Image by Hans-Peter Muckenschabel from Pixabay |
Καθώς οι στροφές της μηχανής έπεφταν, το πλοίο έκοβε σταθερά ταχύτητα. Ο Άλκης στεκόταν ψηλά στο κατάστρωμα κοιτάζοντας τη θέα του νησιού του, το οποίο πριν λίγα χρόνια είχε βίαια εγκαταλείψει. Απέναντι στην στεγνή πλαγιά άσπριζε το μοναδικό μεσόγειο χωριό ενώ στα δεξιά του ο λιμενοβραχίονας οριοθετούσε το χώρο δημιουργώντας μια αίσθηση ασφάλειας και οικειότητας. Στον μεγάλο, γαλήνιο κόλπο δεκάδες σκάφη διαφόρων μεγεθών απολάμβαναν τον ήλιο, ο οποίος ετοιμαζόταν να βυθιστεί πίσω από την γραμμή του ορίζοντα, στo πέλαγος μακριά για μία ακόμη φορά.
Η καλοκαιρινή ζέστη του δειλινού ήταν έντονη μα η θαλασσινή αύρα τον έκανε να αισθάνεται καλά. Η ματιά του εξερευνούσε όλο το μήκος της μικρής πόλης, που απλωνόταν δίπλα στο λιμάνι. Κάθε γωνιά της του ήταν οικεία, γεμάτη αναμνήσεις. Όμορφες αναμνήσεις μα και οδυνηρές, γεγονότα που τον έδιωξαν κάποτε από εκεί.
Λίγα μέτρα χώριζαν το πλοίο από την αποβάθρα κι έπρεπε να ετοιμαστεί για την αποβίβαση. Άνοιξε το κινητό του και με μια αίσθηση ανυπομονησίας έψαξε τα μηνύματα. Κανένα νεότερο, ξαναδιάβασε το τελευταίο για μια ακόμη φορά: "Φτάνει στο τέλος του μήνα. Πρέπει να βιαστείς. Δεν υπάρχει πια χρόνος". Κάθε λέξη φαινόταν να ηχεί σαν καμπάνα μέσα του, δίχως να γνωρίζει την πραγματική σημασία του. Το μόνο που διαισθανόταν ότι έπρεπε να κάνει, ήταν να γυρίσει στο νησί του.
Πήρε μια βαθιά ανάσα. Το είχε διαβάσει άπειρες φορές κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του προς το νησί. Μια διαλυμένη σχέση από το παρελθόν, η αμφιταλάντευση ανάμεσα στην επιθυμία του επιστρέψει στο νησί και τον πόνο που ακόμα σκίαζε την ψυχή του, η αιφνίδια απόφαση να ταξιδέψει χωρίς ακόμη να έχει κατανοήσει το γιατί, η αποτυχία μέχρι τώρα να βάλει σε μια σειρά τη ζωή του, όλα αυτά τον αποσυντόνιζαν, εμποδίζοντάς τον τοποθετήσει τις σκέψεις του μα και τη ζωή του σε ένα λογικό πλαίσιο. Έβαλε το κινητό στην τσέπη και κινήθηκε προς την έξοδο. Από την μια αβέβαιος ακόμα αναρωτιόταν για τα επόμενα βήματά του, το μήνυμα κάπου ήθελε να τον οδηγήσει αλλά ουσιαστικά δεν του έλεγε τίποτε, συγχρόνως όμως ένιωθε την υπέροχη γαλήνη του νησιού, του δικού του τόπου να τον αγκαλιάζει εκείνη τη στιγμή.
Περπάτησε αργά προς το κέντρο του λιμανιού, όπου οι ήχοι της μικρής του πατρίδας γλύκαναν προς στιγμή την ψυχή του. Οι ψαράδες φώναζαν ο ένας στον άλλο, τα παιδιά έτρεχαν φωνάζοντας στην αμμουδιά και οι μυρωδιές από τις ταβέρνες του νησιού αναμειγνύονταν με την αλμύρα της θάλασσας. Όσο κι αν είχε προσπαθήσει να το αρνηθεί, αυτός ήταν ο τόπος του.
