστημένο αλγεβρικό έγκλημα. ...  πρωταγωνιστής είναι ο χώρος και όχι οι άνθρωποι. " ( http://fractalart.gr/mesogeiako-noir-2/ ) 
Κι εδώ, στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα, Τα μωρά της Αθηνάς, ο συγγραφέας είναι απόλυτα πιστός με τα παραπάνω, μιας και πολλές φορές, αναγνώριζα την πραγματικότητα των περιγραφών του, και ο χώρος μέσα στον οποίο διαδραματίζεται η όλη ιστορία  μου ήταν απόλυτα οικείος.  
Είναι σύγχρονο, διότι από τη μια όλη η υπόθεση διαδραματίζεται μέσα στη σημερινή οικονομικο-κοινωνική πραγματικότητα, που έχει διαμορφωθεί στην πατρίδα μας τα τελευταία χρόνια της κρίσης και από την άλλη συνεχώς ανακαλύπτεις σκηνές σημερινές, καταστάσεις της "διπλανής πόρτας", όπου κάπου εκεί ανακαλύπτεις και τον εαυτό σου. Σε μια Ελλάδα, που ο συγγραφέας, ξεκάθαρα θα έλεγα, εικονογραφεί τα αίτια της σημερινής της κατάστασης. 

Τα μωράτης Αθηνάς, είναι ένα μυθιστόρημα που διαβάζεται ευχάριστα, που πολλές φορές μπλέκει στη σκέψη σου στη σημερινή πραγματικότητα, που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον σου ως το τέλος.

Κλείνοντας το βιβλίο, ένα ερώτημα στριφογύριζε στο μυαλό μου. άραγε ένα τέτοιο συμβόλαιο - έτοιμη δουλειά, σπίτι κλπ - θα το αγόραζα για το δικό μου παιδί; Ή, ένα τέτοιο συμβόλαιο θα ήθελα να είχα εγώ στο ξεκίνημα της ζωής μου;
Μου είναι αδύνατον να απαντήσω έτσι απλά, μόνο με ένα Ναι ή Όχι! 

Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

Γκιακ

20 Μαρ 2016

Πολλά έχουν γραφτεί για το βραβευμένο Γκιακ του Δημοσθένη Παπαμάρκου. Διηγήματα σκληρά, που δεν εξωραΐζουν τον πόλεμο, που δεν ωραιοποιούν την σκληρή πραγματικότητα που βίωσαν οι Έλληνες στρατιώτες στη Μικρασιατική εκστρατεία, που απομυθοποιούν την έννοια του ήρωα πολεμιστή. Είναι ένα από εκείνα τα βιβλία, που οφείλεις να διαβάσεις, ως αντιστάθμισμα στην σχολική ιστορία, που όλοι μας έχουμε διδαχθεί. 

  Ενώ όλη η ελληνική σχολική ιστοριογραφία, περιστρέφεται γύρω από πολέμους και μάχες, στις οποίες άλλοτε ήμασταν νικητές και άλλες ηττημένοι, το τι είναι ο πόλεμος, το τι σημαίνει να κρατάς ένα όπλο με την αίσθηση του κυρίαρχου, ποτέ μας δεν το διδαχθήκαμε. ( Ίσως και σε αυτό να οφείλεται το γεγονός, να βλέπουμε πολλούς συμπατριώτες μας σήμερα, να μην μπορούν να κατανοήσουν την αιτία που τόσοι Σύριοι, αναγκάζονται να αφήσουν τον τόπο τους και να οδηγηθούν ως πρόσφυγες, τόσο μακριά. ). Τέλος πάντων! 
Αυτό που μου άρεσε, στα διηγήματα του Παπαμάρκου, είναι ότι τα βιώματα των στρατιωτών, που εξιστορεί, δεν μας τα παρουσιάζει στο χρόνο που έγιναν, αλλά φτάνουν σε εμάς, σε δεύτερο χρόνο. Ο συγγραφέας, μας τα διηγείται, όπως τα άκουσε, από τους πρωταγωνιστές τους. Με μια δόση αυτοκριτικής θα έλεγε κανείς, αναπλάθουν τις ιστορίες τους. Ο χρόνος, σίγουρα έχει παραμερίσει την ένταση, που θα μπορούσαν να έχουν οι διηγήσεις τους, αν γίνονταν σε χρόνο πολύ κοντινότερο, στην εκστρατεία. Οι διηγήσεις αυτές αποπνέουν μια σοφία, μια κατασταλαγμένη άποψη για τη ζωή που έζησαν, που δεν αλλάζει, αλλά οφείλεις να την κουβαλάς μέσα σου ως φορτίο βαρύ αλλά και... λυτρωτικό. 
 Ακόμα, με πολύ πετυχημένο τρόπο, ο συγγραφέας μας μεταφέρει πίσω στον χρόνο, στα χωριά μας, των προηγούμενων δεκαετιών. Το κατορθώνει αυτό, αν και είναι μόλις 32 χρόνων, αναπαράγοντας το γλωσσικό ιδίωμα, αναπλάθοντας την αίσθηση της κλειστής κοινωνίας, όπου όλα κρύβονται αλλά και συζητιούνται (κρυφά βέβαια), όπου η επιφάνεια των κοινωνιών μοιάζει ατάραχη αλλά λίγο κάτω της, ίσα το χέρι σου να βρέξεις, κρύβονται  απίστευτες ιστορίες. 

