Το Θεσσαλονικιό ποιητή, Ντίνο Χριστιανόπουλο, μέχρι πριν από τρία χρόνια, δεν τον γνώριζα, Ως όνομα βέβαια μου ήταν γνωστό, όπως κατά καιρούς ακούμε για διάφορους.... μέχρι εκεί.

 Ασχολήθηκα, μαζί του, όταν αρνήθηκε να παραλάβει το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων του υπ. Πολιτισμού, για το σύνολο του έργου του. Με την πράξη του αυτή αποδείκνυε συνέπεια, μιας και από το 1979, σε κείμενο του με τον τίτλο "Εναντίον", δήλωνε:  

Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης, απ΄ όπου και αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία, απ' το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε. Αυτό το απαίσιο «υπείροχον έμμεναι άλλων», που μας άφησαν οι αρχαίοι. 
Είμαι εναντίον των βραβείων, γιατί μειώνουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Βραβεύω σημαίνει αναγνωρίζω την αξία κάποιου κατώτερου μου -και κάποτε θα πρέπει να απαλλαγούμε από την συγκατάβαση των μεγάλων. Παίρνω βραβείο σημαίνει παραδέχομαι πνευματικά αφεντικά -και κάποτε θα πρέπει να διώξουμε τα αφεντικά από τη ζωή μας.
Είμαι εναντίον των χρηματικών επιχορηγήσεων. Σιχαίνομαι τους φτωχοπρόδρομους που απλώνουν το χέρι τους για παραδάκι. Οι χορηγίες μεγαλώνουν την μανία μας για διακρίσεις και τη δίψα μας για λεφτά· ξεπουλάνε την ατομική ανεξαρτησία μας. Είμαι εναντίον των λογοτεχνικών συντάξεων. Προτιμώ να πεθάνω στην ψάθα, παρά να αρμέγω το υπουργείο -κι ας με άρμεξε το κράτος μια ολόκληρη ζωή. Γιατί να με ταΐζει το Δημόσιο επειδή έγραψα μερικά ποιήματα; Και γιατί να αφήσω το Κράτος να χωθεί ακόμη περισσότερο στη ζωή μου;
Είμαι εναντίον των σχέσεων με το κράτος και βρίσκομαι σε διαρκή αντιδικία μαζί του. Ποτέ μου δεν πάτησα σε υπουργείο και το καυχιέμαι. Η μόνη μου εξάρτηση από το κράτος είναι η εφορεία, που με γδέρνει. Είμαι εναντίον των εφημερίδων. Χαντακώνουν αξίες, ανεβάζουν μηδαμινότητες, προβάλλουν ημετέρους, αποσιωπούν τους απροσκύνητους. Όλα τα μαγειρεύουν, όπως αυτές θέλουν. Δεξιές, αριστερές, κεντρώες -όλες το ίδιο σκατό. Είμαι εναντίον των κλικών. Προωθούν τους δικούς τους· τους άλλους, όλους τους θάβουν. Όποιοι δεν τους παραδέχονται, καρατομούνται. Κυριαρχούν οι γλύφτηδες και οι τζουτζέδες. Δεν έχω καμμιά αμφιβολία πως το μέλλον ανήκει στα σκουπίδια. Είμαι εναντίον των κουλτουριάρηδων. Όλα τ' αμφισβήτησαν, εκτός από τις τρίχες τους. Τους έχω μάθει για καλά. Xαλνούν τον κόσμο με την κριτική τους. Όλους τους βγάζουν σκάρτους και πουλημένους. Και