Κάθε βήμα του τον έφερνε πιο κοντά στην αλήθεια που έπρεπε να αντιμετωπίσει. Όταν το βλέμμα του έπεσε σε μια ταβέρνα, γνώριμή του από τα παλιά, η καρδιά του χτύπησε δυνατά. Ήξερε ότι εκεί μέσα θα έβρισκε τις απαντήσεις που τόσο καιρό έψαχνε. Έριξε ένα τελευταίο βλέμμα προς τις ειδυλλιακές εικόνες του λιμανιού και μπήκε μέσα.
Ο Άλκης κάθισε σε ένα τραπέζι κοντά στο παράθυρο κι έριξε μια γρήγορη ματιά μήπως κι έβλεπε το πρόσωπο που ήθελε να συναντήσει. Δεν την είδε αλλά ήταν σίγουρος ότι ήταν ακόμη εκεί. Μετά από λίγο από την είσοδο μια γυναίκα μπήκε μέσα, με τα μαλλιά της να αναδεύονται από το αεράκι. Ήταν η Κατερίνα, τίποτε δεν είχε αλλάξει πάνω της, η κολλητή του από τα παιδικά χρόνια. Οι ματιές τους συναντήθηκαν και για μια στιγμή βαριά σιωπή απλώθηκε γύρω τους.
"Το ήξερα ότι μια μέρα θα επέστρεφες!" είπε η Κατερίνα, με φωνή που έτρεμε ελαφριά.
"Είσαι ο μόνος δικός μου άνθρωπος εδώ...", απάντησε ο Άλκης, με την καρδιά του να χτυπά δυνατά.
Κάθισε δίπλα του, στην αρχή με δυσκολία ανταποκρίνονταν σε όσα ο ένας ήθελε να μάθει για τον άλλο, μα όσο η ώρα περνούσε ο κόμπος στον λαιμό τους λυνόταν μέχρι που οι λέξεις άρχισαν να ξεχύνονται σαν χείμαρρος. Μίλησαν για τα νεανικά όνειρά τους, τα λάθη, την προδοσία και την απώλεια του χρόνου. Καθώς η συζήτηση βάθαινε, ο Άλκης αισθάνθηκε ότι το χάος στο μυαλό του άρχιζε να ξεκαθαρίζει. Ο Άλκης ένιωσε την πίεση μέσα του να χαλαρώνει, τη βεβαιότητα ότι αυτή η συνάντηση ήταν η ευκαιρία του για ένα νέο ξεκίνημα, που τόσο χρειαζόταν στη ζωή του.
"Πες μου, μην σταματάς," της είπε, "έχω ανάγκη να ακούσω όλη την αλήθεια."
Η Κατερίνα άρχισε να αφηγείται τα γεγονότα που είχαν συμβεί όλα αυτά τα χρόνια. Όσο μιλούσε, ο Άλκης αισθανόταν τον χρόνο να διαλύεται. Τα λόγια της τον πλήγωναν για μία ακόμη φορά αλλά συγχρόνως η φωνή της έφτανε στα αυτιά του σαν μια γλυκιά μελωδία που έγιαινε σιγά-σιγά τις πληγές του παρελθόντος.
"Μετά την αναχώρησή σου" είπε, "τα πράγματα έγιναν δύσκολα. Οι περισσότεροι πίστευαν ότι θα χανόσουν για πάντα. Κάποιοι λίγοι έδιναν μια ευκαιρία στην επιστροφή σου. Μεταξύ αυτών κι εγώ!"
Ο Άλκης ένιωθε την ενοχή να τον πνίγει, αλλά ήταν έτοιμος να ακούσει. "Δεν ήθελα να φύγω, Κατερίνα. Έπρεπε να το κάνω, ο τόπος ξαφνικά είχε γίνει πολύ μικρός, με έπνιγε, έφυγα για να γλιτώσω αλλά τελικά πουθενά δεν μπόρεσα να ησυχάσω."
"Το ξέρω!", είπε εκείνη. "Ήμουν η μόνη που ήξερα!. Το πόσο την αγαπούσες από τότε που ήμαστε παιδιά, το σύντομο δέσιμό σας και το λάθος της το οποίο ποτέ δεν μου αρνήθηκε, η δική σου οργή και η δική της απογοήτευση, η πτώση της στα χέρια εκείνου που απλώς την περιέφερε ως τρόπαιο στο νησί. Την πράξη της εκείνη εσύ την θεώρησες ως προδοσία, και ήταν, αλλά από την άλλη πώς μπόρεσες να βάλεις στην άκρη όλη εκείνην την αγάπη που νιώθατε ο ένας για τον άλλο; Δεν σβήνουν εύκολα αυτά τα συναισθήματα. Το ξέρεις πολύ καλά αυτό όπως το ήξερε κι εκείνη."