Μα πιο πολύ με εντυπωσίασε, η σχέση του συγγραφέα με την προφορική παράδοση του τόπου μας. Θαύμασα, απόλαυσα το έμμετρο "Παραλογή", το οποίο παρουσιάζει την χωρίς ελπίδα, πάλη μας με το θάνατο. Ο Χάρος,
που μας πληγώνει, που μας ξεγελά, που δεν διστάζει να διακόψει την κάθε ευτυχία των θνητών. Θα νόμιζε κανείς ότι το έμμετρο αυτό δεν συνδέεται με τα υπόλοιπα διηγήματα. Κι όμως! Οι περισσότερες ιστορίες του έχουν σχέση με ο θάνατο και μάλιστα με τη βίαια παρουσία του. Αυτός είναι ο Χάρος. Αφαιρεί ζωές, (δεν ξέρω τι βιώνουν, στον κάτω κόσμο οι ψυχές), μα αυτοί που βασανίζονται είναι αυτοί που μένουν ζωντανοί. Πολλές φορές αναρωτιέμαι για τα αληθινά θύματα του Χάρου. Ο νεκρός; κι αν "ζει μια ζωή" απαλλαγμένη από τους ανθρώπινους πόνους; Ο ζωντανός; κι αν ζει, όσο ζήσει πάνω στη γη, με πόνο και θλίψη για τον (την)  αγαπημένο (-η) του;
Μια τέτοια πρωταγωνίστρια είναι η χήρα της "Παραλογής". Είναι αυτή που μένει πίσω, τραγική φιγούρα, η οποία αρνείται να συμβιβαστεί με την απώλεια του αγαπημένου της, που όταν της δίνεται η ευκαιρία, θαρρώντας* ( νομίζοντας) ότι τον έχει στο χέρι τον Χάροντα, ξανασμίγει με τον άντρα της.... μα δεν είναι εκείνος ο όμορφος, ο λεβέντης...είναι ένας καταχανάς* πια, άσχημος και άψυχος (νεκροζώντανος).

Δίδαγμα: Οι νεκροί με τους νεκρούς και οι ζωντανοί με τους ζωντανούς; 
Δεν έχω απάντηση. Καθένας και η ψυχή του!


* από το καρπάθικο ιδίωμα

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016

Διαβάζοντας το βιβλίο: "Θαυμαστός Καινούριος Κόσμος" του Αλντους Χαξλεϋ ( 2 )

18 Φεβ 2016

Ο Χάξλευ επανήλθε στο βιβλίο του αυτό, μετά από 30 χρόνια περίπου, γράφοντας την: "Επιστροφή στον Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο", τον πρόλογο της έκδοσης, που εμείς διαβάζουμε σήμερα. 

Διαπιστώνει ότι οι τεχνολογικές αλλαγές είναι πολύ πιο γρήγορες, απ΄ ότι είχε φανταστεί, και κατηγορεί τον εαυτό του, ότι ενώ γνώριζε για την πυρηνική ενέργεια, δεν την ανάφερε στο βιβλίο του. Με λίγα λόγια, θέτει τα όρια της ανθρώπινης φαντασίας. Πολλοί οραματίστηκαν το μέλλον, πολλοί έγραψαν βιβλία επιστημονικής φαντασίας μα η πραγματικότητα ξεπερνά και τα πιο "τρελές" μελλοντικές προβλέψεις. 
Διαβάζοντας στη συνέχεια την περιγραφή του καινούριου κόσμου, δεν μπόρεσα να αποφύγω ένα μειδίαμα, το οποίο πολλές φορές σχηματίστηκε στο πρόσωπο μου, εξαιτίας των αφελών προβλέψεων του. Όχι ότι στην εποχή που γράφτηκαν δεν ήταν πολύ προχωρημένες αλλά στα δικά μας μάτια σήμερα φαντάζουν σαν μικρά, ωραία παραμύθια. Η τεχνολογική αλλά και η κοινωνική πρόοδος, έχει ξεπεράσει κάθε πρόβλεψη. 