μόλις πάρουν το πτυχίο, αμέσως διορίζονται στα υπουργεία· από παντού βυζαίνουν και ο ιδεαλισμός τους ξεφουσκώνει μέσ' στα βολέματα του κατεστημένου. Είμαι εναντίον κάθε ιδεολογίας, σε οποιαδήποτε απόχρωση και αν μας την πασέρνουν. Όσο πιο γοητευτικές και προοδευτικές είναι οι ιδέες, τόσο πιο τιποτένια ανθρωπάκια μπορεί να κρύβονται από πίσω τους. Όσο πιο όμορφα τα λόγια τους, τόσο πιο ύποπτα τα έργα τους. Όσο πιο υψηλοί οι στόχοι, τόσο πιο άνοστοι οι στίχοι. Είμαι, προπάντων, εναντίον κάθε ατομικής φιλοδοξίας, που καθημερινά μας οδηγεί σε μικρούς και μεγάλους συμβιβασμούς. Αν σήμερα κυριαρχούν παραγοντίσκοι και τσανάκια, δεν φταίει μόνο το κωλοχανείο· φταίνε και οι δικές μας παραχωρήσεις και αδυναμίες. Αν πιάστηκε η μέση του οδοκαθαριστή, φταίμε και εμείς που πετάμε το τσιγάρο μας στον δρόμο. Κι αν η λογοτεχνία μας κατάντησε σκάρτη, μήπως δεν φταίει και η δική μας σκαρταδούρα; ...  
Περιοδικό «Διαγώνιος» (Τεύχος 1, Ιανουάριος-Απρίλιος, 1979) 
Στο κείμενο αυτό βέβαια, δείχνει και τον ασυμβίβαστο χαρακτήρα του, μιας και αρνείται όχι μόνο το όποιο ανακάτωμα του κράτους στη λογοτεχνία αλλά δηλώνει ενάντιος και στις κυρίαρχες "πολιτιστικές αρχές", που διαμορφώνουν τη κοινή γνώμη, ανεβάζουν και κατεβάζουν λογοτέχνες.
Είναι προκλητικός, μιας που στην ίδια λογική, υποτιμά, άλλους ποιητές, απόλυτα καταξιωμένος στη συνείδηση μας, όπως τον Σεφέρη, τον Ρίτσο και τον Ελύτη. Τους δύο πρώτους, δηλώνει περιφρόνηση ενώ τον Ελύτη τον κατηγορεί πως: «  Ηταν τεμπέλης. Ηταν από πλούσια οικογένεια και ζούσε μια ζωή με το χαρτζιλίκι της μαμάς του και των αδελφών του για να είναι απερίσπαστος και να γράφει ποίηση. Μα είναι δυνατόν, επειδή είσαι ποιητής, να τεμπελιάζεις και να τρέχεις με τις πιτσιρίκες».   Και μόνο αυτή, η τελευταία πρόταση αρκεί για να δείξει το μέγεθος της πρόκλησης, αν αναλογιστούμε και τις δικές του σεξουαλικές ιδιαιτερότητες.  
Ποιούς παραδέχεται; Τον Καβάφη, του οποίου δηλώνει μαθητής, τον Διον. Σολωμό αλλά και το Βασίλη Τσιτσάνη... Αν εξαιρέσουμε τον πρώτο, που κανένας δεν "φοβάται", να τον εντάξει στον κατάλογο των σημαντικών δημιουργών, ελάχιστοι το τολμούν για τον Σολωμό, όσο για τον Τσιτσάνη, έναν εκπρόσωπο του ρεμπέτικου, πόσο αντιτίθεται στα ήθη της διανόησης μας, που όλοι έχουμε γνωρίσει.
Μάλιστα, έχει ιδιαιτέρως ασχοληθεί με το έργο του Τσιτσάνη, εκστασιάζεται με το τραγούδι του " Αρχόντισσα " και συμμετέχει στη ρεμπέτικη κομπανία "Η παρέα του Τσιτσάνη". 