"Φοβόμουν, ήμουν αδύναμος, τόσο μικρός απέναντι της, ενώ εκείνη έφερνε βόλτα μόνη της όλο το νησί. Δεν το άντεχα αυτό!"
Οι λέξεις που αντάλλαξαν τον χτύπησαν βίαια, σαν ξύπνημα από το τέλμα στο οποίο είχε χαθεί και για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό, ένιωσε την επιθυμία να κερδίσει τον χαμένο χρόνο, ένιωθε έτοιμος να δώσει την μάχη, που όφειλε να είχε κάνει πριν από χρόνια.
"Και η Μαρία;" ρώτησε τολμώντας επιτέλους να πει το όνομά της ενώ η καρδιά του χτυπούσε δυνατά. "Πώς είναι; Τι κάνει σήμερα;"
Η Κατερίνα τον κοίταξε για λίγο. Το βλέμμα της σκοτείνιασε.
"Η Μαρία έφυγε… πριν από δύο μέρες. Όλα αυτά που της συνέβησαν, ο γάμος της που διαλύθηκε με επώδυνο τρόπο, η μοναξιά που βίωνε όλον αυτόν τον καιρό, οι μνήμες των ευτυχισμένων χρόνων που δεν την άφηναν να ησυχάσει, το κλείσιμο στον εαυτό της και η άρνηση της για οποιαδήποτε βοήθεια, η εγκατάλειψη του εαυτού της, δεν άντεξε. Έξω από το σπίτι της έπεσε, εγκεφαλικό είπε ο ιατρός, δεν ξανασηκώθηκε."
Το νέο τον συγκλόνισε. Η Μαρία, η πρώτη του αγάπη, η μοναδική του αγάπη, είχε φύγει. Συνειδητοποίησε ότι δεν είχε προλάβει να της πει αντίο για λίγες μόλις ώρες. Αν δεν άφηνε τις μέρες να κυλίσουν αναποφάσιστος από τότε που πήρε το μήνυμα στο κινητό του, ίσως όλα είχαν εξελιχθεί διαφορετικά.
"Λυπάμαι!” ψέλλισε. "Δεν... δεν ήξερα! Δεν το φανταζόμουν καν!"
Η νύχτα προχωρούσε και η ταβέρνα γέμιζε με γέλια και τραγούδια. Η Κατερίνα στα σύντομα διαλείμματά της, καθόταν δίπλα του λέγοντάς του λόγια υποστήριξης.
"Πρέπει να κάνεις κάτι!" του είπε. "Να επιστρέψεις στην Μαρία, στην μνήμη της. Να της πεις όσα κρατάς μέσα σου."
Έπρεπε να σκεφτεί σοβαρά την πρόταση της Κατερίνας. Το μυαλό του άρχισε να συνθέτει εικόνες από το παρελθόν, όταν νεαροί ανέμελα διασκέδαζαν, εκείνη εκθαμβωτική, η ψυχή της παρέας, ενώ αυτός έστεκε δίπλα της τόσο μα τόσο μικρός έστω κι αν την αγαπούσε με όλο του το είναι. Γι΄ αυτό τον απάτησε; Γι΄ αυτό δεν μπόρεσε να την διεκδικήσει και πάλι;
"Έχεις δίκιο!" είπε τελικά με αποφασιστικότητα. "Θα βρω τον τρόπο να την τιμήσω. Και εσύ, Κατερίνα, είσαι η μόνη που ήξερες την αλήθεια και από τις δύο πλευρές. Θέλω να είσαι δίπλα μου!"
"Ήμουν κάτι παραπάνω από την καλύτερή σου φίλη, μην το ξεχνάς!" και οι δυο τους αντάλλαξαν ένα χαμόγελο. Το πρώτο του μετά από καιρό.