Τι είναι λοιπόν αυτό που κάνει τόσο γοητευτικά τα βιβλία επιστημονικής φαντασίας, με τόσους φανατικούς αναγνώστες, όταν ξέρουμε ότι πολλά από αυτά που γράφονται σε λίγο καιρό θα είναι ξεπερασμένα;

  Ίσως ο άνθρωπος, αυτός ο δυνατός, ο κυρίαρχος του κόσμου στην πραγματικότητα φοβάται! Φοβάται το μέλλον το οποίο είναι αβέβαιο και απρόβλεπτο! Από την αρχαιότητα, αρεσκόταν σε προβλέψεις, προφητείες. Οι κάθε λογής μάντεις, είχαν σημαντική θέση στη ζωή των ανθρώπων. Μα και στη σημερινή εποχή, την εποχή της γνώσης(!), οι διάφοροι τσαρλατάνοι ευημερούν. Χαρτορίχτρες, καφετζούδες και πρόσφατα, ακόμα και τηλεοπτικώς ..... Ειδικά στην πατρίδα μου, οι τάχατες προφητείες του Παϊσιου ή άλλων αγιορειτών κάνουν θραύση, από τους επιτήδειους μιντιακούς εμπόρους. ( Δεν ξέρω πως θα αντιδρούσε ο Παΐσιος αν ζούσε σήμερα και έβλεπε πως κάποιοι εκμεταλλεύονται το όνομα του ). Αλλά ακόμα και ο Χριστιανισμός, ο οποίος αποκήρυξε τους προφήτες ( "ουδείς προφήτης μετά Χριστόν" ), ενέταξε στα ιερά βιβλία την Αποκάλυψη του Ιωάννη, το μόνο προφητικό βιβλίο, από τα ιερά βιβλία.   



Ο Χαξλεϋ μιλούσε για την τρίτη βιομηχανική επανάσταση, όταν σήμερα ήδη βρισκόμαστε στην αρχή της πέμπτης. Οι εξελίξεις στην πληροφορική, στη βιοτεχνολογία, στη νανοτεχνολογία, στις τεχνολογίες πολέμου, είναι ασύλληπτες. Στον οικονομικό χώρο, μιλάμε για την παγκοσμιοποίηση, για την ελεύθερη διακίνηση εμπορευμάτων και χρημάτων.  Αλλά και στις κοινωνικές εξελίξεις, όσο κι αν βρίσκουμε κάποιες ομοιότητες, με καταστάσεις που τείνουν να διαμορφωθούν σήμερα, άλλο τόσο καταλαβαίνουμε ότι κάποιες εξελίξεις, όπως για παράδειγμα η κοινωνική δικτύωση, ούτε καν του πέρασε από το μυαλό. Ο Χαξλεϋ φαντάστηκε έναν κόσμο, όπου τα παιδιά μεγαλώνουν σε ιδρύματα, χωρίς γονείς, σε έναν κόσμο όπου και μόνο η λέξη "μάνα" ή "πατέρας" σοκάρει, ( μόνο οι άγριοι διατηρούν την μητρότητα και την πατρότητα ). Εγώ πάλι δεν μπορώ να φανταστώ ότι ο άνθρωπος θα απαρνηθεί τη χαρά, να μεγαλώνει ο ίδιος τα παιδιά του ή ότι τα παιδιά θα μεγαλώνουν κατά κανόνα σε ιδρύματα, δίχως τη γονεϊκή σχέση. Επίσης, κατά τον Χάξλεϋ, η λέξη "Θεός" έχει αντικατασταθεί με τη λέξη Φορντ... αλλά η έννοια του Θεού ως κάποια, ανώτερη μυστηριακή δύναμη, δεν έχει χαθεί.
Τέλος, οι "νέοι" άνθρωποι του Θαυμαστού Καινούριου Κόσμου του Χάξλεϋ, για να βιώνουν μια ευτυχισμένη ζωή, είναι αναγκασμένοι καθημερινά, να τροφοδοτούνται με ψυχοτρόπα χαπάκια. Είναι αλήθεια ότι μεγάλη μερίδα των σημερινών ανθρώπων καταφεύγουν σε ψυχοτρόπες ουσίες ( και όχι μόνο ) αλλά και πάλι υπάρχει και μια άλλη μεγάλη μερίδα ανθρώπων που επιμένει να αναζητά την ευτυχία, στα απλά, μικρά και καθημερινά γεγονότα της ζωής
Κάποτε, στη δεκαετία του 70, πολλοί της ηλικίας μου, ήμαστε φανατικοί με τον Ιούλιο Βερν. Ακόμα τότε, οι τεχνολογικές προβλέψεις που είχε κάνει, μας συγκινούσαν αν και είχαν ξεπεραστεί. Ο πόλεμος των Άστρων, η πρώτη ταινία, εμπνευσμένη, από τα γραπτά του σπουδαίου συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας Άρθουρ Κλαρκ, μας συγκίνησε αφάνταστα. Άλλοι συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας, όπως ο Ασίμωφ ή ο Όργουελ διαβάστηκαν φανατικά από τους λάτρεις του είδους. Ο Χάξλεϋ και ο Μπράνμπερι, έθεσαν ερωτήματα για το μέλλον, ειδικότερα για την άποψη ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις μπορούν να υποδουλώσουν τον άνθρωπο στο όνομα της ευτυχίας.
 Στη σημερινή εποχή, τα βιβλία ή οι ταινίες επιστημονικής φαντασίας, οραματίζονται έναν κόσμο, όπου η τεχνολογία των υπολογιστών έχει το πάνω χέρι, όπου ο άνθρωπος υποδουλώνεται σε αόρατους, τεχνολογικούς ιστούς, ζει σε φανταστικούς, παράλληλους κόσμους. Δες Μάτριξ!
Ναι! Όλα αυτά μπορούν να συμβούν! Είμαι όμως αισιόδοξος για δύο λόγους. Από τη μια η εξέλιξη πάντα θα ξεπερνά και την πιο τρελή πρόβλεψη του ανθρώπου... και από την άλλη, ο άνθρωπος, αυτός ο πολυμήχανος κατά τον Σοφοκλή, πάντα θα βρίσκει τον τρόπο, να προχωρά... χωρίς να χάσει την ανθρώπινη υπόσταση του.