Με τον Καβάφη τον συνδέει επιπλέον ένα ποίημα με τον τίτλο Ιθάκη: 
 Δεν ξέρω αν έφυγα από συνέπεια
ή από ανάγκη να ξεφύγω από τον εαυτό μου,
τη στενή και μικρόχαρη Ιθάκη
με τα χριστιανικά της σωματεία
και την ασφυκτική της ηθική.
 Πάντως δεν ήταν λύση· ήταν ημίμετρο.
 Κι από τότε κυλιέμαι από δρόμο σε δρόμο
αποχτώντας πληγές κι εμπειρίες.
Οι φίλοι που αγάπησα έχουνε πια χαθεί
κι έμεινα μόνος, τρέμοντας μήπως με δει κανένας
που κάποτε του μίλησα για ιδανικά...
 Τώρα επιστρέφω με μιαν ύστατη προσπάθεια
να φανώ άψογος, ακέραιος, επιστρέφω
κι είμαι, Θεέ μου, σαν τον άσωτο που αφήνει
την αλητεία, πικραμένος, και γυρνάει
στον πατέρα τον καλόκαρδο, να ζήσει
στους κόλπους του μιαν ασωτία ιδιωτική.
 τον Ποσειδώνα μέσα μου τον φέρνω,
που με κρατάει πάντα μακριά·
μα κι αν ακόμα δυνηθώ να προσεγγίσω,
τάχα η Ιθάκη θα μου βρει τη λύση;
 Διαχωρίζει όμως αμέσως της θέση του λέγοντας ότι: "Ο Καβάφης είναι οπαδός της ηδονής και κάθε τι που κάνει θέλει να έχει και ηδονή μέσα του. Εγώ είμαι οπαδός της χριστιανικής αγωνίας."
Προκλητικά, αλλόκοτα θα έλεγα, παραδέχεται από πολύ νωρίς την ομοφιλοφιλία του, την οποία όμως καταδικάζει ως διαστροφή....
Προκλητικός, ακόμα και έναντι της μάνας του, όταν γράφει το ποίημα " Το χούφταλο ". . Δείτε εδώ μια ταινία μικρού μήκους, με πρωταγωνιστή τον ποιητή για αυτό το ποίημα:


Προκλητικός ακόμα και για τον Χατζιδάκι, ο οποίος μελοποιεί στίχους του, δημιουργώντας στο τέλος της ζωής του το δίσκο " Τα τραγούδια της Αμαρτίας " με ερμηνευτή τον Αντρέα Καρακότα. Λέγει: "Για τον Χατζιδάκι νιώθω μεγάλο σεβασμό αλλά και μεγάλη αδιαφορία για το μουσικό έργο του. Δεν είμαι θαυμαστής του. Το φαντάζεσαι! Δεν είμαι θαυμαστής του έργου του Χατζιδάκι". Ένα ωραιότατο τραγούδι είναι το "Ενός Λεπτού Σιγή".


Κάποιοι τον έχουν χαρακτηρίσει ως έναν αθεράπευτο εγωιστή, κάποιοι άλλοι ως χωριάτη που δεν γνώρισε τίποτε άλλο πέρα από τη Θεσσαλονίκη, κάποιοι άλλοι τον χαρακτήρισαν με αισχρό τρόπο για την ομοφιλοφιλία του, αυτοχαρακτηρίζεται ως σχεδόν αναρχικός, σίγουρα είναι μια από τις ιδιαίτερες λογοτεχνικές μορφές της σύγχρονης Ελλάδας.   Μια καλή εικόνα για το ποιός  είναι μπορείς να πάρεις από τη συνέντευξη που έδωσε στην εκπομπή " Στα Άκρα " , διάρκειας 3 ωρών και 35 λεπτών. 



   

Κλείνοντας το αφιέρωμά μου, σας παρουσιάζω  ένα ποίημα του από αυτά που εγώ ξεχώρισα: 

Η ΘΑΛΑΣΣΑ
Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις.
Πόσοι δεν φαγαν τα νιάτα τους -
μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις,
γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα,
ρουφίχτρες, καρχαρίες, μέδουσες.
Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια
Μόνο καv μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι.
Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα
Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει.
Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
χίλιοι τη χαίρονται - ένας την πληρώνει.
(1962)