Μετά τα μεσάνυχτα, όταν η κίνηση αραίωσε στο μαγαζί, βγήκαν έξω με το φως του φεγγαριού να τους καθοδηγεί. Καθώς περπατούσαν κατά μήκος του λιμανιού το κύμα χτυπούσε απαλά στο τσιμέντο και σε συνδυασμό με τους ήχους του νησιού δημιουργούσαν μια μαγευτική μελωδία. Η γνώριμοι αυτοί ήχοι κατέκλυσαν τον Άλκη με αισθήματα συγκίνησης αλλά και μια αίσθηση ελευθερίας. Όλα όσα είχε αφήσει πίσω, όλα όσα είχε φοβηθεί, τώρα φάνταζαν ανώδυνα.
"Πού πάμε;" ρώτησε η Κατερίνα, κοιτάζοντας τον με περιέργεια.
"Στην παραλία!" απάντησε ο Άλκης. "Εκεί που μας άρεσε να καθόμαστε τα βράδια. Σίγουρα εκεί τριγυρίζει η ψυχή της αυτήν την ώρα."
Το φεγγάρι έριχνε το ασημένιο φως του πάνω στην άμμο. Μόνο το σκάσιμο των αδύναμων κυμάτων ακούγονταν. Όταν έφτασαν, ο Άλκης ένιωσε τη θάλασσα να τον καλεί. Στάθηκε απέναντί της ενώ το μυαλό του, η ψυχή του, η καρδιά του, γέμιζαν με την παρουσία της Μαρίας. Έκλεισε τα μάτια του και άφησε τις αναμνήσεις να τον πλημμυρίσουν.
"Μαρία!" ψιθύρισε, "είσαι εδώ;"
Η Κατερίνα στεκόταν δίπλα του, με μια έκφραση κατανόησης.
Ανάπνευσε βαθιά, προσπαθώντας να εστιάσει στα όσα είχε να πει. "Ήθελα να σου πω… ότι λυπάμαι. Λυπάμαι που δεν ήμουν εκεί όταν με χρειαζόσουν. Για το φευγιό μου! Δεν άντεχα να σε βλέπω πια... Ο εγωιστής εαυτός μου πρόδωσε την αγάπη που πάντα ένιωθα για σένα... συγνώμη!"
Η θάλασσα φαινόταν να του απαντά, με κύματα που σκαρφάλωναν στην ακτή, σαν να τον ενθάρρυναν να προχωρήσει. "Αλλά τώρα, θέλω να ξέρεις ότι πάντα σε κουβαλούσα στην καρδιά μου. Δεν σε ξέχασα ποτέ. Ούτε για μια στιγμή!"
Η Κατερίνα, νιώθοντας την έντασή του, του έπιασε τον ώμο με μια κίνηση που όριζε ότι έπρεπε να συνεχίσει.
Ενθαρρυμένος από την παρότρυνση της Κατερίνας, έκανε μερικά ακόμα βήματα μέχρι που το νερό έβρεξε τα πόδια του, σαν να μια πράξη εξιλέωσης απ΄ όσα τον βάραιναν. "Μαρία, αν με ακούς… θέλω να ξέρεις ότι ήσουν πάντα η πηγή της χαράς μου. Κάθε στιγμή που περάσαμε μαζί ήταν ένα δώρο, το οποίο ποτέ δεν εκτίμησα όσο έπρεπε."
Η θάλασσα απαντούσε με τον απαλό παφλασμό της και ο Άλκης ένιωθε την καρδιά του να ηρεμεί. "Ήσουν το φως που με καθοδηγούσε, και τώρα που είμαι εδώ, το μόνο που ζητώ είναι να κρατήσω ζωντανές τις αναμνήσεις μας. Να σου ζητήσω συγνώμη, για την αδυναμία μου, τη φυγή μου, που σε άφησα, που δεν πάλεψα για σένα!"
Αντίκρυ του το φεγγάρι σαν να είχε λαμπρύνει ακόμη περισσότερο και τότε για μια ελάχιστη στιγμή μόνο, εμφανίστηκε εκείνη να του χαμογελάει. Η ψυχή του πλημμύρισε γαλήνη. Δεν λάθεψε, ήταν εκεί, πιστή στις παλιές τους συνήθειες.
Η Κατερίνα στεκόταν δίπλα του, έτοιμη να τον στηρίξει. "Πρέπει να φύγουμε!" του είπε τελικά. "Έκλεισε ένα κεφάλαιο της ζωής σου και οφείλεις να ανοίξεις το επόμενο, τώρα!"
