Το παρόν είναι απόσπασμα από το δεύτερο μου μυθιστόρημα, το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά - αγγλικά ως e-book στην πλατφόρμα Draft2Digital και στα αγγλικά στην πλατφόρμα της Amazon ως e-book και βιβλίο, με τίτλο Ο ζωγράφος και το μοντέλο. (The painter and the model)
Το απόσπασμα γράφτηκε σαν ρεπορτάζ του επινοημένου δημοσιογράφου, Νίκου Μιχαηλίδη (βασικού ήρωα στα δύο μου μυθιστορήματα, που έχω δημοσιεύσει) αλλά βασίζεται σε απολύτως αληθινά γεγονότα. Για λόγους που έχουν σχέση κυρίως με νομικές φοβίες, δεν αναφέρω τα πραγματικά ονόματα των εμπλεκόμενων πολιτικών προσώπων, αλλά όποιος ανατρέξει στην ημερομηνία των γεγονότων και τα ρεπορτάζ της εποχής για την έκθεση αυτή του Κώστα Τσόκλη στο νησί της Σπιναλόγκας, γρήγορα θα βρει όσες πληροφορίες θέλει.
Tsoclis, εσύ ο τελευταίος λεπρός.
20 Αυγούστου 2013
Τα τουριστικά κάθε πρωί γεμίζουν με τους τελευταίους επισκέπτες του καλοκαιριού. Αυτοί αποδεχόμενοι την ευκαιριακή ομάδα στην οποία τους όρισε η εκπρόσωπος του πρακτορείου του ταξιδιών της χώρας τους, αν και στοιβαγμένοι στην κουβέρτα του τουριστικού πλοιαρίου, χαίρονται τον ήλιο και τον δροσερό πρωινό αγέρα της θάλασσας. Κι αφού ο καπετάνιος λύσει του κάβους και βγάλει το πλεούμενο από το ασφαλές αραξοβόλι του, εκείνοι στη ζάλη των αλλεπάλληλων κυμάτων έχουν το κουράγιο να απολαύσουν τις αποχρώσεις του μπλε μαζί με το καφέ-γκρι του τοπίου, ως που να οδηγηθούν στον τόπο του μαρτυρίου εκατοντάδων ανθρώπων. Ο εγκαταλειμμένος από το 1957 και λεηλατημένος οικισμός των Λεπρών, δεν εντυπωσιάζει πλέον για τα Ενετικά ή Οθωμανικά του απομεινάρια αλλά για τη νεότερη ιστορία του. Ήταν ο τόπος εγκλεισμού των θυμάτων της μέχρι τότε ανίατης ασθένειας. Σε λίγο το πολύβουα και πολύχρωμα καραβάνια των τουριστών, που αποβιβάζονται το ένα μετά το άλλο, θα πατούν την κάθε πλάκα των καλντεριμιών, θα ακουμπούν τον κάθε ορθοστάτη των μισογκρεμισμένων κατοικιών, θα δροσίζονται στην ελάχιστη σκιά των ντουβαριών, αδυνατώντας να αντιληφθούν το δράμα των ανθρώπων που εξορίστηκαν εδώ, αδυνατώντας να νιώσουν την απελπισία του εγκλεισμού τους.
Στην είσοδο του λιμανιού, μένουν σαβανωμένα με λινάτσες τα συντρίμμια του μεγαλειώδους, επενδυμένου με καθρέπτες, μεταλλικού σταυρού του Κώστα Τσόκλη, που δέσποζε εκεί για έναν χρόνο, προτού οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες διατάξουν την αποκαθήλωση του. Δεν ταίριαζε με το περιβάλλον, δεν συμβάδιζε με την πολιτιστική κληρονομιά των ερειπίων, ενοχλούσε τα απέναντι ξενοδοχεία. Προφάσεις εν αμαρτία…
Είχε γίνει μεγάλο πανηγύρι πέρσι εδώ. Ο σπουδαίος μας εικαστικός Κώστας Τσόκλης είχε στήσει την έκθεση με τίτλο «Tsoclis, εσύ ο τελευταίος λεπρός». Στην άλλοτε εξορκισμένη Σπιναλόγκα, εκείνη την ημέρα αποβιβάστηκε όλη η υψηλή κοινωνία της Αθήνας για να θαυμάσει την έκθεση του καλλιτέχνη. Γλυπτά μικρά και μεγάλα, σε ξάφνιαζαν παντού συνοδευόμενα από τη μουσική του Νίκου Ξυδάκη, που έγραψε ειδικά για την περίσταση. Με το κλείσιμο της έκθεσης άγνωστοι κλέβουν δέκα από τα εντοιχισμένα έργα τα οποία θα έμεναν στο νησί ως ανάμνηση της εκδήλωσης. Ο σταυρός είχε συμφωνηθεί με τον ίδιο τον τότε υφυπουργό Πολιτισμού να παραμείνει εκεί, στη Σπιναλόγκα, για να θυμίζει ότι ο τόπος δεν αποτελεί μια απλή τουριστική ατραξιόν αλλά μνημείο προσκύνησης. Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο όμως είχε άλλη άποψη. Όλοι, στο στήσιμο της εμπνευσμένης έκθεσης δήλωναν ενθουσιασμένοι, φρόντιζαν να σημειώνουν την παρουσία τους δίπλα στον καλλιτέχνη και τώρα έχουν χαθεί, κρύβοντας επιμελώς την τότε συνύπαρξη τους.
Και οι τουρίστες περιδιαβαίνουν μέσα στα στενά της ερειπωμένης πόλης, φωτογραφίζουν τα ντουβάρια, τα παράθυρα, τη θάλασσα, φωτογραφίζονται πίσω από τις σιδεριές γελώντας ανυποψίαστοι, μέχρι που φτάνουν στο νεκροταφείο με τους λευκούς πέτρινους τάφους. Οι πιο τολμηροί περνούν ανάμεσα τους και τότε αντιλαμβάνονται ότι λείπουν όλα εκείνα τα στοιχεία που θα δήλωναν την ταυτότητα του κάθε χανσενικού που άφησε την τελευταία του πνοή στον ξερόβραχο αυτό. Δεν υπήρξαν ποτέ τέτοια στοιχειά, δεν επιτρεπόταν ποτέ κανείς να χαράξει πάνω στο τάφο κανένα ίχνος, που να δηλώνει ποιος ήταν από κάτω. Έπρεπε να ονόματά τους να περάσουν στη λήθη για πάντα, έπρεπε να ξεχαστούν ότι υπήρξαν κάποτε άνθρωποι υγιείς, χαρούμενοι, με όνειρα που στη συνέχεια βαθιά παραμορφωμένοι εξορίστηκαν σε εκείνον τον τόπο. Όφειλαν να προστατέψουν τη φήμη των οικογενειών τους, που μόνη επιλογή είχαν να συνεχίσουν τη ζωή τους, στον πολιτισμένο κόσμο, μακριά από τους καταραμένους που αγάπησαν κάποτε.
Ασφαλείς πληροφορίες αναφέρουν ότι ο μεγάλος καλλιτέχνης, ετοιμάζει την απάντηση του, με τον τρόπο που αυτός γνωρίζει καλύτερα, με μια νέα έκθεση στην Αθήνα αυτή τη φορά.
Νίκος Μιχαηλίδης