Κλείνω την εγγραφή μου αισιόδοξα, με ένα απόσπασμα από την Αντιγόνη του Σοφοκλή, για τον "Θαυμαστό άνθρωπο". Τελικά όλα θα τα "τιθασεύσει"!!!

Πολλά είναι τα θαυμαστά, 
μα τίποτα πιο θαυμαστό από τον άνθρωπο. 
Αυτός περνά και πέρα από τον τρικυμισμένο άσπρο πόντο  
με τις φουρτούνες του νοτιά, 
διασχίζοντας τα κύματα που σηκώνονται ψηλά 
κι από παντού τον δέρνουν.  
Και την υπέρτατη θεά, τη Γη,  
την άφθαρτη κι ακούραστη αυτός καταπονεί  
οργώνοντας χρόνο το χρόνο με αλέτρια  
πάνω κάτω που τα σέρνουν τ' άλογά του.
Και των ελαφρόμυαλων πουλιών τη γενιά  
με βρόχια παγιδεύει και κοπάδια αγριμιών,  
και τα θαλάσσια θρέμματα στο πέλαγος,  
όλα ο πολυμήχανος ο άνθρωπος 
τα πιάνει με δίχτυα από πλεχτά σχοινιά. 
Και τ' άγρια θηρία που τριγυρίζουν στα βουνά  
με παγίδες τα δαμάζει,  
και τ' άλογο με την πυκνή τη χαίτη τιθασεύει  
στον τράχηλο περνώντας του ζυγό, 
καθώς και το βουνίσιο ταύρο τον αδάμαστο.  
Βρήκε ακόμα και τη γλώσσα να μιλεί  
και ιδέες υψηλές και νόμους 
για την καλή διακυβέρνηση των πόλεων,  
και πώς να φυλάγεται τη νύχτα στο ύπαιθρο  
από της παγωνιάς τις προσβολές
και της φοβερής νεροσυρμής, ο τετραπέρατος. 
Απροετοίμαστος σε τίποτε δεν έρχεται που μέλλει να συμβεί.  
Τον Άδη μόνο δεν θα μπορέσει να ξεφύγει  
φάρμακα όμως έχει επινοήσει,  
για να γλιτώνει από τις αγιάτρευτες αρρώστιες.

Ο φωτεινότερος φακός του κόσμου του Γιώργου Κασαπίδη

    Αν κάποιος θέλει να διαβάσει μια συλλογή διηγημάτων, για μια μικρή επαρχιακή πόλη, τη Δράμα (αλλά και άλλες περιοχές), με την αίσθηση το...