Ο Άλκης γύρισε προς την Κατερίνα. "Ναι! Έχεις δίκιο! Ας επιστρέψουμε."
Στη μέση του δρόμου της επιστροφής η Κατερίνα τον πήρε στην αγκαλιά της, εκείνος αφέθηκε τελείως. Τον πλησίασε ζητώντας τα χείλη του κι εκείνος ανταποκρίθηκε.
"Είμαστε ακόμη εδώ..."
"Η ζωή δεν περιμένει. Το έχω πάρει το μάθημά μου!"
Η παραπάνω ιστορία είναι εμπνευσμένη από το συγγραφικό δρώμενο του Giannis Pit, με τίτλο: Μια ιδέα - Μια έμπνευση, 3ος κύκλος
Η αρχική ιδέα ήταν: Φτιάξε μια ιστορία με το παρακάτω κείμενο: "Ο θόρυβος των μηχανών ελαττώθηκε. Οι στροφές έπεφταν καθώς το πλοίο ήδη έκοβε ταχύτητα. Έστεκε ψηλά στο κατάστρωμα, το θαλασσινό αγέρι ανέμιζε τα μαλλιά του/της. Στα δεξιά ο μεγάλος λιμενοβραχίονας του λιμανιού οριοθετούσε το λιμάνι. Ένα λιμάνι μεγάλο, όμορφο. Στα δεξιά δεμένα, σαν πολύχρωμα στολίδια διάφορα σκάφη και στα αριστερά στο κέντρο, ο άδειος χώρος για τον οποίο το πλοίο που τον/την μετέφερε ήδη είχε βάλει ρότα. Η καλοκαιρινή ζέστη του δειλινού ήταν εμφανής και η υγρασία μούσκευε το κορμί του/της. Άπλωσε το βλέμμα του/της σε όλο το μήκος του λιμανιού. Ένα υπέροχο καρτ-ποστάλ ήταν ζωγραφισμένο στα μάτια του/της. Λίγα μέτρα χώριζαν το πλοίο από την αποβάθρα και έπρεπε να ετοιμάζεται για την αποβίβαση. Άνοιξε το κινητό του/της. Έψαξε τα μηνύματα, στάθηκε στο τελευταίο και διάβασε προσεκτικά: “Φτάνει στο τέλος του μήνα. Πρέπει να βιαστείς. Δεν υπάρχει πια χρόνος” Πήρε μια βαθιά ανάσα. Το είχε διαβάσει άπειρες φορές στη διαδρομή προς το νησί. Έβαλε το κινητό στην τσέπη και κινήθηκε προς την έξοδο. Ένιωθε τόσο παράξενα. Οι σκέψεις έρχονταν να πλημμυρίσουν το μυαλό του και έδεναν με την υπέροχη γαλήνη του νησιού..."
Φίλε Γιάννη σε ευχαριστώ, για την ευκαιρία που μας δίνεις να γράφουμε πράγματα πέρα από αυτά που καταρχήν έχουμε στο μυαλό μας.
Ανομολόγητα συναισθήματα, μπροστά σε κάτι τελεσίδικο όπως ο θάνατος, που όμως εκφράζουν την ανάγκη να εκφραστούν, να ξεφορτώσει η ψυχή. Αυτή την ανάγκη νομίζω, βρήκε ο ήρωας σου και την υλοποίησε με τη βοήθεια της Κατερίνας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν κάτι κρατώ από το διήγημα σου, είναι ότι η ζωή συνεχίζεται. Ακόμα και με τρόπο που δεν είχαμε φανταστεί.
Σε ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σου Βασίλη. Καλή εβδομάδα! Καλή συνέχεια στη μέρα σου!
Βάρη, Λύτρωση και νέο ξεκίνημα... Μακάρι να είχαν όλοι οι άνθρωποι την ίδια δύναμη. Διότι η Μαρία, όπως φάνηκε δεν την είχε...
ΔιαγραφήΤην Καλημέρα μου!
Περπάτησα, φίλε Βασίλη, δίπλα στην ακροθαλασσιά μαζί με τον Άλκη και την Κατερίνα. Στάθηκα σιμά τους κάτω από το ασημένιο φως του φεγγαριού να παρακολουθώ αυτή τη μοναδική ιεροτελεστία της εξομολόγησης και της συγχώρεσης.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίδα τη θάλασσα να λειτουργεί σαν μια δεξαμενή εξιλέωσης και λύτρωσης. Σαν να παίρνει τις ενοχές και τα βάρη και να τα διαχέει στο πέλαγος. Είδα μια ψυχική διαδικασία κάθαρσης.
Βαριά η ιστορία του Άλκη και της Μαρίας. Όταν ο ανθρώπινος εγωισμός θεριεύει και υπερνικά τη λογική, τις συνθήκες και τα αίτια, τότε γεννιέται το κακό, οι πληγές, αυτό που δεν θα 'πρεπε να γίνει.
Το διήγημά σου το διδάσκει αυτό, Βασίλη μου.
Πάντα μου αρέσει ο τρόπος της γραφής σου. Νησιώτης γαρ, γέννημα της θάλασσας, ήμουν σίγουρος ότι ήξερες να χειριστείς ένα τέτοιο θέμα. Και το έκανες.
Η Κατερίνα στέκεται πρόσωπο καταλύτης δίπλα στον Άλκη. Χαίρομαι, που βρίσκει δίπλα του τη θέση, που της αξίζει. Αυτή που χρόνια, με λανθάνοντα τρόπο υπόβοσκε στην καρδιά της ή και καρδιά του.
Η ζωή δεν περιμένει! Να μια μεγάλη αλήθεια, φίλε μου.
Σε ευχαριστούμε, με την καρδιά μας, για ένα ακόμα πνευματικό σου παιδί στο δρώμενό μας. Το σεβασμό μου.
Αυτό είναι και το νόημα φίλε μου... η ζωή δεν περιμένει, συνεχίζεται. Αυτονόητο... όχι βέβαια για όλους, δες την Μαρία που δεν τα κατάφερε. Χαίρομαι που σου άρεσε Γιάννη! Την Καλημέρα μου!
ΔιαγραφήΑβυσος η ψυχή του ανθρώπου! Πόσα συναισθήματα ένιωσε ο ήρωά σου και τα κράτησε τόσα χρόνια να του τρώνε την ψυχή! Ο γεμάτος τύψεις γυρισμός του στο νησί του, ήταν αυτός που χάρη στην φίλη του, έβγαλε από μέσα του την ανάγκη της συγνώμης για το φευγιό του! Όμως τις απαντήσεις που ήθελε δεν θα τις έβρισκε ποτέ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ ωραία η συμμετοχή σου και η ιστορία σου, από αυτές που σίγουρα συμβαίνουν μέσα στην ζωή, που συνεχίζεται...
Μακριά από τον τόπο ¨του εγκλήματος" σπάνια βρίσκεις τις απαντήσεις σε αυτά που σε βαραίνουν. Έτσι έγινε και με τον Άλκη! Αλλά σίγουρα και η Κατερίνα, κέρδισε κάτι από την επιστροφή του Άλκη, κάτι που τόσα χρόνια περίμενε στη σκιά!
ΔιαγραφήΤην Καλημέρα μου, Ρούλα!
Όντως η ζωή δεν περιμένει και οφείλουμε να μη χάνουμε στιγμή της.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν μας λες όλα όσα συνέβησαν ανάμεσα στη Μαρία και τον ΄Άλκη. Τον απάτησε...δύσκολα συγχωρείς κάτι τέτοιο. Απ' την άλλη εκείνη παντρεύτηκε, σωστά; Και απέτυχε στο γάμο της. Μοιραία τέτοιες στιγμές κάνεις συγκρίσεις, αυτό που έχασες με αυτό που κράτησες. Επιλογές μας όλα.
Εκείνη που σκέφτομαι είναι η Κατερίνα που σίγουρα έχει αισθήματα για τον παιδικό της φίλο και τα έκρυβε τόσα χρόνια. Αβάσταχτο μου φαίνεται.
Χαίρομαι για το αισιόδοξο τέλος σου. Και οι περιγραφές όμορφες, μύρισε αλμύρα το γραπτό σου
Καλησπέρα Βασίλη
Σε πολλά σημεία αφήνω ψηφίδες και όσα τους συνέδεαν και όσα τους χώριζαν. Τελικά δεν ήταν φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλο. Δεν φτάνει ο έρωτας, χρειάζονται και μια άλλη συνθήκη, το ταίριασμα για να έχει αίσιο τέλος μια σχέση. Ναι, το τέλος είναι αισιόδοξο αλλά πιστεύω ότι δημιουργεί και ερωτήματα.
ΔιαγραφήΧαίρομαι που σου άρεσε! Την Καλημέρα μου Άννα!
Δεν ξέρω αν η αλήθεια σε απελευθερώνει απ’ τις σκιές του παρελθόντος. Καμμιά φορά και όχι. Καλύτερα να μην ξέρεις. Από κάποιες αλήθειες καλύτερη η φθορά της καθημερινότητας. Η ζωή μια χειροβομβίδα είναι. Εκείνη αποφασίζει πότε απασφαλίζει και πότε θα κάνει το ¨μπαμ¨ Αν μπορείς μετά να μαζέψεις τα κομμάτια σου, μπορείς να βρεις και τη λύτρωση. Από μια στιγμή κτίζεται η ελπίδα. Αρκεί να αντέχεις. Η Κατερίνα άντεξε!
ΑπάντησηΔιαγραφήΌμορφη η ιστορία σου Βασίλη, πλούσια σε συναίσθημα και γραφή που γοητεύει! Συγχαρητήρια!
Μου αρέσει η άποψή σου για τις σκιές του παρελθόντος κι αν γίνεται η αλήθεια να σε απελευθερώσει. Και συμφωνώ, σίγουρα όλα δεν είναι πάντα προβλέψιμα ή ρόδινα. Χαίρομαι που σου άρεσε η εγγραφή μου!
ΔιαγραφήΤην Καλημέρα μου, Αννίκα!
Με ανάμεικτα αισθήματα έφτασα ως το τέλος. Ο απόλυτα ρεαλιστικός τίτλος της ιστορίας σου, πόσο έρχεται σε αντιδιαστολή με την τελευταία φράση του Άλκη...
ΑπάντησηΔιαγραφήΒασίλη, περιγράφεις τόσο γλαφυρά τους ήρωες και τα συναισθήματά τους! Και παρά το αίσιο τέλος, υπάρχουν διάσπαρτα τα θραύσματα απ' το παρελθόν. Μ' αυτά θα αναμετρηθούν τώρα.
Η εξομολόγηση του Άλκη μπροστά στη θάλασσα, είναι η κορύφωση της σσυγκίνησης. Πολύ δυνατή εικόνα!
Τα συγχαρητήριά μου, Βασίλη!
Εκτιμώ ιδιαίτερα την ευαρέσκεια σου, Μαρία για το κείμενο μου. Και ναι, αυτό είναι ένα ζητούμενο, η αναμέτρηση με το παρελθόν των δυο πρωταγωνιστών, συγχρόνως όμως και μία πρόκληση.
ΔιαγραφήΤην Καλημέρα μου, Μαρία!
Εξαιρετική η συμμετοχή σου, Βασίλη! Πολύ όμορφη γραφή, ρέει αβίαστα και είναι πολύ ζωντανή και παραστατική. Μου άρεσε ιδιαίτερα η σκηνή μπροστά στη θάλασσα. Και, τελικά, είχε και χάπι εντ, φαίνεται πως τους αγαπάς πολύ τους ήρωές σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα έχεις μια όμορφη μέρα
Πράγματι, τον Άλκη και την Κατερίνα, δεν ήθελα να τους δω να βυθίζονται στο παρελθόν τους αλλά προτίμησα να τους δώσω μια δεύτερη ευκαιρία.
ΔιαγραφήΤην Καλημέρα μου, Πίπη!
Έκανα εικόνα την εξομολόγηση του Άλκη προς την Μαρία μπροστά στη θάλασσα και σκέφτηκα πόσες φορές δεν έχουμε νιώσει ανακούφιση σαν ακούμε τον παφλασμό από τα κύματά της. Είναι σαν να παίρνει ένα βάρος από μέσα μας για να μας επιτρέψει να συνεχίσουμε την ζωή μας, όπως ακριβώς έκαναν και οι ήρωες της ιστορίας σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ ωραία ιστορία καλογραμμένη!
Χαίρομαι που σου άρεσε η ιστορία μου, Ελένη... Η θάλασσα έχει μαγικές ιδιότητες, φτάνει να αφεθείς σε αυτήν και την απεραντοσύνη της.
ΔιαγραφήΤην Καλημέρα μου!